Δεν είναι «απλά» το καστ, με βαριά ονόματα όπως των David Oyelowo (Selma), Dominic West (The Wire), Lily Collins (Rules Don’t Apply) και Olivia Colman (The Favourite).
Ούτε «απλά» ο συγγραφέας Andrew Davies, που μεταξύ πολλών άλλων έχει υπογράψει τα σενάρια για τις τηλεοπτικές μεταφορές κλασικών λογοτεχνικών έργων όπως το Vanity Fair του William Thackeray, το Περηφάνια και Προκατάληψη της Jane Austen, το Middlemarch της George Eliot και το Πόλεμος και Ειρήνη του Tolstoy.
Ούτε «απλά» η ούγια του BBC που εγγυάται τα υψηλότερα δυνατά production values.
Είναι και κάτι απλά συγκυριακό όσο το timing -τόσο σε ό,τι αφορά τη μικρότερη εικόνα της Γαλλίας εν μέσω των επεισοδιακών κινητοποιήσεων των «Κίτρινων Γιλέκων», όσο και σε ό,τι έχει να κάνει με τη μεγαλύτερη, αυτή της ζωής σε ένα κόσμο που ναι μεν ο παγκόσμιος πλούτος διαρκώς αυξάνεται, σωρεύεται όμως στα χέρια των (πάρα μα πάρα μα πάρα) πολύ λίγων ενώ ταυτόχρονα τα δισεκατομμύρια των φτωχών εξαθλιώνονται ολοένα και περισσότερο- που έχει αναγάγει τη νέα μίνι σειρά του BBC, Les Misérables σε μία από τις πιο πολυαναμενόμενες τηλεοπτικές παραγωγές του 2019. Η οποία σειρά έρχεται στο COSMOTE CINEMA 4HD τη Δευτέρα 31/12 στις 00.05, λίγες ώρες μετά την πρεμιέρα της στη Μ. Βρετανία, ενώ από τις 7 Ιανουαρίου, κάθε νέο επεισόδιο της σειράς θα προβάλλεται Δευτέρα βράδυ στις 20.00, λίγες ώρες μετά την πρεμιέρα του στο BBC.
Όπως λέει χαρακτηριστικά στην Popaganda ο Andrew Davies: «Στο δρόμο βλέπει κανείς ανθρώπους που ζητιανεύουν μέσα στη βροχή ενώ δίπλα τους περνάει κόσμος με τσάντες Chanel και Gucci φορέματα. Είμαστε όλοι κομμάτι του προβλήματος. Σήμερα, όπως και τότε, η κοινωνία είναι χωρισμένη ανάμεσα σε αυτούς που έχουν και σε αυτούς που δεν έχουν. Σήμερα, όπως και τότε, υπάρχει πολλή σκληρότητα στον κόσμο. Σήμερα σε όλη την Ευρώπη βλέπουμε την επιστροφή της ακροδεξιάς και των Ναζί στο προσκήνιο. Οπότε είναι μια καλή εποχή να αναρωτηθεί κανείς αν μία επανάσταση μπορεί να μας σώσει.»
Είναι όμως και κάτι άλλο, κάτι που διαφοροποιεί αυτή τη νέα εκδοχή των “Les Mis”, από τους συνειρμούς που γεννιούνται αυτοστιγμεί στον κοινό νου στο άκουσμα της λέξης «Ουγκώ» ίσως περισσότερο κι από ποτέ μετά την εν έτει 2012 οσκαρική πορεία της ταινίας με την Anne Hathaway, τον Hugh Jackman και τον Russell Crowe. Κάτι για το οποίο οι συντελεστές της σειράς, που η Popaganda συνάντησε στο κέντρο του Λονδίνου, στο κτίριο της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (BAFTA), έχουν να πουν πολλά. Ησυχία, παρακαλώ…
https://www.youtube.com/watch?v=isQGHwWyJ6k
Γιατί να δει κανείς ξανά τους «Άθλιους» σήμερα;
David Oyelowo (Ιαβέρης): Οι «Άθλιοι» παραμένουν επίκαιροι, είναι μία από εκείνες τις ιστορίες -όπως είναι για παράδειγμα και του Σέξπιρ ή του Ντίκενς- των οποίων η διαχρονικότητα είναι αδιαφιλονίκητη. Δεν έχουν όλοι οι συγγραφείς την ικανότητα να δημιουργήσουν μία ιστορία στην οποία θα καταπιάνονται με μερικά από τα πιο σημαντικά ζητήματα της ανθρωπότητας, όπως είναι η επανάσταση, η θρησκεία, η πάλη των κοινωνικών τάξεων, ο πόλεμος, το σεξ, η αγάπη, το μίσος, η κακία…
Erin Kellyman (Επονίνη): Ο ανεκπλήρωτος έρωτας είναι ένα θέμα που οι τέχνες θα εξερευνούν μέχρι το τέλος του κόσμου.
Andrew Davies (σεναριογράφος): Διάβασα όλο το βιβλίο προσεκτικά σχετικά πρόσφατα, πριν από έξι χρόνια, όταν με ρώτησαν αν θα με ενδιέφερε να γράψω το σενάριο για το BBC. Αμέσως ένιωσα ότι πρόκειται για κάτι επίκαιρο. Είναι μια ιστορία με την οποία μπορεί να ταυτιστεί ο καθένας, όπου κι αν ζει.
Adeel Akhtar (Θεναρδιέρος): Όλοι εμείς που η δουλειά μας είναι να λέμε ιστορίες, έχουμε κατά κάποιο τρόπο χρέος να εφιστούμε την προσοχή του κοινού στα σημαντικά ζητήματα. Όταν έχουμε την ευκαιρία ή το βήμα να μιλήσουμε για κάτι σημαντικό, πρέπει να το κάνουμε.
David Oyelowo (Ιαβέρης): Ζούμε σε μία εποχή πάρα πολύ έντονων πολιτικών ζυμώσεων και αναταράξεων σε όλο τον κόσμο. Ακόμη και στο trailer της σειράς υπάρχει κάτι που σχετίζεται πολύ έντονα με τη τη σημερινή πραγματικότητα. «Το Παρίσι είναι σαν κουτί με σπίρτα» λέει ένας ήρωας. Αν υπάρχει, λοιπόν, ένα έργο που παραμένει επίκαιρο -αναδεικνύοντας, μεταξύ άλλων, την ταξική ανισότητα και την αστυνομική βία- αυτό είναι οι «Άθλιοι». Αντικατοπτρίζοντας την εποχή μας δείχνει ότι οι άνθρωποι δεν μαθαίνουμε εύκολα…
Erin Kellyman (Επονίνη): Γι’ αυτό και πάντα θα υπάρχουν ανισότητες.
Adeel Akhtar (Θεναρδιέρος): Όταν με ρωτάνε τι κάνει αυτό το έργο τόσο επίκαιρο σήμερα, λέω το εξής: κοιτάξτε έξω από το παράθυρό σας τους ανθρώπους που η κοινωνία αφήνει στο περιθώριο. Κοιτάξτε τους πρόσφυγες. Κοιτάξτε τους άνεργους. Κοιτάξτε τους φτωχούς.
Andrew Davies (σεναριογράφος): Στο δρόμο βλέπεις ανθρώπους που ζητιανεύουν μέσα στη βροχή ενώ δίπλα τους περνάει κόσμος με τσάντες Chanel και Gucci φορέματα. Είμαστε όλοι κομμάτι του προβλήματος. Σήμερα, όπως και τότε, η κοινωνία είναι χωρισμένη ανάμεσα σε αυτούς που έχουν και σε αυτούς που δεν έχουν. Σήμερα, όπως και τότε, υπάρχει πολλή σκληρότητα στον κόσμο. Σήμερα σε όλη την Ευρώπη βλέπουμε την επιστροφή της ακροδεξιάς και των Ναζί στο προσκήνιο. Οπότε είναι μια καλή εποχή να αναρωτηθεί κανείς αν μία επανάσταση μπορεί να μας σώσει.
Γιατί θα είναι διαφορετικοί οι «Άθλιοι» στη μικρή οθόνη;
David Oyelowo (Ιαβέρης): Αυτό που ξεχωρίζει τη δική μας βερσιόν είναι το πόσο πολύ καταφέρνουμε να εμβαθύνουμε σε κάθε χαρακτήρα και κάθε πλευρά της ιστορίας. Είναι απλό: εκ των πραγμάτων μία δίωρη ταινία δεν μπορεί να πάει εκεί που πηγαίνουμε εμείς με αυτή την σειρά έξι επεισοδίων.
Adeel Akhtar (Θεναρδιέρος): Έχουμε πολύ περισσότερο χρόνο να εξερευνήσουμε και να παρουσιάσουμε πιο ολοκληρωμένο το παζλ της ζωής του κάθε ήρωα, με όλα τα διαφορετικά στοιχεία, άλλοτε κωμικά, άλλοτε τραγικά και άλλοτε παράλογα.
Erin Kellyman (Επονίνη): Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια παραγωγή έξι ωρών, είναι πολύ περισσότερες οι πληροφορίες και οι λεπτομέρειες του βιβλίου που θα φτάσουν τελικά στους τηλεθεατές. Συμβαίνουν πολύ περισσότερα πράγματα, δεν ξέρω πώς αλλιώς να το πω.
Adeel Akhtar (Θεναρδιέρος): Είναι κάπως σαν την ερευνητική δημοσιογραφία. Ένα πολυσέλιδο ρεπορτάζ είναι σίγουρα πιο πλήρες από ένα δίστηλο.
Lily Collins (Φαντίνα): Ο κάθε ηθοποιός έχει τον δικό του αέρα, ένα προσωπικό στυλ με το οποίο θα προσπαθήσει να αποδώσει έναν ήρωα, όσο γνωστός και πολυπαιγμένος κι αν είναι. Στο στάδιο της προπαραγωγής, ένα από τα πράγματα που μου είπε ο Tom Shankland (σ.σ. σκηνοθέτης) ήταν το εξής: «θέλω να ξεχάσεις το μιούζικαλ και κάθε εκδοχή του έργου που έχεις παρακολουθήσει και να ασχοληθείς μόνο με το κείμενο. Δεν σε διάλεξα τυχαία, όπως και κανέναν άλλο από τους ηθοποιούς. Θέλουμε να δούμε εσένα μέσα σε αυτό το ρόλο. Δεν πρόκειται για εκμοντερνισμό, ούτε έχουμε την αγωνία να το παρουσιάσουμε ως κάτι φρέσκο. Θέλουμε απλά να παρουσιάσουμε τη δική μας εκδοχή πάνω σε ένα από τα πιο κλασικά έργα».
Andrew Davies (σεναριογράφος): Στο βιβλίο ο Ιαβέρης απλά τυχαίνει να βρεθεί εκεί όπου είναι ο «εξιλεωμένος» Γιάννης Αγιάννης και οι δύο άντρες δεν αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλο. Όμως, ας το σκεφτούμε λίγο πιο προσεκτικά: θα ήταν ποτέ δυνατόν δύο άντρες που η ζωή έφερε τόσο κοντά, να ξεχάσουν ο ένας τον άλλο; Οπότε πήρα την ελευθερία να κάνω μερικές αλλαγές, όπως ότι ο Javert συνειδητά κυνηγάει τον Γιάννη Αγιάννη και όταν τον εντοπίζει ξέρουν και οι δύο ποιος είναι ο άλλος αλλά κανένας δεν το ομολογεί και αυτό δίνει άλλη ένταση στο έργο. Συγνώμη Βίκτωρ Ουγκό που δεν το σκέφτηκες πριν από μένα!
Tom Shankland (σκηνοθέτης): Το βιβλίο είναι γεμάτο από σκηνές απίστευτης έντασης που ο Andrew απέδωσε με απαράμιλλη μαεστρία στο σενάριο. Ελπίζω, λοιπόν, κι εγώ να κατάφερα να τις απεικονίσω. Είναι όμως δύσκολο να προβλέψω ποιες θα ξεχωρίσει το κοινό.
David Oyelowo (Ιαβέρης): Είναι σχεδόν ανήκουστο να συμφωνήσεις σε μία δουλειά, να κάνεις γυρίσματα για έξι μήνες και να μην αλλάξει ούτε μία λέξη από το σενάριο. Τόσο καλογραμμένο είναι το σενάριο του Andrew.
Erin Kellyman (Επονίνη): Χαρακτηριστικό της σειράς είναι και το πολυφυλετικό καστ. Προέκυψε όμως εντελώς αβίαστα. Κανείς δεν επιλέχθηκε για το ρόλο του με βάση ένα μεγαλύτερο σχέδιο ώστε να εκπροσωπείται στη σειρά κάθε χρώμα δέρματος.
David Oyelowo (Ιαβέρης): Αυτό που με ευχαριστεί ιδιαίτερα είναι ότι πήραμε ένα γαλλικό βιβλίο 150 ετών και το μεταφέραμε στον αγγλικό τρόπο ζωής, κάτι που μου φαίνεται πιο σημαντικό και από το να συζητάμε για το πολυφυλετικό καστ. Νομίζω ότι προσπαθήσαμε να πούμε μια ιστορία με έναν τρόπο που να αντικατοπτρίζει και τον κόσμο στον οποίο ζούμε σήμερα. Δεν έχει νόημα να δημιουργήσεις ένα τέτοιο έργο αν έχει να κάνει μόνο με την ιστορική του διάσταση. Το σημαντικό είναι να βρεις τον τρόπο που «μιλάει» στο σήμερα.
Γιατί κάνουν όσα κάνουν οι ήρωες;
David Oyelowo (Ιαβέρης): Ο Ιαβέρης -και πιστεύω ότι σε αυτό δεν έχουν δώσει αρκετή βάση όλες οι προηγούμενες εκδοχές των «Αθλίων»- είναι κάποιος που γεννήθηκε στη φυλακή. Είναι απόγονος εγκληματιών και γι’ αυτό ακριβώς έχει μία πολύ ιδιαίτερη σχέση με την εγκληματικότητα, ένα ασίγαστο μίσος. Είναι σχεδόν σαν να μισεί τον ίδιο του τον εαυτό εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο μεγάλωσε.
Lily Collins (Φαντίνα): Η Φαντίνα ξεκινά ως νεαρή cosette σε ένα εργοστάσιο του Παρισιού όπου εργάζεται με κορδέλες και υφάσματα. Είναι άβγαλτη και αφελής και ερωτεύεται ένα νέον άντρα που θεωρεί υπεράνω κάθε υποψίας αλλά μόλις αποκτήσει το παιδί του την εγκαταλείπει, οπότε εκείνη μένει μόνη της να πρέπει να μεγαλώσει την κόρη της. Δεν βγάζει όμως αρκετά χρήματα δουλεύοντας στο εργοστάσιο, οπότε φεύγει και αναζητά άλλους τρόπους να βγάλει τα προς το ζην. Στο μεταξύ αφήνει προσωρινά την κόρη της στους Θεναρδιέρους που πιστεύει ότι είναι καλοί άνθρωποι αλλά εκείνοι της λένε διαρκώς ψέματα. Η Φαντίνα μέσα από μία αλληλουχία γεγονότων αναγκάζεται να πουλήσει τα μαλλιά και τα δόντια της και να γίνει πόρνη. Τελικά αρρωσταίνει βαριά και πεθαίνει. Είναι τραγική η ιστορία της αλλά ακριβώς επειδή κάνει ό,τι κάνει για χάρη του παιδιού της, για μένα αντιπροσωπεύει μία ασίγαστη ελπίδα. Κάπως σαν ένα φως μέσα στο απόλυτο σκοτάδι.
Andrew Davies (σεναριογράφος): Όταν ήμουν μικρός είχε πέσει στα χέρια μου μία συλλογή με αποσπάσματα από κλασικά λογοτεχνικά έργα, ανάμεσά τους και οι «Άθλιοι». Εκεί λοιπόν διάβασα τη σκηνή όπου ο ιερέας δίνει στον πρόσφατα αποφυλακισμένο Γιάννη Αγιάννη όλα τα κηροπήγια της εκκλησίας για να τα λιώσει, να πουλήσει το ασήμι και να ξαναφτιάξει τη ζωή του. Τότε σκέφτηκα ότι δεν θα το έκανα με τίποτα στη θέση του. Δεν θα εμπιστευόμουν ένα ρεμάλι σαν τον Γιάννη Αγιάννη. Με έναν τρόπο η μνήμη αυτής της παιδικής μου αντίδρασης διατηρήθηκε μέσα μου, γι’ αυτό και αποφάσισα να παρουσιάσω τον Γιάννη Αγιάννη στην αρχή της σειράς ως κάποιον πολύ τρομακτικό που μισεί την κοινωνία, ίσως για να αναδείξω ακόμη περισσότερο τη σημασία της εξιλέωσής του, ότι ένας τέτοιος άνθρωπος κατέληξε τόσο γλυκός και δοτικός.
David Oyelowo (Ιαβέρης): Ο Γιάννης Αγιάννης αντιπροσωπεύει για τον Ιαβέρη κάτι που θα μπορούσε να γίνει και ο ίδιος. Γι’ αυτό τον απεχθάνεται και τον καταδιώκει με τέτοιο μένος. Αναγάγει σε σκοπό της ζωής του να τον εξαφανίσει από τον πλανήτη.
Andrew Davies (σεναριογράφος): Έχω δώσει μεγάλη έμφαση στη διαμάχη των δύο ανδρών από τις πρώτες σκηνές, στη φυλακή. Ο Ιαβέρης έχει βάλει στο μάτι τον Γιάννη Αγιάννη, τον μισεί, γιατί δεν μπορεί να τον «σπάσει» με τίποτα και δεν καταλαβαίνει από που πηγάζει η δύναμή του. Αναρωτηθήκαμε μήπως σε αυτή την εμμονή του παίζει ρόλο κάποια ερωτική έλξη…
Tom Shankland (σκηνοθέτης): Ναι, λάβαμε υπ’ όψιν ότι ίσως να υπάρχει μία υποσυνείδητη ερωτική έλξη από τη μεριά του Ιαβέρη. Αλλά πήραμε συνειδητά την απόφαση να μην αναδείξουμε αυτό το ενδεχόμενο, γιατί ακόμη κι αν υπήρχε στο πίσω μέρος του μυαλού του Ουγκό, το απέδωσε με ένα τρόπο που…δεν είναι εκεί. Όμως και ο Γιάννης Αγιάννης χρειάζεται τον Ιαβέρη εξίσου στη ζωή του, γιατί μέσα του πιστεύει για τον εαυτό του ότι του αξίζει η τιμωρία. Είναι μία συναρπαστική χημεία. Η ραχοκοκαλιά αυτής της επικής ιστορίας που είναι γεμάτη από ενδιαφέροντες ήρωες.
Adeel Akhtar (Θεναρδιέρος): Σαν και το ζευγάρι των Θεναρδιέρων, που προσπαθούν στη ζωή τους να αρπάξουν όσο το δυνατόν περισσότερα, όσο πιο γρήγορα μπορούν. Είναι τόσο απελπισμένοι που καταλήγουν να κάνουν μερικά ανίερα πράγματα. Πρέπει να πω ότι ήταν τιμή μου να παίζω μαζί με την Ολίβια Κολμαν. Είναι απίστευτη ηθοποιός, με σπάνιο εύρος. Μπορεί να κάνει κωμωδία, μπορεί να κάνει δράμα, μπορεί να κάνει τα πάντα. Και είναι καταπληκτικός άνθρωπος, είναι υπέροχο να είσαι μαζί της στο σετ.
David Oyelowo (Ιαβέρης): Αν είσαι άνθρωπος, οφείλεις να κατανοείς την ανάγκη κάποιου για εξιλέωση και πρέπει να επιτρέπεις στον εαυτό σου να συγχωρεί. Ο Γιάννης Αγιάννης στην αρχή του έργου είναι εγκληματίας και η κοινωνία τον εγκαταλείπει στο περιθώριο. Αυτό που συμβαίνει όσο η ιστορία εκτυλίσσεται είναι ότι αναζητά, βρίσκει και κερδίζει την εξιλέωση, κάτι με το οποίο ο δικός μου ήρωας δεν μπορεί να συμφιλιωθεί γιατί πορεύεται με μία άλλη λογική, η οποία θα μπορούσε να πει κανείς ότι οδήγησε και στη γαλλική επανάσταση: είσαι φτωχός ή πλούσιος, είσαι γαλαζοαίματος ή άνθρωπος της διπλανής πόρτας, δεν υπάρχει χώρος για μεσαία τάξη. Αυτή η κατάσταση είναι κάτι με το οποίο κατά τη γνώμη μου κάθε άνθρωπος μπορεί να σχετιστεί.
Γιατί οι «Άθλιοι» αυτή τη φορά δεν θα πουν ούτε ένα τραγούδι;
Lily Collins (Φαντίνα): Μπορεί να μην αρέσει σε όλους αυτό που ετοιμάσαμε. Αλλά δεν μπορείς να σκέφτεσαι έτσι όταν δουλεύεις. Προφανώς δεν πρόκειται για μιούζικαλ και αυτό μπορεί να ξενίσει κάποιους. Αλλά δεν αρέσουν και σε όλους τα μιούζικαλ, σωστά;
David Oyelowo (Ιαβέρης): Είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που δεν ξέρουν ότι οι «Άθλιοι» είναι βιβλίο, νομίζουν ότι είναι απλά ένα μιούζικαλ, που κάποια στιγμή έγινε ταινία που έφτασε στα Όσκαρ. Ένας φαν του μιούζικαλ, στη δική μας εκδοχή θα μπορέσει να εμβαθύνει σε πράγματα που στην ταινία πέρασαν στα ψιλά.
Tom Shankland (σκηνοθέτης): Όσο απίστευτο κι αν ακούγεται, μέχρι να αναλάβω τη σκηνοθεσία της σειράς δεν είχε τύχει να δω τους «Άθλιους» σε καμία άλλη μεταφορά και αποφάσισα συνειδητά να μην το κάνω στη συνέχεια για να κρατήσω το μυαλό μου καθαρό και ανεπηρέαστο. Δεν υπήρξε λοιπόν ούτε μία στιγμή που να είχα το άγχος της σύγκρισης με κάτι που είχε γίνει στο παρελθόν. Ήταν μια κατάσταση περίεργης αθωότητας.
Erin Kellyman (Επονίνη): Νιώθω μεγάλη ανακούφιση που δεν είναι μιούζικαλ. Δεν μπορώ να τραγουδήσω.
Andrew Davies (σεναριογράφος): Είχα μόλις αρχίσει να φτιάχνω το σκελετό της δικής μου απόδοσης, όταν είδα το μιούζικαλ. Δεν θα κρύψω ότι το βρήκα αποκρουστικό. Το μίσησα. Οι στίχοι μου φάνηκαν απαίσιοι, για πέταμα και μόλις μία-δύο μελωδίες άξιζαν. Έδειχνε μόνο ένα πολύ μικρό κομμάτι του βιβλίου, σαν ερασιτεχνική σχολική παράσταση.
Lily Collins (Φαντίνα): Ξέρεις ότι στο σχολείο έπαιξα στους «Άθλιους»;
Andrew Davies (σεναριογράφος): Έγινε κάτι σαν αποστολή μου να σώσω τους «Άθλιους» από το μιούζικαλ. Ναι, ξέρω ότι κάποιοι το λατρεύουν. Αυτό που ελπίζω είναι να καταλάβουν πόσα πράγματα ακόμη υπάρχουν σε αυτή την ιστορία που τους αρέσει, πράγματα που εμείς θα δείξουμε.