barton fink photo 7

Οι τοίχοι ιδρώνουν στο Los Angeles, ένα σκληρό καλοκαίρι στις αρχές της δεκαετίας του 1940. Οι τοίχοι ιδρώνουν και ξεφλουδίζουν ενώ το πρόσωπο του Barton Fink –ένας ιδανικός για τον ρόλο John Turturro– σημαδεύεται από τα ανελέητα κουνούπια που δεν λένε να τον αφήσουν σε ησυχία. Ακόμη και στον πρώτη του συνάντηση με τον Charlie Meadows, γείτονά του στο ξενοδοχείο Earle, η σκιά ενός γιγαντιαίου κουνουπιού, έτοιμου να ρουφήξει το αίμα και την έμπνευση του συγγραφέα, παραμονεύει στον τοίχο. O Barton Fink καλείται να γράψει το σενάριο για μια ταινία πάλης ενώ την ίδια στιγμή παλεύει με τον εαυτό του για το πώς θα κινηθεί στη ζωή. Θα εκφραστεί καλλιτεχνικά πέρα από όρια και συμβάσεις καθημερινότητας ή θα χρησιμοποιήσει τη κλίση του στη γραφή προκειμένου να εξασφαλίσει ένα καλό εισόδημα; Θα γράφει για τους «απλούς ανθρώπους» ως ένας πνευματικός καθοδηγητής που δείχνει τον δρόμο στους άλλους ή θα τους αφουγκραστεί και θα τους πλησιάσει ως ίσος προς ίσο; Θα ζήσει τη ζωή του ως παρατηρητής πλάθοντας ταυτοχρόνως το δικό του παράλληλο σύμπαν ή θα τολμήσει να γνωρίσει από κοντά το κορίτσι της παραλίας, εκείνο που απεικονίζεται σε μια φωτογραφία κρεμασμένη πάνω από το γραφείο του;

Μέσα σε ένα ασφυκτικό και παράλληλα ολοζώντανο, σαν θηρίο που βαριανασαίνει, σκηνικό οι αδερφοί Coen μιλούν για τη ζωή, τη δημιουργία και τη φλόγα του καλλιτέχνη, φλόγα που φτάνει να προκαλεί πραγματικό ολοκαύτωμα όταν χτυπάει πάνω σε τοίχους βρίσκοντας αδιέξοδο. Είναι αυτές οι στιγμές που αρκεί ένα απλό στρίψιμο της βίδας για να αρπάξει φωτιά το φυτίλι. Λίγο πριν το Ολοκαύτωμα στο ξενοδοχείο (που φαντάζει ως αναφορά των Coen στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, ειδικά με την ατάκα που ξεστομίζει ο Meadowς “Heil Hitler”) ο Barton Fink θα παραλάβει από τον γείτονά του ένα Κουτί αγνώστου περιεχομένου.

http://youtu.be/WK0WjWlVO9w

«I ll show you the life of the mind», κραυγάζει ο Meadows και εμείς κοιτούμε αποσβολωμένοι την οθόνη γιατί εκεί βλέπουμε να παίρνει σάρκα και οστά ο μεγαλύτερος φόβος μας. Ο «απλός, καθημερινός άνθρωπος», ο καλός νοικοκύρης που απλά προσπαθεί να κάνει τη δουλειά του είναι εκείνος που ισοπεδώνει τα πάντα στο πέρασμά του μετατρέποντας την παράνοια σε αιμάτινη πραγματικότητα.

Παρότι στο τέλος ο Barton Fink κάνει το μεγάλο βήμα της δημιουργικής απελευθέρωσης, αυτό που θα τον φέρει κοντά σε ένα όμορφο χαμογελαστό κορίτσι που θα του πει απλά «Σήμερα είναι μια όμορφη ημέρα», εξακολουθεί να έχει μαζί του το Κουτί. Και όλοι ξέρουμε ότι ακόμη και στη στιγμή της ουσιαστικής ευτυχίας κουβαλάμε ακόμη το Κουτί μας, δεν το αποχωριζόμαστε ποτέ, είναι ο παντοτινός μας σύντροφος, είναι ο εσώτερος σκοτεινός εαυτός μας που δεν τολμούμε ποτέ να δείξουμε στους άλλους, που δεν τολμούμε να κοιτάξουμε κατάματα ούτε εμείς οι ίδιοι.