Γνώρισε την λατρεία και την κατακραυγή, τη δόξα και την απέχθεια, την αποθέωση και την μικροπρέπεια – όλα, σε υπερβολικές δόσεις. Κυρίως, όμως, συνέβαλε δυναμικά στην καθιέρωση των σουρεαλιστών ζωγράφων και της ποπ αρτ, ενώ πρωτοστάτησε στο να αποκτήσει η τέχνη την αγορά της και τη δική της χρηματιστηριακή αξία -σε καιρούς εντελώς ανυποψίαστους- αναδεικνύοντας το εμπόριο τέτοιων έργων σε υψηλή Τέχνη.
Ένας μαικήνας με παγκόσμια αναγνώριση και επιβολή, ένας πολίτης του κόσμου με αλάνθαστο καλλιτεχνικό αισθητήριο και -πρωτίστως- ένας διορατικός συλλέκτης, ο οποίος ήταν -ταυτόχρονα- εξαιρετικά ικανός ως έμπορος. Ο λόγος, βέβαια, για τον Αλέξανδρο Ιόλα (1908- 1987), για τον οποίο μπορεί να ειπωθεί ότι πολλά από τα πραγματικά μεγάλα ονόματα της τέχνης οφείλουν -λίγο ή πολύ- την καθιέρωσή τους σε εκείνον: Ο Μαξ Ερνστ, ο Τζόρτζιο ντε Κίρικο, ο Ρενέ Μαγκρίτ, ο Αντυ Γουόρχολ, ο Ιβ Κλάιν, ο Τάκις, ο Ακριθάκης, ο Τσαρούχης, ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας.
Μία ιδιαίτερα έντονη και αντιφατική προσωπικότητα που συνδύαζε μοναδικά όλες εκείνες τις ιδιότητες που θα του επέτρεπαν να πετύχει: Οξυδερκής και τολμηρός, αδίστακτος και στοργικός, ραδιούργος και τυχοδιωκτικός, αλλά και γοητευτικός, απρόβλεπτος, υπερβολικός, εκκεντρικός, σίγουρα πολυτάλαντος και -εν τέλει- αξεπέραστος. Πάντως, όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με το εμπόριο έργων τέχνης, κανείς δεν θα περίμενε ότι στο εξής θα άλλαζε οριστικά ο τρόπος προβολής και αντιμετώπισης του καλλιτέχνη – σε παγκόσμια κλίμακα.
Και εδώ ακριβώς είναι που διαφαίνεται η ιδιοφυΐα του Αλέξανδρου Ιόλα: Αντιλήφθηκε έγκαιρα ότι οι μεταπολεμικές Η.Π.Α. ήταν έτοιμες να υποδεχθούν την ανήσυχη Ευρώπη. Η τέχνη πλέον όχι μόνο αποκτούσε την αγορά της, αλλά και τη δική της (υπερ)αξία, με τον Ιόλα να κυριαρχεί σε αυτό: Βασίζεται αποκλειστικά στο ένστικτό και στις γνώσεις του και το έμπειρο μάτι του διακρίνει τα πάντα – αναξιοποίητα ταλέντα, παραγνωρισμένους καλλιτέχνες, νέες τάσεις: πατρονάρει, επιλέγει, αναθέτει, αγοράζει, προωθεί.
Ώσπου, το 1944 ανοίγει την πρώτη του γκαλερί στην Νέα Υόρκη, την περίφημη Hugo Gallery. Από εδώ και πέρα, η ζωή του γίνεται ένα συνεχές ταξίδι μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής. Μία περίοδος στην οποία τα έχει όλα: Νιάτα, ταλέντο, πάθος για δουλειά, επιτυχία, αναγνώριση. Δουλεύει πυρετωδώς, οργανώνει εκθέσεις σε όλο τον κόσμο, ανοίγει τη μία γκαλερί πίσω απ’ την άλλη και συμβάλει καίρια στην καθιέρωση στην Αμερική των εξόριστων -εξαιτίας του Πολέμου- σουρεαλιστών.
Είναι, πια, πολλοί οι καλλιτέχνες που πηγαίνουν στην Αμερική, αναζητώντας την επιτυχία και ο «δαιμόνιος» Ιόλας -σχεδόν πάντα- τους την εξασφαλίζει: τους δίνει χρήματα με το μήνα ώστε να τους κάνει να δουλεύουν μόνο για αυτόν, ενώ τους κλείνει αποκλειστικά συμβόλαια.
Στο μεταξύ, από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 περνάει περισσότερο χρόνο στην Ελλάδα, συνεργάζεται με διάφορες γκαλερί και χτίζει, στην Αγία Παρασκευή, ένα σπίτι -ακριβέστερα, ένα ανάκτορο- όπου μεταφέρει την σπουδαία προσωπική του συλλογή: έργα αρχαίας, βυζαντινής και σύγχρονης Τέχνης, τεράστιας αξίας.
Όμως, αυτή η επάνοδος στην ιδιαίτερη πατρίδα του σε συνδυασμό με τον εκκεντρικό και επιδεικτικό τρόπο ζωής, θα συνοδευτεί -τελικά- με την πτώση του. Ο Ιόλας δεν δίστασε ποτέ να δηλώσει ανοιχτά την ομοφυλοφιλία του, αλλά αυτή του η ειλικρίνεια θα αντιμετωπιστεί με κακεντρέχεια από μερίδα του ελληνικού τύπου που -το 1983- θα διασύρει ανεπανόρθωτα το όνομά του.
Τα πρωτοσέλιδα της εποχής έγραφαν για «ρωμαϊκά όργια στο σπίτι του ανώμαλου συλλέκτη» και το θέμα θα πάρει διαστάσεις σκανδάλου φτάνοντας μέχρι τα δικαστήρια, με τον Ιόλα να κατηγορείται για παραβίαση του νόμου περί ναρκωτικών, ακολασία με νεαρούς άντρες και παράνομη εμπορία αρχαιοτήτων. Είκοσι πέντε χρόνια από το θάνατο του Αλέξανδρου Ιόλα κυκλοφορεί η αυθεντική ιστορία του, σύμφωνα με την επιθυμία του.
Και, πράγματι, μέσα από την βιογραφία του με τίτλο «Ο θείος μου Αλέξανδρος Ιόλας – Ο Άνθρωπος πίσω από τον Μύθο» παρακολουθούμε τη συναρπαστική ιστορία της καλλιτεχνικής αλλά και της κοσμικής ζωής των μητροπόλεων του σύγχρονου κόσμου. Έχοντας αφήσει να αιωρείται μία ανεκπλήρωτη υπόσχεση, η Ελένη Κουτσούδη-Ιόλα, ανιψιά του Αλέξανδρου Ιόλα, διηγείται την εμπεριστατωμένη ιστορία της ζωής του, καταρρίπτοντας μύθους και παρουσιάζοντας τον άνθρωπο πίσω από τον μύθο.
Ελένη Κουτσούδη – Ιόλα
«Ο θείος μου Αλέξανδρος Ιόλας – ο Άνθρωπος πίσω από τον Μύθο»
Εκδόσεις: Μίνωας
Σελίδες: 431
Πρόκειται για ένα σπουδαίο ντοκουμέντο που θα συμβάλει στην αποκατάσταση της μνήμης του ασυνήθιστα χαρισματικού μαικήνα που έφυγε από τη ζωή στις 8 Ιουνίου 1987, πτοημένος, εξαντλημένος και εξευτελισμένος από έναν λαό που ο ίδιος -σε όλη του τη ζωή- τον είχε στο μυαλό του εξιδανικεύσει.
Λίγο πριν το θάνατό του, η επιθυμία του να δωρίσει την αμύθητη συλλογή του στο ελληνικό κράτος δεν εκπληρώθηκε ποτέ. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε την προσφορά του και έτσι το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής χάθηκε!
Εάν, ωστόσο, κάτι μένει από την περίπτωση Ιόλα, δεν είναι τόσο το παράδειγμα ενός ανθρώπου που ήξερε -στο μέτρο του δυνατού- να καταφέρνει ό,τι ήθελε. Αλλά, κυρίως, ότι αυτή η -άνευ όρων και ορίων- επιτυχία, συνήθως δεν συγχωρείται. Κάτι που στην περίπτωσή του είναι όχι μόνο προφανές, αλλά και ανησυχητικά θλιβερό…
Ντίνος Χριστιανόπουλος
«Μαθητικές εργασίες 1943-1948»
Εκδόσεις: University Sudio Press
Σελίδες: 244
Το βιβλίο περιλαμβάνει επιλεγμένες εργασίες (εκθέσεις, κριτικές και αρκετά σκίτσα) από τα μαθητικά χρόνια του Ντίνου Χριστιανόπουλου (φιλολογικό ψευδώνυμο του Κωνσταντίνου Δημητριάδη). Πρόκειται για το περιεχόμενο έντεκα αριθμημένων μικρών τετραδίων. Η έκδοση είναι σε μορφή πανομοιότυπου ώστε να διατηρηθεί η αυθεντικότητα, και σκοπό έχει να φωτίσει τα εξελικτικά στάδια διαμόρφωσης του ποιητή και συγγραφέα. Μέσα από τη ματιά, τη συγγραφική ικανότητα και την κριτική διάθεση ενός ευαίσθητου εφήβου μπορεί ο αναγνώστης να συλλέξει πληροφορίες και να εξαγάγει συμπεράσματα για τη Θεσσαλονίκη και για την Ελλάδα κατά τη βιωματικά σκληρή, κοινωνικά ρευστή και ιστορικά σύνθετη δεκαετία του 1940. Ο Χριστιανόπουλος, όταν συνέγραφε τα κείμενα αυτά είχε αρχίσει να διαμορφώνει την ποιητική του ιδιότητα.
Bernhard Schlink
«Χρώματα του αποχαιρετισμού»
Μετάφραση: Απόστολος Στραγαλινός
Εκδόσεις: Κριτική
Σελίδες: 248
Μετά τη συγκινητική και ανατρεπτική του «Όλγα», στην ωριμότητά του ο Μπέρνχαρντ Σλινκ, ο συγγραφέας του διεθνούς μπεστ σέλερ «Διαβάζοντας στη Χάννα» επιστρέφει με μια συλλογή διηγημάτων που μιλούν για την απώλεια, για τα αντίο, για τους λυτρωτικούς αλλά και επώδυνους αποχαιρετισμούς που βιώνουμε κατ’ επανάληψη εντός της ζωής. Τι συμβαίνει όταν χρειάζεται να διαχειριστούμε απειλητικές αναμνήσεις και πού καταλήγουν εκείνες που φαινομενικά τις έχουμε τακτοποιήσει; Μπορεί μια ζωή με λανθασμένες επιλογές να είναι «σωστότερη» από μια ζωή γραμμική και ακύμαντη;
Φίλιππος Πλιάτσικας
«Ο υπασπιστής του αυτοκράτορα»
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 248
Το 1798, στο ταξίδι του προς την Αίγυπτο, ο Ναπολέων Βοναπάρτης «κρύφτηκε» για κάποιο διάστημα στην Ιεράπετρα της Κρήτης, κάτι που λίγοι γνώριζαν κι ακόμη πιο λίγοι έμαθαν ποτέ. Δίπλα του, ο Ζαν Λινιέ˙ ο πιο πιστός αξιωματικός και παιδικός του φίλος απ’ τις γειτονιές της Κορσικής. Τον Μάρτιο της ίδιας χρονιάς, μια άγρια, τρικυμισμένη νύχτα, η Σοφία Σινιώρη, μια υπέροχη γυναίκα, στη δίνη ενός αναπάντεχου, μοιραίου έρωτα, φυγαδεύεται από την Κρήτη στη Μάνη, και κατόπιν στην Πεντέλη, για να καταλήξει στο Παρίσι, συνοδεία του Μπερναρντέν, ενός απόστρατου αξιωματικού. Πάνω από δύο αιώνες μετά, η Σοφί Λινιέ, ένα κορίτσι τού σήμερα στην πρωτεύουσα πόλη της Γαλλίας, τη μέρα που αποχαιρετά τη μητέρα της, Λιμπερτέ, για το μεγάλο ταξίδι, ανακαλύπτει ένα από χρόνια κρυμμένο μυστικό σε έναν παλιό πίνακα ζωγραφικής. Τα βήματά της θα την οδηγήσουν στη νοτιότερη γωνιά της Ευρώπης, την Κρήτη, και μετά στην Πεντέλη, σε έναν έρημο πύργο.
Zorra Neale Hurston
«Barracoon: Η ιστορία του τελευταίου σκλάβου»
Μετάφραση: Αντώνης Καλοκύρης
Εκδόσεις: Παπαδόπουλος
Σελίδες: 224
Έπρεπε να περάσουν 90 χρόνια για να τολμήσει κάποιος να εκδώσει στην Αμερική την προσωπική μαρτυρία του Κούτζο Λούις, του τελευταίου, το 1931, εν ζωή σκλάβου που μεταφέρθηκε από την Αφρική στις ΗΠΑ. Τώρα η ιδιωματική του φωνή ακούγεται και στα ελληνικά. Μεταξύ 1927 και 1931 η ανθρωπολόγος Ζόρα Νιλ Χέρστον ταξίδεψε στην Αλαμπάμα για να μιλήσει εκ βαθέων με τον 90χρονο Κούτζο Λούις, πρώην σκλάβο, τον τελευταίο εν ζωή́ μάρτυρα αυτής της γενοκτονικής διαδικασίας. Ο Κούτζο μοιράστηκε τις αναμνήσεις του από την τραγωδία της αιχμαλώτισής του –πενήντα ολόκληρα χρόνια μετά την απαγόρευση του διατλαντικού εμπορίου σκλάβων– και από την παραμονή του στα barracoon, τους ειδικούς στρατώνες όπου οι δουλέμποροι φυλάκιζαν τους μαύρους σκλάβους πριν τους στοιβάξουν σαν άψυχα τσουβάλια στα αμπάρια των πλοίων τους.