Σάββατο μεσημέρι, στη Βιβλιοθήκη Μίνου Βολανάκη στα Εξάρχεια. Καφέδες, τσιγάρα, βιβλία, καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι. Τέσσερα τραπέζια στη σειρά προσελκύουν πλήθος κόσμου για χαιρετούρες, φλας και ερωτήσεις σε χρόνο συμπυκνωμένο. Μερικά γνώριμα πρόσωπα κάθονται εδώ: ο Θάνος Ανεστόπουλος, ο Μπάμπης Σαριγιαννίδης, η Κατερίνα Τσιώλη, ο Βάσος Γεώργας, η Ράνια Ψημένου, ο Σταύρος Τσιώλης και οι φίλοι τους.
Κάτι συμβαίνει καλό, κάτι που αρέσει στον κόσμο, κάτι που έχει κάνει τους ανθρώπους να διψούν. Ο λόγος είναι, τρόπον τινά, οι γυναίκες.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Μετά από σπουδές στη σχολή Σταυράκου, σκληρή δουλειά πλάι σε σκηνοθέτες όπως ο Δαλιανίδης και ο Καραγιάννης, μετά από 70 δικές του ταινίες τουλάχιστον, 3 θεατρικά έργα που ανέβηκαν και μερικά ακόμα που περιμένουν στο συρτάρι (Η Γυναίκα του Αστροναύτη, Η Δημοπρασία), ένας άνθρωπος, με πρώτο μέλημα την τρυφερότητα, συνεχίζει να εργάζεται για το σινεμά στα 79 του χρόνια. Ο Σταύρος Τσιώλης, ο κινηματογραφιστής της απόδρασης, των απωθημένων, των αυτοσχεδιασμών, των μικρών παρηγορητικών ψεμάτων και της ατελείωτης τρυφεράδας ομολογεί πως ντρεπόταν να γίνει ηθοποιός και παραδέχεται πως, ίσως γι’ αυτό, κατέληξε αφηγητής ιστοριών.
Μετά από μια καλλιτεχνική αγρανάπαυση που κράτησε δώδεκα χρόνια, μια ακόμα ταινία του θα ξεκινήσει φέτος να γυρίζεται στο Γαλάτσι, την εποχή του χρόνου που έχουν γυριστεί όλες του σχεδόν οι δουλειές: άνοιξη με καλοκαίρι, Μάη με Ιούνη.
Στον τίτλο της θα έχει τη λέξη «γυναίκες» για τρίτη φορά στα χρονικά του Τσιώλη, ενώ στο πλευρό του, για την παραγωγή και τη συν-σκηνοθεσία, στέκεται ένας «αγριάνθρωπος από τη Θήβα», ένας φίλος που έκανε χάρη στο σινεμά πριν 14 χρόνια: ο Βάσος Γεώργας. Μαζί, θα ξεκινήσουν γυρίσματα της τρίτης ταινίας με γυναίκες που απουσιάζουν βροντερά από τη ζωή των ανδρών, τόσο που είναι ενοχλητικά παρούσες. Το όνομα αυτής: «Γυναίκες που περάσατε από δω». Το προφέρει κι εσύ που το ακούς αισθάνεσαι κάπως νοσταλγικά, μια γλύκα φερμένη από εποχές αλλοτινές. Θαρρείς πως δεν θα’ ναι κωμωδία.
Ο ίδιος, όμως, Σταύρος Τσιώλης περισσότερο από νοσταλγός είναι ένας ελεύθερος σκοπευτής που συνεχίζει να βλέπει και να ζει την ζωή με χιούμορ και μπρίο. Συνεχίζει, για την ακρίβεια, να είναι εκείνος ο άνδρας που σκηνοθέτησε το κλασικό, πια, φιλμ «Ας περιμένουν οι γυναίκες» (1998), αλλά και αυτός που, μαζί με τον Χρήστο Βακαλόπουλο μάς χάρισε το ανεπανάληπτο «Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε» (1992). Θεωρεί πως η περιπέτεια της συν-σκηνοθεσίας είναι πράγμα πολύ δύσκολο. Η συνταγή μοιάζει να πέτυχε με τον Βακαλόπουλο και είναι πολύ αισιόδοξος και για αυτή με τον Γεώργα.
«Τέτοιου τύπου συνεργασίες σκοτώνουν τον εγωισμό. Ο Χρήστος έκλεβε από μένα κι εγώ από αυτόν. Εκείνος, ο άνθρωπος των μεγαλουπόλεων, εγώ το παιδί από την Τρίπολη και ο λάτρης της ελληνικής επαρχίας. Η ταινία που κάναμε γυρίστηκε στην Αρκαδία και ο Χρήστος είχε να μάθει πολλά από τον τρόπο ζωής των ανθρώπων εκεί, μιας ζωής που σε προκαλούσε συνεχώς να την κινηματογραφήσεις. Τώρα, ζω αυτό το ωραίο πράγμα δεύτερη φορά, με τον Βάσο, χάρη στον οποίο νιώθω πως κάνουμε και όλο αυτό με την τρίτη ταινία. Μη σκεφτείς πως είναι το κλείσιμο μιας τριλογίας ακριβώς. Αυτή η ταινία θα είναι το κάτι άλλο, θα είναι ένα ταξίδι από θέση παρατήρησης. Τέλος με τα αμάξια και τις παράξενες διαδρομές. Το “Γυναίκες που περάσατε από εδώ” δεν θα είναι ένα ακόμα road movie. Άσε που θα έχει επαγγελματίες ηθοποιούς και σε αυτό επέμεινε ο Βάσος. Για να δούμε. Εγώ χαίρομαι και νιώθω τιμή με όλα αυτά τα πρόσωπα που θα συνεργαστούν, αλλά τον πιστεύω πολύ τον ερασιτέχνη. Αυτός μπορεί να αποδώσει την ποίηση μιας στιγμής, μέσα από την απειρία και τη μη γνώση ότι τον παρακολουθεί κάμερα. Τσακ! Εκεί βρίσκονται όλα! Ο Βακαλόπουλος ανακάλυψε την ορολογία “η πρώτη ιερή λήψη”, δηλαδή αυτή που πετυχαίνεις με τη μία- τη γνησιότητα μιας στιγμής και μιας σκηνής. Αν πεις στον ερασιτέχνη πάμε πάλι και πάλι, δεν πετυχαίνεις τίποτα, γιατί τον πιάνει το άγχος και μπλοκάρει»
Οι ιστορίες του Σταύρου Τσιώλη είχαν και έχουν το στοιχείο του απραγματοποίητου. Άνθρωποι οι οποίοι λένε, λένε και σχεδιάζουν πράγματα και θαύματα, αλλά δεν κάνουν, δεν ολοκληρώνουν. «Με αφορά πολύ το δικαίωμα στο όνειρο» λέει και χαμογελά. «Η πραγματικότητα είναι εκτός πραγματικότητας, δεν ξέρουμε, δεν μπορούμε να φανταστούμε τι μπορεί να μας συμβεί. Αυτό είναι και όμορφο, αλλά και πολύ, πολύ αστείο. Για παράδειγμα,το 2000 έλεγα, Θεέ μου, ας προλάβω τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2016 στο Ρίο ντε Τζανέιρο, για να δω τα κορίτσια εκεί πέρα, τα εξωτικά, να χορεύουνε. Τρελαίνομαι με τους χορούς! Φτάσαμε στο 2016 και, φυσικά, θέλω να ζήσω κι άλλο. Κι όχι μόνο αυτό, κάνω και ταινία, μια ταινία που ίσως να είναι η τελευταία…αλλά πάλι, γιατί να είναι;»
Μάλλον σε αυτή του την πίστη στη ζωή οφείλεται η μαγική χημική ένωση που επιτυγχάνει με τα φαινομενικά αταίριαστα υλικά της κωμωδίας και της ποίησης, χρησιμοποιώντας τα κατά κόρον στις δουλειές του. Το κράμα είναι εκρηκτικό και διατηρεί έναν προσωπικό χαρακτήρα, τόσο, που αν κανείς δει μια συγκεκριμένη σκηνή στην οθόνη του, καταλαβαίνει πως είναι Τσιώλης. Τον εμπνέει η ζωή, οι γυναίκες, η φύση. Τον εμπνέει η πολιτική και το ποδόσφαιρο, η πιάτσα, η αλήθεια. Είναι γνώστης της ψυχοσύνθεσης του φύλου του, είναι εραστής της Ομορφιάς που γεννά ο έρωτας. Αλλά, βέβαια, τον ενδιαφέρει και η τέχνη. Και πιο πολύ από όλες, η τέχνη του.
Η διευθύντρια παραγωγής, Ράνια Ψημένου, πιστή συνεργάτης και φίλη του Σταύρου Τσιώλη εδώ και χρόνια, επιμένει να σημειωθεί ότι «ο Σταύρος παρακολουθεί με προσήλωση τις νέες κινηματογραφικές δουλειές εν Ελλάδι, γιατί θέλει να ξέρει τι του γίνεται, τι συμβαίνει στην εποχή αυτή. Είναι ένα 18χρονο αγόρι! Βέβαια, τη λέξη crowdfunding δεν μπορεί να την προφέρει ακόμα, κι ας έχει καταλάβει πόσο πολύτιμο είναι στην προσπάθειά μας».
Ο κόσμος καλείται, ουσιαστικά, να δώσει 5 ευρώ, αντί για 8 που κάνει το εισιτήριο, και έτσι, εκτός απ’ το να το προαγοράσει, λαμβάνει υλικό για την ταινία (αφίσα, τυπωμένο σενάριο) και, πάνω από όλα, συντελεί στο να γίνει η ταινία. Ο θεατής γίνεται παραγωγός, δείχνει έμπρακτα την στήριξή του. Από ό, τι καταλαβαίνω, ο παλαιάς κοπής Σταύρος Τσιώλης ένιωσε λίγο άβολα στην αρχή με το ζήτημα της έξωθεν χρηματοδότησης της ταινίας. Χάρη, όμως, στο κατά τι εμπορικότερο πνεύμα του Βάσου Γεώργα, ενός ανθρώπου που επί χρόνια διένειμε ταινίες, κατάφερε να αντιληφθεί πόσο ουσιαστικό είναι αυτό που γίνεται: ίσως χωρίς αυτό να μην γινόταν καν η ταινία! Άλλωστε, ο στόχος είναι η συγκέντρωση ενός ποσού ικανού να γίνει μια low budget παραγωγή. Το σενάριο της ταινίας που, αν όλα πάνε καλά, θα είναι στις αίθουσες αρχές Σεπτεμβρίου 2016, πλέκεται γύρω από δυο άντρες που παρατηρούν όσους περνάνε από ένα δρόμο. Οι ίδιοι φυλάσσουν ένα σπίτι, στο οποίο αρχίζει παρανόμως να χτίζεται ένα επιπλέον δωμάτιο. Μπορεί μπροστά από τα μάτια των ηρώων να μην περάσουν οι πολεοδόμοι που φοβούνται, αλλά περνούν άντρες και γυναίκες.
Τη μουσική της ταινίας, η οποία καταπιάνεται με υπαρξιακά θέματα, επιμελείται ο Θάνος Ανεστόπουλος, που δεν παραμένει μαζί μας παρά για λίγα λεπτά, εύχαρις και εμφανώς καλύτερα στην υγεία του. Παραμένει όμως στην παρέα ένας εκ των ηθοποιών του «Γυναίκες που περάσατε από δω», ο πληθωρικός Μπάμπης Σαρηγιαννίδης. «Αισθάνομαι ότι αυτό που κάνουμε εδώ πέρα είναι να δημιουργούμε μια ταινία μέσα σε ταινία. Έτσι το βιώνω εγώ τουλάχιστον. Πρόκειται περί ποίησης η όλη φάση. Όταν, δε, βλέπει τον δημιουργό εν ώρα δημιουργίας, καμιά φορά αυτό είναι πιο σημαντικό από το ίδιο το δημιούργημα».
Ο Σταύρος Τσιώλης προσθέτει ότι «Εάν οι θεατές της ταινίας, και ειδικά οι γυναίκες, κατορθώσουν να νιώσουν έστω τη μισή συγκίνηση και τρυφεράδα από αυτή που έχουμε εμείς όλον αυτόν τον καιρό που παλεύουμε, ο στόχος θα έχει επιτευχθεί. Στάχτη και μπούρμπερη στη λογική! Θέλουμε να νιώσουν… Ε, Βάσο; Πες κι εσύ». Σε όλη την διάρκεια της συζήτησης, επιμένει να δοθεί ο λόγος στον Βάσο Γεώργα, τον οποίο θαυμάζει και αγαπά.
Ο Βάσος Γεώργας δεν του κάνει το χατήρι: λακωνικότατος και πολύ σοβαρός, μοιάζει να οργανώνει σε μεγάλο βαθμό την παραγωγή, πάντα σε συνεργασία με τη Ράνια Ψημένου. Προειδοποιεί ότι ο χρόνος της συνέντευξης τελειώνει, απαντά σε απανωτές κλήσεις στο τηλέφωνό του, βρίσκεται σε εγρήγορση και ανάβει το ένα πουράκι μετά το άλλο. Ο άνθρωπος αυτός, υπερδραστήριος και ήσυχος συγχρόνως, εκτός της δουλειάς του ως διανομέας ταινιών, έχει δημιουργήσει το ClipArtRadio, ένα διαδικτυακό ραδιόφωνο με μουσική και εκπομπές λόγου, είναι ο ιδιοκτήτης των εκδόσεων Bibliotheque και του αντίστοιχου site, αλλά έχει δώσει και σημαντικές κινηματογραφικές δουλειές, όπως τα ντοκιμαντέρ «Το Σινεμά Γυμνό» και «η Λογική των θυμάτων». Είναι πολύ δεμένος με τον Σταύρο Τσιώλη και παρά το γεγονός ότι είναι νεότερός του, λειτουργεί απέναντί του σχεδόν πατρικά και προστατευτικά. Και οι δυο τους μοιάζουν μικρά παιδιά απέναντι στη μαγεία του σινεμά και τους ενώνουν ακαταμάχητες καψούρες: ο ΠΑΟΚ, τα άπιαστα όνειρα, τα άπιαστα θηλυκά.
Η Κατερίνα Τσιώλη, πιο δίπλα, παρακολουθεί την αμηχανία του πατέρα της να μιλά για τον εαυτό του. Ως βοηθός σκηνοθέτη, για το «Γυναίκες που περάσατε από δω» σημειώνει: «Θα είναι μια ταινία παντελώς διαφορετική από ό, τι έχουμε δει μέχρι σήμερα από τον Σταύρο Τσιώλη. Ό, τι στοιχείο αγαπά κανείς στη ματιά του δεν θα λείπει, αλλά θα υπάρξουν και νέα, αξιόλογα πράγματα να προσέξει κανείς. Στην ταινία θα παίξουν, μεταξύ άλλων, η Αθηνά Μαξίμου, η Λένα Παπαληγούρα, η Κωνσταντίνα Τάκαλου, ο Τάκης Χρυσικάκος, ο Ιωάννης Παπαζήσης και, σε μια σκηνή έκπληξη, ο Αργύρης Μπακιρτζής. Είμαστε περήφανοι για το καστ αυτό, στο οποίο αναμένεται να προστεθούν και άλλοι ακόμα».
Πριν τελειώσει τη φράση της, τρέχει να ελέγξει αν ο Σταύρος Τσιώλης φορά το μπουφάν του, καθώς φωτογραφίζεται για την Popaganda. Μερικά κλικ ακόμα, ειλικρινείς ματιές και χαμόγελα, όλες οι ερωτήσεις του κόσμου δεν αρκούν για να ξεκλειδώσεις αυτόν τον άνθρωπο. Φαινομενικά απλός και καθημερινός, μα στο βάθος αινιγματικός και στοχαστικός. Σαν τις ταινίες του, ένα πράγμα. Ενώ ο χρόνος έχει τελειώσει και πρέπει να φύγει για άλλη συνέντευξη, μου λέει στα γρήγορα ότι ένα από τα σπουδαιότερα πράγματα που έχει κάνει στη ζωή του, εκτός από ταινίες και αγιογραφία, είναι ένα πολύτιμο κόσμημα που πούλησε σε ένα κατάστημα από όπου το αγόρασε στη συνέχεια…η Γκρέις Κέλλυ! Αρνείται να μπει σε λεπτομερείς περιγραφές. Να τον πιστέψω; Το πρόσωπό του λάμπει. «Να έρθετε στο Ρομάντσο! Και στα γυρίσματα να έρθετε!», μας προσκαλεί και ετοιμάζεται να αποχωρήσει.
Στο Ρομάντσο την Παρασκευή 12 Φλεβάρη, θα προβληθεί η ταινία του «Ας περιμένουν οι γυναίκες» και θα ακολουθήσουν συζητήσεις, happenings και μουσικές. Όλα τα έσοδα θα μπουν στον κουμπαρά για το budget της νέας ταινίας.
«Οι γυναίκες είναι όμορφες. Είναι, όμως, και αυτές που έχουν νευρώσεις, που δεν μπορούν να προσηλωθούν σε ένα στόχο, με τον τρόπο που το κάνει ο άνδρας κυνηγός. Είναι αυτές που ονειροβατούν και που, από τη μια σε διώχνουν με σκληρό τρόπο κι από την άλλη σε φυλακίζουν, σε δεσμεύουν άγρια. Οι γυναίκες απαιτούν και διεκδικούν, αλλά σπάνια αφοσιώνονται στο κυνήγι αυτού που ζητάνε. Όταν, όμως, αρχίσει το μωρό που γέννησαν να ψάχνει μες στα στήθια τους και να παλεύει, τότε βρίσκουν τον αληθινό της εαυτό. Γι’ αυτό τις αγαπώ τις γυναίκες: είναι ερωμένες, είναι άπιαστες, είναι τύραννοι, είναι όμως και μάνες…», λέει ο Σταύρος Τσιώλης.
Info:
Η προβολή της ταινίας του Σταύρου Τσιώλη «Ας περιμένουν οι γυναίκες» θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου στις 20.00. Για το σινεμά του Σταύρου Τσιώλη θα μιλήσουν η Όλια Λαζαρίδου, ο Ίκαρος Μπαμπασάκης, ο Δημήτρης Χαρίτος και ο Τάκης Σπετσιώτης. Την προβολή θα ακολουθήσει λαΪκοπανκ χοροεσπερίδα. Στα deck ο Θάνος Τριάντα, ο Βαρώνος Όρσον και ο Bill Hunchback. Τα έσοδα της θα δοθούν στον Σταυρο Τσιώλη για την ολοκλήρωση της νέας του ταινίας.
Η σελίδα του crowdfunding για την καινούργια ταινία του Σταύρου Τσιώλη : https://indiegogo.com/projects/women-by-stavros-tsiolis/x/13041833#/