Τα Χριστούγεννα, κακά τα ψέματα, όταν συνδυαστούν με προσωπικές ατυχίες, είναι πηγή μισανθρωπιάς. Εάν τώρα σε αυτό προσθέσει κανείς και την προσπάθεια ύπνου στα παγωμένα σπίτια μας, το όλο concept φαντάζει εφιαλτικό. Μέγα λάθος, λοιπόν, να επιλέξουμε να διαβάσουμε τη συλλογή του κόμικ Hellblazer ονόματι «Rare cuts». Κι αυτό επειδή εκεί συναντιούνται μερικά από τα πιο βαρβατερά ονόματα Βρετανών σεναριογράφων –βλέπε Grant Morrison και Garth Ennis– με τον πολυαγαπημένο χαρακτήρα John Constantine. Για να δώσουν, τελικά, μερικές καταπληκτικές ιστορίες τρόμου. Εμείς, ακούγοντας το Οpus Eponymoys των Ghost, ταξιδέψαμε με τον σύγχρονο αυτόν μάγο που αντί για ρόμπες και καπέλο φοράει τα τσιγάρα και το ουίσκι του, σε μέρη όπου καμία μυθολογική κατάρα δε μπορεί να κοντράρει τον δαίμονα που λέγεται Μάργκαρετ Θάτσερ. Τα χρειαστήκαμε, μα το Θεό, μας πήρε η Μόρα και μας σήκωσε με αυτά και με αυτά.
Πάμε μετά στη δουλειά και βάζουμε να ακούσουμε το Exit! των Fire! Orchestra που πρότειναν οι δικοί μας Joseph Plateau και Wounded Head ως ένα από τα καλύτερα άλμπουμ για το 2013. Και μετά από λίγο μας απολύσανε που ακούγαμε καθόλου μουσική γραφείου την ώρα της δουλειάς και που προκαλέσαμε παρά τη δική μας ευχαρίστηση δύο συναδέλφους να δηλώσουν παραίτηση από τη ζωή και έναν άλλον να καταλάβει κάτι λάθος στους στίχους και να προσπαθήσει να φύγει από το παράθυρο. Στην επόμενή μας δουλειά θα προσπαθήσουμε να αποφεύγουμε τους πειραματικούς jazz δίσκους.
Το συμπέρασμα της εβδομάδας: Ο Paul Auster είναι ο πιο ευκολοδιάβαστος (καλός) συγγραφέας που ξέρουμε και ο Αόρατος (Εκδόσεις Μεταίχμιο), η πιο φρέσκια δουλειά του που έχει μεταφραστεί στα Ελληνικά, είναι πράγματι ένα κλασικό page-turner. Φοβερή ικανότητα. Επί της ουσίας: το βιβλίο ξεκινάει περίπου σαν campus novel αλλά σταδιακά εξελίσσεται σε κάτι διαφορετικό που σε μπλέκει σε σκοτεινά μονοπάτια και δοκιμάζει τις ηθικές αντοχές σου. Εμείς αντέξαμε, αλλά εμείς είμαστε και μάγκες. Κατά τ’ άλλα, όπως συχνά συμβαίνει, ο Auster επιχειρεί μερικά από τα κλασικά του κόλπα, ποδοπατώντας τον συμβολισμό του «εγώ» και πειραματιζόμενες με τις έννοιες της ταυτότητας. Ωραίο.
Αφού πρώτα είδαμε την φρέσκια Κρυφή ζωή του Γουόλτερ Μίτι και θυμηθήκαμε πόσο μας αρέσει ο Ben Stiller, γυρίσαμε σπίτι και ξαναείδαμε (τι άλλο;) το Reality Bites. Μεταφρασμένο στα ελληνικά με τον απόλυτα επίκαιρο και εύστοχο τίτλο Νέοι, ωραίοι και άνεργοι, το φιλμ είναι κάτι σαν το ενδεικτικότερο παζλ της Generation X και της δεκαετίας του ’90, σε κάθε ποπ έκφανση που την αφορά. Από τον take-away καφέ σε πλαστικό κυπελλάκι για βόλτα με την υπέροχη Winona Ryder, μέχρι τη grunge μουσική, μια γενιά χαμένη στην προσπάθεια της αναζήτησης –ένα ανεξάρτητο διαμαντάκι.
Καταλήξαμε να βάζουμε στο repeat το τρίτο κατά σειρά άλμπουμ του Andy Stott, το Luxury Problems. Κάτι το ωραίο εξώφυλλο (don’t judge a book by its cover, σου λέει), κάτι η μυρωδιά Μάντσεστερ και τα dark, industrial ψήγματα, δε θέλαμε και πολύ (εμείς οι Βέλγες κορασίδες τουλάχιστον) για να κολλήσουμε. Techno πολύ δεν ακούμε, αλλά το Sleepless είναι κομματάρα ρε παιδιά, πώς να το κάνουμε; Ξενυχτήσαμε με το δίσκο και στο τσακ κρατηθήκαμε να μη στείλουμε απειλητικά mails στο Plissken για να τον φέρει το καλοκαίρι. Το Pitchfork το τοποθέτησε στο νούμερο 14 για το 2012, γεγονός παντελώς αδιάφορο –ξέρουμε όμως ότι για μερικούς αυτές οι πληροφορίες μετράνε. Κι αν όλα αυτά δε σας κάνουν, τσεκάρετε απλά τα artworks της εταιρίας τους (Modern Love Records), τα οποία είναι όλα ένα και ένα.
Για περισσότερες περιπέτειες των Βέλγων επισκεφτείτε την πιο Σουρεαλιστική Επιθεώρηση Πολιτισμού όλου του ίντερνετ.