Είναι θαυμαστό όταν βλέπεις ανθρώπους από διαφορετικές τέχνες να συμπράττουν. Ακριβώς γιατί αποτελεί πολύ συχνά εχέγγυο για καλλιτεχνική επιτυχία. Όπως δηλαδή συνέβη και στην περίπτωση των σκιτσογράφων Παναγιώτη Μητσομπόνου και Πέτρου Ζερβού και του Γιάννη Οικονομίδη, με το τελευταίο του πόνημα, το Μικρό Ψάρι. Οι δυο κομίστες, που είχαν ενεργή συμμετοχή στην ταινία- με τον Πέτρο Ζερβό να παίζει κιόλας- χρησιμοποίησαν το πενάκι τους για να αποδώσουν τα πολύ χαρακτηριστικά καρέ της ταινίας του Οικονομίδη και να συνοδεύσουν τρόπον τινά την κυκλοφορία της ταινίας. Δεν μιλήσαμε όμως μόνο για το Μικρό Ψάρι.
Πώς προέκυψε η συνεργασία με το Γιάννη Οικονομίδη;
Πέτρος Ζερβός: Γνώρισα το Γιάννη σε μια έκθεση κόμικ, όπου προβαλλόταν και η τότε καινούρια του ταινία, το Σπιρτόκουτο. Η έκθεση είχε να κάνει με το πολιτικό κόμικ, οπότε «κούμπωνε» και η συγκεκριμένη ταινία. Εκεί ήρθε και με βρήκε ο Γιάννης, αλλά δεν τον ήξερα τότε, ούτε είχα δει την ταινία. Μου πρότεινε να κάνουμε το Σπιρτόκουτο σε κόμικ. Του είπα να δω πρώτα την ταινία και θα ξανασυζητήσουμε. Αφού την είδα, αν και στην αρχή μου φάνηκε περίεργη, κάπως στυφή, σκληρή ταινία, μετά άρχισε να μου αρέσει πάρα πολύ και σε πρώτο επίπεδο ξεκίνησα να σκιτσάρω. Κάποια στιγμή ένοιωσα πως δεν είμαι έτοιμος για κάτι τέτοιο, γιατί δεν είναι εύκολη ταινία για να μεταφερθεί σε κόμικ, αλλά δημιούργησε μια πολύ δυνατή φιλία με το Γιάννη. Με τον Παναγιώτη (Μητσομπόνο) γνωριζόμασταν πιο παλιά, από τον χώρο των κόμικς, συνεργάτες στο περιοδικό «9» της Ελευθεροτυπίας. Και οι τρεις έχουμε ένα κοινό χαρακτηριστικό, μας αρέσει να συστήνουμε στους φίλους μας τις παρέες μας. Γνωρίστηκα με όλους τους συνεργάτες του Γιάννη και πριν καν μπω στην περιπέτεια της ταινίας τους γνώριζα.
Τι σας τράβηξε στο έργο του;
Π.Ζ. Κατ’αρχήν η προσωπικότητά του, ενώ και ο ίδιος επηρεάζεται από την κουλτούρα των κόμικς. Δεν είναι τυχαίο που με βρήκε για να κάνουμε κόμικ το Σπιρτόκουτο. Και από τη δική μου πλευρά, με επηρεάζει αυτό ακριβώς το στοιχείο του Γιάννη, ότι έχει πολλά στοιχεία κόμικ στις ταινίες του: Οι χαρακτήρες ειναι πολύ γκροτέσκοι, το κλίμα, η σκληρότητα που συναντάς και στα κόμικ. Αυτό με γοήτευσε πολύ. Με επηρέασε και στη δική μου δουλειά, πιστεύω. Είναι λίγο πιο ελευθεριάζουσα τώρα. Αυτό που σκέφτομαι το «λέω» καλλιτεχνικά, αρκεί να πιστεύω ότι είναι σωστό. Πέρα από τους χαρακτήρες, βρίσκω πολύ ενδιαφέρον και το κλίμα των ταινιών του. Ο ωμός ρεαλισμός, ο τρόπος που σκηνοθετεί και τα σενάριά του. Το κινηματογραφικό σύμπαν του Γιάννη.
Παναγιώτης Μητσομπόνος: Το Γιάννη τον γνώρισα μέσω του Πέτρου. Δε χρειάστηκε και πολύ, γίναμε αμέσως φίλοι. Συναντιόμαστε σχεδόν σε καθημερινή βάση μιας κι είμαστε γείτονες. Τον ήξερα φατσικά, αλλά δεν είχαμε μιλήσει ποτέ, απλά συχνάζαμε σε ίδια μέρη. Κι αυτός με ήξερε φατσικά και απλά γνωριστήκαμε. Τις ταινίες του δεν τις είχα δει, δεν είχα γνωριμία με το έργο του. Πιο μετά τις είδα. Δεν πολυπηγαίνω σινεμά, έχω χρόνια που έχω σταματήσει να πηγαίνω στις αίθουσες. Η πρώτη επαφή με το έργο του ήταν στο Μαχαιροβγάλτη, είχαμε δει τα cut, τα οποία συζητούσαμε και όταν ήρθε η ώρα του Μικρού Ψαριού, είδα το σενάριο από το πρωτόλειο. Το διάβασα και μου άρεσε πάρα πολύ και είχαμε κάνει μια κουβέντα με το Γιάννη, να γίνει συγχρόνως ένα κόμικ που θα μπορούσε να δείχνει και τη δική μου οπτική σκηνοθετικά και τη δική του. Τελικα δεν έγινε, ίσως στο μέλλον, αν και πλέον είμαι επηρεασμένος από τη σκηνοθεσία του Γιάννη και είναι δύσκολο να κάνω τη δική μου. Ήταν να παίξω κι έναν χαρακτήρα στην ταινία. Αλλά δεν είμαι έτοιμος ακόμη…(γέλια). Κάποια στιγμή μπορεί να γίνει κι αυτό…Έγιναν κάποιες πρόβες, αλλά δεν μπορούσα να το βγάλω. Ήταν μια σκηνή με το Μουρίκη (σ.σ τον πρωταγωνιστή) και έβλεπα εμένα και εκείνον και κατάλαβα ότι καλύτερα να μείνω στα σκίτσα. Έκανα ένα μικρό πέρασμα σε μια σκηνή σαν κομπάρσος, αλλά έχουν κοπεί πάρα πολλές σκηνές στο μοντάζ. Αρχικά, η ταινία ήταν πολύ μεγαλύτερη…
Π.Ζ. Αυτό είναι ένα στοιχείο του Γιάννη, που έχω παρατηρήσει όντας μαζί του από το αρχικό στάδιο της δημιουργίας του φιλμ, από τις ιδέες μέχρι και όλα τα ενδιάμεσα στάδια. Γυρίζει πάρα πολύ υλικό στις ταινίες του. Το πρώτο cut (πρώτο ξεσκαρτάρισμα) της ταινίας ήταν 180 λεπτά. Και όλες οι σκηνές ήταν αναγκαίες για την αρτιότητα της ταινίας. Απλώς από εκεί και πέρα αρχίζει το «σφίξιμο» του σεναρίου, για να έχει το τελικό cut μια καλύτερη συνοχή, φτάνοντας στα 137 λεπτά. Κόβεται πολύ υλικό, που είναι πολύ καλό, αλλά για την οικονομία της τελικής ταινίας πρέπει να φύγει.
Π.Μ. Για μένα θα μπορούσαν να έχουν γίνει δυο ταινίες, βέβαια ο Γιάννης δε το συζητάει καθόλου (γέλια)…
Π.Ζ. Θα μπορούσε να φτιαχτεί και μια ακόμη ταινία μόνο από τις κομμένες. Αυτό το λέμε μεταξύ σοβαρού και αστείου (γέλια).
Πώς σας φάνηκε η διαδικασία της συμμετοχής στην ταινία;
Π.Ζ. Είχα ήδη μια μικρή εμπειρία από το Μαχαιροβγάλτη. Κάποιες σκηνές εκείνης της ταινίας διαδραματίζονται στην Πτολεμαϊδα, όπου κατάγεται ο ήρωας, πριν κατέβει στην Αθήνα. Σε εκείνες τις σκηνές του Μαχαιροβγάλτη μετείχα ως μέλος της παρέας του όπου απεικονίζεται η ρέμπελη ζωή του. Το έκανα μετά από πολλές πιέσεις του Γιάννη, γιατί δεν ήθελα να συμμετέχω, αλλά έκανα ένα πέρασμα. Κάπου εκεί είδε ο Γιάννης ότι μπορούσα να κάνω περισσότερα πράγματα, όπως μου είπε πιο μετά και ο ίδιος. Όταν βρισκόταν ακόμη στη συγγραφή του Μικρού Ψαριού, πάλι με ρώτησε αν θα παίξω και του είπα ναι, αλλά όχι τίποτα σπουδαίο, όπως στο Μαχαιροβγάλτη. «Δεν θα ήθελα να μιλήσω», του είπα γιατί δεν είμαι ηθοποιός. «Καλά, άστο σε μένα», απάντησε. Και όταν μου παρουσίασε το σενάριο, είχε γράψει το δεύτερο ρόλο ως τον πιο λαλίστατο (σ.σ ο ρόλος του Μάκη). Με διαβεβαίωσε πως εκείνος πρώτος θα μου έλεγε αν μπορούσα ή όχι. Αποφάσισα, αφού κάποιος άλλος είχε την ευθύνη, να δοκιμάσω και ότι γίνει (γέλια). Και ξεκίνησαν οι πρόβες. Αυτό είναι ένα δεύτερο χαρακτηριστικό του Γιάννη: Πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα της ταινίας, κάνει πολύ εξαντλητικές πρόβες. Ήταν περίπου 6 μήνες για το Μικρό Ψάρι. Ξεκινήσαμε Ιούλιο, ένα μικρό διάλειμμα τον Αύγουστο και κράτησε μέχρι τέλη Δεκεμβρίου, μέχρι τις παραμονές των γυρισμάτων. Οι πρόβες είναι πολύ σημαντικές, επειδή είναι ένας κινηματογράφος χαρακτήρων αυτός του Γιάννη, γιατί συμβάλλουν στο να «ψαχτούν» καλύτερα οι χαρακτήρες. Ένας-ένας και μεταξύ τους. Μέσα στην πρόβα, αλλάζει το σενάριο, κάποιοι διάλογοι, προσθαφαιρούνται πράγματα και καμιά φορά αλλάζει και το μοντάζ της ταινίας, όχι επί της ουσίας, απλά τροποποιείται κάπως το σενάριο. Οπότε, ψάξαμε αρκετά το χαρακτήρα του Μάκη, τη σχέση του με τους άλλους, ερχόμουν σε επαφή με το Μουρίκη και την «αδελφή» μου, που υποδύεται η Βίκυ Παπαδοπούλου. Στην ουσία, μετά από αυτήν την περίοδο των προβών, έφτασε κάποια στιγμή που είχα μπει στο ρόλο αυτόν, είχα καταλάβει τι ήθελε ο Γιάννης από αυτόν, τις απαιτήσεις του ρόλου, είχα μάθει τα λόγια μου (αυτό ήταν το λιγότερο…γέλια). Πέρασε από πολλές διακυμάνσεις ο ρόλος.
Το σενάριο είναι από μόνο του διευκρινιστικό ή το αναλύετε στην πρόβα;
Π.Ζ Είναι ένα κανονικό άρτιο σενάριο. Από το πρώτο σενάριο βέβαια, μέχρι την τελική ταινία, έχει τεράστια διαφορά. Όχι τόσο στην πλοκή, όσο στο να βρεθούν οι χαρακτήρες. Γιατί ένα κείμενο, είναι ένα «νεκρό γράμμα», εικονογραφούνται οι χαρακτήρες, αλλά δεν έχουν λάβει «σάρκα και οστά». Αυτό βρίσκεται στις πρόβες. Για παράδειγμα, στην αρχή ο Μάκης φαίνεται ως ένας ψευτόμαγκας, λίγο φωνακλάς, Κάπως έτσι τον ξεκινήσαμε, τα λόγια μου τα έλεγα φωναχτά, ήμουν σαν ένας μαγκάκος της γειτονιάς. Σιγά- σιγά, τον αλλάξαμε και έγινε πολύ πιο εσωτερικός, πιο επικίνδυνος. Περισσότερο απέπνεε, παρά τον έδειχνε τον κυνισμό που είχε. Αντίστοιχα, αυτό έγινε για όλους τους χαρακτήρες.