Είναι κοινή διαπίστωση πως τα τελευταία χρόνια ο σύγχρονος χορός συνεχίζει με σταθερά βήματα και αμείωτους ρυθμούς την εξέλιξή του, ενώ το θέατρο διανύει περίοδο στασιμότητας. Αυτό απεδείχθη περίτρανα κι από όσα είδα στο φετινό Festival d’Automne. Ειδικά σε ότι αφορά τη γαλλική παραγωγή, η βαθιά κρίση που διέρχεται το θέατρό τους (βλ. αντίστοιχη ανταπόκριση από το Festival d’Automne, αλλά και από την καλοκαιρινή Αβινιόν), κάνει ακόμα πιο εμφανή την άνοιξη του χορού.
Τιμώμενο πρόσωπο του φετινού Φεστιβάλ, ένας από τους μύθους του σύγχρονου χορού, ένας από τους ανθρώπους που άλλαξαν και διαμόρφωσαν τη γλώσσα του ανοίγοντας δρόμο για τους επερχόμενους, ο μυθικός Ουίλιαμ Φόρσαïθ. Το πορτραίτο του περιελάμβανε τα Limb’s Theorem και Ρεπερτόριο με το Μπαλέτο της Όπερας της Λυών (του δικού μας Γιώργου Λούκου), τα Steptext / Neue Suite / In the Middle, Somewhat Elevated με το Μπαλέτο της Όπερας της Δρέσδης, και τη Σπουδή #3 με την ολόδική του The Forsythe Company. «Βλέποντας μια χορογραφία του Φόρσαïθ, καταλαβαίνω τι σκέφτεται», μου έλεγε λίγο παλαιότερα ο Ζερόμ Μπελ (θα αναφερθώ και σε αυτόν σε λίγο). Πόσο δίκιο είχε! Μπορεί κανείς σε κάθε του δουλειά, παρόλο που ο χορός του είναι μη αφηγηματικός, να διακρίνει τόσο τη θεματολογία που τον απασχολεί, όσο και τον προβληματισμό του πάνω στην ίδια την κίνηση. Και πάνω απ’ όλα, αυτό που αποτελεί τη σφραγίδα όλων των μεγάλων δημιουργών: βλέποντας κανείς οποιαδήποτε δουλειά του, καταλαβαίνει αμέσως πως είναι δική του, αναγνωρίζει αμέσως το προσωπικό του ύφος χωρίς να χρειάζεται να τον ενημερώσει κανείς πως πρόκειται για Φόρσαïθ. Και παντού βλέπει κανείς το πώς από τον κλασικό χορό, οι προσωπικές του αναζητήσεις τον οδήγησαν στο να αλλάξει την ίδια τη γλώσσα της τέχνης του, ανοίγοντας το δρόμο για τους περισσότερους από τους δημιουργούς που ακολούθησαν. Και κάτι ακόμα, που προσωπικά με γοητεύει κάθε φορά: μια αίσθηση ημιτελούς, ανολοκλήρωτου, σχεδόν ανοικτής πρόβας, σαν να φτάνει ως ένα σημείο και να σταματά, περνώντας την έρευνα σε κάτι άλλο.
Η Μαγκί Μαρέν, με σαράντα σχεδόν χρόνια παρουσίας, είναι μια εμβληματική μορφή του σύγχρονου γαλλικού χορού. Παραμένει εξαιρετικά δραστήρια, και δεν διστάζει να δοκιμαστεί σε αρκετά διαφορετικές κατευθύνσεις. Η καινούρια της δουλειά ΒΙΤ, που παρουσιάστηκε στο Théâtre des Abbesses στα πλαίσια του Φεστιβάλ του Φθινοπώρου, συγκαταλέγεται στις καλύτερές της των τελευταίων ετών. Η ευφυέστατη χορογράφος δείχνει να απελευθερώνεται με τα χρόνια από κάθε σύμβαση, κι ωριμότητά της την οδηγεί σε μονοπάτια όλο και πιο συναρπαστικά. Ο ομαδικός χορός που αποτελεί τον κορμό του ΒΙΤ, και θυμίζει δικούς μας παραδοσιακούς χορούς, της επιτρέπει να κάνει ένα σχόλιο πάνω στη λειτουργία της κοινωνίας και της ανθρώπινες σχέσεις που καθηλώνει με τη διεισδυτικότητά του. Βασικό μέλος της ομάδας της, η γνώριμή μας Δάφνη Κουτσάφτη δείχνει στόφα σπουδαίας χορεύτριας. Σύμφωνα με τις πληροφορίες μου, μάλλον θα το χαρούμε και στην Αθήνα. Μην το χάσετε.
Κι ο Ζερόμ Μπελ παρών στο Festival d’Automne, με δύο παλαιότερες παραγωγές του. Μια με τίτλο το όνομά του, Ζερόμ Μπελ, κι άλλη ένα σόλο με τίτλο το όνομα του χορευτή που πρωταγωνιστεί, αλλά και θέμα τον ίδιο, το Σεντρίκ Αντριέ. Το πρώτο, με τους ολόγυμνους πρωταγωνιστές του, θέτει το ερώτημα της σκηνικής γλώσσας, της δυνατότητας της αναπαράστασης και της αλήθειας του σώματος. Το δεύτερο δίνει το λόγο στον ερμηνευτή. Ο Σεντρίκ Αντριέ, με ρούχα πρόβας, μας αφηγείται τη συναρπαστική του διαδρομή, που πέρασε από τον Μερς Κανιγχαμ και κατέληξε στο Μπαλέτο της Όπερας της Λυών, καταθέτοντας την εμπειρία του και δείχνοντας το «παραδείγματος χάριν» με το ίδιο του το κορμί.
Της ίδιας γενιάς, σχολής και λογικής με τον Μπελ, ο Ξαβιέ λε Ρουά με την καινούρια του δουλειά Χωρίς Τίτλο, συνεχίζει την απολύτως προσωπική, αλλά και συναρπαστική του πορεία στη διερεύνηση της σχέσης θεατή και θεάματος, αλλά και της ίδιας της λογικής της αναπαράστασης.
Και θα ρωτούσε κανείς: δεν υπήρξαν, λοιπόν, αστοχίες, στις επιλογές των φετινών παραστάσεων χορού του Φεστιβάλ του Φθινοπώρου; Μα φυσικά και υπήρξαν! Η ιταλίδα Κλαούντια Τριότζι, με το Μπούμερανγκ ή Η Επιστροφή στον Εαυτό σου, έδειξε να ακολουθεί το δρόμο ενός προσωπικού, σχεδόν παραληρηματικού hysteria show, στα χνάρια της πρώτης διδάξασας ισπανίδας Ανχέλικα Λίντελ (νομίζω πως εκπρόσωπος του ίδιου ύφους στα καθ’ ημάς είναι η Λένα Κιτσοπούλου). Η σκέψη πως αυτή η τάση ενδέχεται να εξελιχθεί σε σχολή διεθνώς, ειλικρινά με πλημμυρίζει με τρόμο…