«Πολλά εξωσχολικά να διαβάζεις, παιδί μου». Είναι η παραίνεση που έχω ακούσει περισσότερες φορές στη ζωή μου. Περισσότερες κι απ’ το «να είσαι καλό παιδί, ν’ ακούς το μπαμπά και τη μαμά σου». Κι απ’ το «μην τρως άλλα γλυκά, θα σκάσεις», τολμώ να πω. Όσο κι αν δε σου άρεσε το σχολικό διάβασμα την περίοδο του δημοτικού και του γυμνασίου, πάντα υπήρχε ένα ανάγνωσμα που όλο το γυρόφερνες κι όλο το ξαναδιάβαζες. Είχε έρθει στα χέρια σου κατά τύχη, ως δώρο γενεθλίων ή το είχες διαλέξει μόνος σου, σε μια βόλτα στο βιβλιοπωλείο. Δεν έχει σημασία αν ήταν παιδικό ή εφηβικό ή «βιβλίο για μεγάλους». Εσύ ήσουν μικρός κι αυτό κατέληξε να είναι το αγαπημένο σου βιβλίο.
Ποιος ήσουν/είσαι, λοιπόν, με βάση το αγαπημένο σου παιδικό βιβλίο;
«Ταξίδι στο κέντρο της γης» ή άλλο έργο του Ιούλιου Βερν
Θέμα: ένας πατέρας κι ένας γιος προσπαθούν να φτάσουν με τεχνικά μέσα στο κέντρο της γης.
Είχες ρημάξει τα κουζινικά της μάνας σου, κάνοντας «πειράματα», δηλαδή βάζοντας φωτιές σε μπαμπάκια με οινόπνευμα και κάτι άλλο δίπλα, μέσα στην κατσαρόλα, για να δεις πώς γίνεται μια έκρηξη. Στο «εσύ παιδί μου, μου ρήμαξες τη χύτρα;» απαντούσες με χαμόγελο (αυτό με τα 32 δόντια) και μετά πήγαινες στο δωμάτιό σου, για να σκεφτείς τί είδους επιστήμονας θέλεις να γίνεις. Μια μέρα έμαθες ότι όλα αυτά που έλεγε ο Βερν ήταν αποκυήματα της φαντασίας του και μόνο, το όνειρό σου έσβησε κι άνοιξες ντελικατέσσεν στα Πετράλωνα. Καλές δουλειές, εύχομαι.
«Η Πολυάννα» (σε όλες τις παραλλαγές της), της Έλινορ Πόρτνερ
Θέμα: «Η Πολυάννα, το παιχνίδι της χαράς», «Η Πολυάννα μεγαλώνει», «Η Πολυάννα παντρεύεται», «Η Πολυάννα πάει στο Σκλαβενίτη», «Η Πολυάννα πάει για ανταύγειες» και γενικά η ζωή της μικρής αμερικανίδας, που ο ιεραπόστολος πατέρας της αφήνει να ζήσει με μια αυστηρή θεία της.
Η Πολυάννα, πέραν του ότι έχει κάνει όλα τα παραπάνω, είναι δηλαδή μια μορφή βιονικής γυναίκας των αρχών του 20ού αιώνα, είναι η αιτία της «πριγκηπισσουλοσύνης» που δέρνει τις απανταχού θαυμάστριές της. Τα κορίτσια (κυρίως) που μεγάλωσαν με την Πολυάννα, «ρούφηξαν» την αισιοδοξία (χαζοχαρουμενιά) της, που φτάνει σε δυσθεώρητα ύψη, αγάπησαν το γκλίτερ (ακόμα κι όταν βρίσκεται πάνω σ’ ένα κομμάτι μουσακά) και άρχισαν να περιμένουν τον «πρίγκιπα» από τα 10 τους χρόνια.
Βλέπουν τη ζωή ανεξήγητα χαρούμενα, έχουν ως χόμπι να πηγαίνουν σε γάμους και να βοηθάνε νονούς στην επιλογή βαφτιστικών ρούχων. Δεν είναι κακό να είσαι τόσο χαρούμενος, ενίοτε όμως δημιουργείς ορισμένες δυσκολίες στους γύρω σου: π.χ. σε μια φίλη μου που έχει την Πολυάννα σε κάδρο, δεν έχουμε καταφέρει να πούμε ακόμα ότι η Βουγιουκλάκη πέθανε. Μην τυχόν και κάνει καμιά τρέλα, μόλις μάθει το κακό το νέο.
«Το καπλάνι της βιτρίνας» – «Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου», της Άλκης Ζέη
Θέμα: το πρώτο είναι η ιστορία δυο κοριτσιών την εποχή της δικτατορίας Μεταξά, το δεύτερο είναι η ζωή του μικρού Πέτρου στην Αθήνα, στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής.
Έβλεπες τις διηγήσεις των παππούδων σου να περνάνε από μπροστά σου, ελαφρώς παραλλαγμένες, μέσα από τη γραφή της Άλκης Ζέη και συνειδητοποιούσες πως η σύγχρονη ιστορία ήταν πράγματι αυτή. Ήταν το comfort reading σου, παρά το στενάχωρο περιεχόμενό τους. Φοβόσουν και δε φοβόσουν ταυτόχρονα. Ήταν η πρώτη σου επαφή με την ύπαρξη της απανθρωπιάς και ταυτόχρονα η πρώτη σου ανακούφιση κι ελπίδα. Ήθελες να γίνεις δάσκαλος, για να πεις στα παιδιά της τάξης σου να διαβάσουν αυτά τα βιβλία. Όπου κι αν κατέληξες, και μόνο η ανάμνησή τους σου μαλακώνει την ψυχή. Εντάξει, είναι κι ορισμένοι που ενθυμούμενοι το «καπλάνι» ανατριχιάζουν με τα βαλσαμωμένα ζώα, αλλά δε μπορείς να τα έχεις όλα σ’ αυτή τη ζωή.
«Τα γενέθλια», της Ζωρζ Σαρρή:
Θέμα: η (γκαντέμω) Άννα έχει γενέθλια την ημέρα του πραξικοπήματος του Παπαδόπουλου. Κανείς καλεσμένος δεν εμφανίζεται στα γενέθλια, εκτός από τον φόβο.
Όλο το έργο της Σαρρή, πιο πολύ απ’ όλα όμως το συγκεκριμένο, επέδρασαν πάνω σου περίπου όπως τα βιβλία της Ζέη (παιδική φίλη της Σαρρή). Έμαθες να εκτιμάς τις τούρτες, τις μπόμπες που έφτιαχνε η μάνα σου στα πάρτι και ιδίως το γεγονός ότι κατέφταναν κανονικά οι καλεσμένοι. Ναι, ακόμα και η αχώνευτη ξαδέρφη σου.
«Με οικογένεια» – «Χωρίς οικογένεια», του Εκτόρ Μαλό
Θέμα: περίπου κοινό και για τα δύο, στο πρώτο ένα ορφανό αγόρι βρίσκει τη μητέρα του και στο δεύτερο ένα ορφανό κορίτσι βρίσκει δε-θυμάμαι-ποιόν. Αφού έχουν περάσει των παθών τους τον τάραχο στη Γαλλία του τέλους του 19ου αιώνα.
Όποιος άντεξε να διαβάσει και τα δυο χωρίς να υποστεί καθίζηση το «είναι» του και χωρίς να σκεφτεί ότι πρόκειται περί μαρτυρίου και όχι λογοτεχνίας, πρέπει να βραβευτεί για την ψυχραιμία και την ωριμότητά του (σε τέτοια ηλικία). Ενδεχομένως, βέβαια, να είναι Cylon, εξ ου και ν’ αντέδρασε έτσι. Είσαι αξιοθαύμαστος κι αν δεν έχεις γίνει αστροναύτης ή αγγειοχειρουργός, με τέτοια υπομονή, αξίζει να το προσπαθήσεις, έστω και τώρα.
«Ματωμένα Χώματα», της Διδώς Σωτηρίου
Θέμα: ο μικρασιάτης Μανόλης Αξιώτης, ο πόλεμος, η καταστροφή του ‘22, η προσφυγιά.
Αφού η παιδική ψυχούλα σου άντεξε να διαβάσει όλο αυτό το μαύρο μαρτύριο και ν’ αφεθεί να συμπονέσει τον ήρωα, μπράβο σου. Επέλεξες να επισπεύσεις την ενηλικίωσή σου. Είσαι αυτός που δεν τρομάζει ποτέ στα θρίλερ/ στα σκοτεινά δάση/ στα νεκροταφεία τα βράδια. Γενικώς, δε σε σκιάζει φοβέρα καμιά. Βλέπεις κρυφά Νίκο Ξανθόπουλο και κλαις με Στέλιο Καζαντζίδη. Είτε έχεις, είτε δεν έχεις προσφυγική καταγωγή. (Εγώ δεν έχω καταφέρει να το διαβάσω ακόμα. Νομίζω δε θα μπορέσω ποτέ)
«Οι μύθοι του Αισώπου», όλο το σετ
Θέματα: πολλά και όλα διδακτικά. Ο λαγός και η χελώνα, ο τζίτζικας κι ο μέρμηγκας και άλλοι συνδυασμοί μελών του ζωικού βασιλείου.
Μάλλον το ανακάλυψες στην οικογενειακή βιβλιοθήκη, ανάμεσα στη «Δομή» και τα άπαντα του Καζαντζάκη. Ήταν, ίσως, το μόνο βιβλίο που διάβασες ευχάριστα και τελικά αγάπησες, λόγω του διδακτικού του χαρακτήρα. Η φαντασία δεν είναι το φόρτε σου, προτιμούσες να παίζεις μπάλα στη γειτονιά ή αυτοκινητάκια ή να φτιάχνεις παζλ, παρά να κάτσεις να διαβάσεις άλλο λογοτεχνικό βιβλίο. Κοιμάσαι σε όλες τις ταινίες του Wes Anderson. Μάλλον επειδή δεν έχουν ζώα. Ή μάλλον όχι, και στο Fantastic Mr Fox, που είχε ζώα, πάλι κατάφερες να κοιμηθείς.
«Ματίλντα» του Ρόαλντ Νταλ
Θέμα: η Ματίλντα είναι ένα πανέξυπνο κορίτσι, με πολύ ιδιαίτερες ικανότητες, που μεγαλώνει σε μια οικογένεια ηλιθίων.
Θαύμαζες τη φανταστική Ματίλντα για τις μαθησιακές ικανότητές της και χάρηκες πολύ που γλίτωσε από το σόι της και εκδικήθηκε ως μικρός Μπάτμαν με αφέλειες την (εσατζού) διευθύντρια δημοτικού (τρομάρα να της έρθει) κα Τράντσμπουλ. Έχω μια μικρή υποψία πως πιο πολύ τη θαύμαζες που μπορούσε να μετακινήσει αντικείμενα, δεδομένου ότι βαριέσαι ακόμα και να μετακινηθείς τρεις πόντους, να φτάσεις το τηλεκοντρόλ στο τραπεζάκι. Συχωρεμένος.
«Εγώ και η αδερφή μου η Κλάρα», του Ντιμίτερ Ινκιόφ
Θέμα: η Κλάρα είναι μια μικρή γλωσσοκοπάνα που έχει έναν μικρότερο αδερφό, τον οποίο ταλαιπωρεί διαρκώς, καθώς προσπαθεί να ανακαλύψει τον κόσμο, φορτώνοντάς του πάντα τις σκανταλιές της.
Ήθελες να γίνεις νηπιαγωγός και τελικά κατέληξες ποινικολόγος. Σ’ αρέσει να πηγαίνεις σε ρεμπετάδικα και να τρως την πρώτη μπουκιά από το πιάτο του/της αδερφού/ής σου. Επίσης, ακούς φανατικά Γιάννη Κότσιρα. Enough said.
«Το Χόμπιτ», του Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν
Θέμα: πάρα πάρα πάρα πολύ συνοπτικά, το χόμπιτ Μπίλμπο Μπάγκινς ψάχνει να βρει ένα θησαυρό.
Μαγεμένος από τον φανταστικό κόσμο του Τόλκιν, άρχισες να διαβάζεις ο,τιδήποτε είχε σχέση με μάγους, δράκους, ιππότες και φυσικά το ‘ριξες και στα κόμικς. Τα πιο δύσκολα εννοώ, όχι το «Μίκυ Μάους», που το διάβαζε μέχρι και η γιαγιά μου, όσο περίμενε να στύψει το πλυντήριο. Προσπαθούσες να πείσεις τον εαυτό σου ότι τέτοιοι κόσμοι δεν υπάρχουν, αλλά δεν τα κατάφερες ποτέ. Αγκάλιασες τη φαντασία μια για πάντα, έγινες gamer, άρχισες να «ψάχνεσαι» σε σχέση με τη μουσική και τον κινηματογράφο. Σταμάτησε να σου αρέσει ο Μητροπάνος. Και στο σημείο αυτό με πίκρανες βαθιά. Μπορεί να μην κατάφερες να γίνεις σκηνοθέτης, αλλά ό,τι κι αν έγινες, και λογιστής που λέει ο λόγος να ‘γινες, η φαντασία σε σώζει πάντα από την (κακή) καθημερινότητα. Εκτός αν είσαι ΑΕΚ, που σε σώζει(;) ο Μελισσανίδης.
«Τομ Σώγιερ» – «Οι περιπέτειες του Χάκλμπερι Φινν», του Μαρκ Τουαίν.
Θέμα: αμερικανικός Νότος στα τέλη του 19ου αιώνα, φάρμες, καλαμπόκια, ο Μισισιπής, καψεροί μαύροι που δουλεύουν σε φυτείες και δυο καθόλου ήσυχα παιδάκια.
Είσαι αυτός που στο σχολείο μας μετακινούσες τις καρέκλες για να πέσουμε, όταν πηγαίναμε να καθίσουμε στο θρανίο, συχνά μας τραβούσες τα σουτιέν (τί έξυπνο τρικ!) και γενικώς όπου χαβάς, καυγάς κι ανακατωσούρα, εσύ πρώτος και καλύτερος. Στο γυμνάσιο απέκτησες μηχανάκι – δώρο των γονιών – κι άρχισες να εκδράμεις ομαδικώς σε άλλες γειτονιές, για να βρεις νέους φίλους (πρώιμους κάγκουρες, ίσως) ή, το πιθανότερο, νέους «εχθρούς». Οι κασέτες του Σπρίνγκστιν έχουν δεινοπαθήσει στα χέρια σου. Αργότερα πέρασες στην ΑΣΟΕΕ και νόμιζες ότι θα γίνεις διευθυντής στην Coca-Cola τη στιγμή που ο πρύτανης θα σου έδινε το πτυχίο στο χέρι. Κρίμα που δεν έγινες. Ξεκίνησες, όμως, το σκι, το σνόουμπορντ, το τένις, το σκουός, γενικώς ένα άθλημα που σετάρεται με τη μελλοντική σου διευθυντική θέση (μόλις περάσει η κρίση, γκούχου) σε πολυεθνική. Η μόνη σχέση που έχεις πλέον με τον Τομ και τον Χακ είναι ότι ενίοτε βλέπεις μπροστά σου την ίδια μάρκα μπέρμπον που έβλεπαν κι αυτοί, όταν έπιναν οι πατεράδες τους (παραδοσιακή συνταγή από το 1845).
«Χάρι Πόττερ», της Tζ. Κ. Ρόουλινγκ
Θέμα: πασίγνωστο.
Είσαι κάτω των 25 και πρέπει να νιώθεις υπερ-τυχερός που τα συγκεκριμένα βιβλία κυκλοφόρησαν όταν πήγαινες δημοτικό – γυμνάσιο. Αυτό και τέλος.
«Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα», του Μενέλαου Λουντέμη
Θέμα: πάμφτωχο παιδί στη μετεμφυλιακή Ελλάδα προσπαθεί να μάθει γράμματα και να γίνει κάτι καλύτερο απ’ αυτό που του επιφυλάσσει η «κοινωνική τάξη» του.
Πρώτη φορά διάβασες απόσπασμά του σ’ ένα από τα σχολικά ανθολόγια του δημοτικού. Ο αριστερός/ αντιστασιακός παππούς σου στο πήρε δώρο. Σ’ έπνιγε η αδικία που ανάβλυζε απ’ τις λέξεις, σε συγκινούσε βαθιά η γενναία προσπάθεια του ήρωα να πετύχει τους στόχους του.
Ήσουν αυτός που προστάτευε τα παιδάκια που τα κορόιδευαν για χ λόγους οι bullies του σχολείου.
Αν έγινε όντως το αγαπημένο σου βιβλίο, παρά το ξενέρωτο και vague τέλος, σήμερα είσαι αυτός που παρακολουθεί ανελλιπώς την επικαιρότητα, διαβάζει τα πάντα (αντέχεις μέχρι και τα βιβλία κοινωνιολογίας, συγχαρητήρια) και καταπιέζεις τον εαυτό σου να μη βγει στην ταράτσα να φωνάξει προς όλες τις κατευθύνσεις «Σταματήστε πια, όχι άλλο κάρβουνο». Είσαι η κοινωνική μας συνείδηση. Έλα να μας ξυπνήσεις λίγο, σε παρακαλώ.
«Ο μικρός Πρίγκιπας», του Αντουάν Ντε Σαιντ – Εξυπερί
Θέμα: ο αφηγητής πέφτει με το αεροπλάνο του στην έρημο και συναντά τον Μικρό Πρίγκιπα. Και τα λένε. Παίζει και μια αλεπού στο σκηνικό.
Ευγενική ψυχή, αγαπούσες όλα τα παιδάκια και ήθελες να παίζεις μαζί τους, μάθαινες απέξω τις γραμμές του βιβλίου (ειδικά όποια περιείχε μέσα τη λέξη «καρδιά»). Το κρατούσες στα χέρια σου σαν το πολυτιμότερο πράγμα που είχες και το ‘κρυβες κάτω από το μαξιλάρι σου. Δεν ονειροβατείς ακριβώς, αλλά ζεις και συμπεριφέρεσαι με έναν απροσδιόριστα gentle τρόπο. Τον τελευταίο καιρό σου έχουν μπει ιδέες μήπως ο Πρίγκιπας ήταν τελικά ο συνταξιούχος Doctor Who.
«Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ και οι Τρεις Ντετέκτιβς», του Ρόμπερτ Άρθουρ
Θέμα: τρεις πιτσιρικάδες εξερευνούν μυστήρια.
Πάντα έβρισκες πού έκρυβε η μάνα σου τις κοκακόλες. Τα σέβη μου, προσωπικά ποτέ δεν το κατάφερα, όσα βιβλία αυτής της σειράς κι αν διάβασα.