Η ημέρα της ακρόασης του νέου άλμπουμ του Ορέστη Ντάντου με τίτλο «Προσάναμμα», μας βρίσκει στον φιλόξενο χώρο του Black Duck στην Αθήνα, να «περιεργαζόμαστε» ένα, ένα τα κομμάτια του πίνοντας καφέ και τρώγοντας πρωινό. Εννέα συνθέσεις, τόσο διαφορετικές μα παράλληλα εναρμονισμένες μεταξύ τους, συγκροτούν την ποικιλόμορφη ηχητική ταυτότητα του νέου δίσκου.
Ενάμισης περίπου χρόνος χρειάστηκε για να ολοκληρωθεί και να φτάσει στ’ αυτιά μας, και ο Ορέστης Ντάντος από το 2009 όταν και μας συστήθηκε με το άλμπουμ «Είναι κι άλλοι σαν εμάς» μέχρι και σήμερα, καταφέρνει να διατηρεί μία ρομαντική αντίληψη για τη μουσική, εκείνη που τη θέτει στο επίκεντρο, και θεωρεί πως το παν είναι να μπορείς να ανατριχιάζεις ως ακροατής με αυτό που ακούς.
Στα ηχεία παίζει πρώτο το κομμάτι «Ζάλογγο», με ένα αρκετά κοινωνικό περιεχόμενο στους στίχους του, για να το διαδεχθεί το «Έπιασα τον εαυτό μου», το πιο σκοτεινό κομμάτι του άλμπουμ. Το τρίτο κομμάτι «Μικρό κομμάτι αγάπη», έχει ήδη οπτικοποιηθεί κι αποτελεί το πρώτο single του δίσκου. Το «Μια κι έξω» τρυπώνει απ’ τα πρώτα δευτερόλεπτα στ’ αυτιά μου, τόσο λόγω του hip hop και πιο funk στοιχείου που κυριαρχεί στη μελωδία του, όσο και λόγω της «επιθετικής» του διάθεσης και των πολλών στίχων του. Το συγκεκριμένο κομμάτι αποτελεί το 2ο single, κι όπως μας ανέφερε ο Ορέστης, το έγραψε ενώ βρισκόταν καθ’οδόν για Τρίπολη και το ηχογράφησε στο κινητό του.
Σειρά έχει το «Αναστενάρηδες», ένα κομμάτι που έγραψε όταν ήταν περίπου 25 χρονών κι αποτελεί ένα από τα παλιότερα του δίσκου. Η μελωδία του συναντά τη γκάιντα και τη θρακιώτικη παράδοση και οι στίχοι μας μιλούν γι’ αυτό ακριβώς που λέει ο τίτλος του: για τους αναστενάρηδες, ή αλλιώς εκείνους που χορεύουν με γυμνά πόδια σε αναμμένα κάρβουνα. Πονούν άραγε πραγματικά ή όχι; Μήπως πονούν κι απλά δε το δείχνουν; Αναρωτιέται ο Ορέστης… Το έκτο κομμάτι του άλμπουμ «Σκάβω τρύπες» είναι εκείνο που θα μπορούσαμε να πούμε πως ηχητικά ξεφεύγει λίγο περισσότερο από τα υπόλοιπα, με το «Έχω χάρτες» να το διαδέχεται και να μας προσκαλεί σε μία διαδρομή στην οποία θα χαράξουμε τον δικό μας, ξεχωριστό χάρτη.
Το «Αγρίμι» είναι το πιο ερωτικό κομμάτι του δίσκου, εξαγριωμένο όπως και ο τίτλος του, γιατί αν ο έρωτας είναι μόνο ευχάριστος, τι νόημα έχει; Στο ένατο και τελευταίο κομμάτι «Δαιμόνια», διασταυρώνονται οι προσωπικές εμμονές του ερμηνευτή, αλλά και οι επιρροές του από το rock των 70s, καθιστώντας το ως δικό του αγαπημένο.
Το τέλος της εκδήλωσης για την ακρόαση του νέου του άλμπουμ μας ξύπνησε την επιθυμία να τον γνωρίσουμε καλύτερα, κι έτσι καλέσαμε τον Ορέστη Ντάντο να απαντήσει στις ερωτήσεις της Popaganda…
Από το 2009 όταν και κυκλοφόρησες το πρώτο σου album μέχρι και σήμερα, μερικές ημέρες μετά την κυκλοφορία του νέου άλμπουμ “Προσάναμμα”, υπάρχουν στοιχεία που έχουν διαφοροποιηθεί τόσο στη διαδικασία σύνθεσης όσο και στη γενικότερη ταυτότητα του ήχου σου; Όταν πρωτοξεκίνησα το 2009 και γενικά στην πρώτη φάση υπήρχαν έντονα οι ας πούμε νεανικές φαντασιώσεις για το πώς θα ήθελα να είμαι και πως θα ήθελα να είναι ο ήχος μου. Όσο πιο μικρός είσαι τόσο πιο πολύ επηρεάζεσαι από την εικόνα που έχεις φτιάξει για τον εαυτό σου, αυτό το παιδικό όνειρο του τύπου «τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;». Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να έχεις εμμονές απέναντι στο υλικό σου και στρεβλώσεις για το ποιος πραγματικά είσαι καλλιτεχνικά. Νομίζω ότι τώρα πια απαλλάχτηκα από τις εικόνες που φτιάχνω για μένα και σε αυτό το δίσκο αφέθηκα να υπηρετήσω ενορχηστρωτικά και ερμηνευτικά το κάθε τραγούδι αδιαφορώντας για το αν τελικά θα έβγαινε εξωστρεφές ποπ («Μικρό κομμάτι αγάπη», «Αγρίμι») ή ηλεκτρικό με παραδοσιακά στοιχεία («Αναστενάρηδες», «Χάρτες») ή πιο χιπχοπίζον («Μια κι έξω»)
Τι να περιμένουμε να δούμε από εσένα στα πλαίσια της προώθησης του νέου δίσκου; Περισσότερες ζωντανές εμφανίσεις. Αυτό είναι το βασικό.
Τι είναι αυτό που σε ενοχλεί περισσότερο στη καθημερινότητα κι έχεις ενδεχομένως επιχειρήσει να “καταπολεμήσεις” μέσα από τη ρομαντική σκοπιά της μουσικής σου; Με στενοχωρεί πολύ ο τρόπος που αντιμετωπίζει ο περισσότερος κόσμος την ύπαρξή του. Οι πιο πολλοί άνθρωποι δεν αναρωτιούνται για τίποτα, δεν ψάχνουν τίποτα, δεν καλλιεργούν την ψυχή τους. Πάντα πίστευα ότι όλα πηγάζουν από την προσωπική ευαισθησία του καθενός. Δεν μπορεί να περιμένεις κοινωνική και δημοκρατική συνείδηση από ανθρώπους χοντρόπετσους, από αυτούς που «στα άστρα βλέπουν μόνο ζώδια». Εγώ δεν προσπαθώ να καταπολεμήσω κάτι. Θεωρώ απλά ότι η τέχνη συμβάλει στην βελτίωση της ποιότητας των ανθρώπων και άνθρωποι με περιεχόμενο δεν φανατίζονται εύκολα, δεν γίνονται οπαδοί, δεν παπαγαλίζουν ό,τι τους πουν και έτσι είναι έτοιμοι να υπερασπιστούν την ελευθερία τους.
Έχεις γοητευτεί ποτέ από τα μουσικά “trends” και το αποκαλούμενο “hype”; Θα ακολουθούσες άλλον προσανατολισμό στην ηχητική σου ταυτότητα προκειμένου ο ήχος σου να φτάσει σε παραπάνω αυτιά; Πολλές φορές βγαίνουν αριστουργήματα στο πλαίσιο της μουσικής μόδας κάθε εποχής. Εννοείται ότι πολλές φορές έχω πάθει πλάκα με τραγούδια που σε γενικές γραμμές δεν μου αρέσει το είδος στο οποίο ανήκουν. Εγώ σνομπ ως ακροατής δεν υπήρξα ποτέ. Δεν είχα ποτέ ιδεοληψία στα μουσικά μου γούστα. Σέβομαι οτιδήποτε καταφέρνει να με συγκινήσει όμως ποτέ δε θα έκανα «τακτικές» ήχου πάνω στο υλικό μου για περισσότερη αποδοχή.
Με το τραγούδι ασχολούμαι για να έχω χορτασμένα τα δαιμόνια μου και να σώζω την ψυχή μου. Άμα ήθελα να την πουλήσω στο διάβολο θα μπλεκόμουν με άλλα είδη μουσικής που έχουν πραγματικά μεγάλο κοινό στη χώρα όχι με το περιθώριο στο οποίο αναφέρομαι με αυτό που κάνω.
Την ημέρα της παρουσίασης του άλμπουμ ανέφερες πως ο κόσμος θέλεις πρώτα να έχει συγκινηθεί ακούγοντας τα κομμάτια σου, και στη συνέχεια η ώρα που βρίσκεσαι στη σκηνή να αποτελεί ένα δεύτερο σημείο συνάντησης μεταξύ σας. Έχουν υπάρξει αντιδράσεις θαυμαστών σου όλα αυτά τα χρόνια που να έχεις ξεχωρίσει; Θυμάμαι μια κοπέλα που την ταλαιπωρούσε το μυαλό της (έτσι μου ‘πε), είχε φουντάρει ανεπιτυχώς κι από μια ταράτσα, να μου λέει συγκινημένη πόσο την βοήθησε να συνέλθει το «θα πάω όταν γουστάρω». Ήταν μια από τις δυνατές στιγμές επαφής με το «άγνωστο» κοινό.
Το hip hop κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος στις προτιμήσεις της νεολαίας. Θα έλεγα μάλιστα πως στο κομμάτι “Μια κι έξω” συναντάμε ορισμένα hip hop στοιχεία στον ρυθμό. Ποια είναι η άποψή σου για την κουλτούρα του συγκεκριμένου είδους; Δεν είμαι σούπερ γνώστης του είδους αλλά υπάρχουν μεμονωμένες περιπτώσεις που με έχουν συναρπάσει. Ενημερώνομαι συχνά και λόγω των μαθητών μου. Το ελληνικό χιπ χοπ είναι για τους τωρινούς έφηβους ότι ήταν το ελληνόφωνο ροκ για μας τη δεκαετία του 90. Ό,τι πιο ανατρεπτικό και εκτός των «παγιωμένων», ειδικά στιχουργικά, συμβαίνει εκεί. Έχω πιάσει τον εαυτό μου να γουστάρει με «Λεξ» και «Ταφ Λάθος» ας πούμε. Αυτό, όμως, που με απωθεί πάντα είναι η οπαδική συμπεριφορά του μεγαλύτερου μέρους αυτού του κοινού. Είμαι κατά των οπαδών από όπου κι αν προέρχονται.
Υπάρχουν καλλιτέχνες με τους οποίους θα ήθελες να συνεργαστείς μελλοντικά; Ναι, με τους Xaxakes.