«Ο συγγραφέας χαίρεται όταν ακουμπά παλιά χαρτιά χωρίς γάντια». Αυτό δήλωσε, μεταξύ άλλων, η Αυστραλή συγγραφέας Χάνα Κεντ στην παρουσίαση των βιβλίων της στο «Public» του Συντάγματος, στις 19/2. Η πολυμεταφρασμένη συγγραφέας των έργων «Έθιμα Ταφής» και «Οι καλοί» (αμφότερα στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ίκαρος), συνομίλησε με τη δημοσιογράφο Στέλλα Κάσδαγλη και τη μεταφράστρια των δύο βιβλίων της Μαρία Αγγελίδου και συνεχίζει απόψε (20/2 ) στο Public Θεσσαλονίκης με τη δημοσιογράφο Λεμονιά Βασβάνη.

Τα «Έθιμα Ταφής» είναι βασισμένα σε πραγματικά γεγονότα και μιλούν για μια γυναίκα που καταδικάστηκε σε θάνατο στις αρχές του 19ου αιώνα στη Βόρεια Ιρλανδία. Ιστορικό είναι το πλαίσιο και στους «Καλούς» (επίσης βασισμένοι σε πραγματικά γεγονότα), όπου παρουσιάζεται ο αγώνας τριών γυναικών (και πάλι στην Ιρλανδία του 19ου αιώνα) να σώσουν ένα παιδί. 

«Η πρωταγωνίστριά μου στα “Έθιμα ταφής”», είπε στο αθηναϊκό «Public» η συγγραφέας, «είναι μια περίπλοκή προσωπικότητα με πολλές φιλοδοξίες και δυνατά αισθήματα, αισθήματα που είμαι βέβαιη πως συμμερίζονται και οι Έλληνες αναγνώστες. Υπάρχει πάντοτε κάτι μυστηριώδες στις τοπικές ιστορίες και η ιστορική έρευνα μπορεί να αποκαλύψει πλήθος στοιχεία προς μια τέτοια κατεύθυνση. Το θέμα στο βιβλίο μου είναι οι γοητευτικές όψεις μιας γυναίκας, η οποία επιβαρύνεται με μιαν εξαιρετικά σοβαρή κατηγορία και χρειάζεται να πολεμήσει με κάθε τρόπο προκειμένου να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Και στο σημείο αυτό είναι που το ιστορικό μυθιστόρημα πιάνει επαφή με τη δύναμη της λογοτεχνικής φαντασίας. Και τότε χαίρεται κανείς γιατί είναι η ώρα που ακουμπά παλιά χαρτιά χωρίς να φοράει γάντια. Είναι η ώρα να μιλήσεις για γυναίκες που έχουν χαθεί στο βάθος του χρόνου και αποκτούν τώρα εκ νέου σάρκα και οστά».

Μιλώντας για τον ρόλο της ιστορικής έρευνας στη λογοτεχνία, η Κεντ παρατήρησε ότι τη βοήθησε να κατανοήσει τον ψυχισμό και την αθωότητα του χαρακτήρα της: «Είδα όχι μόνο το ανθρώπινο πρόσωπο, αλλά και όλο το πλέγμα των σχέσεων με το περιβάλλον της. Κατάλαβα τι πρέπει να κάνω για να εννοήσω όχι μόνο τη συμπεριφορά μιας γυναίκας καταδικασμένης για εγκληματική συμπεριφορά, αλλά και σε ποιο ακριβώς πεδίο κινείται το καθεστώς κυριαρχίας των ανδρών. Όσο για την αίσθηση τραγωδίας που έχω για τη γυναικεία μοίρα, την έχω αντλήσει από τους Ρώσους και τους Βρετανούς κλασικούς. Για να κατορθώσω, ωστόσο, να αναπλάσω τον ιστορικό περίγυρο των βιβλίων μου ήταν αναγκαίο να εμπιστευτώ τον εαυτό μου όταν άρχισε να μπαίνει σε αυτόν τον κόσμο και να εξοικειώνεται βαθμιαία μαζί του. Και για να γίνει το τελευταίο, έπρεπε να καταφέρω να ενσωματώσω τους ήρωες στη δική μου ζωή και εμπειρία. Κι αυτό μπορεί είναι εφικτό μόνο όταν έχεις γράψει και ξαναγράψει πολλές φορές το βιβλίο σου. Να συμπληρώσω επιλογικά πως προσπάθησα να μην εκμεταλλευτώ την αληθινή ιστορία που υπόκειται στα “Έθιμα ταφής”. Η λογοτεχνία οφείλει να συνιστά απόρροια της ζωής ή για να το πω με διαφορετικά λόγια, το ζήτημα είναι να ζεις τη ζωή σαν ένα εφιαλτικό όνειρο». 

(ΑΠΕ-ΜΠΕ)