The Punk Singer: Το φαινόμενο Kathleen Hanna
Φαν των ‘90s και μη ορκίζονται στο όνομα των Bikini Kill. Πολλοί λικνίστηκαν στους electropunk ύμνους των Le Tigre και, άλλοι, ερωτεύτηκαν σιωπηλά το κορίτσι με το πουά speedo που προκαλούσε στους Sonic Youth στο βίντεο του “Bull In The Heather”. Κοινός παρονομαστής η Κathleen Hanna, κατεξοχήν Riot grrrl που μπούκαρε με το “έτσι θέλω” στη ματσό σκηνή της εποχής, ουρλιάζοντας υπέρ των απανταχού αδυνάτων – θύματα σεξουαλικής και οικιακής βίας, ομοφοβικού μίσους και κοινωνικού ρατσισμού. H Aμερική ταράχτηκε, τα μήντια μπήκαν σ’ ένα rock’n’roll παιχνίδι παραπληροφόρησης και οι τεστοστε-ρόκερ φώναξαν γενναία “πάρε δρόμο απ’τη σκηνή μας”. Δύσκολα όμως έκανε κανείς την Hanna να σκάσει.
Δύο δεκαετίες μετά και με την πολύχρονη απουσία της από τη σκηνή αισθητή, το ντοκιμαντέρ της Σίνι Άντερσον The Punk Singer έκανε ευρωπαϊκή πρεμιέρα το περασμένο Σαββατοκύριακο στο 57ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λονδίνου, ρίχνοντας φως στις αιτίες που σώπασαν τη φωνή που ενέπνευσε ρυθμό, και σκοπό, στα πεινασμένα ‘90s. Μέσα από ένα συναρπαστικό χρονικό γεμάτο μουσική για ρέμπελα dancefloors, η Hanna διηγείται με χαρακτηριστική ειλικρίνεια την ιστορία μιας πρώην στρίπερ που πάτησε πόδι για τα δικαιώματα των γυναικών, μιας χορτοφάγου που δούλευε στα McDonalds και τελικά ερωτεύτηκε το Beastie Boy Adam “Ad-Rock” Horovitz, καθώς τραγουδούσε στίχους τύπου “πήγαινε να βάλεις μπουγάδα”.
Στόχος της, όμως, δεν είναι να αρνηθεί τους συμβιβασμούς και τις αντικρουόμενες, στα μάτια του κόσμου, κινήσεις που έκανε στο δρόμο, αλλά να εμπνεύσει δράση μέσα από την αλήθεια, σε πείσμα των επικριτών της καλλιτεχνικής και ατομικής ελευθερίας και πάσης φύσεως φασιστοειδών.
Αυτό που έβαλε, τελικά, την Πανκ Τραγουδίστρια κάτω ήταν μια χρόνια ασθένεια με ύπουλα συμπτώματα και τ’ όνομα Lyme disease, που στην Αμερική έχει πάρει πλέον διαστάσεις επιδημίας. Παραιτημένη, απ’το 2005, απ’το ρόλο του μουσικού σούπερ-ήρωα, ο σίφουνας Hanna αρχίζει όμως πάλι να στροβιλίζεται. Τίθεται επικεφαλής των φωνακλάδων – κλασικά – The Julie Ruin και κυκλοφορεί το ντεμπούτο τους Run Fast μόλις τον Σεπτέμβρη που μας πέρασε. Τhe Rebel Girl is back.
Pussy Riot: Η ντάμα κάνει μπαμ
Μια εναλλασσόμενη φεμινιστική κολλεκτίβα με ειρωνικές φωσφοριζέ μπαλακλάβες αποφασίζει, κάπου το 2011, να επαναστατήσει ενάντια στη σύγχρονη Ρωσία του Πούτιν βομβαρδίζοντας τη ρουτίνα με αυτοσχέδια live σε στρατηγικά σημεία της Μόσχας. Mε έμπνευση απ’ το κίνημα Riot grrrl, αλλά με πολιτικές πεποιθήσεις που βάζουν βέτο σε συναυλίες σε κλαμπ, οι Pussy Riot οργανώνουν παράνομες τουρνέ όπως “Ελευθερώστε τους Δρόμους” και “Βότκα Κροπότκιν” σε σκαλωσιές του Μετρό, βιτρίνες κομψών μπουτίκ έως και την Κόκκινη Πλατεία.
Συνοδεία ηλεκτρικών κιθάρων, τα βάζουν με την πολιτική και κοινωνική καταπίεση, την εμπορευματοποίηση και το ανδροκρατούμενο στάτους κβο. Όταν η Ορθόδοξη Εκκλησία, δια στόματος του ίδιου του Πατριάρχη, στήριξε δημόσια την πολιτική του Πούτιν, ο εμβληματικός Καθεδρικός Ναός του Χριστού Σωτήρα αναδείχτηκε σε προφανή επιλογή για 30 δευτερόλεπτα πανκ προσευχής – αρκετά για να οδηγήσουν τρεις από τις κοπέλες σε μια δίκη-φιάσκο για τον 21ο αιώνα. Επιβεβαιώνοντας τους προφητικούς τους στίχους η πολιτεία, η εκκλησία και ένα μάτσο κεραυνοβολημένων συντηρητικών παίζει πόκερ με τις ζωές τους σε ένα δαιμονικό κυνήγι μαγισσών. Ήταν, πλέον, γεγονός: Οι “Θυμωμένοι Κόλποι” ήταν ο διάβολος.
Το ντοκιμαντέρ των Μάικ Λέρνερ και Μαξίμ Ποζντορόβκιν Pussy Riot: Mια Πανκ Προσευχή, που άνοιξε αθηναϊκά τον προηγούμενο μήνα στις Νύχτες Πρεμιέρας, ξανάφερε τις κοπέλες-χωρίς-τις μπαλακλάβες (μια και τελικά αναγκάστηκαν να θυσιάσουν την ιδεολογικά απαραίτητη ανωνυμία τους) στο επίκεντρο. Ξετυλίγοντας παρασκηνιακά τα γεγονότα που κατέκλυσαν πέρυσι τα διεθνή μήντια ευαισθητοποιώντας, σταδιακά, από τη Διεθνή Αμνηστία μέχρι τη Μαντόνα, σκιαγραφεί ένα διορατικό ιδεολογικό, καλλιτεχνικό και ατομικό προφίλ.
Εκ βαθέων συνεντεύξεις συγγενών, δηλώσεις από οργισμένους Μοσχοβίτες και αποκαλυπτικά αρχειακά βίντεο συναντούν τη ντρίμπλα-έκπληξη που έκανε η μία απ’τις κοπέλες στο δικαστήριο, κερδίζοντας ελαφρυντικά λόγω του ότι πιάστηκε πριν την επίσημη βλασφημία. Με τις δύο συγκατηγορούμενές της να εκτίουν ακόμα μια παράλογη ποινή δύο ετών φυλάκισης για “χουλιγκανισμό” και “θρησκευτικό μίσος”, κάπως έτσι η υπόθεση ξανάβαλε πίσω στα στόματα πολλών τη λέξη “φεμινισμός”, όταν κάποιοι την θεωρούσαν ήδη ξεπερασμένη. Κι όμως, τελικά, κρίθηκε απαραίτητη.
Let’s Start A Pussy Riot: Ξεφυλλίζοντας το χρονικό
Στο πνεύμα της Do-It-Yourself αισθητικής της κολλεκτίβας, η Emely Neu (στο ρόλο του curator) και η Jade French (στο ρόλο του αρχισυντάκτη) αποφασίζουν να στηρίξουν έμπρακτα το δυναμικό αγώνα των Pussy Riot σε βρετανικό έδαφος. Πλησιάζοντας από ντόπιες φεμινιστικές κολλεκτίβες μέχρι την ανεξάρτητη δισκογραφική Rough Trade (εδώ, σε ρόλο εκδότη), δημιουργούν το Let’s Start A Pussy Riot, ένα λεύκωμα-ντοκουμέντο με το μανιφέστο (και την επίσημη στήριξη) των PR, συνεντεύξεις (βλέπε Antony Hegarty των Antony & The Johnsons) και συμβολές από ριζοσπαστικούς καλλιτέχνες όπως η Yoko Ono, ο Bobby Conn, ο Bruce LaBruce, η Peaches και η Kim Gordon των Sonic Youth.
Ανάμεσα στα λεγόμενα των Neu και French, το γεγονός ότι η γενιά τους μεγάλωσε ελλείψει της σπίθας που άναψε το κίνημα Riot grrrl, το οποίο τις πέρασε ξυστά… Αυτό μέχρι σήμερα που οι PR, με κόστος δικό τους και όφελος πολλών παραπάνω από των δαιμονισμένων εξτρεμιστών και φεμινιστριών, ήρθαν ν’ανάψουν πάλι φωτιές.