—
Ο Ν Υ Χ Τ Ε Ρ Ι Ν Ο Σ Κ Η Π Ο Σ Τ Ο Υ
Φ Ρ Ε Ν Ο Κ Ο Μ Ε Ι Ο Υ
της Ελίζαμπεθ Τζένινγκς
—
Η κραυγή της κουκουβάγιας γδέρνει τη σιγαλιά.
Φράχτες οι κουρτίνες και πίσω τους
οι βραγιές βολεύουν σε στρωτές σειρές.
Σε λίγο θ’ αναστατωθούν.
Ο κήπος δεν ξέρει τίποτα για την αρρώστια.
Ξέρει μονάχα για τη νωθρή ανταύγεια
των άστρων, το στάλαγμα του φεγγαριού· ξέρει
γιατί, πελούζες και βραγιές έχουν ισοπεδωθεί.
Και τότε η πληρότητα συντρίβεται.
Μια κραυγή ανθρώπινη διαπερνάει τ’ όνειρο.
Έν’ άγριο χέρι συνθλίβει έν’ ανοιχτό τριαντάφυλλο.
Είμαστε μαγεμένοι, γητεμένοι.
Μετάφραση: Σπύρος Τσακνιάς