Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 στη Γλασκώβη, ο Bobby Gillespie έγινε φίλος με τον Jim Beattie. Τους ένωσε η αγάπη τους για το garage των 60s, το punk των 70s και αρκετές ακόμα στιγμές της μουσικής του 20ου αιώνα. Παιδιά της εργατικής τάξης και οι δύο, για τα οποία το σχολείο ήταν μια πραγματικότητα που έπρεπε να υπομείνουν, συνειδητοποίησαν από νωρίς τις δυνατότητες της μουσικής ως μέσο διαφυγής και ανακάλυψης.
Κάπως έτσι γεννήθηκαν οι θρυλικοί Primal Scream, και, παρόλο που το αξεπέραστο album τους Screamadelica, του 1991, θα ήταν από μόνο του αρκετό ώστε να μνημονεύονται στην αιωνιότητα, το group δεν σταμάτησε έκτοτε να δοκιμάζει νέα πράγματα, να γράφει το ένα τραγούδι μετά το άλλο και να χαρίζει στο κοινό του δυναμικές εμφανίσεις.
Μία από αυτές θα έχουμε τη χαρά να απολαύσουμε την Παρασκευή 21 Ιουλίου, στο Release Athens 2023 και τη μεγάλη επιστροφή των Primal Scream στη χώρα μας, μετά από σχεδόν 15 χρόνια. Υπόσχονται να μας χαρίσουν το μεγαλύτερο show που έχουν δώσει ποτέ στην Ελλάδα, και μαζί με τους – επίσης θρυλικούς – Prodigy, να μας προσφέρουν μια από τις πιο σημαντικές βραδιές των τελευταίων ετών.
Λίγο πριν αυτό συμβεί, συγκεντρώσαμε 10 κομμάτια των Primal Scream που έχουμε χορέψει και τραγουδήσει περισσότερο, από τα late 80s μέχρι το πρόσφατο παρελθόν. Αν και η δημοφιλής διασκευή στο Some Velvet Morning του Lee Hazzlewood, με τη συμμετοχή της Kate Moss, τους ανατίναξε στη σφαίρα του mainstream, τα τραγούδια που τους ανέδειξαν σε ένα από τα επιδραστικότερα alternative/indie/acid house group του πλανήτη, είναι πολλά, πολλά περισσότερα.
https://www.youtube.com/watch?v=-7N2TA8yMQM
Μετά από δύο δεκαετίες που τα ναρκωτικά, οι ακολασίες και τα leather pants είχαν διαμορφώσει τη μουσική βιομηχανία (και μια ολόκληρη κουλτούρα), για κάποιους φαινόταν ξεκαρδιστικό ότι οι Primal Scream συγκαταλέχθηκαν στο C86, τo mixtape που κυκλοφόρησε από το NME το 1986 και περιελάμβανε νέα indie συγκροτήματα που ανήκαν σε ανεξάρτητες βρετανικές δισκογραφικές. Το Velocity Girl όμως – το αρχικά B-side track του δεύτερου single τους Crystal Crescent (1986) – κατάφερε να γίνει το εναρκτήριο κομμάτι του επιδραστικού C86. Το κομμάτι προμήνυε το ενδιαφέρον του τραγουδιστή Bobby Gillespie για την πιο σκοτεινή πλευρά της ζωής, καθώς περιγράφει ένα κορίτσι που κάνει ενδοφλέβια ένεση βότκας. Αντέχοντας στον χρόνο και έχοντας σημαδέψει αρκετές μέρες και νύχτες μας, το τραγούδι θαυμάστηκε και από τους θρυλικούς Stone Roses (και η αλήθεια είναι πως η ομοιότητα του Velocity Girl με το Made of Stone είναι αισθητή).
https://www.youtube.com/watch?v=pIs2M77gsiM
Δύο άλμπουμ των Primal Scream προηγήθηκαν του εφευρετικού και κλασικού πλέον Screamadelica του 1991: το ντεμπούτο τους Sonic Flower Groove του 1987 και η ομότιτλη συνέχεια του 1989. Κανένας δίσκος δεν σημάδεψε περισσότερο το συγκρότημα ως κάτι “ξεχωριστά ξεχωριστό” από το Screamadelica, και ίσως οι Primal Scream να είχαν ξεθωριάσει πολύ νωρίς αν δεν ήταν εκείνο το remix του DJ Andrew Weatherall: Το I’m Losing More Than I’ll Have αναγγενήθηκε ως Loaded και η Μ. Βρετανία είχε τον πρώτο της υπέροχο indie-dance δίσκο, ένα ηχητικό τοτέμ για μια γενιά που επιδιώκει να συμφιλιώσει τις rock ‘n’ roll, κιθαριστικές καταβολές της, με την house, την club κουλτούρα και τα επαναλαμβανόμενα beats. Ο λόγος ύπαρξης και ανάδειξης του τραγουδιού σε σύμβολο ολόκληρης της acid house σκηνής, είναι αποτυπωμένος στους στίχους του: We wanna get loaded and we wanna have a good time / We’re gonna have a good time, we’re gonna have a party.
https://www.youtube.com/watch?v=Tx-2_JcKkSk
Ο Alan McGee, το αφεντικό της δισκογραφικής Creation των Primal Scream, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εδραίωση του συγκροτήματος στο acid house είδος. Έχοντας μετακομίσει από το Λονδίνο στο Μάντσεστερ για ένα χρόνο το 1989, για να βρεθεί στο επίκεντρο ενός από τα μεγαλύτερα νεανικά μουσικά φαινόμενα που είχε γνωρίσει η Μ. Βρετανία μετά το punk, βρέθηκε σε ένα κλίμα πειραματισμού και ολονύχτιας κραιπάλης, κατά το οποίο “μαγειρεύτηκε” το Screamadelica. Χαιρετίστηκε ως ένα instant classic άλμπουμ με την κυκλοφορία του το 1991, κέρδισε το βραβείο Mercury και γεφύρωσε το ανούσιο χάσμα μεταξύ της rock και των φρέσκων beats. Το funky breakbeat, τα εκπληκτικά gospel φωνητικά και έγχορδα, συνθέτουν μια δημιουργία που βρίσκει στον πυρήνα της πολυάριθμα μουσικά στυλ: rock ‘n’ roll, blues, soul, house – γίνονται όλα τους ένα, πανηγυρικά, ευφορικά και εκστατικά, για να γιορτάσουν τη ζωή και τη λαχτάρα του συγκροτήματος να κάνει την υπέρβαση.
https://www.youtube.com/watch?v=YHjVIBDYgXg
Ίσως κανένα τραγούδι, και σίγουρα κανένας τίτλος, δεν συνοψίζει τους Primal Scream της εποχής του Screamadelica καλύτερα από το Higher Than the Sun. «Είναι σαν ένα τεράστιο άλμα σε έναν άλλο πλανήτη», είχε πει ο Gillespie γι’ αυτήν την ηχητική προσέγγιση-απόρροια μιας παραισθησιογόνου εμπειρίας – όταν κυκλοφόρησε ως sinle τον Ιούνιο του 1991. “I’m beautiful, I wasn’t born to follow,” μας τραγουδάει. “I live just for today, I don’t care ’bout tomorrow / What I got in my head you can’t buy, steal or borrow”, συνεχίζει. Οι Primal Scream βρίσκονταν βαθιά στο momentum τους: Ένα αιθέριο ηχητικό παρασκεύασμα από dubby bass, synths και μεθυστικά beats, που, μπορεί να μην ταιριάζουν τόσο για χορό, όμως προσφέρουν απαλές και αναζωογονητικές ταλαντεύσεις, ιδανικές για μια ημι-ζελεμένη κατάσταση σε κάποιο πάρτυ. Το Higher Than the Sun εξακολουθεί να οραματίζεται το μέλλον.
https://www.youtube.com/watch?v=G3oAHER-fbw
Παρά το γεγονός ότι τους χάρισε τη μεγαλύτερη ραδιοφωνική επιτυχία της καριέρας τους με το κομμάτι Rocks, το άλμπουμ Give Out But Don’t Give Up του 1994 έμοιαζε με μια βουτιά στο κενό μετά την κυκλοφορία του Screamadelica. Εκτός από τους εθισμούς στην ηρωίνη (μια περιοδεία στις ΗΠΑ με τους Depeche Mode παραλίγο να οδηγήσει στο θάνατο των μελών και των δύο συγκροτημάτων), οι Primal Scream είχαν αναπτύξει μια εμμονή με το κλασικό rock, την funk και τα blues των ΗΠΑ. Πέρα από το Rocks, τo εκπληκτικό (I’m Gonna) Cry Myself Blind, έμοιαζε για πολλούς με μια όαση μέσα στον δίσκο, και μια στιγμή ανάπαυσης από τη μετριότητά του. Πρόκειται για ένα αρμονικό country/soul τραγούδι που γοήτευσε μέχρι και τον Mick Jagger. Στο επίκεντρο των στίχων του, βρίσκονται τα σωματικά και ψυχικά μακροβούτια από την κορυφή στην οποία είχε συνηθίσει να βρίσκεται το γκρουπ, παλεύοντας με νύχια και με δόντια να ανακάμψει.
https://www.youtube.com/watch?v=4UrZKIzvZZE
Στις αρχές των 90s, οι Oasis και η Britpop ήρθαν για να ανοίξουν ένα νέο, καταλυτικό κεφάλαιο στην ιστορία της μουσικής. Μια καινούρια κατεύθυνση διαφαινόταν πιο αναγκαία από ποτέ για τους Primal Scream, καθώς το βρετανικό μουσικό τοπίο άλλαζε σημαντικά. Πέρα από τον ήχο τους, ο αέρας ανανέωσης έφτασε με τον ερχομό του Gary “Mani” Mounfield, πρώην μπασίστα των Stone Roses, ο οποίος αντάμωσε τους Scream για να συνεισφέρει σε μερικά τραγούδια του άλμπουμ Vanishing Point (1997). Επρόκειτο για ένα περιπετειώδες, εστιασμένο σε Krautrock beats, dub και rock ‘n’ roll στοιχεία πείραμα, που τους βοήθησε να μαζέψουν τα κομμάτια τους μετά την κυκλοφορία του Give Out But Don’t Give Up. Το κομμάτι Kowalski είναι εκείνο που ξεχωρίζει στον δίσκο, αποτελώντας music theme της ομότιτλης underground road ταινίας, Vanishing Point. Η προσθήκη του κομματιού στην ταινία, αποδείχθηκε ως μια προσπάθεια των Primal Scream να αναδείξουν τη δική τους παράνοια και φοβία που προκαλείται από τα ναρκωτικά – ίσως περισσότερο από τη σχέση του ίδιου του πρωταγωνιστή με αυτά.
https://www.youtube.com/watch?v=Jc4WIsgAVOI
Ο Gillespie απέτισε έναν υπέροχο φόρο τιμής στους εμβληματικούς The Jesus and Mary Chain, των οποίων υπήρξε ντράμερ στην εποχή του συναρπαστικού Psychocandy. Το cover στο ομότιτλο κομμάτι του δεύτερου άλμπουμ των Mary Chain, Darklands, βρίσκει τους Primal Scream να βάζουν τη δική τους πινελιά σε ένα τραγούδι-ύμνο στον μηδενισμό και τη σύγχυση, αντικαθιστώντας τις κιθάρες με το αρμόνιο, τα synthesizers και τα samples – όλα ιδανικά πλαισιωμένα από το drumming του Gillespie το οποίο χαρακτήρισε την εποχή που υπήρξε μέλος των Jesus and Mary Chain. “Τεντωμένο” σε έξι εξαιρετικά λεπτά, το track είναι ένα αξιομνημόνευτο αντικείμενο νοσταλγίας και τρυφερότητας, από ένα συγκρότημα που ετοιμαζόταν να εισέλθει στην πιο οργισμένη και πιο ασυμβίβαστη φάση του.
https://www.youtube.com/watch?v=JD624SmJOCo
Το Accelerator, το τελευταίο single από το album των Primal Scream, Creation, είναι μοχθηρό και ξεσηκωτικό: Οι κιθάρες μοιάζουν να δαιμονίζονται και δημιουργούν τα πιο punk-rock τρεισήμισι λεπτά στα οποία έχουν βάλει ποτέ την υπογραφή τους οι Primal Scream. Είναι ένα από τα πολλά πρόσωπα του άλμπουμ XTRMNTR του 2000, που ανέδειξε την πολιτικοποιημένη όψη των Primal Scream, οι οποίοι εμφανίζονται στους στίχους του να κηρύσσουν πόλεμο κατά της «στρατιωτικο-βιομηχανικής ψευδαίσθησης της δημοκρατίας». Το Accelerator, είναι το δημιούργημα μιας μπάντας που δεν βρίσκεται στη μεγάλη στιγμή της, προσπαθεί όμως να ξεφύγει προς ένα λιγότερο μπερδεμένο αύριο.
https://www.youtube.com/watch?v=zjgtKurydCE
Θα μπορούσε να είναι δημιούργημα ενός κράματος των New Order, των Velvet Undergorund και των Neu!: Το κομμάτι Shoot Speed/Kill Light (επίσης από το XTRMNTR), είναι ένα ανεβαστικό ψυχεδελικό διαμάντι που καθοδηγείται από μία χαοτική, fuzzed-out μπασογραμμή, η οποία συνδυάζεται στη συνέχεια ιδανικά με το αδυσώπητο παίξιμο του ντράμερ Darrin Mooney. Η φωνή του Gillespie μεταποιείται σε έναν ρομποτικό κρότο που ξεστομίζει επαναλαμβανόμενα τις τέσσερις λέξεις του τίτλου. Κάθε μία από αυτές, ταιριάζει και ανταποκρίνεται ιδανικά στο τότε era των Primal Scream, που διψούσε για βίαιη εξέγερση, μηδενισμό, υπέρβαση και καταστροφή.
https://www.youtube.com/watch?v=bdCraT9_wk4
Αν και μεσολάβησαν 13 ολόκληρα χρόνια μέχρι το επόμενο πραγματικά υπέροχο κομμάτι των Primal Scream, μετά την κυκλοφορία του XTRMNTR, αυτό ήρθε στο album τους More Light και ακούει στο όνομα “2013”. Το More Light, αντικατοπτρίζει την πρόθεση της μπάντας να γεράσει επαίσχυντα. Στο διάρκειας εννέα λεπτών psych-rock τραγούδι, το σαξοφωνιστικό riff αλά Stooges και οι ατμοσφαιρικές κιθάρες, το καθιστούν ως την πιο γλυκιά προσφορά των Primal Scream στη μουσική, από την εποχή του Accelerator. Οι στίχοι του Gillespie γίνονται όλο και πιο ανατριχιαστικοί όσο περνούν τα χρόνια: “What happened to the voices of dissent? / Getting rich I guess … They’ve sanitised the freaks!”, λέει γεμάτος θυμό για τις αξίες που θυσιάζονται στον βωμό του χρήματος.