Ταλαντούχος; Μοιάζει περιττό να το αναφέρουμε για κάποιον που έχει στο ενεργητικό του μερικούς από τους καλύτερους δίσκους των τελευταίων 20 χρόνων με τους Death In Vegas, το σχήμα που παρά τους κατά καιρούς συνοδοιπόρους του δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί το προσωπικό του δημιουργικό όχημα (που τον έφερε μάλιστα στη θέση να συνεργαστεί με τεράστια ονόματα όπως οι Liam Gallagher, Hope Sandoval, Paul Weller και φέτος… Sasha Grey). Για να μη μιλήσουμε για τις αναζητήσεις του στο χώρο της φωτογραφίας και των visual arts, παράλληλα με την πορεία του ως παραγωγός και DJ. Εμμονοληπτικός; Ασφαλώς, σχεδόν μια δεκαετία πριν, κι ενώ βρισκόταν «στην κορυφή του παιχνιδιού του» με τις προαναφερθείσες ηχηρές συνεργασίες και τα κομμάτια του να πουλάνε σαν ζεστά ψωμάκια σε διαφημίσεις, αποφάσισε να βγάλει έναν δίσκο-ωδή στο kraut rock κι έμεινε χωρίς δισκογραφικό συμβόλαιο, καταλήγοντας εξόριστος στη Νέα Υόρκη. Ελιτιστής (και ίσως οριακά υπερόπτης); Στη συνομιλία από την οποία προέκυψε η παρακάτω λίστα ανέφερε κάπου: «όταν κάνω τον dj δε με ενδιαφέρει το crossover – διαλέγω εκείνο το techno που είναι σκοτεινό, μίνιμαλ, ακατέργαστο και μπορεί να κάνει τα indie kids να αρρωστήσουν ή έτσι ελπίζω τουλάχιστον». Και κάπου αλλού: «βαριέμαι τα κομμάτια που γίνονται μαζικά και παίζονται παντού, η δουλειά του DJ είναι να προηγείται της μάζας». Διπολικός; Μουσικά πάντα μιλώντας, ποτέ δεν αρνήθηκε ότι πάντα θα συγκινείται από τo proto punk των Stooges και τη μεγάλη motorik γερμανική σχολή των 70s που επηρέασε τόσο και τόσα παρακλάδια της μετέπειτα ηλεκτρονικής μουσικής.
Ο Richard Fearless, ο τύπος που γεννήθηκε Richard Maguire στη Ζάμπια κι έγινε γνωστός με ένα από τα πιο cool ψευδώνυμα της μουσικής ιστορίας, επιστρέφει φέτος με έναν καινούριο δίσκο ως Death In Vegas (λέγεται Transmission και κυκλοφορεί στη δική του Drone). Κι επιστρέφει και στην Αθήνα για ένα από τα εκλεκτικά dj sets του (Death Disco, 7/10, καλεσμένος του Diskoplisskën). Ζητήσαμε να μάθουμε μερικούς δίσκους που τον καθόρισαν και που πιθανότατα, ως Ριχάρδος ο Άφοβος, θα φέρει μαζί του στην Αθήνα (που θα παίξει και με βινύλια)…
TECHNO ! THE NEW DANCE SOUND OF DETROIT (10 Records, 1988) – Ακούγοντας αυτό το άλμπουμ, σίγουρα αποφασίστηκε η μύησή μου στη χορευτική μουσική. Ενισχύθηκε μάλιστα και η ερωτική μου σχέση με το Ντιτρόιτ, την πόλη που ήδη αγαπούσα λόγω της πόρωσής μου με τους Stooges και τους MC 5.
69-Ladies and Gentlemen (4 Jazz Funk Classics) (Planet E, 1991). Ακόμα τον παίζω αυτόν τον δίσκο. Τον αγαπώ γιατί αναπτύσσεται σαν ηχητικό ταξίδι που διακόπτεται όταν κάποια στιγμή πέφτει αυτό το killer break. Ακόμα και σήμερα αν με ρωτήσεις το αγαπημένο μου Detroit techno track, αυτό θα σου πω.
Από πού να αρχίσω; Έχω μερικούς πραγματικά dark fucking records μαζί μου. Μου αρέσει να ξεκινάω ένα σετ με Frak-666 (Kontra-Musik, 2012), γιατί έτσι «ξεχωρίζει η ήρα από το στάρι» όπως λένε.
Container-Application (Spectrum Spools, 2011). Προσπαθώ να μην εξοικειώνομαι πολύ με αυτή τη λογική των “killer tracks”. Ξαφνικά γίνονται πολύ μοδάτα και στο τέλος όλοι οι DJs παίζουν τα ίδια κάθε Σαββατοκύριακο. Σε κάθε περίπτωση έχω κάποιες σταθερές όπως τον Container ή μερικά joints του Omar S.
Throbbing Gristle – AB/7A (Industrial Records, 1978). Σπασμένη ομορφιά, καθαρή ποπ. Είναι σαν οι Harmonia να κάνουν χορευτική μουσική. Έτσι κι αλλιώς, δια μέσου της κοινής μας αγάπης για τους Chris & Cosey ξεκινήσαμε να δουλεύουμε μαζί με την Sasha Grey στο φετινό άλμπουμ.
Gunnar Wendel- 578 (Omar S. Berlin Mix) (FXHE Records, 2010).
Ron Trent – Altered States (Warehouse Records, 1990). Νομίζω ότι είναι το απόλυτο classic. Πάντα θα θυμάμαι να το βάζω στο Arches της Γλασκώβης, καλεσμένος των Slam, και να τυγχάνει εκστατικής υποδοχής.
Bee Mask – Vaporware (Room 40, 2012). Έχω παίξει σίγουρα αρκετούς. Μερικές άλλες φορές μου αρέσει να ξεκινάω με ένα τονικό drone, ίσως κάτι του Bee Mask. O δίσκος που έβγαλε στην Spectrum Spools είναι θεϊκός.
Arthur Russell – You Can Make Me Feel Bad (Rough Trade, 2004). Θυμάμαι να τριγυρνάω στη Νέα Υόρκη ακούγοντάς το και νιώθοντας αρκετά χαμένος, σχεδόν αναρωτιόμουν «τι στο διάολο γυρεύω εγώ εδώ;».
Holger Czukay – Persian Love (Barclay, 1979). Μου θυμίζει τα μακρά χαμένα καλοκαίρια της εφηβείας μου.