Στα 5
Louis Clark, “Hooked On Mozart”
η πρώτη μουσική ανάμνηση που έχω, είναι μάλλον διάφορες συγκεχυμένες, αλλά χμμ, θυμάμαι ξεκάθαρα να ειμαι στο πίσω κάθισμα του αλφα ρομέο 33 προσπαθώντας να κοιμηθώ, και οι γονείς μου να ακούνε τα ζεστά ποτά, και εγω να αναρωτιέμαι τι ειναι κιτρινο χαρτί, και τι παει να πει φλιπάρω και τι σημαίνει λιγοθυμάει. επίσης, θυμάμαι την μάνα μου να μου βάζει να ακούσω την συνέλευση των ποντικών (από το όταν σου λεω πορτοκάλι), γιατί μας είχαν πει αυτη την ιστορία στο σχολείο, και άξιζε τον κόπο μάλλον να ακούσω το τραγούδι.
επίσης, ο πρώτος πρώτος δίσκος που με καθίσανε να ακούσω ήταν το bridge over troubled water, και το αγαπημένο μου τραγούδι ήταν το el condor pasa, και για την ακρίβεια το πρώτο μου σκυλί το είπαμε κόνδορα μόνο και μόνο για το τραγούδι. πωπω, ακούγονται σούπερ αφελή όλα αυτά, αλλά είναι λογικό μάλλον. εκεί γυρω στα 7 με έστειλε ο πατέρας μου να μάθω αρμόνιο.
οπότε ναι, επίσης θυμάμαι τον πατέρα μου πάλι να έχει στο αυτοκίνητο το hooked on classics σε κασέτα και επισης να ακούω μόνος μου (πάλι μέσα στο αμάξι) στο σπίτι στους γιωργιανούς τις τέσσερις εποχές του βιβάλντι και να μην καταλαβαίνω τι μου γίνεται. για κάποια χρόνια εκεί στην δευτέρα, τρίτη, τετάρτη δημοτικού ένιωθα ότι μου άρεσε μόνο η “κλασική” μουσική, και με βάλανε να δω και το αμαντέους, που ήταν σοκαριστική εμπειρία, με την τρομακτική έννοια του σόκ, αλλά ναι, κάπως έτσι ήταν.
πφφ, από μικρός κάθυστερ.
Στα 10
Pink Floyd, “Jugband Blues”
ναι, κάπου εδώ πάνω κάτω άρχισα να ακούω πιό έντονα μουσική, κάνοντας ένα upgrade από τον μότσαρτ. από τα 10 μέχρι τα 15 μου το αγαπημένο μου συγκρότημα ήταν οι pink floyd, το πρώτο που άκουσα ήταν το division bell όταν βγήκε το 1994, και θυμάμαι τον πατέρα μου να το αγοράζει από τον μαρινόπουλο στην βέροια, και γω να ειμαι στραβωμένος γιατί ήθελα να μου αγοράσουν ένα καπέλο και δεν μου το πήραν, και σκεφτόμουν “γιατί ο μπαμπάς μου αγόρασε ένα ακριβό σιντί και εγώ δεν μπορώ να αγοράσω ένα φτηνό καπέλο?”, βέβαια στην πορεία αποδείχτηκε πόσο πολύ the joke is on me, γιατί ένας από τους λόγους που βιοπορίζομαι (έστω και με δυσκολία προφανώς) από την μουσική είναι οι δίσκοι του πατέρα μου που τους ξεκώλιασα σαμπλάροντας τους 4 και 5 και 6 φορές τον καθένα. (ευχαριστώ λεωνίδα, κυρίως για τον λούτσιο)
ναι, pink floyd, ξεκίνησα από τους δίσκους στο σπίτι, dark side, wish you were here, animals, the wall, και εκείνες τις μέρες είδα και στην τηλεόραση το live τους στο earls court, και μετά ήθελα να αγοράσω κόκκινη φέντερ στράτοκαστερ, αλλά προφανώς βολεύτηκα μια χαρά με την κορεάτικη κιμάξε, την έχω ακόμα, ακόμα με αυτήν γράφω. απίθανη φαση.
ήταν πολύ ωραία τότε, με κάθιζε ο πατέρας μου στο σαλόνι και μου έβασε την εισαγωγή από το wish you were here (το ομώνυμο τρακ) και μου έλεγε “ακου εδω πως σκάει η κιθάρα στο δεξί κανάλι” και δεν το πίστευα, ήταν συγκλονιστικό. επίσης με έβαζε να ακούω όλοκληρο το diamond dogs του bowie, αλλά κολλούσα σαν παιδάκι στο rebel rebel. μου έγραφε κασέτες συλλογές για να ακούω, και όσο το σκέφτομαι είναι άρρωστο το πόση πολλή μουσική έμαθα από τον πατέρα μου. σκέφτομαι καμιά φορα “πφφφ μαλακια, να μην είχαμε και μεις κανα σοπενχάουερ στο σπίτι και κανα προυστ”, αλλά και πάλι, ήταν όνειρο που με έβαζε εκεί με το ζόρι να ακούω όλους τους δίσκους του.
όταν ξεκίνησα να αγοράζω, το πρώτο σιντί μου έβερ ήταν το chronicle των creedence, ακόμα το λατρεύω και μετα αγόραζα ότι floyd μου λείπανε, και μετά ξεκίνησα beatles εκεί αμπαλαέα, yes, jethro tull, queen κλπ κλπ.
όταν ήρθε η ώρα και πήγα στο γυμνάσιο (το 1994), ξεκίνησα να κάνω παρέα στο σχολείο (για την ακρίβεια δεν κάναμε παρέα, απλώς πήγαινα διπλα τους προσπαθώντας να ακούω τι λενε) με όλα αυτά τα κουλ παιδάκια με τους μεγαλύτερους αδερφούς, και ακόμα έχω τις δύο πρώτες κασέτες που μου έγραψε ο αποστόλης (λαζαρίδης, coo bar κλπ κλπ): singles collection των rem (που ηταν οι δικες του επιλογές), και το unplugged των nirvana.
σιγά σιγά ξεκινούσα να ακούω τέτοια πράγματα, δηλαδή, από όλους αυτούς τους κουλ τύπους, λίγο blur, smashing pumpkins, το ost του trainspotting, ενώ συγχρόνως συνέχισα να κουβαλάω την floyd φάση μέσα μου, βλέποντας συνεχόμενα όνειρα ότι γνωρίζω τον μπάρετ και τον πειθω να γυρίσει πίσω κλπ κλπ. σούπερ κάθυστερ. ήμουν πραγματικά παθιασμένος με τους pink floyd, ήταν άρρωστο.
επίσης, από άλλο ρεύμα κουλ τύπων στο σχολείο άρχισα να ακούω ράδιο ουτοπία και να χώνομαι σε αυτό τον κόσμο, αλλά σούπερ ξυστά, γιατί ήμουν ο μεγαλύτερος φλώρος, και όλοι αυτοί που μου δίνανε τις κασέτες, προφανώς και ντρεπόντουσαν να βγαίνουν μαζί μου έξω, γιατί ήμουν σκατο-σκατι-σκατο-σκατίφλωρας. αλλά μου έδωσαν να ακούσω τον πρώτο γενιά του χάους, τα πρώτα ep των minor threat, ωχρά σπειροχαίτη, ναυτία, εκτος ελέγχου, και επίσης θυμάμαι ότι το πρώτο βινύλιο που αγόρασα ήταν το new day rising των hüsker dü, από το παλιό rollin under στην εγνατία.
το πρώτο γενιά του χάους με είχε διαλύσει, ακόμα κλαίω όταν το ακούω, αλλά δεν ξέρω αν κλαίω από τη συγκίνηση, ή απλώς μου ξυπνάνε υποσυνείδητα όλες αυτές οι αναμνήσεις με τους συμμαθητές μου που δεν με παίρνανε τηλέφωνο για μπάσκετ και μετα τους εβλεπα από το μπαλκόνι να παίζουν και να καπνίζουν και να περνάνε καλά και εγώ μετά καθόμουν σπίτι και άκουγα στα καπάκια το k των kula shaker (γιατί κάπου είχα διαβάσει ότι μοιάζουν με pink floyd, ΠΟΣΟ ΑΝΕΚΔΟΤΟ), και το pet sounds, που το αγόρασα το 1996 πάνω στα 30χρονα, και σε κάθε φάση της ζωής μου γυρνάω πάντα πίσω σε αυτό και κάθε χρόνο μου φαίνεται 200 φορές καλύτερος σαν δίσκος.
ξεκίνησα επίσης να διαβάζω μανιωδώς ποπ και ροκ και zoo, και τα zoo τα έχω όλα, ήταν γαμημένο ευαγγέλιο, αποστήθιζα όλες τις λίστες και έκλεινα τα μάτια και φανταζόμουν ότι έχω στην κατοχή μου όλους τους canterbury δίσκους που έλεγε ο κοντογούρης.
τα μάτια μου άνοιγαν μόνα τους γιατί μου ρίχνανε νερό στην μάπα όλοι οι κουλ τύποι που αναφέρθηκα πιο πάνω. είναι πολύ παράξενο, ήταν όλοι τόσο κουλ, ακόμα και τώρα σκέφτομαι καμία φορά “χμμ αυτό ήταν οριακά bullying” αλλα μετά σκέφτομαι ότι ήταν τόσο όμορφοι που δεν μπορώ να πω και τίποτα.
επίσης, εκείνη την εποχή άκουγα φουλ 88.5 και κομνηνό, πετρίδη επίσης κάθε μερα, και όλα τα κλισε κλισε κλισε κλισε.
Στα 15
DJ Shadow, “Stem/ Long Stem”
δούλεψα για ένα καλοκαίρι στο μόνο επι της ουσίας δισκάδικο της βέροιας (ήχος), και θυμάμαι καλοκαίρι του 1997 να αγοράζω την ΙΔΙΑ ΜΕΡΑ το queen is dead και το σούπερ ολοκαινουριο ok computer. πήγα σπίτι και έβαλα το ok computer για να κοιμηθώ, και ακόμα μου σκάει αυτό το συναίσθημα που με επαιρνε ο ύπνος και ένιωθα συγχρόνως όμορφα άλλα και άβολα γιατί η μουσική ήταν παράξενη. από εκείνο το μεσημέρι, έχω κρατήσει σαν αιώνιο τεστ για δίσκους το πως ειναι να κοιμάμαι μαζί τους.
σε κάθε περίπτωση, η ζωή μου άλλαξε εκείνη την βδομάδα. και τους δυο δισκους τους έλιωσα ανελέητα σαν να μην υπάρχει αύριο, έγινα σουπερ φαν και των δυο συγκροτημάτων (βέβαια σιχαθηκα τους σμιθς μετα το πρώτο μου -και τελευταιο προφανως- λαιβ μορισει που ειδα το 1999) και γενικά το 1997 ήταν η χρονιά που άρχισα να προσπαθώ να είμαι πιο updated στο τι βγαινει. ladies and gentlemen, homogenic, baduism, exit planet dust, homework, είχα σταματήσει να τρωω τυρόπιτες στο σχολείο, και κάθε παρασκευή αγόραζα ένα σιντι, ήταν μαλλον ονειρική περίοδος, έλιωνα έλιωνα στις ακροάσεις, ξεκίνησα να αγοράζω nme, uncut, mojo αμπαλαέα, αποστήθιζα κριτικές, αγόρασα την κασετίνα των joy division, δεν μπόρεσα να κατέβω να δω τους smashing pumpkings το ’98 γιατί την επόμενη μέρα έδινα ανθρωπολογια (γουατ?!), the miseducation of lauryn hill, ταξίδι στην θεσσαλονική και σιντι σιντι σιντι, bitches brew, hejira, remain in light, astral weeks, φουλ ον παπαγαλία τις λίστες του uncut, του select, του spin και του πετρίδη, alpha come from heaven, ege bamyasi, scott 3, scott 4, soft bulletin, sophtware slump, deserter’s songs, the boy with the arab strap, craig armstrong, another green world, beck odelay, younger than yesterday, purple rain, it takes a nation of millions, dummy, slanted and enchanted, harvest και ξαφνικα ΜΠΟΥΜ! DJ SHADOW.
και εκεί αλλάξαν όλα για πάντα, όλα αλλάξανε την πρώτη φορά που άκουσα αυτό το πιάνο στο building steam with a grain of salt, με αυτά τα ντραμς και αυτή την φωνή, και άλλαξα και άλλαξα και δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ να διαβάζω όπως πριν, δεν μπορούσα να κοιτάω πια τα κορίτσια στο σχολείο, είχα μόνο στο μυαλό μου αυτα τα ντραμς να με σφυροκοπάνε, δεν με ένοιαζε που δεν ήμουν ο κουλ τύπος πιά, δεν με ένοιαζε τίποτα, είχα αυτα τα ντραμς να με κτυπάνε στον σβέρκο σαν να είναι η καταπίεση όλων των χρόνων προσωποποιημένη, μισό δευτερόλεπτο πριν να εξαφανιστεί για πάντα. βγήκα άλλος άνθρωπος μετα το endtroducing, είναι ακριβώς το μόνο πράγμα που με διέλυσε οριστικά, όλα τα σόκ ήταν πολύ μικρότερα μετά από αυτό, και ακόμα είναι. και θέλω να σκέφτομαι ότι το έχω ξεπεράσει πιά, αλλά όχι, κάθε τραγούδι που κάνω, κάθε άδειασμα στις ενορχηστρώσεις κάθε κοπάνημα στα κρουστά, έχουν όλα ξεκινήσει από εκεί.
εκεί κατάλαβα ότι δεν θέλω ανθρώπους τριγύρω μου εκεί κατάλαβα ότι μόνο η μουσική υπάρχει για μένα, και κοιμόμουν κάθε βράδυ και έβλεπα στον ύπνο μου τον dj shadow με το σκουφί και το goatee να κάθεται για ώρες στο δισκάδικο από το εξώφυλλο και μετά να πηγάινει σπίτι στο σάμπλερ του, που δεν ήξερα καν τι είναι σαμπλερ, και να γράφει και να γράφει και έπρεπε να ξυπνήσω να πιώ χυμό και να πάω στο σχολείο, αλλά δεν μου ήταν αρκετό, εκείνες τις μέρες κατάλαβα ότι δεν θα μπορέσω να είμαι χαρούμενος με τίποτα άλλο στη ζωή μου παρα μόνο με το να γίνω κάποια μέρα και γω “κανονικος” μουσικός.
ουφ, ανασα.
Στα 20
Albert Ayler, “Change Has Come”
οταν μπηκα στο πανεπιστήμιο ήμουν 17 και κάτι, ήταν 2000, θυμάμαι να κλαίω από χαρά όταν έμαθα ότι το kid a πήγε στο νούμερο ενα του billboard (ΠΟΣΟ ΚΑΘΥΣΤΕΡ), αλλά σκέφτομαι ότι όλα αλλάξανε πολύ γρήγορα με τα γούστα μου εκείνα τα χρόνια, πολύ γρήγορα και αρκετά απότομα.
ξεκίνησα να ακούω περισσότερο hiphop και μαύρη μουσική ας πούμε (πατημένο κόλλημα με τις πρωτες παραγωγές των neptunes και τον πρώτο δίσκο nerd, roots εκεί αβέρτα, μελέτη σε timbaland και rodney rerkins κλπ κλπ), και προσπαθούσα να καταλαβω τι γίνεται με αυτά που βγαίνανε από την νέα υόρκη εκείνη την περίοδο (black dice, lightning bolt etc), και ήταν βολικό γιατί τότε τρέχαμε τους ginger και βοηθούσε. ο Ντράμερ ήταν πάντα μεταλάς, και έτσι είχαμε ένα κοινό σημείο αναφοράς στα παράξενα νόιζ πράγματα (αλλα και στον tom waits, τους red snapper και τον θαναση παπακωνσταντίνου), αλλά ποτέ δεν σταμάτησε να με κοροιδεύει που αγόραζα wire και προσπαθούσα να καταλάβω τι γινεται εκεί.
ναι βασικά, κάπως απότομα σταμάτησα να αγοράζω nme (είχα όλα τα τεύχη απο 1998 μεχρι το 2001 περιπου, δεν ειχα χασει ουτε ενα, πρόλαβα πάντως να σκατοπορωθώ με strokes) και ξεκίνησα το wire. animal collective από εκεί, four tet από εκεί, fennesz (πωπω venice για παντα), σχεδόν τα πάντα από εκεί
και σε κάποια φάση άρχισα να ακούω τζαζ, που πραγματικα δεν χαμπάριαζα νωρίτερα (όχι πως τωρα χαμπαριάζω επι της ουσίας, αλλά ναι, τι να κανεις?), και πήγαινα και αγόραζα ότι έβλεπα από την impulse, χωρις καν να καταλαβαινω τι και ποιος και που. βέβαια και λόγω four tet χώθηκα εκεί με alice coltrane και μετά από εκεί ξεκίνησαν τα πραγματικά ωραία, art ensemble of chicago, pharoah sanders, ornette coleman, και albert ayler.
σκέφτομαι οτι το live at the village του ayler είναι μαλλον το πιο χαρακτηριστικό σιντί μου από εκείνη την περίοδο, χωρίς να σημαίνει οτι είναι ο δίσκος που άκουσα περισσότερο, απλώς περιλάμβανε όλες τις εμμονές μου εκείνο το διάστημα. αμπαλαέα ήρθαμε για τα χαλια πνευστα και εγχορδα, με ένα φουλ μελετημένο και κολλητικό αρμονικό υπόστρωμα, και ντραμς από άλλο πλανήτη.
επίσης, εκεί στο γύρισμα 19 προς 20 έσκασε το since i left you των avalanches, και είναι κι αυτός ένας από τους 3-4 δίσκους που κάθε χρόνο που τους ακούω νιώθω ότι απογειώνονται κι άλλο μεσα στο μυαλό μου. και επίσης, κι αν έφαγα χρόνο και χρόνια και χρόνο αντιγράφοντας τον. αυτό και το rounds του four tet, ήταν οι δύο δίσκοι που ξεκίνησα να αντιγράφω ξερά προσπαθώντας να καταλάβω πως στήνουν τραγούδια στον υπολογιστή.
Στα 25
Steve Reich, Music For 18 Musicians
25 έγινα το δεκέμβριο του 2007, ήμουν φαντάρος εκείνες τις μέρες. αλλά ας πούμε ότι χρονικά, ορίζω σαν περίοδο (κι αλλης) αλλαγής το τέλος του 2005 (όταν και διαλύθηκαν οι ginger). μετά από ένα μήνα (αρχές του 2006) αγόρασα την ίδια βδομάδα: music for 18 musicians, madvillainy, illinoise. ήταν ιδιαίτερο σοκ και τα τρία, τα repercussions ακόμα τα κουβαλάω με πόνο στην πλάτη κλπ κλπ
εκεί μέσα στο 2006 ξεκίνησα να τελειώνω διάφορα τραγούδια μου που ήταν παρατημένα από εδω και απο κεί, και έψαχνα όνομα για αυτό το πρότζεκτ, και σκεφτόμουν διάφορα ηλίθια όπως
-Panagiotis Melidis (τόσο wire διάβαζα, πίστευα ότι μου άξιζε ένα τέτοιο σοβαρό όνομα)
-The Chocolate Grinder
-Heilig Honig
-Urine Gagarin
και το πάσχα ήμουν στην βέροια και σε κουβέντα με τον στράτο σκέφτηκα (το ακόμα πιό ηλίθιο) όνομα που κουβαλάω ακόμα.
επίσης εκείνη την περίοδο, ξεκίνησα να χώνομαι σιγά σιγά στον κατάλογο του lucio battisti (με ατελείωτα ριπιτ αρχικά στο ancora tu) αγόρασα το cd με τα πρωτα basic channel, προσπαθούσα να καταλάβω τον steve reich (μου εξηγούσε βέβαια ο καράμπελας, κάπου εκεί ανάμεσα που λέγαμε για το πόσο πολύ το september gurls των big star ειναι το καλύτερο ποπροκ τραγούδι έβερ, και όταν μου έπαιζε στην στρατοκάστερ του τα transcriptions για κιθάρα των κουαρτέτων εγχόρδων του μπέλα μπαρτοκ)
γενικά ο καράμπελας ήταν φουλ επιρροή πάνω μου εκεί το 2007, με βούτηξε σε έναν κόσμο που δεν είχα καθαρά ακούσματα, παρα μόνο τα διάβαζα και ηξερα οτι υπηρχαν: shostakovich, ligetti (πατερας και γιος), webern, schoenberg, stockhausen και συγχρόνως μου έλεγε εκεί για τα φρι τζαζ που του αρέσανε, μου έλεγε για το πως βλέπει ιταλικές ταινιες χωρις υποτιτλους (χωρις να ξερει ιταλικα), πως μαγειρέυει τα μακαρόνια πως παιζει την κιθάρα του χωρίς εφε.
το 2007, το μεγαλύτερο σοκ ήταν βέβαια το person pitch του panda bear, το οποιο επίσης με έβαλε σε μία συγκεκριμένη περίοδο αντιγραφης και αντιγραφής και αντιγραφής, και αυτές τις μέρες ακούω μανιώδως το καινούριο του (panda bear meets the grim reaper), και πιστεύω ότι ΑΥΤΟΣ ειναι που γράφει τις καλύτερες μελωδίες για φωνή πάνω σε λουπαριστα σαμπλαριστα background, και δεν υπάρχει άλλος.
Στα 30
30 εγινα το 2012, και πωπω, από το 2007 μεχρι το 2012 ήταν πραγματικα τα πιο ανώμαλα παράξενα τα πανω κατω χρονια στην ζωή μου. ειδικά εκεί 2010-2011, ήταν που γαμήθηκαν όλα (με την καλή έννοια μάλλον).
το 2010 ήμουν στην βαρκελώνη, και δέθηκα κυρίως με το swim του caribou, αλλα ήταν τότε που άκουσα προσεκτικά προσεκτικότατα ατελείωτα το ανιμα λατινα του lucio battisti, και ξεκίνησε να κάνει το κεφάλι μου σκατά, προσπαθώντας να καταλάβω που πως γιατί, και μετά έφυγα απο την βαρκελώνη και πήγα στην βέροια και ξεκίνησα να δουλεύω πάνω στο years not living, που πίστευα ότι θα βγει από άλλο label, και τελικά βγήκε από την dfa, και ναι, ήταν όλα παράξενα.
το 2011, ο αγαπημενος μου δισκος ηταν το impossible spaces του sandro perri, αλλα και το secret rhythms 4 των friedman/liebezeit
στα 30 μου, και γύρω από τα 30 μου, τα πιό σημαντικά πράγματα στην ζωή μου, με την έννοια της καθημερινής βαρετής ζωής, και όχι με το μεγάλο statement “Η ΖΩΗ ΜΟΥ”, ήταν κυριως τα βιβλία και το wtf του μαρκ μαρον. τώρα που τα βλέπω μαζί, φαίνεται πολύ χαζο (“μου αρέσουν τα παπούτσια, τα νουντλς, και τα κοκκινα μάους παντ”), αλλά πραγματικά, όλα ξεκίνησαν με το ζωή οδηγίες χρήσης του περεκ (και μετα μεσω κυριακίδη στον μπορχες κλπ), και όταν ήμουν στην βέροια γράφοντας τον δίσκο, δεν άκουγα μουσική, μόνο διάβαζα. ήθελα τόσο πολύ να απομονωθώ, να είμαι εγώ και τα κομπλεξ μου και οι εμμονες μου παρέα, που πίστευα ότι πως όταν κι αν βάλω μέσα στην ζωή μου θα μου γαμήσει την φάση.
εκεί ακριβώς στο 2012 έχω μία ωραία μουσική ανάμνηση, που είμαστε με τον τζόναθαν και ακούω στο σπίτι του στο park slope το hats των blue nile, και με παίρνει ο ύπνος στον καναπέ, και ξυπνάω, και ξεχνάω ότι είμαι στην αμερική και όχι στην βέροια, και κοιτάω αυτούς τους ανθρώπους που ήξερα γι’αυτούς γιατί μου άρεσε να διαβάζω συνεντευξεις τους, και ήταν στο ίδιο δωμάτιο, και άκουγα την μεταξένια φωνή του paul buchanan να με χαιδεύει, και ξαναπήρε ο ύπνος, μέχρι που με ξύπνησε ο όσκαρ ο γάτος που μου έγλειφε τα μάτια.
και μετά γύρισα πάλι στο μιλάνο, και ξεκίνησα να ακούω όλο το wtf, από το πρώτο επεισόδιο, και χάθηκα στους ωκεανούς bitterness και ανταγωνιστικότητας των αμερικάνων stand up κωμικών. όνειρο.
Σήμερα
εδω και κανα δίχρονο, έχω βουτήξει με τα μουτρα στην βραζιλία, ξεκινώντας από τα στανταρ (caetano, jorge ben, edu lobo, tom ze, gal costa κλπ κλπ) και βγαζοντας ακρη σιγα σιγα. ο jorge ben είναι μάλλον το πιο μεγάλο κακο που έχω παθει τελευταία (ίσως πάνω και από τον βελόσο), αδυνατώ να συλλάβω όλο το μεγαλείο των συνθέσεων του και της φωνής του, νιώθω μικρός και ποταπός. είναι τέλειο συναίσθημα. επίσης, συγχρόνως, συνεχής αναφορά είναι ο δίσκος missa luba (σοκ σοκ σοκ), και επίσης έχει πέσει και μαζεμένος σαββόπουλος.
προσπαθώ να θυμίζω στον εαυτό μου ότι παρόλο που οι άλλοι έχουν καλύτερο γούστο απο εμένα, και ότι όλοι είναι πιο ταλαντούχοι από εμένα, εγώ μπορώ τουλάχιστον να σκέφτομαι πάντα το αύριο.
και αμέσως μετά συνειδητοποιώ ότι και όλοι οι άλλοι έχουν το αύριο να σκέφτονται, οπότε τι μένει για μένα? αυτό είναι τεράστιο πρόβλημα, το να βρεις ποιος εισαι και που εισαι και τι θελεις απο την ζωή σου 100%, δεν ξερω αν γινεται, το μόνο που μπορείς να κάνεις μάλλον είναι να συμβιβαστείς ότι τα σκιλς σου φτάνουν ενα ταβάνι (χαμηλό συνήθως) και ότι όσο πιο γρήγορα το καταλάβεις τόσο πιο χαρούμενος θα είσαι. το πιο δύσκολο είναι να αποδεχτείς οτι αυτό το σώμα που κουβαλάς είναι δικό σου, και πως όλοι οι άλλοι (όσο και αν θες να κάνεις προβολή των ζωών τους πάνω σου), είναι πάντα οι άλλοι και όχι εσύ.
αλλά ο μπόρχες λέει οτι “εγω ειμαι ο μπορχες αλλά εγώ είμαι και ο άλλος” όποτε γάμησε τα. τίποτα δεν βγάζει άκρη.
ουφ
παω να φάω μισό ακτινίδιο και 4 αμύγδαλα κοιτώντας με το ένα μάτι το σίχαμα στον καθρέφτη και με το άλλο μάτι την πέμπτη σεζόν bob’s burgers.
Στον Λάρυγγα δεν αρέσει να γράφει με κεφαλαία, ενώ δε θα λέγαμε ότι αντιμετωπίζει με κάποιου είδους δέος τα σημεία στίξης. Επιστρέφει μετά από σχεδόν ένα χρονο στην Αθήνα το Σάββατο 7/2 στις 22.00, στο Φουάρ με ελεύθερη είσοδο. Ίσως παίξει και κάποια πράγματα από τον καινούριο του δίσκο που θα κυκλοφορήσει κι αυτός στην DFA αργότερα μέσα στη χρονιά. Ίσως και όχι. Είναι καλεσμένος των Diskotekken (Χρήστος Αγγελόπουλος – Παναγιώτης Μένεγος) που θα αναλάβουν τα dexx μόλις ολοκληρώσει το βαριετέ του.