Σε κάθε γενιά υπάρχει, εκτός από μια εκλεκτή βαμπιροφόνισσα, και μια νέα εκδοχή του Ένα Αστέρι Γεννιέται, του χολιγουντιανού μύθου για τις παγίδες της δόξας που το ίδιο το Χόλιγουντ δεν χορταίνει να αφηγείται (από το 1937 μέχρι σήμερα έχουν γυριστεί 4 ταινίες, με κοινή τους πηγή το What Price Hollywood? του 1932). Στη δική μας γενιά, η μπίλια έκατσε πάνω στα ονόματα του Μπράντλεϊ Κούπερ και της Lady Gaga, καθώς η ιστορία της ταλαντούχας ενζενί που ανακαλύπτεται από ένα μεγαλύτερο και καταξιωμένο συνάδελφό της παραμένει τοποθετημένη στη μουσική βιομηχανία όπως η τελευταία μετενσάρκωσή της από το 1976, με την Μπάρμπρα Στράιζαντ και τον Κρις Κριστόφερσον (σε αντίθεση με την προηγούμενη, του 1974, με την Τζούντι Γκάρλαντ και τον Τζέιμς Μέισον σε ρόλους ηθοποιών, αλλά κι εκείνη του 1937 με την Τζάνετ Γκέινορ και τον Φρέντρικ Μαρτς που δεν είχε καν τραγούδια). Μαζί, ανανεώνουν το καταραμένο love story που βρίσκεται στην καρδιά της θεωρίας της βιομηχανίας του θεάματος: «ένα αστέρι γεννιέται, συνεπώς ένα άλλο πρέπει να χαθεί».
Ο Τζάκσον Μέιν είναι ένας διάσημος folk rock τραγουδοποιός με δεκαετίες καριέρας που γεμίζει ακόμα συναυλίες με την ευκολία που αδειάζει ένα μπουκάλι ουίσκι. Ένα βράδυ, καταλήγει σε ένα μικροσκοπικό μπαρ όπου ανάμεσα στις drag queens εμφανίζεται, μόλις έχει τελειώσει τη βάρδιά της ως σερβιτόρα, και η Άλι, μια επίδοξη τραγουδίστρια που τον καταπλήσσει με την ερμηνεία του “La Vie En Rose”, πλήρως μεταμορφωμένη σε Εντίθ Πιαφ (εκεί αρχίζει και τελειώνει ο φόρος τιμής της ίδιας της Gaga στους πολυάριθμους γκέι υποστηρικτές της που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του fandom της). Η γνωριμία τους, έτσι όπως εκτυλίσσεται την υπόλοιπη πρώτη ώρα της ταινίας, αποτελεί και το καλύτερο κομμάτι αυτής της παραλλαγής: η βραδιά τούς οδηγεί από ένα καβγά σε μπαρ στο πάρκινγκ ενός σούπερ μάρκετ όπου αυτοσχεδιάζουν, τραγουδούν κι ερωτεύονται. Με την κάμερά του στο χέρι, ο διευθυντής φωτογραφίας Μάθιου Λιμπατίκ αποτυπώνει με ρομαντισμό και οικειότητα αυτές τις στιγμές κρίσιμης σημασίας για την εξέλιξη της σχέσης των δύο μοναχικών καλλιτεχνών. Οι απόψεις διίστανται, αλλά εμείς βρήκαμε τη χημεία μεταξύ Κούπερ και Gaga μάλλον πειστική – αν μη τι άλλο, αποδεικνύεται παραδόξως ότι μπορείς ταυτόχρονα και να μην ξεχνάς στιγμή ότι βλέπεις τους σούπερ σταρ Μπράντλεϊ Κούπερ και Lady Gaga, αλλά και να πιστεύεις τον έρωτά τους. Καθώς ο Τζακ προωθεί κι ενθαρρύνει την Άλι να ακολουθήσει το όνειρό της με θεαματικά αποτελέσματα, ο ίδιος καταφεύγει στο ποτό και την αυτολύπηση και εμείς καταλαβαίνουμε ότι βρισκόμαστε πολύ μακριά από το Hangover.
Εκ πρώτης όψεως, ο Κούπερ μοιάζει εδώ να μεγαλοπιάνεται, καθώς εκτός από τον πρωταγωνιστικό ρόλο, κάνει το σκηνοθετικό του ντεμπούτο και συνυπογράφει το σενάριο, σε μια εξόφθαλμη απόπειρα να κερδίσει κάποιο από όλα αυτά τα Όσκαρ – περιμέναμε να μεταμφιεστεί και σε όλους τους υπόλοιπους χαρακτήρες σαν ένα μουσικό Στο Μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς για να καλύψει πλήρως τις βάσεις του. Όσο παρών δηλώνει εκείνος με τις διαφορετικές του ιδιότητες σε ολόκληρη την ταινία, τόσο απομακρύνεται από την extra large περσόνα της «ποπ σταρ Lady Gaga» η συμπρωταγωνίστριά του, σε μια προσγειωμένη ερμηνεία στην οποία μετατρέπει την ανασφάλεια και τη σχετική απειρία της (δεν είναι καμιά άσχετη, μην ξεχνάμε ότι έκανε το ντεμπούτο της στους Sopranos – editor’s note: έχουμε ξαναπεί, δεν ξεχνιούνται αυτά τα 70 δευτερόλεπτα) σε ατού, καθώς η Άλι βιώνει με ιλιγγιώδη ταχύτητα την άνοδό της στο θρόνο της ποπ. Στο βίντεο κλιπ του “Shallow” που κυκλοφόρησε, φαίνεται πώς συνυπάρχουν ο ενθουσιασμός και η διστακτικότητα στο πρόσωπο της Άλι καθώς τραγουδάει για πρώτη φορά μπροστά σε κοινό χιλιάδων.
Γι’αυτό και η υποψία ότι μπορεί, λίγο ύπουλα, η ταινία να ανήκει στην πραγματικότητα στον Κούπερ τρυπώνει στο μυαλό σαν την αργή συνειδητοποίηση ότι ξύπνησες σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου του Λας Βέγκας ημίγυμνος και με μια τίγρη συντροφιά χωρίς να θυμάσαι τι συνέβη το προηγούμενο βράδυ.
Αυτό που δεν φαίνεται είναι οι περιορισμοί στις δραματικές εξάρσεις των πιο απαιτητικών σκηνών, που στα χέρια ενός καλύτερου σκηνοθέτη θα εξομαλύνονταν. Ωστόσο, ο συγκεκριμένος ρόλος μπορεί να λειτουργήσει με μια ηθοποιό στο 80% των υποκριτικών δυνατοτήτων της, αλλά όχι με μια ηθοποιό που δεν τραγουδάει τέλεια, και η Lady Gaga ερμηνεύει τα καλύτερα κομμάτια της ταινίας κόβοντας την ανάσα. Η viral κραυγή της aaaah aaaah haaaaa στο “Shallow” στρογγυλοκάθεται δίπλα στο ήδη κλασικό ooooooooh ooooooh ooh του “Bad Romance”, ενώ η εικόνα του μεγάλου φινάλε του “I’ll Never Love Again” συμπληρώνεται νοητά με ένα Όσκαρ τραγουδιού τον ερχόμενο Φεβρουάριο. Αυτό το αστέρι έχει ήδη γεννηθεί.
Γι’αυτό και η υποψία ότι μπορεί, λίγο ύπουλα, η ταινία να ανήκει στην πραγματικότητα στον Κούπερ τρυπώνει στο μυαλό σαν την αργή συνειδητοποίηση ότι ξύπνησες σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου του Λας Βέγκας ημίγυμνος και με μια τίγρη συντροφιά χωρίς να θυμάσαι τι συνέβη το προηγούμενο βράδυ. Αν και δε θα αφιερώσουμε χρόνο από τη ζωή μας στο διψασμένο αφήγημα της οσκαρικής σεζόν που προσπαθεί να μας επιβάλλει ως auteur τον άνθρωπο που κάνει κυριολεκτικά κοντινό στο δάκρυ σε ένα πλάνο της ταινίας, οφείλουμε να ομολογήσουμε με κάποιο τρόμο ότι ο συνδυασμός Marlboro Man, Έντι Βέντερ και Τζεφ Μπρίτζες στο Crazy Heart που υιοθετεί εδώ ο Μπράντλεϊ πετυχαίνει το σκοπό του. Βοηθάει, φυσικά, το γεγονός ότι ενώ η Lady Gaga έχει ως κύρια αποστολή να είναι α) υποστηρικτική και β) φωνάρα, το arc του δικού του χαρακτήρα περιλαμβάνει μαγνήτες βραβείων όπως αλκοολισμός, εθισμός σε χάπια, τραυματική παιδική ηλικία, βασανισμένο ταλέντο και φωνή ριγμένη μια οκτάβα.
Μήπως ο Μπράντλεϊ Κούπερ, συνεχώς επισκιασμένος από την Τζένιφερ Λόρενς στις (όλο και χειρότερες) πρόσφατες συνεργασίες τους και αντιμέτωπος εδώ με μια legit δύναμη της ποπ, επέτρεψε στον εαυτό του να έχει τον πιο ζουμερό ρόλο; Η αλήθεια είναι ότι είχε ανάγκη μια καλή ερμηνεία σε μια καλή ταινία, εφόσον, με εξαίρεση την εκπληκτική δουλειά του ως Ρόκετ στους Φύλακες του Γαλαξία, οι τελευταίες του κινηματογραφικές εμφανίσεις (Joy, Burnt, Aloha) ήταν για κλάματα. Το Ένα Αστέρι Γεννιέται είναι η ταινία που επαναφέρει -αρκετά ειρωνικά- τον πρώην Γουίλ Τίπιν (εδώ δείχνει τεράστια μεγαλοψυχία δίνοντας σύντομους ρόλους σε γνώριμα πρόσωπα από το Alias και κατά βάθος χαιρόμαστε γι’αυτό), τον κύριο Haagen Dazs, τον πιο αστείο Elephant Man στη ζεστή αγκαλιά της καλής πλευράς του Χόλιγουντ και που ίσως του χαρίσει το Όσκαρ που τόσο πολύ κυνηγάει. Είναι ρομαντικό, καλογυρισμένο και κλισέ με τον πιο καθησυχαστικό τρόπο και ανυπομονούμε για την επόμενη μετάλλαξή του σε καμιά 25αριά χρόνια από τώρα.