Περιγράφει τις μέρες του Δημοψηφίσματος σαν «μια μεγάλη στιγμή, παρά τις μικρότητές μας», αλλά αρνείται να σχολιάσει όσα δρομολογήθηκαν και στην πολιτική σκηνή και στον κοινωνικό ιστό μετά την ανατροπή του αποτελέσματός του. Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, από του μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού καλλιτέχνες που αγωνιούν για τα κοινά, στη συνέντευξη που παραχωρεί αποκλειστικά στην Popaganda πριν από την συναυλία του στον Κήπο του Μεγάρου (την Παρασκευή), μπορεί να μην θέλει επίσης να τοποθετηθεί για τις εκλογές της Κυριακής («Ποιες εκλογές; Εδώ έχουμε συναυλία»), δεν διστάζει παρ’όλα αυτά να παραδεχτεί ότι η Αριστερά ηττήθηκε: «Το ζητούμενο δεν είναι όμως να νικήσεις. Το ζητούμενο είναι να ηττηθείς αποτελεσματικά, κάνοντας τον κόσμο λίγο καλύτερο. Το “Venceremos” είναι σε μέλλοντα, ακαθόριστο χρόνο. Όποτε η Αριστερά φώναξε “Νικήσαμε!”, ήταν πιο ηττημένη από ποτέ».
Μας επιφυλάξατε μια έκπληξη. Ήσασταν ένας από τους καλλιτέχνες που τραγούδησαν πριν από την ομιλία του Αλέξη Τσίπρα, παραμονές του Δημοψηφίσματος. Όπως επιβεβαιώσατε εκείνη τη βραδιά, ήταν η πρώτη φορά που συμμετείχατε σε συναυλία πρωθυπουργού. Βασικά, επρόκειτο για μια συναυλία, στην οποία, κάποια στιγμή, στη μέση, συμμετείχε ένας πρωθυπουργός. Κοιτούσα τους ανθρώπους γύρω μου, πίσω από τη σκηνή: Ήταν φίλοι και αδέρφια μέσα στα χρόνια, δεκάδες μουσικοί, τεχνικοί, τραγουδοποιοί, άνθρωποι που ζήσαμε μαζί στιγμές σημαντικές, που αλητέψαμε και γελάσαμε εκατοντάδες φορές, που φάγαμε πακέτα δύσκολα, με ξενύχτια, μετακινήσεις, αρρώστιες, ατυχήματα, που μοιραστήκαμε ιδέες, έρωτες και όνειρα, που παλέψαμε με την ίδια χαρά για πράγματα που πέτυχαν και για άλλα που απέτυχαν, που πονέσαμε ο ένας τον κόπο και το έργο του άλλου. Κοιτούσα τους φίλους μου: άνθρωποι που πολέμησαν και πολεμούν τους δαίμονές τους, δάχτυλα που μάτωσαν για να βγάλουν μια νότα με ψυχή, κάποιοι πρώην πρεζάκια ή αλκοολικοί – υγιείς, τρυφεροί γονείς σήμερα, περιπτώσεις χαρισματικών ανθρώπων που τη βγάζουν τσίμα-τσίμα οι περισσότεροι, που αυτο-προστατεύτηκαν από κόμματα, θέσεις και αξιώματα, που μόνο φίλους της εξουσίας δεν μπορείς να τους πεις. Και ανάμεσά τους, να σου κι ένας πρωθυπουργός, να σου και πεντέξι υπουργοί… Πραγματικά σουρεαλιστικό σκηνικό! Ήταν αταίριαστο όλο αυτό, και ταυτόχρονα δεν ήταν. Είχε μια εξωπραγματική φυσικότητα η όλη κατάσταση, σε βαθμό που αρκετοί -είμαι βέβαιος- αναρωτηθήκαμε για τους εαυτούς μας και για τη στάση μας. Θα αποτελεί, για καιρό, μια στιγμή που θα μου υπενθυμίζει πως όλα μπορούν να συμβούν σε αυτή τη ζωή… Μια στιγμή που, μέσα μου, θα με προβληματίζει, ίσως περισσότερο ακόμα και από το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος ή την ανατροπή που το ακολούθησε.
Τι ήταν αυτό που σας έκανε εξαρχής να πείτε «ναι» σε μια συναυλία που, στην ουσία, πλαισίωνε την πολιτική ομιλία του Τσίπρα; Ίσως η έλλειψη ρεαλισμού που μου προσάπτουν, αυτή η έλλειψη που ξέρει να γεννά το όνειρο και το τραγούδι. Ίσως, επίσης, μια προσπάθεια να ξεπεράσω το «τι θα πει το κοινό μου» που διαφωνεί, στάση απαραίτητη και κόστος που πρέπει να καταβάλεις αν θέλεις να είσαι αληθινός απέναντι στον εαυτό σου και στους άλλους. Κι ας σε κράζουν από δεξιά και αριστερά, κι ας ξέρεις πως μπλέκεις σε πράγματα που σε ξεπερνούν, κι ας βλέπεις πως όσοι μοιάζουν φίλοι θέλουν απλώς να σε χρησιμοποιήσουν, κι ας δημιουργείς δυνατούς εχθρούς που, με την πρώτη ευκαιρία, θα σε λιώσουν σαν κουνούπι. Ίσως ήταν και η ανάγκη μου να μείνει κάτι χειροπιαστό από μια προσπάθεια που ναυαγούσε. Να μείνει, έστω, μια δήλωση του κόσμου πως δεν συναινεί στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται. Πως αυτή η άδικη Ευρώπη δεν είναι το ζητούμενο των πολιτών της. Ήταν μια μεγάλη στιγμή, παρά τις μικρότητές μας. Όπως μεγάλο ήταν και το γεγονός ότι, τελικά, οι πολίτες δεν σφαχτήκαμε μπροστά σε ένα δίλημμα, αλλά παραμείναμε σχετικά συμφιλιωμένοι.
Ζήσαμε το «πρώτη φορά κυβέρνηση Αριστεράς.» Το αποτέλεσμα ήταν η συντριπτική ήττα, ο κατακερματισμός της Αριστεράς; Η ήττα της Αριστεράς είναι το λιγότερο σημαντικό στοιχείο της υπόθεσης. Γιατί, ούτως ή άλλως, η Αριστερά μπορεί μόνο να ηττάται. Μέσα στη ζούγκλα, για να νικήσει κανείς, πρέπει να εφαρμόσει το νόμο της ζούγκλας. Αν τον εφαρμόσει πράγματι, και νικήσει, έχει ηττηθεί σαν Αριστερός. Αν δεν τον εφαρμόσει, τότε τον τρώνε τα θηρία, ηττάται δηλαδή και πάλι. Το ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι να νικήσεις. Το ζητούμενο είναι να ηττηθείς αποτελεσματικά, κάνοντας τον κόσμο λίγο καλύτερο. Μέχρι την επόμενη μάχη και την επόμενη ήττα. Και αυτό δεν αποτελεί ηττοπάθεια, αλλά βαθιά συναίσθηση της θυσίας που απαιτείται, ξανά και ξανά, για να γυρίσει ο ήλιος, για να φέξει ο σκοτεινός κόσμος. Το “Venceremos” είναι σε μέλλοντα, ακαθόριστο χρόνο. Όποτε η Αριστερά φώναξε «Νικήσαμε!», ήταν πιο ηττημένη από ποτέ. Τώρα, το αν αυτή η συγκεκριμένη ήττα έκανε τον κόσμο καλύτερο ή χειρότερο, θα φανεί αργά ή γρήγορα. Προσωπικά, δεν μπορώ να είμαι βέβαιος.
Μέσα στο καλοκαίρι που πέρασε το όραμα βαθμηδόν εξατμίστηκε; Αν το όραμά μας γεννιέται και σβήνει όποτε το τρέφουν ή το τσαλαπατούν οι ανάγκες και οι ανημπόριες των περιστάσεων, των κυβερνήσεων, των πολιτικών και των κομμάτων, τότε είμαστε απλώς γελοίοι.
Ποιες εκλογές; Εδώ έχουμε συναυλία! Το τραγούδι μας δεν αρχίζει, ούτε σιωπά αναλόγως των περιστάσεων. Είμαστε λαός που τραγουδά ασταμάτητα, χιλιάδες χρόνια τώρα.
Οι νεότερες πάντως γενιές απογοητεύτηκαν. Καλό είναι να αφήσουμε τις νεότερες γενιές στην ησυχία τους. Δεν έχω καμιά διάθεση να τις καλοπιάσω, δεν τους έχω καμιά εμπιστοσύνη. Πιστεύω πως, όπως κι εμείς, δεν ξέρουν τι τους γίνεται. Είμαστε όμως οι τελευταίοι που μπορούν να δείξουν στους νεότερους το δρόμο. Θα βρουν μόνοι τους σε τι να ελπίσουν, για ποιο πράγμα αξίζει να αγωνιστούν, πώς τους αξίζει να ζήσουν. Θα βρουν τα πόδια και τα χέρια τους, τις καρδιές και τα μυαλά τους, τα όνειρα και τις πράξεις που μπορούν να δώσουν αξιοπρέπεια και αξία στις απαξιωμένες ζωές τους. Δεν χρειάζονται, ούτε τη σάπια συμβουλή μας, ούτε την καταστροφική πείρα μας, ούτε την ανύπαρκτη σοφία μας, ούτε την ιδιοτελή προσφορά μας. Αν βρουν το δρόμο, θα τον βρουν πιο εύκολα μόνοι τους. Και θα τον δείξουν και σε εμάς, σε όσους από τους παλαιότερους έχουν ακόμη μάτια να τον δουν και κουράγια να τον περπατήσουν. Νομίζω πως το μόνο που πραγματικά μπορούμε να προσφέρουμε στους νεότερους, είναι να τους επιτρέψουμε να μας προσπεράσουν.
Δίνετε τη συναυλία στον Κήπου του Μεγάρου ακριβώς δυο μέρες πριν από τις εκλογές. Είναι κάτι που ψυχολογικά σας επηρεάζει; Ποιες εκλογές; Εδώ έχουμε συναυλία! Το τραγούδι μας δεν αρχίζει, ούτε σιωπά αναλόγως των περιστάσεων. Είμαστε λαός που τραγουδά ασταμάτητα, χιλιάδες χρόνια τώρα. Τραγουδάμε στον έρωτα, στον θάνατο, στον πόλεμο, στην προσφυγιά, στη φτώχια, στην καλοπέραση, στο γλέντι, στο μπάνιο, στο ασανσέρ, στο σκυλάδικο, στο Μέγαρο, στις πλατείες, στο πανηγύρι, στην παρέα, στη μοναξιά. Στις εκλογές θα κολλήσουμε; Πολλές φορές το τραγούδι μας συμβαδίζει με τις περιστάσεις, άλλες φορές προπορεύεται, άλλες ακολουθεί ή αδιαφορεί πλήρως. Είναι ένας κόσμος αυτόνομος και ευρύχωρος, όπου μέσα του εκφράζονται και πυροδοτούνται τα όσα είμαστε, τα όσα νιώθουμε, τα όσα ζούμε.
Τι είναι αυτό που θέλετε να συμβεί, παρόλα αυτά, με το κοινό στη συναυλία της Παρασκευής; Εχει αλλάξει κάτι υπό το βάρος της συγκυρίας; Οι συναυλίες των τελευταίων μηνών έχουν μιαν άλλη δύναμη! Η δύναμη αυτή δεν πηγάζει από τις καθημερινές «πολιτικές εξελίξεις», αλλά από την ανάγκη όλων μας για αλήθεια, μοιρασιά και συνύπαρξη. Μέσα από τα τραγούδια που θα παίξουμε, παλιά και καινούργια, μέσα από την ενέργεια που βγάζει το συγκεκριμένο σχήμα των σπουδαίων μουσικών, αλλά και μέσα από τη συνάντηση όλων μας, μουσικών και ακροατών, είμαι σίγουρος πως θα ζήσουμε κάτι ουσιαστικό. Αισθάνομαι προκαταβολικά τυχερός!
Στον τελευταίο δίσκο σας, τη Μικρή Βαλίτσα, εμπεριέχονται, σύμφωνα με δηλώσεις σας, όσα θα θέλατε να πάρετε μαζί σας φεύγοντας από τη χώρα. Σκεφτήκατε να φύγετε; Αποφασίσαμε οικογενειακώς να το παλέψουμε εδώ όσο μπορούμε. Αν φεύγαμε, είμαι σίγουρος πως θα μαράζωνα. Θα ένιωθα ηττημένος. Θα γερνούσα μες στην γκρίνια. Δεν μπορώ να συγκρίνω τη ζωή μου με τη ζωή ανθρώπων που δεν έχουν άλλη επιλογή από το να φύγουν. Αυτούς δεν τους κρίνω, θα ήταν άδικο. Δεν είμαι ούτε κατατρεγμένος, ούτε τουρίστας. Αισθάνομαι προνομιούχος: Ασκώ μια τέχνη μεγάλης αποδοχής, μοιράζομαι τα σώψυχά μου με χιλιάδες ανθρώπους, είμαι μέλος μιας μεγάλης, ανώνυμης παρέας πολιτών που νιώθουν και πράττουν, ζω ακόμα από τη μουσική μου χωρίς να χρειάζεται να ψάξω για άλλο επάγγελμα. Έχω δεχτεί μεγάλη αγάπη και δύναμη από τους συμπατριώτες μου. Μου έχουν αναγνωριστεί και μου έχουν συγχωρεθεί πολλά. Μου έχουν επιτρέψει να λειτουργώ καλλιτεχνικά όπως αισθάνομαι, και όχι υπηρετώντας κανόνες του εμπορίου και της αγοράς. Αν εξαιρέσουμε κάποια ερωτήματα (που μπάζουν πολύ νερό) για τη ζωή των παιδιών μου, μια βαθιά ανάγκη να γλιτώσω από τη σαπίλα της Ελλάδας, ώστε να τη νοσταλγήσω, κάποια πράγματα που δεν μπορώ να κάνω εδώ, ενώ έξω θα ήταν ευκολότερα, καθώς και κάποιους κινδύνους που ίσως διατρέχω, κατά τα άλλα δεν έχω λόγους να φύγω. Έχω μόνο την πολυτέλεια να μπορώ να φύγω. Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό.
Ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να είναι ο παλμογράφος που συντονίζεται με ό,τι τον περιβάλλει ; Δεν υπάρχει «πρέπει» σε αυτή την υπόθεση. Ο Καρυωτάκης, για παράδειγμα, έζησε τη Μικρασιατική καταστροφή, όμως, από όσο ξέρω, δεν έγραψε ούτε ένα ποίημα για αυτήν. Δεν είναι υποχρεωτικό, ούτε και σε κάνει πιο σπουδαίο ή πιο μέτριο το να παίρνεις ή το να μην παίρνεις θέση στα όσα συμβαίνουν γύρω σου. Πάντως, ποτέ δεν συντονίστηκα με κάτι που «με περιβάλλει.»
Με τι συντονίζεστε; Πάντα συντονιζόμουν με πράγματα που με άγγιζαν βαθιά μέσα μου, και για αυτά τραγουδώ, για αυτά μιλώ, για αυτά γράφω. Ανάλογα με το πώς είναι ο καθένας μας, κάποιες φορές το να σιωπούμε είναι σοφία. Κάποιες άλλες, είναι δειλία. Καμιά φορά, η σιωπή γίνεται σκουλήκι που σε τρώει από μέσα. Κι αυτό πονάει περισσότερο.
Έχετε πει ότι έχετε κάνει ό,τι μπορείτε για να διώξετε τον κόσμο. Τι θέλει ο κόσμος; Αυτό που είπα επί λέξη, στην παρουσίαση της Μικρής Βαλίτσας, είναι πως έχω κάνει ό,τι μπορώ, ώστε να περιορίσω το κοινό μου. Το είχα πει μεταξύ σοβαρού και αστείου, είναι όμως αληθινό. Αναγκάστηκα να το κάνω από την αρχή της επαγγελματικής μου πορείας σαν μουσικός. Γιατί, το ’93, σε μια εποχή άκρατης ψευτο-γκλαμουριάς, η «επιτυχία» ήταν ταυτόχρονα καλοδεχούμενη και μαρτυρική. Ήταν κάτι που δεν κατανοούσα και που δεν μπορούσα να χειριστώ, ούτε μπορούσα όμως να το διώξω εύκολα. Κρίνοντας εκ των υστέρων, η εικόνα του εαυτού μου ως σουξεδιάρη πιτσιρικά μού έκανε καλό, γιατί με ταπείνωσε εξαρχής. Τότε όμως με ταλαιπώρησε πολύ. Έκτοτε, περνώντας μέσα από πολλά, με τη στάση μου, με τις μουσικές μου επιλογές και με τον τρόπο που υπάρχω, άρχισε η δουλειά μου να ενδιαφέρει περισσότερο, λιγότερους ανθρώπους. Σήμερα, ο τρόπος που μοιράζονται μαζί μου τα τραγούδια οι ακροατές είναι πιο ουσιαστικός, χωρίς να χάνουν οι συναυλίες τη χαρά και τον δυναμισμό τους. Ίσα-ίσα! Φέτος, νομίζω πως, μαζί με τους ακροατές, φτιάχνουμε τις καλύτερες συναυλίες που κάναμε ποτέ! Είχε μεγάλο κόστος όλο αυτό, όμως το ψυχικό κέρδος είναι ανεκτίμητο.