Στην έκρυθμη ηλικία των 17, όλα εκείνα τα παιδιά που έχουν μια κάποια πετριά παραπάνω με την μουσική συνήθως περνάνε την «κιθαριστική» τους φάση (και συνήθως ισχύει το “the louder/angrier the better”), ενώ κάποιοι τότε αρχίζουν δειλά-δειλά να «το ψάχνουν» λίγο παραπάνω. Στην περίπτωση του Οδυσσέα Τζιρίτα πάλι, αντιλαμβάνεσαι γρήγορα ότι έχεις να κάνεις με έναν μουσικό που κατέχει πολύ συνειδητά διαφορετικά, αισθητικά και χρονικά, ακούσματα, και τα αφομοιώνει στο μουσικό του σύμπαν με έναν τουλάχιστον εντυπωσιακό αλλά και νηφάλιο τρόπο.
Ήταν 10 χρονών όταν ένα απόγευμα αποφάσισε να κάνει την κομβική αγορά μιας ηλεκτρικής κιθάρας, αρχίζοντας σταδιακά μαθήματα και γράφοντας σιγά σιγά τα πρώτα του κομμάτια. Τα ερεθίσματα βέβαια είχαν έρθει από πολύ νωρίς , όντας παιδί επίσης μουσικών, κάτι που και ο ίδιος παραδέχεται πως δεν είναι και λίγο: «Παίζει τεράστιο ρόλο το να έχεις δύο γονείς μουσικούς. Υπάρχουν βέβαια φάσεις που έχουμε συγκρουστεί λίγο. Αλλά ποτέ δεν ήταν οι γονείς που μου είπαν ωραία, πήγαινε στο ωδείο, άκου αυτό, κλπ. Με άφησαν τελείως ελεύθερο και νομίζω ότι αυτό πραγματικά με βοήθησε. Ακούω τις συμβουλές τους μέχρι ενός σημείου».
Άρχισε να βλέπει το songwriting πιο συνειδητά στην εφηβεία και γρήγορα έφτασε στα χέρια του κι ένα midi keyboard. «Δούλεψα σε αυτό και κατάλαβα ότι έχω άπειρες δυνατότητες. Το homemade άρχισε πιο πολύ έτσι» εξηγεί ο Οδυσσέας Τζιρίτας για τον «σπιτικό» τρόπο με τον οποίο έχει δουλέψει ως τώρα τη μουσική του.
Κι έχει αποδειχθεί φοβερά παραγωγικός ως τώρα. Περνώντας από τις πατροπαράδοτες εφηβικές ζυμώσεις διάφορων σχημάτων με φίλους, πλέον έχει επικεντρωθεί κυρίως (αλλά όχι μόνο) στο να φτιάχνει τη δική του μουσική. Μάλιστα σε διάστημα τεσσάρων μηνών κυκλοφόρησε δύο ep (Cynophobia τον Νοέμβριο του 2018 και Ultrasounds το Ιανουάριο του 2019) και το ολοκληρωμένο ντεμπούτο του με τίτλο Butterflies που κυκλοφόρησε πριν λίγες μέρες.
Ήδη από τα δύο του EPs που κινούνται σε ηλεκτρονικά χωράφια, διακρίνει κανείς πως εδώ «κάτι συμβαίνει», ιδιαίτερα στο Ultrasounds με τις jazz πινελιές πάνω στον ambient καμβά του, με τις αναφορές του να πηγαίνουν πίσω στη δεκαετία του ’90. «Στα τέλη του Γυμνασίου άκουσα κάποια συγκεκριμένα πράγματα από ηλεκτρονική μουσική όπως Aphex Twin, Autechre, Pan Sonic. Κι απλά άνοιξε το μυαλό μου προς τα εκεί. Στο πως, για παράδειγμα, μπορείς να διαχειριστείς συγκεκριμένα εργαλεία όπως οι λούπες και το τι σου προσφέρει η επανάληψη ως άκουσμα. Γιατί αυτό πιστεύω ότι είναι σε μεγάλο βαθμό η ηλεκτρονική μουσική» λέει ο Οδυσσέας Τζιρίτας για τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τον ηλεκτρονικό μουσικό κόσμο.
Προς έκπληξη πάντως όλων μας, στο ολοκληρωμένο δισκογραφικό του πόνημα, Butterflies, ο μουσικός δεν πάει απλά ένα βήμα παρακάτω, αλλά διασχίζει…κατοστάρι με συνοπτικές διαδικασίες, φτιάχνοντας έναν ιδιοσυγκρασιακό -ποπ κατά βάση- δίσκο με κεραίες τεντωμένες προς ετερόκλητες επιρροές. «Μου αρέσουν οι καλλιτέχνες που δεν περιορίζονται καθόλου σε ένα ύφος. Επειδή ακούω συνέχεια διαφορετικά πράγματα, δεν μπορώ να περιορίσω τον εαυτό μου στο να πω θα γράψω έντεκα κομμάτια σε ένα συγκεκριμένο ύφος. Θα ακούσω από Velvet Underground μέχρι Coltrane και Miles Davis ή Green Day» σχολιάζει ο νεαρός μουσικός.
Είναι αδύνατο να μην πιάσει το αυτί σου από το ξεκίνημα του Butterflies πως αυτός ο 17χρονος ξέρει να γράφει τραγούδια, κι όχι απλά να κάνει ασκήσεις ύφους όπως πολλοί άλλοι μουσικοί εκεί έξω. Το πάντρεμα όμως των αναφορών του είναι τελικά εκείνο που του δίνει το κατάδικό του ύφος και απογειώνει την τραγουδοποιία του. Από την ποπ φόρμα μπορεί να γλιστρά σε πιο ελεύθερες instrumental συνθέσεις και την μία να γράφει κομμάτια που έχουν τα φόντα των funk pop anthems, ενώ την άλλη να γκαζώνει κάνοντας νεύμα στα παιδιά του Seattle. Κι άλλοτε να κάνει μια electro jazz που λοξοκοιτάει σε καλλιτέχνες όπως ο MAST (που μεταξύ άλλων στην δισκογραφία του έχει «πειράξει» συνθέσεις του Thelonious Monk αλλά και του John Coltrane), ακόμη και να έχει «μερακλήδικες» blues rock αποστροφές. Κι όλα αυτά να καταφέρνουν να συνυπάρχουν ενοποιημένα, χωρίς να σου «κλωτσάνε» ως παράταιρα.
Ο ίδιος βαφτίζει την μουσική του δίσκου (που σημειωτέον κυκλοφορεί ανεξάρτητα) alternative pop αλλά ίσως ο χαρακτηρισμός που θα της ταίριαζε περισσότερο να είναι avant garde pop, κρατώντας το πολυσχιδές -κι όχι το επηρμένο- στοιχείο του πρώτου μέρους του όρου και την αμεσότητα -κι όχι την απλοϊκότητα- του δεύτερου. Εκεί που εντυπωσιάζεσαι ακόμη περισσότερο είναι όταν μαθαίνεις πως τον δίσκο τον έγραψε και τον ηχογράφησε ο Οδυσσέας Τζιρίτας μέσα σε δυόμιση μήνες στο δωμάτιό του (εδώ θα κόλλαγε το bedroom pop…κυριολεκτικά). «Γενικά μου αρέσει πολύ να δουλεύω μόνος μου γιατί μου δίνει μια τεράστια ελευθερία, ό,τι έχω στο μυαλό μου μπορώ να το μετουσιώσω κατευθείαν σε ήχο» παραδέχεται ο ίδιος σχετικά με την δημιουργική διαδικασία.
Και φαίνεται πως η μουσική ζουζουνίζει συνεχώς στο μυαλό του. «Είμαι ο τύπος που θα γυρίσει, θα κάνει ό,τι πρέπει για το σχολείο κι αν μου έχει κολλήσει κάτι από το πρωί στο κεφάλι θα κάτσω και θα βγάλω αυτό που έχω στο μυαλό μου» λέει ο μαθητής ακόμη Οδυσσέας Τζιρίτας που επέλεξε να φοιτήσει σε μουσικό Λύκειο, με στόχο να συνεχίσει σε κλασικές μουσικές σπουδές μετά την αποφοίτησή του, μιας και θέλει όπως λέει «να ανοίξει την παλέτα» του μουσικά και προς αυτό το πεδίο.
Είναι δύσκολο να μην μπεις στον πειρασμό να τον ρωτήσεις για τους ευφάνταστους τίτλους των κομματιών του (“I took my shoe off but a young lady stole it”, “Bring me back my cancer sticks”, ενδεικτικά) αλλά και να κάνεις τις σχετικές Magnetic Fields συνδέσεις. «Αυτό που κάνω πάντα σε ένα κομμάτι είναι πρώτα να γράψω τη μουσική. Οι στίχοι πάντα την συμπληρώνουν. Και οι τίτλοι είναι το πως βλέπω εγώ τη μουσική αυτών των κομματιών. Την περιγράφω με μία φράση» εξηγεί ο μουσικός ενώ και ο τίτλος του δίσκου δεν είναι τυχαίος: «Η πεταλούδα σαν πλάσμα μου βγάζει κάτι πολύ απελευθερωτικό και μια ενέργεια, η κίνηση και τα χρώματά της… Από κάμπια βγάζω φτερά και μεταμορφώνομαι, είναι σαν μια μικρή αλληγορία». Την ίδια αυτή αλληγορία κάνει εικόνα και στο εξώφυλλο του δίσκου ο Οδυσσέας Τζιρίτας, παίρνει φόρα, πηδάει και «ανοίγει φτερά» πάνω σε μια αθηναϊκή ταράτσα.
Η ώριμη τραγουδοποιία του βουτά στον ωκεανό του ήχου περασμένων δεκαετιών, αλλά τελικά, ο μουσικός βγαίνει στη στεριά του σήμερα, με μια δική του τεχνική κολύμβησης. Παραδέχεται ο Οδυσσέας Τζιρίτας πως τόσο ο ίδιος όσο και ο κύκλος φίλων του από το μουσικό σχολείο ακούνε κυρίως πράγματα παλαιότερα, ενώ από σύγχρονα πράγματα ακούει κυρίως τζαζ και θαυμάζει καλλιτέχνες όπως τον Kamasi Washington. Όταν έρχεται το αναμενόμενο ερώτημα του τι απήχηση πιστεύει πως θα έχει το Butterflies έξω από τον «μυημένο» κύκλο συνομηλίκων του, ομολογεί πως πιστεύει πως ενδεχομένως οι υπόλοιποι σε αυτή την ηλικία θα το απέρριπταν, με τον ήρεμο και συγκροτημένο τρόπο του που τον διακρίνει καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της κουβέντας.
Μπορεί αισθητικά να γοητεύεται περισσότερο από το παρελθόν, όμως αναγνωρίζει και εκτιμά τις σύγχρονες ψηφιακές ευκολίες της εποχής του: «Μπαίνεις για παράδειγμα στο youtube, βλέπεις ένα κομμάτι που σου αρέσει. Στα προτεινόμενα σου βγάζει σχήματα που δεν γνωρίζεις και κάνουν διασκευή στο track που ακούς. Ψάχνοντας, μπορεί να ανακαλύψεις από 100 ως 100 χιλιάδες νέα σχήματα που έχουν 2 χιλιάδες προβολές π.χ., και τα οποία πραγματικά αξίζουν να ακουστούν παραπέρα. Και λες, αυτό είναι άδικο», χωρίς να παραβλέπει το…πληροφοριακό κομφούζιο που επέρχεται: «Γενικά με τη συνεχή ροή πληροφοριών είναι αναπόφευκτο να χαθεί κάτι. Προτιμάω βέβαια την εποχή μου. Αν για παράδειγμα είχα μια ιδέα όπως το Butterflies και ήθελα να γίνει κάτι αυτό το πράγμα, θα έπρεπε να περάσω μια τεράστια διαδικασία που θα ήταν περισσότερο γραφειοκρατική και θα κατέληγε ο δίσκος να γίνει μετά από έναν χρόνο. Προτιμώ να βγάλω κάτι άμεσα κι αν αξίζει όντως, αυτό το “χύμα” να γίνει όντως κάτι και να καταφέρει να ακουστεί. Και μετέπειτα ενδεχομένως να ηχογραφήσω όντως σε ένα label».
Ίσως θα φανταζόταν κανείς πως ο Οδυσσέας Τζιρίτας με τον τρόπο που έχει δημιουργήσει ως τώρα, προτιμά την «εσωστρέφεια» της κατασκευής ενός δίσκου, όμως όπως λέει, λατρεύει την live performance. «Μου αρέσει πολύ η άμεση επαφή με το κοινό γιατί αυτό είναι η μουσική, όχι είμαι στο δωμάτιό μου, ηχογραφώ και το ακούω μόνος μου. Αν μπορούσα να παίζω κάθε μέρα, ακόμη και για τρία άτομα, θα το έκανα. Όσες φορές έχω παίξει ζωντανά έχω νιώσει πλήρης» λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια.
Εικάζεις με σιγουριά πως γι’ αυτό το παιδί η μουσική όντως κυλάει στις φλέβες του, χωρίς να το κραυγάζει, και είναι πράγματι έτσι: «Αν δεν υπήρχε η μουσική στη ζωή μου από την αρχή, θα μου ήταν πολύ δύσκολο, αλλά θα επιβίωνα. Αλλά αν μου κόψει κάποιος την μουσική τώρα είναι σαν να μου κόψει το χέρι».
Τα ως τώρα δείγματα της δουλειάς του δείχνουν πως ο Οδυσσέας Τζιρίτας έχει ακόμη πολλά να δώσει. Και το καλύτερο είναι πως δεν μπορεί κανείς να υποθέσει το που θα κινηθεί μουσικά από εδώ και πέρα. Για να παραφράσουμε και λίγο τον τίτλο ενός κομματιού του, “Butterflies will always follow his colour”. Μπορείτε να ανοίξετε τα φτερά σας.
https://www.youtube.com/watch?v=8wjx0Ielb7g