Είναι ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Ισπανούς συγγραφείς, πολύπτυχος και απρόβλεπτος, ευρηματικός στις επιλογές του και πρωτοποριακός στη διαχείριση των ποικίλων εμμονών του. Έχει κάνει ρεπορτάζ, έχει γράψει ποιήματα και διαφόρων ειδών μυθιστορήματα, ενώ έχει δημοσιεύσει και μερικά ιδιαίτερα οξυδερκή πολιτικά, κοινωνικά ακόμη και γαστρονομικά δοκίμια.
Αλλά -πάνω απ’ όλα- ο Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν (1939- 2003), ο δημιουργός του περίφημου ντετέκτιβ Πέπε Καρβάλιο, κατάφερε να ανανεώσει το αστυνομικό μυθιστόρημα αναμειγνύοντας το θρίλερ, την κατασκοπεία και το σασπένς με τις πολιτικές και κοινωνικές παραμέτρους της εποχής του.
Οι περιπέτειες του μελαγχολικού και μηδενιστή Πέπε Καρβάλιο κάνουν την εμφάνισή τους στο μυθιστόρημα «Εγώ σκότωσα τον Κέννεντυ» (1972) για να αποκτήσει -ευθύς εξαρχής- ευρεία αποδοχή και αναγνώριση. Ένας χαρακτήρας που βρίσκεται στον αντίποδα του κλασσικού ιδιωτικού ντετέκτιβ, διαθέτοντας μια περίπλοκη και αντιθετική προσωπικότητα, ένας καθρέφτης -θα έλεγε κανείς- της κοινωνίας στην οποία ζει, ένας κυνικός παρατηρητής, αλλά και ειρωνικός σχολιαστής της. Ο Καρβάλιο είναι στην ουσία δημοσιογράφος, όπως και ο Μονταλμπάν, κάποιος που ακολουθεί πιστά τη παλιά συμβουλή του σιναφιού «να βλέπεις, να ακούς, να διηγείσαι». Ο ήρωας μεγαλώνει την εποχή του Φράνκο, γίνεται μέλος του Κομουνιστικού Κόμματος και εκτίει ποινή δύο ετών ως πολιτικός κρατούμενος που προδόθηκε από τους συντρόφους του. Στην συνέχεια, εγκαταλείπει την Ισπανία και πηγαίνει στην Αμερική, όπου γίνεται πράκτορας της CIA, για να επιστρέψει λίγο μετά στη Βαρκελώνη και να ανοίξει δικό του γραφείο ερευνών.
Είναι παθιασμένος μάγειρας, λάτρης του καλού φαγητού, του ποτού και της γυναίκας, αλλά και ένας «επικίνδυνος επιζών» σε μια Βαρκελώνη που είναι το κέντρο του κόσμου του. Μία σχεδόν εξωτική νουάρ πόλη, για την οποία ο Μονταλμπάν ανησυχούσε εν όψει τον αλλαγών που αναμένονταν λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων. Μια Βαρκελώνη που αλλάζει, χωρίς όμως να αποκόπτεται από το παρελθόν της. Κάποια ίχνη νοσταλγίας, αλλά και μια διάχυτη απογοήτευση για την αστική πρόοδο, εναλλάσσονται συνεχώς με τρυφερές αναμνήσεις από την παιδική ηλικία ενός συγγραφέα που ήξερε όσο ελάχιστοι να διαπιστώνει τα κακώς κείμενα και να τα διατυπώνει με έναν απροκάλυπτο κυνισμό που κάποιες φορές σπάει κόκαλα.
Ο Μονταλμπάν σκιαγραφεί παραστατικά την πορεία της ισπανικής κοινωνίας από τον Φράνκο και μετά: Η ανθρώπινη κωμωδία του συναποτελείται από νεόπλουτους επιχειρηματίες, διεφθαρμένους πολιτικούς, τους απαραίτητους καλλιτεχνικούς κύκλους, την ταχύτατη άνοδο όλων τους στα χρόνια της δημοκρατίας, καθώς βέβαια και τις αποσκευές τους από ένα -όχι και τόσο μακρινό- σκοτεινό παρελθόν. Όσο για την παρούσα έκδοση με τίτλο «Τατουάζ», που πρωτοεκδόθηκε το 1974, είναι μία από τις πλέον συναρπαστικές ιστορίες του Ισπανού συγγραφέα. Σε μια παραλία της Βαρκελώνης ξεβράζεται το άψυχο σώμα ενός νεαρού άνδρα. Το μόνο στοιχείο που μπορεί να οδηγήσει στην ταυτοποίησή του -καθώς το πρόσωπό του το έχουν φάει τα ψάρια- είναι ένα τατουάζ στην ωμοπλάτη του: «Γεννήθηκα για να βάλω φωτιά στην Κόλαση». Αυτή είναι η αρχή του αινίγματος. Τώρα πρέπει να βρεθεί ένα όνομα, να εξακριβωθεί η ταυτότητα του νεκρού. Αρχικά, η αστυνομία υποψιάζεται ότι το έγκλημα σχετίζεται -με κάποιον τρόπο- με τους εμπόρους ναρκωτικών και τους οίκους ανοχής της πόλης.
Ο Πέπε Καρβάλιο, ωστόσο, έχει άλλη άποψη για την ουσία της υπόθεσης και ταξιδεύει στη Νίκαια και το Άμστερνταμ και να βρει τις απαντήσεις στα ανατριχιαστικά ερωτήματα. Συνδέοντας την Ιστορία με την κοινωνική πραγματικότητα, ο Μονταλμπάν αναδεικνύει -για ακόμη μία φορά- υποδειγματικά το εύρος και τα όρια της αστυνομικής λογοτεχνίας. «Στην ουσία, μέσα από τη ματιά του Πέπε Καρβάλιο», εξηγεί ο συγγραφέας, «ζούμε το πέρασμα από τα χρόνια της δεκαετίας του εξήντα -όταν ο κόσμος πίστευε πως όλα είναι δυνατά- στη σημερινή απογοήτευση χωρίς μέλλον». Και, πράγματι, ο κόσμος του -με όχημα την πολιτική βία και τη διαφθορά- διαρκώς μεταβάλλεται, οι άνθρωποι χάνουν την ταυτότητά τους, οι μύθοι καταρρέουν. Και οι ήρωές του πάντα ακροβατούν ανάμεσα στην ελπίδα και τη διάψευση, την ειρωνεία και τη νοσταλγία, όποτε τουλάχιστον μπορούν να αντιπαρέλθουν τον κυνισμό μιας ολόκληρης εποχής που δεν λέει να περάσει – της εποχής της δικής μας…
Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν
«Τατουάζ»
Μετάφραση: Αγγελική Βασιλάκου
Επίμετρο: Ελένη Παπαγεωργίου
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες: 264
Ελένη Γαληνού
«Η κατάρα των Μάγιερ»
Εκδόσεις: Διόπτρα
Σελίδες: 432
Η Ιρίνα ξέρει ότι είναι υιοθετημένη και ότι οι μοναδικές συγγενείς της, γιαγιά και θεία, ζουν αποτραβηγμένες κάπου στη βόρεια Ελλάδα. Παρά την αντίθετη άποψη της θετής της μητέρας, αποφασίζει να επισκεφθεί το σπίτι όπου γεννήθηκε και εγκατέλειψε μωρό, για να τις γνωρίσει και να τις καλέσει στον γάμο της. Από την πρώτη κιόλας στιγμή που πατάει το πόδι της σε εκείνο το σπίτι γεννιέται μέσα της μια περίεργη αίσθηση. Ο χρόνος φαίνεται σαν να έχει σταματήσει, τόσο για το σπίτι όσο και για τους ενοίκους του, και ένα πέπλο μυστηρίου καλύπτει τα πάντα. Σύντομα θα βρεθεί αντιμέτωπη με ανορθόδοξα γεγονότα και ακραίες καταστάσεις, καθώς μια καλά κρυμμένη αλήθεια ζητά να βγει στο φως. Και αυτή θα είναι μόνο η αρχή. Σφοδροί έρωτες, προδοσίες, θάνατοι, ίντριγκες και αποκαλύψεις θα αρχίσουν να αναδύονται από το παρελθόν, ανατρέποντας όλα τα δεδομένα.
Αλέξανδρος Ίσαρης
«Έξι περίπατοι. Προσκέφαλο με φύλλα λεμονιάς»
Εκδόσεις: Κίχλη
Σελίδες: 80
Το βιβλίο «Έξι περίπατοι – Προσκέφαλο με φύλλα λεμονιάς» περιλαμβάνει κείμενα που αξιοποιούν και μεταπλάθουν αυτοβιογραφική ύλη. Στο πρώτο κείμενο περιγράφονται αναμνήσεις από τους περιπάτους που έκανε ο Αλέξανδρος Ίσαρης σε τόπους που αγάπησε: από τον Οξύλιθο της Εύβοιας, όπου φιλοξενούνταν στο σπίτι της Μίνας Ζάννα, από τον περίπατο που συνήθιζε να κάνει με φίλους στη γενέθλια πόλη των Σερρών, από το Βερολίνο, από τα καλοκαίρια στον Πύργο της Τήνου, από τις αλησμόνητες διαμονές του στη Βιέννη, καθώς και από τη δεκαεξάχρονη περίοδο που έζησε στην προ του μεγάλου σεισμού μυθική Θεσσαλονίκη. Το «Προσκέφαλο με φύλλα λεμονιάς» γεννήθηκε από τη βαθιά βιωματική σχέση του Ίσαρη με την Τήνο. Σε αυτό διηγείται πώς οδηγήθηκε στην απόφαση να αγοράσει έναν τάφο στο νεκροταφείο του Πύργου. Πρόκειται για ένα αφήγημα που μιλάει για το θάνατο μέσα από την κατάφαση της ζωής και μας προτρέπει, σύμφωνα με τη ρήση της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, «να περάσουμε στο θάνατο με τα μάτια ανοιχτά».
Ευγενία Μπογιάνου
«Φανή»
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες: 264
Η Φανή κινείται στους δρόμους μιας Αθήνας καθημαγμένης από την κρίση. Είναι είκοσι χρονών, περπατά ασταμάτητα μέσα στην κίνηση των γεγονότων, με το μυαλό της να δουλεύει επίσης ασταμάτητα. Ξέρει με ποιους είναι και με ποιους όχι. Ή μήπως δεν είναι έτσι ακριβώς; Τι γίνεται όταν τα όρια ανάμεσα στο καλό και το κακό συγχέονται; Όταν δεν είναι ξεκάθαρο ποιο είναι το σωστό και ποιο το λάθος; Πόσο μπορεί η ερωτική επιθυμία να αμβλύνει την κριτική σκέψη; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα τα οποία παλεύει να απαντήσει. Όλα αυτά από την οπτική μιας κοπέλας που γεννήθηκε στις αρχές του ’90, της Φανής, μιας φοιτήτριας, που μεγάλωσε σε μονογονεϊκή οικογένεια χωρίς καμία καταπίεση και που τώρα ζει σε ένα διαμέρισμα της Ασκληπιού, στο κέντρο της Αθήνας.