3

Τον Ιούλιο του 2000 η Αθήνα έβραζε από έναν φρικτό καύσωνα. Οι δρόμοι είχαν σχεδόν ρευστοποιηθεί σε μία καυτή υγρή πίσσα. Το κέντρο της Αθήνας μέρα μεσημέρι στις αρχές του μήνα, έμοιαζε με υψικάμινο που περιμένει να τροφοδοτηθεί με καινούργια ανθρώπινη σάρκα για να εκτονωθούν οι μηχανές της. Ασκόφερνα πατώντας στα βρώμικα πλακάκια της Πανεπιστημίου, σε μία διαδρομή που ξεκίνησε από το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία και κατέληγε… δεν ήξερα και γω πού.

Δεν ήξερα πού πουλάνε σπαθιά κατάνα, τα αυθεντικά – αυτά επιθυμούσε να αγοράσει ο Lou, από την Αθήνα. Είχε βρεθεί εδώ στο πλαίσιο της πανευρωπαϊκής περιοδείας του για την προώθηση του Ecstasy, ενός στριφνού, εσωτερικού album που αναφερόταν στις σχέσεις και στα αδιέξοδά του σχετικά με τη δύσκολη συνύπαρξή του με τους ανθρώπους. Η συναυλία έγινε στο Λυκαβητό στις 6 Ιουλίου, με πλήρη επιτυχία και με εκστασιασμένο το κοινό και τους κριτικούς και ας βρισκόταν σε μία περίοδο της καριέρας του όχι ιδιαίτερα δημοφιλή.

Λόγω της επαγγλεματικής θέσης μου τότε, στο τμήμα Promotion και Marketing της Warner Music Greece, ήμουν αυτός που πρόθυμα δήλωσα την προθυμία μου να είμαι εγώ αυτός που θα τον συνοδεύσει στη βόλτα του στην Αθήνα. Δεν ήξερα ότι ο Lou είχε ακριβώς εκείνη την εποχή “ψυχωθεί” με τις γιαπωνέζικες πολεμικές τέχνες και αναζητούσε σπαθιά κατάνα και ανάλογα παραφερνάλια της σχετικής κουλτούρας.

2

Βάδιζα δίπλα του ξεκινώντας από το Σύνταγμα, με την ανάσα μου να δυσκολεύεται από τον επιθετικό καύσωνα (έκοβες την καυτή μάζα με το μαχαίρι – κατάνα ή όχι- στην ατμόσφαιρα). Ή να δυσκολεύεται από το γεγονός ότι βρισκόμουν δίπλα σε ένα από τα πιο ισχυρά σύμβολα της μουσικής μου “παιδείας” στο μεγάλο αλώνι του rock. Αδυνατούσα να συλλάβω πλήρως ότι έκανα μία βόλτα δίπλα με τον άνθρωπο που αντάλλαξε συναισθηματικές και καλλιτεχνικές κουβέντες, ουσίες και υγρά με τον Bowie, με αυτόν που ο Warhol θεωρούσε αρσενική μούσα του στο Factory, και αντίπαλο δέος της Nico στους Velvet Underground, με τον Transformer του glam τρασβεστισμού, με τον “ποιητή” που ήταν ικανός για το θεόπνευστο και την επόμενη στιγμή για το φρικτό. Το φρικτότερο album που έχω ακούσει στη ζωή μου, το Metal Machine Music.

Μεταξύ ενός βομβαρδισμού ερωτήσεών μου, τον είχα ρωτήσει και αν φοβάται καθόλου για τη ζέστη που μπορεί να τον καταβάλλει λίγες ώρες πριν τη συναυλία του. Επίσης, αν φοβάται που είναι ο Lou Reed και βολτάρει μόνος του στην Αθήνα παρέα με έναν τύπο που για πρώτη φορά βλέπει στη ζωή του, ψάχνοντας για σπαθιά. Γύρισε το βλέμμα του πάνω μου και με μάτια σταθερά, αποστασιοποιημένα από οποιοδήποτε ίχνος δραματικής έκφρασης μου απάντησε: “Δεν ξέρεις τι σημαίνει να φοβάσαι.

Πάγωσα. Απτόητος συνέχισε “Δεν ξέρεις τι σημαίνει να βρίσκεσαι στο διάδρομο ενός σταδίου, να προχωράς προς την έξοδο και να ακούς ένα ποδοβολητό πίσω σου μυρίζοντας τη σκόνη, από ερεθισμένους ανθρώπους σε παροξυσμό που έρχονται κατά πάνω σου χωρίς να ξέρουν ακριβώς τι θέλουν από σένα. Και να απαγορεύεται να στρέψεις το βλέμμα σου να τους αντικρύσεις. Oh boy, δεν ξέρεις τι είναι φόβος.

LouReed_WarholMotion

Έμεινα βουβός. Δεν συνέχισα την κουβέντα για το ίδιο θέμα. Μάλλον φοβήθηκα. Γύρισε ήρεμα πάλι το κεφάλι του προς τα μπρος, συνεχίζοντας τη βόλτα μας προς αναζήτηση των κατάνα. Δεν έγραψα τότε πουθενά για την εμπειρία που είχα επί μισή μέρα μαζί με τον Lou Reed. Ήθελα το “δημοσιογραφικό θέμα” αυτό μόνο για την πάρτη μου. Το είχα αφηγηθεί μόνο σε κάποιους φίλους μου.

Σήμερα που ο Lou Reed, 71 ετών, έχει φύγει από τον κόσμο, νιώθω ότι μαζί του έχει φύγει και κείνος ο φόβος των “ερεθισμένων που σε κυνηγούν χωρίς κι αυτοί να ξέρουν γιατί”. Νιώθω ότι μπορώ να μοιραστώ τη μικρή ασήμαντη ιστορία μου για το φόβο και την αναζήτηση της κατάνα, παραλείποντας όλα τα υπόλοιπα που είπαμε τις έξι ώρες που περάσαμε μαζί στο αθηναϊκό κέντρο. Τα κατάνα τα βρήκαμε στην Μπενάκη. Τα παρήγγειλε να του τα στείλουν στο ξενοδοχείο. Ήταν ευχαριστημένος. Φαντάζομαι σήμερα, θα είναι από τα αγαπητά κτερίσματά του.

http://youtu.be/TjPuF-CYuic