Βασανίζεται η Ηλέκτρα Ελληνικιώτη, αυτή η μοναδική, υγειώς πολιτικοποιημένη, «ταγμένη» περίπτωση στο ελληνικό θέατρο, όποτε ετοιμάζει μια παράσταση. Κάνει έρευνα, βυθίζεται στη βιβλιογραφία, πάντα σε διάλογο με το αμείλικτο παρόν. Διυλίζει τον κώνωπα, πιστή στις αρχές της. Όπως και τώρα. Στην καινούρια παραγωγή της ομάδας Θέρος, «Ελευθερία εις Θάνατον», που σε δραματουργία και σκηνοθεσία δική της και με την ίδια στη σκηνή, μετά το Επταπύργιο Θεσσαλονίκης (παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του προγράμματος «Όλη η Ελλάδα ένας Πολιτισμός»), συνεχίζει την πορεία του στην «Κάμιρο», της Κυψέλης.
Δεν έπιασε μονάχα, εκατό χρόνια ακριβώς μετά, ένα ακόμη και σήμερα θέμα ταμπού της νεότερης Ιστορίας μας, γεμάτο αποσιωπήσεις, διαστρεβλώσεις και ψεύδη, τη Δίκη των 6, η οποία δεν ήταν παρά «εν είδος θεατρικής παραστάσεως δια να πεισθή η κοινή γνώμη ότι οι νόμιμοι τύποι ετηρήθησαν». Τη συνδύασε με την εκτέλεση του Μπελογιάννη. Και κάνει ένα βήμα ακόμη: τη συνδέει με συγκεκριμένες αντιπαραθέσεις Μητσοτάκη-Τσίπρα στη Βουλή, σε ένα βαθύ σκηνικό σχόλιο των διαχρονικών παθογενειών της σύγχρονης Ελλάδας, διατρέχοντας διαλεκτικά ορόσημά της.
Στις 31 Οκτωβρίου 1922 ξεκίνησε «η δίκη των έξι»: πέντε Έλληνες πολιτικοί και ένας στρατιωτικός παραπέμφθηκαν σε δίκη με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, ως οι κύριοι υπαίτιοι της Μικρασιατικής Καταστροφής. Το πρωί της 15ης Νοεμβρίου 1922 καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες την ίδια μέρα στο Γουδί. Σήμερα, αναρωτιέται η Ηλέκτρα Ελληνικιώτη, πόσα και τι μορφής δικαστήρια στήνονται «για να πεισθεί η κοινή γνώμη»; Πόσο δημοκρατικό είναι ένα πολιτικό σύστημα που είναι ικανό να κάνει τα πάντα για να σώσει τον εαυτό του- ακόμα και φόνο; Και πώς συνδέεται αυτό το ακανθώδες κομμάτι της πρόσφατης Ιστορίας μας με τη σημερινή λειτουργία της Βουλής;
«Έχω κρατήσει ένα απόσπασμα από την Ολομέλεια της 5ης Ιουλίου στη Βουλή, που είναι η δευτερολογία του Μητσοτάκη. Κάποια στιγμή αναφέρονται στο σκάνδαλο Novartis. Λέει ο Μητσοτάκης ότι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι κρίθηκαν από τη δικαιοσύνη και βρέθηκαν αθώοι και «θα έρθει και η δική σας σειρά να σας αναλάβει η Δικαιοσύνη». Και προσθέτει: «Είπατε κύριε Τσίπρα, στη Δευτερολογία σας, θα λογαριαστούμε τη δεύτερη φορά. Θα μας βάλετε φυλακή όλους;». «Όλους», του απαντά ο Τσίπρας. «Α, μπράβο. Δεν θα υπάρξει δεύτερη φορά, κύριε Τσίπρα»», σχολιάζει η καλλιτέχνιδα. «Και λες, πρώτον, τι χρονιά έχουμε; Γιατί την ίδια συζήτηση την έκανε το ‘34 ο Βενιζέλος με τον Τσαλδάρη στη Βουλή. Δηλαδή, σαν τα κοράκια πάνω από τα πτώματα των 6 ανθρώπων, η Ολομέλεια της Βουλής απασχολούνταν αν θα κατέβει στις εκλογές ο Πλαστήρας… Και, δεύτερον, μιλάτε στο ελληνικό Κοινοβούλιο για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης, της Δικαστικής Εξουσίας, κι αποφασίζετε αν θα υπάρξει ή δεν θα υπάρξει δεύτερη φορά και τι κρίνει η δικαιοσύνη; Πού είναι λοιπόν η διάκριση των εξουσιών, αυτό που λέγεται Δημοκρατία; Άρα πού είναι η Δημοκρατία για την οποία μιλάμε; Ποιοι είναι όλοι αυτοί οι οποίοι μιλάνε εις το όνομα ενός πολιτεύματος, το οποίο από το ‘22 μάθαμε ότι είναι ικανό να κάνει μέχρι και φόνο για να επιβιώσει; Είναι θέαμα αυτό. Για να διατηρήσεις την ψυχραιμία σου και να μην αρρωστήσεις, πρέπει να παρακολουθείς την Ολομέλεια σαν μια μεγάλη παράσταση. Την ομιλία του Μητσοτάκη στο Κογκρέσο σαν μια performance στα αγγλικά. Οκέι. ‘Εχουμε έναν ηθοποιό που μιλά πολύ καλά αγγλικά κι έναν ηθοποιό που δεν μιλά και πολύ καλά αγγλικά και λέγεται Τσίπρας. Πού είμαστε όμως εμείς μέσα σε αυτό; Θα έπρεπε να είμαστε στους δρόμους».
Στο τέλος, η Ελληνικιώτη τολμά να ξεστομίσει απ΄τη σκηνή κι ένα δημόσιο «κατηγορώ» για την υπουργό Πολιτισμού, καθώς αποκάλεσε “άριστους” τους καλλιτέχνες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα «Όλη η Ελλάδα ένας Πολιτισμός». Λέξη που χαρακτηρίζει «βίαιη», η σκηνοθέτις και ηθοποιός: «Γιατί με την φράση της αυτή (σ.σ: η Λίνα Μενδώνη) θέλησε να μας ιδιοποιηθεί, να ισχυριστεί ότι της ανήκουμε αφού μας διάλεξε». Και «αποκαλυπτική»: «Γιατί με τη λέξη που διάλεξε έδειξε ποιο είναι το πραγματικό πολίτευμα που εκτελούν εκείνη και η κυβέρνηση που την έχει διορίσει: η αριστοκρατία, και όχι η δημοκρατία».
Ασχολείσαι με ένα κομμάτι-ταμπού της Ιστορίας και 100 χρόνια μετά, θαμμένο, λησμονημένο, που περνά μέσα από 5 σειρές στα σχολικά βιβλία. Γιατί η Εκτέλεση των 6 είναι ένα Κεφάλαιο της Ιστορίας μας που έχουμε βάλει κάτω από το χαλάκι; Εγώ την ήξερα αυτή την ιστορία, όπως την ξέρουμε όλοι, στα ψιλά γράμματα των σχολικών βιβλίων. Κι όταν ανακοινώθηκε το «Όλη η Ελλάδα ένα Πολιτισμός» είπα να μην καταθέσω κάτι γιατί έχω αλλεργία στην πατίνα της νοσταλγίας της Μικρασιατικής. Δεν είχα και κάτι να πω.
Αυτή ήταν η θεματική του καλέσματος για τη διοργάνωση, η Μικρασιατική Καταστροφή;
Ναι. Και είπα να μην μπω σε αυτή την περιπέτεια. Μιλώντας όμως με τον συνεργάτη και φίλο μου Μάνο Λαμπράκη, μου λέει «γιατί δεν κάνεις την Δίκη των 6;». Του λέω «τι να πω;». Τότε μου ανέφερε ότι έχει βγει ένα βιβλίο που αξίζει να διαβάσω, το «Εις Θάνατον» του Β. Τζανακάρη κι ότι μπορεί να έβρισκα κάτι σε αυτό για να προχωρήσω. Διαβάζοντάς το και κατόπιν διαβάζοντας κι άλλα βιβλία με το ίδιο θέμα, είδα την ιστορία της Δίκης πιο ολοκληρωμένη. Και βίωσα ένα μεγάλο σοκ.
Δεν ήτανε νόμιμη η Δίκη των Έξι
Τι είδους σοκ;
Το πρώτο σοκ που βίωσα είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι ανήκαν σε μια παράταξη, την οποία εγώ μέχρι σήμερα δεν θα μπορούσα να υποστηρίξω. Ήτανε οι Φιλοβασιλικοί. Ένιωσα λοιπόν ότι διαβάζοντας αντικειμενικά την ιστορία από την πλευρά του Τζανακάρη, ήρθα αντιμέτωπη με μια πλευρά που εγώ δεν είμαι σε θέση να την υποστηρίξω, αλλά όμως αυτή η πλευρά αδικήθηκε δικαστικά. Οι άνθρωποι που καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν ήταν εξιλαστήρια θύματα. Βίωσα μια μετατόπιση λοιπόν και μια αποκάλυψη ως προς το όταν λέμε Ιστορία τι εννοούμε. Ποια είναι η αλήθεια της Ιστορίας που μαθαίνουμε και ποια είναι τα χρώματα, πολιτικά και κοινωνικά, που παίρνει αυτή την Ιστορία κάτω από το δοκούν και το αναγκαίο; Ή πόσο εύκολα μπορούμε να πολωθούμε; Τι σημαίνει κοινή γνώμη; Κοινή γνώμη, έχει πει ο Μπουρντιέ, δεν υπάρχει. Γιατί οι ίδιοι άνθρωποι που χαντάκωσαν τον Βενιζέλο στις εκλογές είναι οι ίδιοι που φώναζαν κρεμάλα στους προδότες το ‘22. 100.000 άνθρωποι προκρίνανε είτε στις εκλογές, είτε στις διαδηλώσεις του Συντάγματος, την επιθυμία μιας κοινής γνώμης, η οποία επί της ουσίας είναι ανύπαρκτη. Που είναι λοιπόν η θέση του λαού σε αυτό; Γιατί όλοι για τον λαό μιλάνε, μέχρι και σήμερα, κι αυτό είναι το αστείο, αλλά πού είναι πραγματικά η θέση του λαού σε σχέση με αυτό;
Το δεύτερο πράγμα που με σόκαρε, και με αφορά πολύ και θεατρικά, είναι το ότι η Δίκη των 6 ήταν μια στημένη δίκη, που έλαβε χώρα μέσα στην Παλιά Βουλή. Μιλάμε, δηλαδή, για να το πω με τον όρο που χρησιμοποίησε ο Παπαβασιλείου στη συνέντευξή σας, για μια πύκνωση τριών σκηνών: τη δικαστική σκηνή, την πολιτική σκηνή και τη θεατρική σκηνή. Τι ήταν τελικά αυτό που έγινε; Ήταν μια δίκη, ήταν ένα πολιτικό argument, ήταν μια θεατρική παράσταση που ο καθένας ανέλαβε τους ρόλους τους; Κι εντέλει, ποιες είναι οι διακριτές σκηνές ανάμεσα σε αυτές τις τρεις γραμμές; Αυτά τα δύο μαζί, σε συνδυασμό με το ότι ο πρόεδρος του τότε στρατοδικείου, ο Οθωναίος, δεν είπε ποτέ «λύεται η συνεδρίασις» -ήτανε τόσο ταραγμένος, που ανακοίνωσε την απόφαση και δεν μπόρεσε να ακολουθήσει το πρωτόκολλο- με έκαναν να σκεφτώ ότι αυτή η δίκη δεν λύθηκε ποτέ. Μεταφορικά, μιλώντας.
Δεν έχουμε νιώσει ποτέ ότι πρέπει να φτιάξουμε κενοτάφια για την φρικωδία απέναντι στους Κομμουνιστές. Δεν έχουμε νιώσει ότι πρέπει να φτιάξουμε κενοτάφιο για τη φρικωδία του Εμφυλίου. Δεν έχουμε νιώσει ότι πρέπει να μετατοπίσουμε την 28η Οκτωβρίου στην 12η Οκτωβρίου. Μας ενεργοποιεί το να μένουμε ένα έθνος ανάδελφο.
Ήταν θυελλώδης η δίκη και κατά τη διεξαγωγή της;
Υπήρξε μια στιβαρότατη σιγή όταν υπεβλήθη η καταδίκη, έγινε πάρα πολύ γρήγορα. Και για άλλους λόγους. Ετοιμαζόταν η δίκη του πρίγκιπα Ανδρέα, κι εκεί τα πράγματα έπρεπε να πάνε πιο μαλακά. Αλλά, ναι, όταν ξεκίνησε η δίκη, ο σάλος ήταν τεράστιος. Έξω από την παλιά Βουλή, στις 31 Οκτωβρίου του ’22, ήτανε κόσμος μαζεμένος που περίμενε το κουπόνι για να μπει. Μοίραζαν εισιτήριο.
Δηλαδή, η δίκη μετατράπηκε σε πολιτική αρένα;
Απόλυτα. Όλα τα πάνω θεωρεία ήταν κατακλυσμένη από κόσμο που ήθελε να την παρακολουθήσει. Υπάρχει και η διαδήλωση, που δείχνει πόσο σοβαρός ήταν και τότε ο ρόλος που έπαιξε ο ο Τύπος. Οι εφημερίδες αναμετέδωσαν τη διαδήλωση, όπως ήθελε η καθεμία. Άλλα έλεγε ο Ριζοσπάστης, άλλα το Ελεύθερο Βήμα. Όλοι μιλούσαν για την ομιλία Πλαστήρα, την οποία δεν μπορούσαν να ακούσουνε, γιατί οι πρώτες εφτά σειρές της διαδήλωσης ήταν κλακαδόροι που φώναζαν «Θάνατος τους προδότες» και «Κρεμάλα στους προδότες». Οι ίδιοι άνθρωποι που κούρδισαν το αγανακτισμένο πόπολο έξω από την Παλιά Βουλή. Η επαναστατική επιτροπή έφτασε μάλιστα στο σημείο να βγάζει κατά τη διάρκεια της δίκης ανακοινώσεις για το εάν επιτρέπεται ή δεν επιτρέπεται να μπαίνουν κάποιοι άνθρωποι εντός της αίθουσας, γιατί μεταστρέφουν το κλίμα της δίκης. Συγκεκριμένα, ο Χατζηανέστης είχε μεγάλη πέραση στις γυναίκες. Κι όλα τα πάνω θεωρεία ήταν κατακλυσμένα από γυναίκες για να τον ακούσουν να μιλάει. Και σου λέει, «αυτό δημιουργεί ένα κλίμα, δεν πρέπει να υπάρχουν συμπαθούντες με τον οποιοδήποτε τρόπο προς κάποιο από τους κατηγορούμενους». Μείωναν λοιπόν τις θέσεις στα θεωρεία που ήταν για το κοινό και τις αυξάναν για τους δημοσιογράφους και τους συγγενείς. Και πάει λέγοντας.
Επομένως, όλα όσα ζούμε και σήμερα στις δίκες, τακτικισμούς της κυβέρνησης, του δικαστηρίου, δημιουργία κλίματος από τα Μέσα, διακίνηση fake news, υπήρχε και σε μια από τις πιο θυελλώδεις δίκες στην Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας.
Ακριβώς.
Τι ανακάλυψες στο βιβλίο του Τζανακάρη και στην υπόλοιπη βιβλιογραφία για τη Δίκη που δεν είναι καθόλου γνωστά;
To πρώτο και βασικό, ότι αυτή η δίκη δεν ήταν νόμιμη. Λέμε τη λέξη «δίκη» και στεκόμαστε στο σχήμα της λέξης. Το κάνουμε γενικώς αυτό, και στις μέρες μας ακόμα περισσότερο. Αυτοδικαιωνόμαστε με το να λέμε τη λέξη. Δεν ήτανε νόμιμη η δίκη. Μας το έχει πει πρώην στρατοδίκης, μας το έχουν πει δικηγόροι, μας το έχουν πει ιστορικοί. Αυτοί οι άνθρωποι είχαν εκλεγεί δημοκρατικά. Δεν μπορούσαν να περάσουν από Στρατοδικείο. Έπρεπε να περάσουν από Τακτικό Δικαστήριο. Η Δίκη δηλαδή, επί της αρχής, ήταν μια παράνομη δίκη. Ήτανε από μόνη της τεράστιο πλήγμα στο δημοκρατικό καθεστώς
Υπήρχαν φωνές που το έλεγαν;
Όχι γιατί η δημοσιογραφία ελεγχόταν.
Ακόμη, δηλαδή, και στον Ριζοσπάστη;
Ναι, και μάλιστα ο Ριζοσπάστης έπαιξε άθελά του ένα ρόλο, γιατί το ΚΚΕ είχε ένα άλλο ρόλο από αυτό που έχει σήμερα, μην ξεχνάμε ότι είμαστε στο ‘22 στην Αθήνα, όπου ερχόταν ο Κομμουνισμός. Ο Ριζοσπάστης, θέλοντας να παραμείνει Δημοκρατικός, έριχνε λίγο λάδι στην φωτιά, αποκαλώντας τους κατηγορούμενους, γενικώς το Λαϊκό Κόμμα και την ενωμένη αντιπολίτευση «εκπροσώπους του παλαιοκομματισμού». Έλεγε λοιπόν ότι δεν έπρεπε να νικήσει ο παλαιοκομματισμός, αλλά ούτε και να υπερκεράσει τα πάντα ο Βενιζελισμός. Αυτό έδινε χώρο ώστε να διαβάζονται τα πράγματα και με τους δύο τρόπους. Υπήρχαν οι φιλοβασιλικές εφημερίδες, όπως η Καθημερινή του Βλάχου, αλλά ακούγονταν σα να υποστηρίζουν την παράταξη κι όχι το δίκαιο. Πράγμα το οποίο επίσης έχει ενδιαφέρον για σήμερα. Το πότε και πού διαβάζουμε κάτι και το χρωματίζουμε από το εάν αυτός που το έχει γράψει είναι φίλα προσκείμενος προς μία παράταξη. Δεν μπορούμε να δούμε την αλήθεια ως αλήθεια. Κι από την άλλη, οι φιλοβενιζελικοί προσπαθούσαν να φέρουν πιο κοντά την ανάγκη εξιλέωσης, κάθαρσης «να τελειώσει ο διχασμός». Αναγνώριζε ότι υπάρχουνε ευθύνες, αλλά κανείς δεν μίλησε για τις ευθύνες της Βενιζελικής παράταξης. Κανείς δεν μίλησε για τις ευθύνες του στρατηγού Παπούλα.
Υπάρχουν δυο μηχανισμοί. Ο ένας είναι η τραγωδία. Η κοινωνική τραγωδία ενεργοποιεί τα πράγματα με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Όταν βλέπεις 600 χιλιάδες νεκρούς και τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο με τα μάτια βγαλμένα, όταν βλέπεις πτώματα στη θάλασσα, όταν βλέπεις ανθρώπους να κοιμούνται σε παραπήγματα στη Σταδίου, αυτό παίζει ένα ρόλο. Το θυμικό υποδαυλίζει τα πράγματα με έναν τρόπο. Και το δεύτερο ήτανε ότι οι ξένες δυνάμεις θέλανε ένα τέλος. Ένα τέλος που δεν θα τις συμπεριλαμβάνει. Κι αυτό το τέλος θα τους το έδινε πιθανότατα ο διπλωμάτης Βενιζέλος. Με το Λαϊκό Κόμμα και τον Γούναρη δεν είχαν καλές σχέσεις οι δυνάμεις της Αντάντ. Επίσης, θέλαν να σώσουν τη βασιλική παράταξη. Μιλάγαν για κρεμάλες στον πρίγκιπα Ανδρέα. Όταν έπρεπε η Γαλλία, η Αγγλία να διαλέξει ποιον θα σώσει, έπρεπε να σώσει τον βασιλιά. Τότε το διακύβευμα για την Ευρώπη ήταν αν θα σωθεί η βασιλεία.
Ο Γούναρης έστειλε γραπτή απολογία, παρότι ήταν άρρωστος με τύφο στο νοσοκομείο, και προσπάθησε να καλύψει το κενό ο Στράτος. Η απολογία του είναι εξαιρετική. Γιατί δεν ήταν δεινός ρήτορας, όπως ο Γούναρης. Αλλά μιλάμε για μια δίκη που λογοκρίνανε τη στιγμή που συνέβαινε. Υπάρχει περιστατικό που ο Παπούλας παραδέχεται πως τα εδάφη από τα οποία έφυγε ο ελληνικός στρατός δεν ήταν ελληνικά, και πετάγεται ο Οθωναίος και του λέει «μην εκτίθεστε, μάρτυς». Γιατί λέγοντας ότι τα εδάφη αυτά δεν ήταν ελληνικά, παραδεχόταν ότι ήταν εσχάτη προδοσία. Οπότε όταν ο άλλος λέει στη δίκη «παρακαλώ αυτό να διαγραφεί», «παρακαλώ αυτό να διορθωθεί», και με τον Πάγκαλο και με όλους τους μαγκοροφόρους, να συλλαμβάνει αυθαίρετα κόσμο, να μπαίνει στα γραφεία του Βήματος ή της Καθημερινής του Βλάχου και να τραμπουκίζει και να λέει «εσύ είσαι ο επόμενος», και «κρίμα που έχεις παιδάκια, θα σε κλάψουν τα παιδάκια σου», γιατί αυτό έκανε ο στρατηγός Πάγκαλος, ο οποίος μετά κατέληξε να κάνει την Δικτατορία του Παγκάλου, καταλαβαίνεις ότι ο κόσμος ήταν τρομοκρατημένος. Κάτι που συμβαίνει ίσως και σήμερα με έναν άλλο τρόπο. Μπορούσε να πει κάποιος μέχρι εκείνο που δεν θα έβαζε τον εαυτό του σε κίνδυνο. Ξέρεις, ήλπιζα να μην ανακαλύψω ότι έναν αιώνα μετά τα πράγματα επί της ουσίας δεν έχουν αλλάξει. Νομίζω ότι αυτό που με σόκαρε είναι πόσο ζωντανή είναι η Ιστορία και πόσο ενδεχομένως για αυτό το λόγο δεν μας τη διδάσκουνε σωστά. Στερείται ο τρόπος που διδασκόμαστε την Ιστορία κι η σχέση που έχουμε μαζί της τη διαλεκτική. Κάνουμε σα να μην είναι ζωντανός οργανισμός, σα να είναι τοτέμ. Α, ο Βενιζέλος, τάδε. Α, ο Γούναρης, δείνα. Αλλά δεν είναι έτσι. Θέλω να πω, είναι ανατριχιαστικό όταν πηγαίνεις και βλέπεις αυτά τα έξι κενοτάφια στο Γουδί.
Δυστυχώς, ακόμα και σήμερα, είμαστε ένα κράτος πείραμα αποικιακό.
Είναι δίπλα μας και δεν το γνωρίζει σχεδόν κανείς.
Ο κόσμος βγάζει αδιαφορώντας εκεί βόλτα τα σκυλιά του.
Υπάρχουν τάφοι και στο Α’ Νεκροταφείο;
Ναι, αλλά είναι πολύ δύσκολο να τους βρεις.
Ποιανών;
Κατάφερα μόνο να βρω τον πρώτο τάφο του Γούναρη και του Πρωτοπαπαδάκη. Τα οστά του Γούναρη έχουν μεταφερθεί στον οικογενειακό τάφο Κανελλόπουλου, λόγω εξ αγχιστείας συγγένειας. Αυτή τη στιγμή πάντως, ο πρώτος τάφος του Γούναρη είναι δίπλα στον κάδο των σκουπιδιών. Ό,τι και αν σημαίνει αυτό. Και δεν το λέω αποτίοντας φόρο τιμής στην ιστορία ή στον Γούναρη.
Πάντως, από τη μελέτη σου, μπορείς να πεις με βεβαιότητα ότι αδικήθηκαν οι συγκεκριμένοι άνδρες.
Αδικήθηκαν! Θα μπορούσαν να είχαν περάσει τη ζωή τους στη φυλακή. Θα μπορούσαν να είχαν ξαναπολιτευτεί. Ήταν ανίκανοι. Αυτοί κάναν ένα λάθος. Υποστήριζαν τον βασιλιά Κων/νο. Πρέπει να το πούμε αυτό. Οι ξένες δυνάμεις δεν είχαν πρόβλημα με τη Βασιλεία, αλλά με τον συγκεκριμένο βασιλιά. Όταν κέρδισαν τις εκλογές ο Γούναρης και το Λαϊκό Κόμμα του είχαν πει «μην επαναφέρεις τον Κων/νο, βάλε κάποιον από τους πρίγκιπες, τον Γεώργιο ή τον Αλέξανδρο». Γιατί ο Κων/νος ήταν φιλο-Βαυαρός. Και με την ουδέτερη στάση του στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο έδινε το στίγμα του. Αυτό οι δυνάμεις τη Αντάντ δεν μπορούσαν να το παραβλέψουν.
Παρ’ όλα αυτά, τη Μικρασία δεν θα την είχαμε χάσει αν δεν είχαν αλλάξει οι βλέψεις των Μεγάλων Δυνάμεων. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Ρώσοι έφυγαν από τη Μικρασία κι αφήσαν τα όπλα τους για τον Κεμάλ. Δεν είναι τυχαίο ότι η Αγγλία τα είχε καλά και με τον Κεμάλ και με την ελληνική πλευρά. Δυστυχώς, αυτό που αποδεικνύεται, είναι ότι ακόμα και σήμερα, είμαστε ένα κράτος πείραμα αποικιακό ξεκάθαρα. Είμαστε ένα αποικιακό πείραμα. Και είτε όταν βγαίνουν με μεγάλες κορώνες κι ευαγγελίζονται το ένα ή το άλλο, τρώνε τα μούτρα τους, όπως ο Γούναρης ή ο Τσίπρας, είτε όταν βγαίνουν ως μεγάλοι εκσυγχρονιστές «προχωρούν» τη χώρα με οποιοδήποτε κόστος και οποιαδήποτε θυσία, όπως ο Βενιζέλος και ο Μητσοτάκης, που είναι και απόγονός του. Θου κύριε!
Όλο αυτό το υλικό που μου περιγράφεις, πώς έχει γίνει παράσταση;
Αν μια δίκη αντέγραψε τα θεατρικά μοντέλα και τη θεατρική σκηνή για να μπορέσει να υπάρξει και άφησε στο παρασκήνιο τους θεατρικούς μηχανισμούς, εμένα αυτό που μου έμεινε ήταν να φέρω πάλι στην επιφάνεια τους θεατρικούς μηχανισμούς. Είναι θέατρο θεατρένιο. Κι επίσης η δίκη καταλήγει να είναι μόνο μια αφορμή.
Τι εννοείς;
Θέλω να πω, ενδεχομένως μέσα στην παράσταση να μιλώ περισσότερο για τη δίκη του Μπελογιάννη. Γιατί κανείς μας δεν ξέρει ότι λίγα χρόνια αργότερα, τριάντα χρόνια αργότερα, ο Μπελογιάννης εκτελέστηκε στον ίδιο χώρο στις 4.10 τα χαράματα, στο Γουδί. Και για αυτόν και τους τρεις Κομμουνιστές που εκτελέστηκαν μαζί δεν υπάρχουν κενοτάφια. Στο Γουδί δεν υπάρχει τίποτα για τον Μπελογιάννη. Φτιάξανε κενοτάφια για πέντε πολιτικούς και έναν στρατιωτικό, γιατί αυτά τα κενοτάφια είναι κενοτάφια της Μεγάλης Ιδέα και της Μικράς Ασίας. Δεν έχουμε νιώσει ποτέ ότι πρέπει να φτιάξουμε κενοτάφια για την φρικωδία απέναντι στους Κομμουνιστές. Δεν έχουμε νιώσει ότι πρέπει να φτιάξουμε κενοτάφιο για τη φρικωδία του Εμφυλίου. Δεν έχουμε νιώσει ότι πρέπει να μετατοπίσουμε την 28η Οκτωβρίου στη 12η Οκτωβρίου. Μας ενεργοποιεί το να μένουμε ένα έθνος ανάδελφο.
Στην παράσταση επίσης μιλώ και για τη δική μου ιστορία. Τη δική μου αλήθεια. Γιατί αυτή η δίκη ήρθε και με βρήκε σε μια εποχή που για πολύ προσωπικούς μου λόγους έχω βρεθεί αντιμέτωπη με τη δικαστική εξουσία. Έχω βρεθεί αντιμέτωπη με την αδικία της ταξικότητας. Και δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να την πω αυτή την ιστορία, αν δεν εμπλεκόμουνα προσωπικά. Δεν είναι μόνο ότι με ενεργοποιεί πολιτικά. Είμαι ένας άνθρωπος που ασχολείται. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Ένιωσα στο πετσί μου τι σημαίνει να χάνεις το αίμα σου από αδικία. Και το βιώνω και στην καθημερινότητά μου κάθε μέρα. Όλα αυτά έχουν πάρει θέση στην παράσταση. Κυρίως, προσπαθώ να αποκαταστήσω την αδικία της πρόσμειξης των σκηνών. Θέλω να επιστρέψω στο θέατρο ό,τι του αξίζουν, αναρωτώμενη αν εντέλει η πολιτική σκηνή είναι πιο θεατρική και πιο υποκριτική -γιατί το μάθαμε κι αυτό πρόσφατα!- από το θέατρο. Πρέπει λοιπόν το θέατρο να είναι πιο πολιτικό, με καθαρούς όρους; Δεν ξέρω. Κι επίσης, με ενδιαφέρει πάρα πολύ το κοινό. Η διαλεκτική σχέση μαζί του. Θα ήθελα στο τέλος οι θεατές να μένουν, να συζητάμε. Δεν το καταλαβαίνω το υπόλοιπο. Για αυτό και κάνω λίγες δουλειές πια. Δεν έχω χώρο. Θέλω μια στιγμή να τα φτιάξω όλα και να τα σπάσω όλα. Δεν αντέχω όλο αυτό που συμβαίνει. Δεν μπορώ να βλέπω ανθρώπους να αυτοδικαιώνονται, να μπαίνουν σε μηχανισμούς και ρόλους για να νιώθουν καλά μέσα σε αυτό. Να δηλώνεις Αριστερός κι όλο αυτό το ηθικό πλεονέκτημα να σημαίνει κάτι. Να έχεις γεμάτο το πορτοφόλι κι αυτό να σημαίνει κάτι. Είναι όλα ρόλοι. Ε, αν όλα είναι ρόλοι, εγώ δεν θα κρατήσω κανέναν, θα κάνω παραστάσεις.
H παράσταση, εντέλει, συνδέει τη Δίκη των Έξι με του Μπελογιάννη και με τις δίκες του παρόντος, όπως η Novartis;
Η παράσταση δεν συνδέει ονομαστικά την Δίκη των Έξι με δίκες του παρόντος. Και η δίκη του Μπελογιάννη “παρεμβαίνει” και διακόπτει τα όσα ειπώνονται για το ανυπόστατο και το αυθαίρετο της Δίκης των ‘Εξι, για δύο λόγους. Πρώτον, από μια προσωπική μου επιθυμία να αποκαταστήσω κάτι. Να αποκαταστήσω τις αποσιωπήσεις της επίσημης Ιστορίας απέναντι στην Αριστερά. Δεύτερον, γιατί ο Πλαστήρας, ο οποίος ηγείτο της Επανάστασης που δίκασε και καταδίκασε τους έξι, στη δίκη Μπελογιάννη ήταν πρωθυπουργός. Και ο Γεώργιος Παπανδρέου, που φημολογείται ισχυρά ότι είχε συντάξει το κείμενο της Επανάστασης και ήταν σύμβουλος του Πλαστήρα το ’22, έγραφε για τη δίκη Μπελογιάννη ότι ξένες δυνάμεις πιέζουν για την πραγματοποίησή της. Η κίνηση που κάνουν τα ονόματα στην Ιστορία, τουλάχιστον των διακοσίων χρόνων του νεοελληνικού κράτους, είναι ένα τεκμήριο, ένας χάρτης για την πραγματική διαδρομή των θεσμών μέσα σε αυτό.
Θα έπρεπε να είμαστε στους δρόμους.
Στην παράσταση εντάσσεις απόσπασμα από την Ολομέλεια της Βουλής;
Της 5ης Ιουλίου στη Βουλή, που είναι η δευτερολογία του Μητσοτάκη. Υπάρχει μια σκηνή πολιτικής διαμάχης, που επέλεξα, εξαιτίας της ομοιότητάς της με μια κοινοβουλευτική διαμάχη του Βενιζέλου με τον Τσαλδάρη το 1932. Λέγονται σχεδόν οι ίδιες φράσεις, δεν χρειάστηκε καν να τις αλλάξω. Και να μην ήθελα δηλαδή να υπάρξει αυτός ο διάλογος με το παρόν, υπήρχε από πριν. Όταν διάβαζεις τη φράση “η πλειοψηφία του ελληνικού λαού έχει πάντοτε υπόψη της το σφάλμα εκείνο, για να μην πω τερατώδες έγκλημα, που συντάραξε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο”, μπορείς να πεις με βεβαιότητα αν το είπε ο Μητσοτάκης το 2022 για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ή αν το είπε Τσαλδάρης για την εκτέλεση των ‘Εξι; Δεν μπορείς. Λέει στην Ολομέλεια της 5ης Ιουλίου επίσης ο Μητσοτάκης, ότι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι κρίθηκαν από τη δικαιοσύνη και βρέθηκαν αθώοι και «θα έρθει και η δική σας σειρά να σας αναλάβει η Δικαιοσύνη». Και προσθέτει: «Είπατε κύριε Τσίπρα, στη Δευτερολογία σας, θα λογαριαστούμε τη δεύτερη φορά. Θα μας βάλετε φυλακή όλους;». «Όλους», του απαντά ο Τσίπρας. «Α, μπράβο. Δεν θα υπάρξει δεύτερη φορά, κύριε Τσίπρα».
Και λες, πρώτον, τι χρονιά έχουμε; Γιατί την ίδια συζήτηση την έκανε το ‘34 ο Βενιζέλος με τον Τσαλδάρη στη Βουλή. Δηλαδή, σαν τα κοράκια πάνω από τα πτώματα των 6 ανθρώπων η Ολομέλεια της Βουλής απασχολούνταν αν θα κατέβει στις εκλογές ο Πλαστήρας… Και, δεύτερον, μιλάτε στο ελληνικό Κοινοβούλιο για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης, της Δικαστικής Εξουσίας, κι αποφασίζετε αν θα υπάρξει ή δεν θα υπάρξει δεύτερη φορά και τι κρίνει η δικαιοσύνη; Πού είναι λοιπόν η διάκριση των εξουσιών, αυτό που λέγεται Δημοκρατία; Άρα πού είναι η Δημοκρατία για την οποία μιλάμε; Ποιοι είναι όλοι αυτοί οι οποίοι μιλάνε εις το όνομα ενός πολιτεύματος, το οποίο από το ‘22 μάθαμε είναι ικανό να κάνει μέχρι και φόνο για να επιβιώσει; Είναι θέαμα αυτό. Για να διατηρήσεις την ψυχραιμία σου και να μην αρρωστήσεις, πρέπει να παρακολουθείς την Ολομέλεια σαν μια μεγάλη παράσταση. Την ομιλία του Μητσοτάκη στο Κογκρέσο σαν μια performance στα αγγλικά. Οκέι. ‘Εχουμε έναν ηθοποιό που μιλά πολύ καλά αγγλικά κι ένα ηθοποιό που δεν μιλά και πολύ καλά αγγλικά και λέγεται Τσίπρας. Πού είμαστε όμως εμείς μέσα σε αυτό; Θα έπρεπε να είμαστε στους δρόμους.
Η παράσταση καταλήγει, στο μεταξύ, με αναφορά στην υπουργό Πολιτισμού. Τι είδους; Παρότι επιχορηγήθηκε από το πρόγραμμα «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός» τολμάς και της ασκείς από σκηνής δημόσια κριτική; Θεωρείς ότι αυτό το πρόγραμμα έγινε και για να κλείσει στόματα, μετά την πανδημία; Έκλεισαν; Γιατί γενικά, μετά την έναρξή του, δεν ακούγεται από τον χώρο του θεάτρου κάποια θεατρική φωνή εναντίον της.
Στην παράσταση υπάρχει μια παράβαση στο τέλος, ένας μονόλογος, ο οποίος αποπειράται να συνοψίσει τη συνθήκη και το πλαίσιο μέσα στο οποίο δημιουργήθηκε η παράσταση. Το καλοκαίρι, λοιπόν, που η παράσταση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του “Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός”, αναπόδραστα θα υπήρχε αναφορά και σε αυτό. Βρήκα πολύ βίαιη αλλά και αποκαλυπτική την αναφορά της υπουργού Πολιτισμού στη συνέντευξη τύπου του προγράμματος, όταν αποκάλεσε “άριστους” τους καλλιτέχνες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα. Βίαιη γιατί με την φράση της αυτή, θέλησε να μας ιδιοποιηθεί, να ισχυριστεί ότι της ανήκουμε αφού μας διάλεξε. Και αποκαλυπτική γιατί με τη λέξη που διάλεξε, έδειξε ποιο είναι το πραγματικό πολίτευμα που εκτελούν εκείνη και η κυβέρνηση που την έχει διορίσει: την αριστοκρατία, και όχι τη δημοκρατία. Αν, λοιπόν, το “Όλη η Ελλάδα” ήταν μια πρόθεση να κλείσουν στόματα με τρόπο αριστοκρατικό, ένιωσα πως προσωπικά θέλω να ανοίξω το στόμα μου με τρόπο δημοκρατικό. Ο χώρος του θεάτρου νομίζω ότι σηκώνει πολύ και συχνά φωνή εναντίον της, όπως και εναντίον της κυβέρνησης γενικά. Είναι ένα άλλο ζήτημα το ποιες φωνές μονοπωλούν το ενδιαφέρον της δημόσιας σφαίρας και έτσι καταλήγει να φαίνεται ότι τα στόματα είναι κλειστά ή ότι δεν υπάρχει αντίλογος.
«Ελευθερία εις Θάνατον»
Δραματουργία – Σκηνοθεσία: Ηλέκτρα Ελληνικιώτη.
Μελέτη σκηνικού χώρου – Κοστούμια: Δήμητρα Λιάκουρα.
Μουσική – Σχεδιασμός Ήχου: Γρηγόρης Ελευθερίου
Φωτισμοί: Ισμήνη Σταρίδα.
Συνεργάτις Σκηνοθέτις: Τέρψη Κονταργύρη.
Επιστημονικός Συνεργάτης: Μάνος Λαμπράκης
Ερμηνεύουν: Μαρία Μαμούρη, Άννα Μαρία Παπαϊωάννου, Ηλέκτρα Ελληνικιώτη
Εταιρεία Θεάτρου «Θέρος», στην Κάμιρο
Μέχρι τέλος Νοεμβρίου. Πρόγραμμα και εισιτήρια εδώ.
Κάθε Κυριακή η παράσταση θα προβάλλεται και σε live streaming μέσω του καναλιού της Θέρος στο Youtube.