Ήταν Οκτώβριος του 1985 στη βιομηχανική περιοχή του Μοσχάτου…
Η εισαγωγή του μπάσου των Μυστικών Κήπων από τον Διογένη ακουγόταν από το αναλογικό πολυκάναλο μαγνητόφωνο στα ηχεία του στούντιο 111. Τα τύμπανα του Σπύρου, με πρώτα τα πιατίνια, έκαναν την εμφάνισή τους λίγα δευτερόλεπτα αργότερα μέσα στο κομμάτι. Οι έξτρα πρόβες που έκαναν οι δύο τους στο στούντιο στο Δάσος εξασφάλισαν τη γρήγορη και χωρίς διορθώσεις αποτύπωση της rhythm section στην ταινία.
Ο ηχολήπτης μας ο Κώστας Αρνιώτης ανεβοκατέβαζε faders και ανοιγόκλεινε κουμπιά, αποκαλύπτοντας στα τέσσερα, μεταξύ 19-21 χρόνων, μέλη του γκρουπ που κάθονταν δίπλα του, στα δεξιά του και στα αριστερά του, κάποια από τα μυστικά των συχνοτήτων και της επεξεργασίας τους, των στουντιακών εφέ και της ενσωμάτωσής τους στη σύνθεση. Ηχητικά μυστικά που κρύβονταν στο πολύπλοκο σύμπαν των καναλιών της κονσόλας του ήχου.
Ήμασταν ακόμα μακριά από το τελικό αποτέλεσμα και την ολοκλήρωση του πρώτου μας δίσκου αλλά ήδη η πρώτη αυτή προσπάθεια για να αποτυπώσουμε τη μουσική μας σε ένα επαγγελματικό recording περιβάλλον μας προκαλούσε ανάμικτα συναισθήματα αμηχανίας και άγχους αλλά και χαράς και ανυπομονησίας.
Ο Τάκης, φορώντας τα ακουστικά του και κοιτώντας εμάς μέσα στο control room που ανυπομονούσαμε να ακούσουμε την κιθάρα του πάνω στα ήδη ηχογραφημένα, ήταν έτοιμος να ηχογραφήσει τα ανάποδα ακόρντα και τα arpeggios με την λευκή Telecaster που είχε οπλίσει με chorus από την Κorg πεταλιέρα του. Ο Πέτρος έχοντας στη σειρά δίπλα του ένα pint με καφέ, ένα με γάλα και ένα με μπύρα, έγραψε με ένα take το σόλο του σαξόφωνου που έδενε παράξενα με τη μελόντικα. Η φωνή που ερχόταν μέσα από σκοτεινά δωμάτια και μυστικούς κήπους, έδινε στο χώρο και στο πέρασμα του χρόνου περίεργες διακυμάνσεις και αυξομοιώσεις.
Ήταν Οκτώβριος του 1985 στη βιομηχανική περιοχή του Μοσχάτου στην Αθήνα.
Ενισχυτές, πολλοί ενισχυτές…
Τα Χρώματα ήταν ο concept δίσκος μας με δύο ενότητες. Στην πρώτη έκδοσή του βινυλίου οι ενότητες αυτές είχαν χωριστεί ανά πλευρά. Στην πρώτη πλευρά, στα τραγούδια που βρίσκονταν «Στο Φως Από Χίλιους Ήλιους», ενώ στα τραγούδια της δεύτερης πλευράς λυσσομανούσαν οι «Ωκεανοί Της Νύχτας».
Το σκοτάδι στο εξώφυλλο γεννούσε τους τρεις πλανήτες, τον Ήλιο, το Φεγγάρι και τον Κρόνο, στο οπισθόφυλλο γεννούσε την μπάντα, τα συναισθήματα που έβγαιναν στο φως, τη ζωή και το θάνατο, κάθε κομμάτι από τις ζωές μας που περνάει και χάνεται.
Στο Αction Studio, στο κέντρο της Αθήνας, ο Hardy, στο στούντιο του οποίου στο Βερολίνο είχαμε γράψει τον ομώνυμο τρίτο δίσκο, έστηνε για τον Σωτήρη έναν τοίχο από ενισχυτές κιθάρας. Τα μικρόφωνα αιχμαλώτιζαν διαφορετικές εντάσεις και ηχοχρώματα από ενισχυτές και πετάλια και ήχος της κιθάρας σου ορμούσε από κάθε γωνιά της αχανούς αίθουσας που ήταν παλαιότερα κινηματογράφος.
Το άλλοτε καθαρό, άλλοτε φαζαριστό μπάσο του Διογένη και το Gretsch drumset με τα δύο βαθιά και τα άπειρα πιατίνια του Γιάννη έχτιζαν ογκώδη ηχοτοπία και χώρους, περνούσαν μέσα από τη vintage κονσόλα του studio και αποτυπώνονταν μαζί στην πολυκάναλη ταινία. Η φωνή ταξίδευε σαν ελεύθερο κύμα σε διαφορετικές εποχές και πλανήτες και οι στίχοι κοιτούσαν στα άγρια βάθη του μέσα και του έξω.
Ο δίσκος κυκλοφόρησε τον Ιούλιο του 1996.
Οι Μυστικοί Κήποι και τα Χρώματα επανακυκλοφορούν από τη Labyrinth of Thoughts.