Larbitro

Ο Διαιτητής (L’ Arbitro) *****

Ιταλία, Αργεντινή, 2013, Ασπρόμαυρο

Σκηνοθεσία: Paolo Zucca

Πρωταγωνιστούν:  Jacopo Cullin,  Stefano Accorsi, Geppi Cucciari

Διάρκεια: 96’

Μια μικρή τοπική ομάδα ποδοσφαίρου ενός χωριού της Σαρδηνίας βλέπει μια ξαφνική άνοδο όταν επιστρέφει ο Matzutzi, άσσος της μπάλας για πολλά χρόνια, μετανάστης στην Αργεντινή. Ίσως αυτός καταφέρει να κάνει την ομάδα αντάξια με την εδώ και χρόνια ορκισμένη αντίπαλό της, τη Montecristo. Παράλληλα, ένας ροκ σταρ της διαιτησίας συνειδητοποιεί ότι ο μόνος τρόπος να αγγίξει τα υψηλότερα κλιμάκια του επαγγέλματός του δεν βασίζεται στο ταλέντο και την πίστη στους κανόνες. Δύο ιστορίες που στο μέλλον θα διασταυρωθούν και θα λάβουν θρησκευτικό μέγεθος. Πραγματική αποκάλυψη, μια σάτιρα με θεσπέσια σκηνοθεσία, λιτό και ευανάγνωστο σενάριο, φιλοσοφικές ανησυχίες και παραβολές που αποδεικνύουν πως η καλοστημένη κωμωδία εξακολουθεί να υφίσταται ως υπέροχο μέσο προβληματισμού.

Αν είστε οπαδοί των Monty Python σε σημείο φανατισμού, σίγουρα θυμάστε όχι απλά τις ταινίες, αλλά και τα σκετσάκια της σειράς τους. Οπότε, πολύ πιθανόν να θυμάστε μια τέλεια παρωδία που είχαν κάνει στη σκηνοθεσία του Pasolini, θέτοντας ως βάση για τις εικόνες του σεξ και του θανάτου που αποτελούν ένα θεματικό leitmotif του σκηνοθέτη σε έναν απλό αγώνα κρίκετ στο τελευταίο επεισόδιο της τρίτης σεζόν. Ο Διαιτητής (L’ Arbitro), λοιπόν, του πρωτοεμφανιζόμενου Paolo Zucca, μοιάζει σαν να ξεκίνησε με το συγκεκριμένο σκετς ως βάση του, όχι ως κόπια, αλλά ως μια γόνιμη διασκευή μιας παλιάς ιδέας σε ένα sui generis διαμαντάκι, το οποίο οφείλει να μας απασχολήσει κατιτίς παραπάνω.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Για την ακρίβεια από τα πρώτα γράμματα που σπάνε το μαύρο της οθόνης. Η ρήση του Albert Camus σχετικά με τα μαθήματα ζωής που του έδωσε το ποδόσφαιρο είναι η «επιγραφή της εισόδου» στη συγκεκριμένη ταινία, μια φράση που συνοψίζει άψογα το περιεχόμενό της. Γιατί μπορεί φαινομενικά να πρόκειται για μια κωμωδία καταστάσεων με κοινωνικές προεκτάσεις, αλλά όσο συνεχίζει, κάνει πιο έκδηλους τους στοχασμούς της πάνω σε βαθιά θέματα. Τα οποία ναι μεν τα εξετάζει ήδη από τον υπέροχα φωτογραφημένο πρόλογο, αλλά στη συνέχεια τα ξαναθέτει επί χάρτου και μαυρίζει κάπως τη στερεοτυπική κωμική εικόνα που κάποιος θεατής μπορεί να είχε σχηματίσει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Γιατί μπορεί μεν να είναι μια ταινία αστεία και ευχάριστη, αλλά αυτό δε συνεπάγεται πως δεν μπορεί να γίνει το επόμενο βήμα. Αλλά ο Zucca δε δείχνει να έχει διαθέσεις συμβιβασμού, αντιθέτως, ξεκαθαρίζει πως είναι σκηνοθέτης με όραμα, σκεπτόμενος και, πάνω απ’ όλα, ταλαντούχος. Ως Ιταλός μπορεί να έχει το ποδόσφαιρο στο αίμα του, αλλά αυτό δεν αναιρεί ότι δε δύναται να μεταφράσει τις εικόνες ενός ματς σε μια ολοκληρωμένη, αλληγορική ταινία σχετικά με την κοινωνία.

Γιατί, τελικά, τι δίδαξε τον Zucca το ποδόσφαιρο για την ανθρώπινη ζωή; Τον θρησκευτικό φανατισμό που ξεκινά από την απλή λατρεία μιας ομάδας για να καταλήξει σε πράξεις φρικτές, που βασίζονται στην καλλιέργεια της δυσανεξίας στον «αλλόθρησκο», κάτι που μπορεί να πάρει διαστάσεις υπέρμετρα βίαιες. Πως ακόμη και αν κάποιοι ανήκουν στο ίδιο μέτωπο, δεν παύουν να έχουν και τις μεταξύ τους έριδες, το «αδελφοκτόνο» συναίσθημα δεν καταπραΰνεται από το ανήκειν. Πως ακόμα και ο πιστός στο δόγμα και αγνός στην ψυχή μπορεί να διαφθαρεί προκειμένου να φτάσει στην υποσχόμενη μακαριότητα και να περάσει μια οργισμένη κρίση στην πίστη του. Πως οι πλάγιες, ανήθικες τακτικές και συνεργασίες επίτευξης ενός ανέντιμου σκοπού υπάρχουν σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, κάτι προφανές αλλά παρόν. Και, τελικά, πως η ύλη δεν είναι τίποτα μπροστά στο πνεύμα, το οποίο αν δαμαστεί, επιτυγχάνει την εσωτερική ηρεμία και τον αυτοέλεγχο, όταν ο άνθρωπος πορεύεται με βάση τα διδάγματά του. Όλα αυτά είναι παρόντα στην ταινία του και δοσμένα με εξαιρετικές εικόνες.

Όσο για τη σκηνοθεσία του, λίγα πράγματα μπορούν να ειπωθούν. Όχι επειδή δεν έχει κάτι το ιδιαίτερο, αλλά, αντίθετα, επειδή είναι αδιαμφισβήτητη η δημιουργική του δεινότητα. Στις ασπρόμαυρες εικόνες του, ουδέποτε παύει να υπάρχει η θέληση για το χτίσιμο ενός καλαίσθητου, μνημειώδους πλάνου που αφήνει το τοπίο να πει όσα οι πρωταγωνιστές δε λένε. Ο θάνατος είναι πανταχού παρών με έναν σαρδόνιο τρόπο, είτε αυτός αφορά σε ένα γήπεδο δίπλα από ένα νεκροταφείο, είτε στον τυφλωμένο από μίσος όχλο. Και, μάλιστα, δε διστάζει να μας δείξει την εις βάθος ανάγνωση που έχει κάνει στο ιδίωμα του spaghetti western, στήνοντας ολόκληρους ποδοσφαιρικούς αγώνες σαν μια μονομαχία του Sergio Leone, με μεγάλες δόσεις παραλόγου και κωμικών στοιχείων. Είτε στατικός, είτε κινούμενος, ο Zucca δε σταματάει να εκλύει φαντασία και να αποδεικνύει ότι το σινεμά μπορεί να βρει και τα επόμενα ταλέντα του όταν οι μεγάλοι που έχουν απομείνει αποσυρθούν.

Είτε έχετε είτε δεν έχετε ιδέα από ποδόσφαιρο (εγώ δεν έχω), η ταινία αυτή θα σας εκπλήξει πολύ ευχάριστα. Θα σας αποδείξει πως η κωμωδία εξακολουθεί να προσφέρει ποιότητα και αφορμή για σκέψη, χωρίς να εμπίπτει σε κανέναν εξαναγκασμό πολιτικής ορθότητας. Η καλύτερη σάτιρα που είδα εδώ και χρόνια.


Ένας Άλλος Κόσμος *****

Ελλάδα, 2015, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Χριστόφορος Παπακαλιάτης

Πρωταγωνιστούν:  Χριστόφορος Παπακαλιάτης, J.K.Simmons, Μηνάς Χατζησάββας

Διάρκεια: 113’

Τρία ζευγάρια διαφορετικών ηλικιών σχηματίζονται, ανάμεσα σε Έλληνες και αλλοδαπούς. Μια ενεργή πολιτικά φοιτήτρια γνωρίζει ένα μετανάστη, ένα στέλεχος μεγάλης εταιρείας ερωτεύεται μια Σουηδέζα που έχει εντολή να εφαρμόσει περικοπές στον εργασιακό του χώρο και μια νοικοκυρά νιώθει να ξυπνάνε μέσα της συναισθήματα για έναν Γερμανό πανεπιστημιακό. Οι τρεις σχέσεις θα διανύσουν μια πορεία γεμάτη συναισθήματα αλλά και προβλήματα. Ο Παπακαλιάτης ως σκηνοθέτης κατέχει το θέμα της φωτογραφίας, του soundtrack και των ερμηνειών, φτιάχνει ταινίες αισθητικά αξιόλογες και αυτό πρέπει να του αποδοθεί, ακόμα και από τους «εχθρούς» του. Από την άλλη, για μια ακόμα φορά, το σενάριο δεν στέκεται αντάξιο του οπτικού μέρους και καταλήγει να μετριάζει σημαντικά το συνολικό περιεχόμενο. Θα έλεγε κανείς πως είναι αρκετά ρηχό στο θέμα που προσεγγίζει, του οποίου το βάθος δίνει άπειρες ανεκμετάλλευτες ευκαιρίες. Στα συν, η εκπληκτική ερμηνεία του J.K. Simmons που ανεβάζει επίπεδο στην ιστορία του. Δεν αξίζει να μπούμε στη μίζερη διαδικασία περί λογοκλοπών που τόσα χρόνια καταλογίζονται στον Παπακαλιάτη, αλλά προσωπικά ελπίζω να δω ένα στιβαρό σενάριο του στο μέλλον και να πω πως επιτέλους παρέδωσε κάτι το εκπληκτικό. Το κοινό του, που είναι και μεγάλο, θα το ευχαριστηθεί όπως και να ‘χει. 


Ο Ηλίθιος (Durak) *1/2****

Ρωσία, 2014, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Yuriy Bykov

Πρωταγωνιστούν:  Artyom Bystrov, Maksim Pinsker, Natalya Surkova

Διάρκεια: 116’

Ο Dima, ένας νεαρός και ιδεαλιστής υδραυλικός, ανακαλύπτει πως μια εργατική πολυκατοικία στην οποία κατοικούν πάνω από 800 άτομα πρόκειται να γκρεμιστεί σε μόλις λίγες ώρες λόγω της κακής υποδομής της. Κινητοποιείται να ανακοινώσει το εύρημά του στις αρχές της πόλης, προκειμένου να διασωθούν οι ένοικοι πριν να είναι πολύ αργά. Όμως, κατά τη διάρκεια της νύχτας, πρόκειται να ανακαλύψει πως η πολιτική διαφθορά είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ότι την έχει στο μυαλό του ο μέσος άνθρωπος. Σκηνοθετικά, ουδέν πρόβλημα, ρεαλιστική, σκοτεινή και κατά τόπους ευρηματική η απεικόνιση των γεγονότων. Κατά τα λοιπά, το σενάριο είναι το λιγότερο γελοίο, με τις ατάκες σαπουνόπερας να δίνουν όλες τις απαντήσεις στο πιάτο, τους χαρακτήρες αντί να αναπτύσσονται να φλυαρούν πάνω στα ίδια ζητήματα και να θεωρούνται «αξιοπρεπείς» για λόγους εγωιστικούς –εντελώς διαφορετικούς από τις «προθέσεις» της ταινίας. Και ο κεντρικός πρωταγωνιστής εξαφανίζεται για μεγάλο μέρος προκειμένου απλά να δειχθεί κατ’ επανάληψη πόσο κακοί και διεφθαρμένοι είναι οι πολιτικοί, δημιουργώντας το πιο βαρετό και ανούσιο κομμάτι της ταινίας. Δε γίνονται έτσι τα δράματα, ούτε είναι αρκετά ισχυρή η ρητορική προκειμένου να αποδείξει την κακία του σημερινού κόσμου. 


Με το Κεφάλι Ψηλά (La Tête Haute)

Γαλλία, 2015, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Emmanuelle Bercot

Πρωταγωνιστούν:  Rod Paradot, Catherine Deneuve, Diane Rouxel

Διάρκεια: 120’

Από τα 6 του χρόνια, όταν και η μητέρα του τον εγκατέλειψε, ο Malony «πετάει σόλο», με αρκετές, μάλιστα, πράξεις να τον οδηγούν επανειλημμένα στο δικαστήριο ανηλίκων. Προσπαθώντας να τον βγάλουν από τον αυτοκαταστροφικό δρόμο πάνω στον οποίο βαδίζει, η δικαστικός Florence και ο σύμβουλός ανηλίκων Yann τον παίρνουν υπό την προστασία τους. παρά τις προσπάθειές τους, ο Malony θα εξακολουθήσει να φέρεται εμπρηστικά, καταλήγοντας σε ένα σκληρό ίδρυμα αναμόρφωσης. Εκεί, ωστόσο, θα γνωρίσει την Tess και ξαφνικά θα βρει μια ελπίδα μέσα του. Θα καταφέρει να διαφύγει από τους κινδύνους που ο ίδιος δημιουργεί;


Ο Καλόσαυρος (The Good Dinosaur)

ΗΠΑ, 2015, Έγχρωμο

Σκηνοθεσία: Peter Sohn

Με τις φωνές των: Γιάννη Στεφόπουλο, Μαρία Πλακίδη, Βαίτσα Πιερράκου

Διάρκεια: 100’

Σε έναν κόσμο που οι δεινόσαυροι εξακολουθούν να περπατούν στη Γη, καθώς ο αστεροειδής που τους αφάνισε δεν προσέκρουσε ποτέ στην επιφάνειά της, ζει ο Arlo, ένας μικρός απατόσαυρος με μεγάλες φοβίες. Θα γνωριστεί με τον Σπόρο, ένα ανθρώπινο αγρίμι που δε μιλά και δε φοβάται τίποτα. Οι δύο τους θα ξεκινήσουν ένα ταξίδι στον αφιλόξενο κόσμο που τους περιβάλλει, δυναμώνοντας την φιλία τους και ενηλικιώνοντας τον αγαθό δεινόσαυρο, ο οποίος ανακαλύπτει δυνάμεις που δεν ήξερε ότι έχει.