Το 1921 ο Λένιν έδωσε στους Ρώσους προλετάριους μία αλλόκοτη υπόσχεση. Πως όταν κατέρρεε ο καπιταλισμός παγκόσμια και επικρατούσε ο κομμουνισμός, ο χρυσός θα έχανε την αξία του. Οπότε ο κάθε εργάτης θα μπορούσε να έχει στο μπάνιο του μία λεκάνη τουαλέτας κατασκευασμένη από χρυσάφι, αυτό το ευτελές υλικό.
Οι μπολσεβίκοι προσπάθησαν πραγματικά να καταργήσουν το χρήμα, αλλά με ανορθόδοξες μεθόδους. Το 1918 ο επίτροπος Οικονομικών Ιβαν Στεπάνοφ ξεκίνησε να τυπώνει νόμισμα θεωρώντας ότι αν μοιράσουν σε όλους το χρήμα θα εξαλειφθούν οι κοινωνικές ανισότητες. Για τους μπολσεβίκους η εκτυπωτική μηχανή που τύπωνε χρήμα ήταν «το πολυβόλο που σκορπίζει το πυρ στα μετόπισθεν του αστικού συστήματος». Φυσικά η προσπάθεια τους αποδείχτηκε μάταιη. Ο πληθωρισμός γιγαντώθηκε, οι τιμές των βασικών αγαθών αυξήθηκαν τρομακτικά και ο Λένιν αναγκάστηκε να υιοθετήσει την περιβόητη Νεά Οικονομική Πολιτική, η οποία, όπως πίστευε, θα οδηγούσε με πιο αργά βήματα στον κομμουνισμό. Η μοίρα της Σοβιετικής Ένωσης είναι γνωστή. Αυτό που παραμένει άγνωστο είναι πως το 2014 ο Κάνιε Γουέστ με την Κιμ Καρντάσιαν ακολούθησαν τη προτροπή του Λένιν και έβαλαν στο σπίτι τους στο Λος Άντζελες χρυσές λεκάνες τουαλέτας αξίας πεντακοσίων πενήντα χιλιάδων δολλαρίων. Ένα δυσώδες παράδειγμα για τον τρόπο που ο καπιταλισμός εφάρμοσε ένα κομμουνιστικό όραμα.
Στο νέο του βιβλίο με τίτλο «Η σοφία του χρήματος» ο Πασκάλ Μπρικνέρ εναλλάσσοντας την ευρυμάθεια με τον σαρκασμό επιθυμεί να εξετάσει την έννοια του χρήματος. Αυτού του άξεστου στοιχείου, του ευγενούς και χυδαίου που χωρίζει και ενώνει τους ανθρώπους και τους τρομάζει και η αφθονία του και η έλλειψή του. Ένω παράλληλα μεταμορφώνει τον καθένα μας σε φιλόσοφο που διαρκώς υπολογίζει και ισορροπεί τις επιθυμίες και τις ανάγκες του.
Μόνο που ο Μπρικνέρ δεν είναι κάποιος που ικανοποιείται γράφοντας ένα σπουδαρχίδικο δοκίμιο. Παραμένει ενας μάστορας της πρόκλησης που αρέσκεται να τσαλαβουτάει στην ιστορία του πολιτισμού και με όπλο την ειρωνεία να γκρεμίζει τις προκαταλήψεις των καιρών. Και η εποχή είναι ιδανική καθώς τώρα στην άμπωτη της οικονομικής κρίσης τα πολλαπλά θύματά της ξανάρχισαν να κυνηγούν το όνειρο του πλουτισμού καταφεύγοντας ξανά στα τραπεζικά δάνεια.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
Όσα είπε ο Πασκάλ Μπρικνέρ στην Popaganda το 2015
Η σύντομη αναφορά στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη και στη περιφρόνησή τους για το χρήμα είναι μόνο ο πρόλογος. Ακολουθεί η Βίβλος, όπου ναι μεν οι φτωχοί είναι οι κληρονόμοι της βασιλείας των Ουρανών αλλά η εκκλησία συσσωρεύει χρήμα επί της γης. Από εκεί και πέρα τον λόγο έχει η πολιτική. Οι κομμουνιστές ονειρεύονται την κατάργηση του καταραμένου αποθέματος αλλά οι προσπάθειες τους αποτυγχάνουν, οι σοσιαλιστές, πιο ρεαλιστές, επιδιώκουν μία λιγότερο άνιση κατανομή του πλούτου αλλά η πραγματικότητα τους διαψεύδει καθώς οι άνθρωποι αποδεικνύονται αρκετά άπληστοι. Ο Παλιός Κόσμος, η αριστοκρατία που θεωρεί το χρήμα κάτι ευτελές, εξαφανίζεται μπροστά στη χοντροκοπιά των φιλάργυρων αστών. Οι προλετάριοι δεν θέλουν να παλέψουν για την τάξη τους αλλά να ανέβουν στη κλίμακα της ταξικής κοινωνίας βγάζοντας χρήμα. Και τέλος θα έρθει η δεκαετία του εξήντα όπου όταν θα καταλαγιάσουν οι φλόγες της σύντομης εξέγερσης οι νεόκοποι επαναστάτες θα μεταμορφωθούν σε αέναους καταναλωτές χάρη στη γενναιοδωρία του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Αυτό είναι λοιπόν το χρήμα: μία έννοια που εμπεριέχει από τη γέννησή της, την αντίφαση, κάτι που βεβαιώνουν ο Αριστοτέλης και η Βίβλος, ο Νίτσε και ο Μπαλζάκ, ο Φρανσουά Ολάντ και ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ. Μπορεί το δολλάριο να γράφει πάνω του τη φράση «In God We Trust», μπορεί ο καπιταλισμός να γεννήθηκε από ασκητικούς προτεστάντες, μπορεί οι μη προνομιούχοι να παρηγοριούνται επειδή οι πλούσιοι πεθαίνουν από πλήξη, μπορεί η μισθωτή εργασία να καταργήθηκε και να αντικαταστάθηκε από μία μορφή νέας δουλοπαροικίας, το χρήμα όμως παραμένει ο αφέντης όλων πέρα από πολιτικά μανιφέστα και θρησκευτικές δοξασίες.
Όσο για τον συγγραφέα, ξεκαθαρίζει από την αρχή τη σχέση του με αυτό το αντικέιμενο του φθόνου, «αυτό το βδέλυγμα και το θαύμα», παραδίδοντας μαθήματα επικούρειας φιλοσοφίας. Παραφράζοντας έτσι την παλιά έκφραση των καταστασιακών που επαίρονταν ότι «μόνος τους αφέντης είναι ο χρόνος», ο Μπρικνέρ προτείνει το δικό του παράδειγμα συμπεριφοράς απέναντι στο χρήμα. Ούτε πολυτέλεια, ούτε ένδεια, μόνο μία διαρκής παρατεταμένη ξέγνοιαστη ζωή, χωρίς να νοιάζεται για τις αυριανές ανάγκες. Μία ψευδαίσθηση ανεμελιάς, απαραίτητη όμως ώστε κάθε πρωί να ξεκινάει μία καινούργια ζωή.