Δεν χρειάζεστε εμένα να σας πω ότι τα τελευταία χρόνια η αμερικανική τηλεόραση διανύει τη χρυσή εποχή της. Αυτό είναι εμφανές σε όποιον ασχολείται έστω επιφανειακά με το θέμα. Κάθε χρόνο υπάρχει μια ποσοτική και ποιοτική έκρηξη στις τηλεοπτικές σειρές που μας έρχονται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Ίσως η έκρηξη να μην είναι η σωστή λέξη, καθώς αυτό που συμβαίνει στην αμερικανική τηλεόραση γίνεται με τέτοια μεθοδικότητα και συνέπεια τα τελευταία 25 χρόνια, που μάλλον ήταν αναπόφευκτη αυτή η πλημμύρα από σπουδαίες παραγωγές. Από το Twin Peaks, το Oz και τη Buffy, έως το Τhe Sopranos, το Breaking Bad και το Mad Men· χρόνο με το χρόνο άλλο ένα διαμαντάκι ερχόταν να προστεθεί στο ντουλάπι των ποιοτικών σειρών.
Πλέον, έχουμε μπει σε μια εποχή όπου η τηλεόραση συναγωνίζεται στα ίσια τον κινηματογράφο. Υπάρχουν σειρές των οποίων η ζήτηση και η απήχηση ξεπερνάει ξεκάθαρα τις αντίστοιχες καλοκαιρινών blockbusters (εσένα κοιτάω Game of Thrones). Το καλλιτεχνικό επίπεδο και το prestige των τηλεοπτικών παραγωγών έχει ανέβει σε σημείο όπου τεράστιοι σταρ του Χόλιγουντ (είτε σκηνοθέτες είτε ηθοποιοί) επιζητούν με ζέση να δουλέψουν στην τηλεόραση. Μαζί με το γεγονός ότι κολοσσοί όπως το Netflix και το Amazon έχουν μπει στο τηλεοπτικό παιχνίδι, η προσφορά και η ζήτηση τηλεοπτικών σειρών δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερη.
Μεγάλο μερίδιο ευθύνης σε όλα αυτά φέρουν φυσικά το HBO και ο David Simon. To HBO με την εικόνα που έχει χτίσει για την “ποιοτική τηλεόραση” και τα (οικονομικά) ρίσκα που έχει πάρει, χάρη στα οποία έχουν δημιουργηθεί αρκετές εξαιρετικές σειρές. Ο Simon από την άλλη, κυρίως με το The Wire, έχει επηρεάσει πολλούς δημιουργούς με το ρεαλισμό του (τόσο στο διάλογο όσο και στη δημιουργία του κόσμου των σειρών του), τη δραματουργία των χαρακτήρων, το κοινωνικοπολιτικό σχόλιο και τη χρήση αντι-ηρώων.
Ο David Simon ξεκίνησε την καριέρα του ως δημοσιογράφος στο αστυνομικό ρεπορτάζ της Baltimore Sun, μέχρι που η αλλαγή ιδιοκτησίας και οι οικονομικές περικοπές τον απογοήτευσαν και τον έστρεψαν προς τη συγγραφή. Χρησιμοποίησε τις εμπειρίες από τα δύο χρόνια που ακολουθούσε το τμήμα ανθρωποκτονιών της αστυνομίας της Βαλτιμόρης για να γράψει το Homicide: A Year on the Killing Scene και την έρευνά του στο γκέτο των ναρκωτικών της δυτική Βαλτιμόρης για το The Corner: Α Year in the Life of an Inner–City Neighborhood.
Με αυτά απέκτησε τις πρώτες του τηλεοπτικές εμπειρίες, καθώς και τα δύο μεταφέρθηκαν στη μικρή οθόνη, το Homicide: Life on the Street (1993-1999) για 7 σεζόν στο NBC και το The Corner (2000) ως μίνι-σειρά στο HBO. Το πρώτο βήμα είχε γίνει για τον Simon· και οι δύο σειρές κέρδισαν αρκετά βραβεία, αλλά δεν είχε βάλει ακόμα τη “σφραγίδα” του.
Αυτό έγινε λίγα χρόνια αργότερα, καθώς το 2002 δημιούργησε για το HBO το magnum opus του, το επικό The Wire. Χρησιμοποίησε τις εμπειρίες του για να ασχοληθεί με ένα κύριο θέμα σε κάθε μία από τις 5 σεζόν της σειράς: το παράνομο εμπόριο ναρκωτικών και την αστυνομία, το εμπορικό λιμάνι της Βαλτιμόρης, την πολιτική σκηνή και τη γραφειοκρατία, το εκπαιδευτικό σύστημα και τη δημοσιογραφία. Εκεί ξεκίνησε και η συνεργασία του με τον συγγραφέα George Pelecanos, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
https://www.youtube.com/watch?v=0USlhmhlVaM
Το The Wire είχε χαμηλή τηλεθέαση όταν προβλήθηκε και δεν κέρδισε κανένα σημαντικό βραβείο. Λατρεύτηκε, όμως, από τους κριτικούς (και στη συνέχεια το κοινό) και από τότε θεωρείται δικαίως η -ίσως- κορυφαία σειρά στην ιστορία της τηλεόρασης. Αποθεώθηκε για τον ωμό ρεαλισμό και τον ακριβή της κοινωνικό σχολιασμό, θεωρήθηκε ως «λογοτεχνική τηλεόραση» και έφτασε να διδάσκεται σε πανεπιστήμια της Αμερικής. Εξέτασε οξύτατα σχεδόν κάθε πτυχή της αστικής καθημερινότητας, με πλήρως ανεπτυγμένους χαρακτήρες και πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις. Μακάρι να μην το είχα δει ποτέ, έτσι ώστε να έχω τη χαρά να το (ξανά)δω για πρώτη φορά· πρόκειται για μια εξαιρετική εμπειρία.
Οι επόμενες προσπάθειές του είναι λιγότερο γνωστές στο κοινό, αλλά ιδιαίτερα αγαπητές από τους κριτικούς: η μίνι-σειρά Generation Kill (2008) που αφηγείται τις 40 πρώτες μέρες της αμερικανικής εισβολής στο Ιράκ το 2003, το Treme (2010-2013) που ασχολείται με τη ζωή και τη μουσική της Νέας Ορλεάνης και την πολιτική μίνι-σειρά Show Me a Hero (2015) με τον Oscar Isaac.
Και φτάνουμε στο 2017, όπου ο Simon επιστρέφει στο HBO με το The Deuce, το οποίο γίνεται αυτόματα must–see TV. Μια δραματική σειρά που εξελίσσεται τη δεκαετία του ’70 στη Νέα Υόρκη και ακολουθεί τη νομιμοποίηση και τη γιγάντωση της βιομηχανίας πορνό. Θα εξερευνήσει τη βιαιότητα της κατάχρησης των ναρκωτικών, την αρχή της επιδημίας του AIDS, ακόμα και τις επιπτώσεις στην οικονομία των ακινήτων.
H σειρά είναι δημιουργία του David Simon και του George Pelecanos, ενώ o 90λεπτος πιλότος έκανε πρεμιέρα στις 10 Σεπτεμβρίου και είναι σκηνοθετημένος από την Michelle MacLaren (Breaking Bad, Game of Thrones, Westworld). Όπως και οι περισσότερες δημιουργίες του Simon, το The Deuce ξεκινάει κάπως αργά (ίσως πολύ αργά για κάποιους), έτσι ώστε να εξοικειωθούμε με τους χαρακτήρες και τον κόσμο της σειράς.
Χωρίς να θέλω να το συγκρίνω με το The Wire, κάποιοι παραλληλισμοί δεν μπορούν να αποφευχθούν βάσει του πρώτου επεισοδίου: ξεκινάμε από τους δρόμους γνωρίζοντας όλους τους “παίχτες” και μοιάζει βέβαιο ότι οι ιστορίες τους θα συνδεθούν στα επόμενα επεισόδια. Γνωρίζουμε την πόρνη “Candy” της εξαιρετικής Maggie Gyllenhaal, τον Vincent Martino του James Franco (που παίζει και τον απατεώνα δίδυμο αδερφό του Frankie), o οποίος δουλεύει σκληρά ως διαχειριστής ενός μπαρ και μάλλον μπλέκει με τη Μαφία· γνωρίζουμε τους μαστροπούς των Gbenga Akinnagbe (The Wire) και Gary Carr, τον αστυνόμο του Lawrence Gilliard (The Wire), την πόρνη της Emily Meade (Fringe) και τη φοιτήτρια της Margarita Levieva (The Blacklist).
Στο πίσω μέρος όλων αυτών βλέπουμε τη βιομηχανία του κινηματογράφου που προμηνύει την έκρηξη της πορνοβιομηχανίας και το πως θα την εκμεταλλευτούν οι πρωταγωνιστές και οι πρωταγωνίστριές μας. Όμως, στο κέντρο κάθε σειράς του David Simon είναι οι χαρακτήρες. Αυτό που καταφέρνει καλύτερα από τον καθένα, είναι να βάλει τον θεατή να δει ανθρώπινα τον κάθε χαρακτήρα· είτε τον συμπαθεί είτε όχι. Να τον βάλει στη θέση ενός χαρακτήρα με τον οποίο δεν έχει καμία σχέση και να βρει την ανθρωπιά μέσα του: πότε θα είναι ένας διαφθαρμένος μπάτσος, πότε ένας έμπορος ναρκωτικών, πότε ένας κυνικός πολιτικός, πότε μια πόρνη, πότε ένας στρατιώτης, πότε ένας μάγειρας, πότε ένας απατεώνας.
Φυσιολογικά λοιπόν, το δυνατό σημείο του The Deuce είναι οι χαρακτήρες του: οι συζητήσεις τους και οι αλληλεπιδράσεις τους σε συνδυασμό με τις πολύ ειλικρινείς ερμηνείες των ηθοποιών. Το πρώτο επεισόδιο μας κέντρισε το ενδιαφέρον με τη φυσικότητα και το ρεαλισμό του. Αν καταφέρετε να ξεπεράσετε τον αργό ρυθμό (του πρώτου επεισοδίου τουλάχιστον), είμαι σίγουρος ότι θα ανταμειφθείτε απλόχερα στο τέλος.