Ο Γιώργος Κοτανίδης έχει μια υποβλητική αλλά συνάμα προσιτή φυσιογνωμία. Ψηλός, κομψός, με αέρα θεατρικό και ταυτόχρονα βλέμμα μπαμπά, ανοιχτόμυαλου, καθησυχαστικού, ήρεμου. Καθώς φωτογραφίζεται μας λέει ότι θυμάται τη Λαμπέτη που του έλεγε «όλα καλά αλλά μη σουφρώνεις τα χείλη σου» κι από τότε το έχει πάντα στο νου του. Παρατηρώ την πλούσια βιβλιοθήκη του, με τα πολυάριθμα λογοτεχνικά και ιστορικά βιβλία, έχει άλλωστε εκδώσει και ο ίδιος δικά του. Σύντομα θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης μια δική του ποιητική συλλογή αφιερωμένη στο θέατρο, στην οποία θα συμπεριλαμβάνεται και ένα ποίημα αφιερωμένο στον αγαπημένο του φίλο Μηνά Χατζησάββα, που το έγραψε πριν τρία χρόνια. Για την ώρα γίνεται, για μια ακόμη φορά τα τελευταία 11 χρόνια, ο Ρίτσαρντ Φάινμαν, στη σκηνή του Ιδρύματος Κακογιάννη, ενώ γράφει ένα θεατρικό για τον Νίκο Ζαχαριάδη.
Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη αλλά ο πατέρας μου ήταν δικαστικός κι έτσι βρεθήκαμε στη Δράμα όπου μείναμε μέχρι να τελειώσω το δημοτικό. Έχω εξαιρετικές παιδικές αναμνήσεις από αυτήν την πόλη, την γεμάτη πρόσφυγες. Η μητέρας μου είχε έρθει, μαζί με τους γονείς της, από την Ανατολική Θράκη με τα πόδια, με κάρα και εγκαταστάθηκαν στη Δράμα ενώ από την πλευρά του πατέρα μου η καταγωγή ήταν αρχικά από την Τραπεζούντα, την Αργυρούπολη, το Καρς ήταν το τελευταίος σταθμός πριν το 1918 πάνε στη Ρωσία και συγκεκριμένα στο Nοβοροσίσκ όπου παρέμειναν μέχρι το 1922, το όνομά μας τότε ήταν Κοτάνοφ, όπου συμπεριλήφθησαν στην ανταλλαγή των πληθυσμών. Ήρθαν με καράβι στην Ελλάδα περνώντας φυσικά τα πάνδεινα. Επιδημίες, κακουχίες, οι νεκροί πετάγονταν στη θάλασσα, περίοδο καραντίνας στην Καλαμαριά, πέρασαν από την Καβάλα και κατέληξαν σε ένα χωριό έξω από την Δράμα. Η μητέρα μου ήταν 3-4 χρονών νήπιο κι έτσι δεν έχει αναμνήσεις της πορείας αλλά ο πατέρας μου ήταν 7 ετών το 1922. Θυμόταν ότι έριχναν στη θάλασσα όσους πέθαναν πάνω στο πλοίο. Θυμόταν επίσης ότι ο παππούς του του είχε δώσει ένα κομμάτι ψωμί, που το μοιράστηκε κιόλας με τα άλλα παιδιά, αλλά εκείνος δε ήθελε να το φάει γιατί είχε μούχλα και μύριζε και του είπε ο παππούς του «Παύλο, πούλιμ (πουλί μου) φάτο. Ατό εν φάρμακο» κι αναρωτιόταν ο πατέρας μου σε όλη του τη ζωή, μέχρι δηλαδή τα 91 του, αν όντως ήξερε ότι η μούχλα δηλαδή η πενικιλίνη είναι φάρμακο ή αν του το είπε μεταφορικά, για να τον κάνει να το φάει και να μην πεθάνει της πείνας. Το πρώτο πράγμα πάντως που έκαναν όταν πια τους άφησαν στο Καράτσαλι (στα τούρκικα σημαίνει μαυρόγατος) έξω από τη Δράμα ήταν να φτιάξουν έναν κύκλο, μπήκε στη μέση η λύρα, ο λεγόμενος κεμεντζές, κι άρχισαν να χορεύουν, παρά τις απώλειες. Έχω μεγάλη ευαισθησία λοιπόν στο προσφυγικό ζήτημα αλλά συνάμα έχω την εντύπωση ότι η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού μας το αντιμετωπίζει πολύ σωστά.
Στην πρώτη δημοτικού θυμάμαι ότι είχα πει ένα ποίημα, λίγο κωμικό, και έπεσαν όλοι κάτω από τα γέλια. Από τότε όλο και κάτι μου έδιναν να κάνω στις σχολικές γιορτές. Στην ε’ δημοτικού έπαιξα τον βασιλιά Ηρώδη όταν ανεβάσαμε παράσταση για τα Χριστούγεννα και ο υπασπιστής μου ήταν ο ποιητής-δοκιμιογράφος και κριτικός Νάσος Βαγενάς. Στην τελευταία τάξη του δημοτικού, το σχολείο μας στην γιορτή των Τριών Ιεραρχών ανέβασε ένα κοινωνικό δράμα όπου έπαιξα τον ρόλο ενός παπά, φορώντας τα ράσα του παππού μου που πια στο χωριό είχε γίνει παπάς, άλλωστε προερχόταν από ιερατικό σόι. Θυμάμαι ότι η δασκάλα μου έλεγε στους γονείς μου στα παρασκήνια: «Ηθοποιό να τον κάνετε». Και πράγματι, λίγο μετά που τελείωσα τη δραματική σχολή του Εθνικού είχα επισκεφθεί τη Δράμα και στον δρόμο αντάμωσα τη δασκάλα μου, την κ. Μαρία Κοκκάλα-Φωτοπούλου. Πήγα και της είπα «Θυμάστε που είχατε πει στους γονείς μου να με κάνουν ηθοποιό; Ε, έγινα». Κλάψαμε και οι δύο επιτόπου. Χάρηκα πολύ που είχα την ευκαιρία να της το πω από κοντά.
Μπήκα στην Κτηνιατρική σχολή για να μην δυσαρεστήσω τους γονείς μου, που είχαν την επιθυμία να με δουν στο πανεπιστήμιο. Πέρα από αυτό όμως ήθελα κι εγώ να βιώσω αυτή τη φοβερή ζωή που υπήρχε τότε στα πανεπιστήμια, μιλάμε για το 1965. Ήθελα λοιπόν να μπω σε κάποια σχολή και θυμάμαι οι πρώτες μου επιλογές ήταν η αρχιτεκτονική, που ήταν κάπως της μόδας τότε, και η φυσική, την οποία είχα ανακαλύψει στο φροντιστήριο κι από τότε αγάπησα. Τελικά μπήκα στην Κτηνιατρική λόγω κακού συστήματος, όλα στο γόνατο γίνονταν και τότε και τώρα όσον αφορά την είσοδο στα πανεπιστήμια. Οι άνθρωποι της εξουσίας δεν έχουν γνώση για ποιο λόγο βρίσκονται εκεί. Αφού είναι τούβλα οι περισσότεροι πολιτικοί, είναι αγράμματοι. Το λέω μετά λόγου γνώσεως. Με το που μπήκα στην Κτηνιατρική δημιουργήσαμε τον ΦΟΘΚ, Φοιτητικό Όμιλο Θεάτρου-Κινηματογράφου, και εκεί ήταν η κυρίως ενασχόλησή μου. Στην τρίτη μας παράσταση, το «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας», ξεκίνησε η περίοδος της χούντας. Βέβαια εμείς ήδη τρώγαμε ξύλο, γινόταν της τρελής, βλέπαμε που πήγαιναν τα πράγματα και διαδηλώναμε. Το 1963 ήμουν παρών, την παραμονή των 18ων γενεθλίων μου, στη δολοφονία του Λαμπράκη, γεγονός που με σημάδεψε ανεξίτηλα. Υπήρχε πολύ τραμπουκισμός και μέσα στο πανεπιστήμιο, όπου έμπαιναν οι ασφαλίτες. Στην κινηματογραφική λέσχη μάθαμε σινεμά, είδαμε όλη τη nouvelle vague αλλά και προπολεμικές ταινίες. Εκεί συνεχίστηκε η διαμόρφωση της πολιτικής μου συνείδησης που είχε ξεκινήσει το 1961, ως μαθητής. Ήμουν μέλος της μεγάλης φοιτητικής παρέας της Θεσσαλονίκης, όταν μπήκα στη σχολή μόλις είχε φύγει για Αθήνα ο Στέλιος Ράμφος, που αποτελούσε από τότε σημείο αναφοράς, όπως και ο Διονύσης Σαββόπουλος που επίσης μόλις είχε κατέβει Αθήνα. 2
Βλέπαμε ταινίες, κάναμε θέατρο, μιλούσαμε για πολιτική και προκαλούσαμε τους χαφιέδες. Θυμάμαι ότι ερχόντουσαν στο κυλικείο της φιλοσοφικής, που συχνάζαμε, μπάτσοι με πολιτικά, ασφαλίτες δηλαδή, κι εμείς δίπλα τους κάναμε ότι μιλούσαμε αραβικά για να τους τρελάνουμε. Αποκαλούσα την συγκεκριμένη παρέα, «παρέα των 100 ατόμων» γιατί ήμασταν πολύς κόσμος και τα κάναμε όλα. Διαφωνούσαμε, τσακωνόμασταν για το αν μας αρέσει ο Γκοντάρ ή ο Τριφό. Ούτε στα πολιτικά υπήρχε απόλυτη σύμπνοια. Εγώ είχα ξεκινήσει κεντρώος σοσιαλιστής και σταδιακά, αφού πέρασα από τους Λαμπράκηδες, έγινα μαοϊκός γιατί ήταν περισσότερο μαχητικοί. Ήμουν με όλους φίλος, όμως οι ριζοσπαστικές ιδέες των μαοϊκών με είχαν συγκινήσει περισσότερο. Συμπαθούσα βέβαια και τον Τρότσκι καθώς είχα διαβάσει πολλά βιβλία του.Ήμουν πολιτικοποιημένος, ήμουν αριστερός. Λόγω της οικογένειας μου είχα μεγαλώσει μέσα στις εκκλησίες. Εξαιτίας της χριστιανικής διδασκαλίας, αν και απαρνήθηκα τη μεταφυσική της διάσταση και την ύπαρξη του θεού, ήμουν και είμαι πάντα υπέρ των φτωχών και των αδυνάτων. Για μένα τα έχει πει όλα λέγοντας «πιο εύκολο είναι να περάσει καμήλα από το μάτι βελόνας παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών». Σκεφτείτε όλους τους χριστιανούς, εξουσιαστές, δισεκατομμυριούχους του κόσμου τούτου. Ισχυρίζονται ότι είναι χριστιανοί αλλά σαφώς δεν είναι.
Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του καλλιτέχνη είναι η αμφισβήτηση, ακόμη και του εαυτού του. Τον Δημήτρη Χορν τον παρακαλούσαν να πάει στην Επίδαυρο και ο ίδιος συνεχώς αρνιόταν γιατί πίστευε ότι δεν μπορεί να αντεπεξέλθει. Ποιος; Ο Δημήτρης Χορν. Και μετά επί ΠΑΣΟΚ πήγε στην Επίδαυρο ο κάθε πικραμένος. Και ο Μηνάς Χατζησάββας είχε πάντα μέχρι την τελευταία στιγμή την αμφιβολία αν θα τα καταφέρει.
Η εξουσία φθείρει, το χρήμα διαφθείρει. Η εξουσία είναι κάτι το αδυσώπητο. Βλέπεις ανθρώπους που μπορούσες να μιλήσεις ωραία μαζί τους κι αφού πάρουν μια θέση εξουσίας είναι άξιοι μόνο για φάπες. Το έχω ζήσει πολύ αυτό στο πέρασμα του χρόνου. Έγινε πολύ έντονα επί ΠΑΣΟΚ αλλά και τώρα συνεχίζεται. Με ανθρώπους αγράμματους ή έστω που ήξεραν πέντε κολλυβογράμματα ή που επειδή μια φορά τους ζήτησε η ασφάλεια βαφτίστηκαν αντιστασιακοί. Εμείς που φάγαμε το ξύλο της αρκούδας και τις φυλακές με το κουτάλι μείναμε εκτός γιατί ακριβώς τα κάναμε λόγω ιδεολογίας κι όχι με σκοπό να καταλάβουμε θέσεις εξουσίας.
Αρνούμαι να συμφιλιωθώ με την εξουσία παρότι με τα χρόνια είχα πολύ καλές, συμφέρουσες προτάσεις. Κράτησα όμως για εμένα το δικαίωμα της κριτικής. Ένα βασικό κριτήριο υπάρχει για εμένα όσον αφορά την πολιτική μου τοποθέτηση: η ελευθερία γνώμης. Στα 20 μου έγινε χούντα και μου στέρησε το δικαίωμα μου να εκφράζομαι. Ο βασικός λόγος που αγωνίστηκα εναντίον της χούντας ήταν για να κερδίσω πάλι το δικαίωμά μου να μιλάω. Δεν το χαλαλίζω για κανέναν αυτό, ακόμη και αδερφικός μου φίλος να είναι στην εξουσία θα του τα χώσω αν αυτό πρέπει να κάνω. Όλα αυτά τα παιδάκια που ανακάλυψαν ή ξαναθυμήθηκαν την αριστερά σε βρίζουν αν διαφωνείς με τον ΣΥΡΙΖΑ. Κάτσε πρώτα να αποδείξει ο ΣΥΡΙΖΑ ότι είναι αριστερός γιατί εγώ, τουλάχιστον, το έχω αποδείξει. Η ισχυρότερη εξουσία είναι η αμφισβήτηση.
Για μένα η επανάσταση θα αρχίσει όταν ένας αναρχικός θα πάει σε ένα τοπικό, κοινοτικό συμβούλιο και θα πείσει έναν μικροαστό ότι έχει δίκιο. Γιατί με τη βία αναπτύχθηκε μια κουλτούρα καταστροφής στην Ελλάδα που δυστυχώς δεν έχει στόχο. Έχω ρίξει κι εγώ βιτρίνες επί Χούντας αλλά όταν πριν λίγα χρόνια είχα δει μέσα από τις μόνιμες καταλήψεις του Πολυτεχνείου να βγάζουν τελάρα από μολότοφ σκέφτηκα ότι ξεφτιλίστηκε και η μολότοφ. Πλέον η βία είναι τυφλή, μηδενιστική ή χωρίς πολιτικό στόχο. Γι’ αυτό και μιλάω για τον Νετσάγιεφ, τον οποίο θεωρώ σεβαστή προσωπικότητα του αναρχικού κινήματος αλλά απορρίπτω, ενώ συμφωνώ σε πολλά πράγματα με τον Κροπότκιν.
Βέβαια το καλύτερο κοινωνικό κράτος τώρα το έχει η Σουηδία. Εκεί το κράτος σε χρηματοδοτεί για να γράψεις ένα βιβλίο. Πού αλλού γίνεται αυτό; Πρέπει να τα πούμε αυτά. Γιατί η μεγαλύτερη αδυναμία της αριστεράς είναι ο βολονταρισμός, η εντύπωση ότι μόνο με τη θέληση γίνονται τα πράγματα. Αυτό υπήρξε από τον Λένιν ακόμη, αυτή η πεποίθηση ότι θα αλλάξουμε τα πάντα. Πολύ γοητευτικό, επαναστατικό, συγκλονιστικό όραμα και όντως έγιναν ασύλληπτα πράγματα τα πρώτα χρόνια της ρωσικής επανάστασης. Αλλά το να πούμε ότι εμείς θα κάνουμε τα πάντα επειδή είμαστε αριστεροί και γι’ αυτό μπορούμε να σας σώσουμε, αυτό είναι η μεγαλύτερη παγίδα. Πρέπει να είμαστε ενωτικοί, όχι να προκαλούμε τον διχασμό. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε έντονα διχαστικό κήρυγμα. Και παρότι όλοι τώρα τον βρίζουν εγώ τον υπερασπίζομαι σε κάποια πράγματα, αν και ψήφισα Ποτάμι, γιατί θέλω η κυβέρνηση της χώρας μου να πετύχει, να το κάνει όμως με τον σωστό τρόπο όχι σε συμμαχία με τον Καμμένο. Τον βλέπω και θέλω να πηδήξω από το μπαλκόνι. Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στα θεατρικά. Πάντα παρασύρομαι όταν ξεκινάω τις πολιτικές συζητήσεις και δεν μπορώ να σταματήσω.
Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του καλλιτέχνη είναι η αμφισβήτηση, ακόμη και του εαυτού του. Τον Δημήτρη Χορν τον παρακαλούσαν να πάει στην Επίδαυρο και ο ίδιος συνεχώς αρνιόταν γιατί πίστευε ότι δεν μπορεί να αντεπεξέλθει. Ποιος; Ο Δημήτρης Χορν. Και μετά επί ΠΑΣΟΚ πήγε στην Επίδαυρο ο κάθε πικραμένος. Έτσι, για να συνεννοούμαστε. Και ο Μηνάς Χατζησάββας που τον κηδέψαμε μόλις, είχε πάντα μέχρι την τελευταία στιγμή την αμφιβολία αν θα τα καταφέρει.Ο Μηνάς ήταν στο δεύτερο έτος όταν μπήκα στη σχολή του Εθνικού. Αφού τελειώσαμε δημιουργήσαμε τον Ελεύθερο Θέατρο, ήταν κάτι που το ονειρευόμασταν. Είχαμε μια κοινή πορεία μέχρι το 1974, το 1975, μετά αποχωρήσαμε. Ξεκινήσαμε με απίστευτο ενθουσιασμό, στην πορεία κατακτήσαμε μια ενωτική διάθεση καθώς όντως γίναμε ομάδα. Την ίδια εποχή βέβαια εγώ είχα τα δικά μου, φυλακές και μετά είχα αποφασίσει να αφήσω το θέατρο και να αφοσιωθώ στην επανάσταση κι έτσι έφυγα. Ο Μηνάς έφυγε γιατί πίστεψε ότι και το Ελεύθερο Θέατρο πήρε πιο εμπορικό δρόμο από ό,τι θέλαμε. Ήμασταν αυστηροί τότε, θα έλεγα δογματικοί. Βέβαια, το Ελεύθερο Θέατρο ήταν για όλους όσους συμμετείχαν μια καθοριστική καμπή της ζωής μας. Μόλις είχαμε τελειώσει τη σχολή και βρεθήκαμε στο επίκεντρο του καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος. Μέσα από αυτό διαπαιδαγωγηθήκαμε. Με άλλους χώρισαν για πάντα οι δρόμοι μας, με άλλους -όπως ο Μηνάς- κερδίσαμε σχέσεις ζωής.
Δύο φάσεις θυμάμαι έντονα από τον Μηνά. Στην πρώτη παράσταση του Ελεύθερου, την Όπερα του Ζητιάνου, όπου τον χάζευα, την ευλυγισία του, την ερμηνευτική του γκάμα. Τον έβλεπα πάνω στη σκηνή και σκεφτόμουν «Τι ωραία θεατρική ύπαρξη». Ήταν πάντα θετικός, καλό παιδί, δεν έφερνε ποτέ το αρνητικό στη συζήτηση. Η δεύτερη περίοδος ήταν πριν τέσσερα χρόνια όταν μας κάλεσε ο Χουβαρδάς να παίξουμε στον «Περικλή», σε έναν θίασο που θα μπορούσε να αποκαλέσει κανείς εθνική Ελλάδος του θεάτρου. Η παράσταση παρουσιάστηκε και στο Globe Theatre, στο Λονδίνο. Εκεί με τον Μηνά ξαναδέσαμε και σκηνικά και σαν παρέα. Κι όλο αυτό που έγινε με την πολιτική κηδεία του, με την καύση και με την άρνηση του δικαιώματος να έχει ο επί 25 χρόνια σύντροφος του όσα θα είχε αν είχαν ψηφιστεί αυτά που έχουν υποσχεθεί, φανερώνουν ότι είμαστε ακόμη μια βαθιά υποκριτική κοινωνία σε πολιτικό επίπεδο. Μιλούσαν για διαχωρισμό κράτους-εκκλησίας. Πού είναι λοιπόν; Θεωρώ ότι είναι βάρβαρο κι όλο αυτό που γίνεται με το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια. Η κοινωνία έχει προχωρήσει, αυτοί έχουν μείνει πίσω. Ξέρετε γιατί; Γιατί η εξουσία αγαπάει την εξουσία. Αν οι παπάδες τους δώσουν ψήφους θα παραμείνουν στη θέση τους.
Και τώρα ανακάλυψε η ελληνική τηλεόραση ότι υπάρχουν άνθρωποι του ίδιου φύλου που μοιράζονται μια ζωή μαζί. Μόνο να σκυλεύσουν τον νεκρό θέλουν. Τους απαγόρευσα να αναφερθεί το όνομά μου σε οποιαδήποτε τηλεοπτική συζήτηση. Εάν θέλετε να πουλήσετε να το κάνετε χωρίς εμένα. Με το σύμφωνο συμβίωσης, με την καύση των νεκρών πρέπει να προχωρήσουμε. Πρέπει να κλείνουν αυτά τα ζητήματα. Αν και άθεος πιστεύω περισσότερο στον Χριστό απ’ ότι ο Άνθιμος, αν και ανένταχτος αριστερός πιστεύω στην αριστερά περισσότερο από ότι η ίδια πιστεύει στον εαυτό της. Γιατί η αριστερά σήμερα πρέπει να προτείνει το καινούριο.
Το 2004 δημιούργησα τη θεατρική ομάδα Σαλτιμπάγκοι και ανεβάσαμε σαν πρώτη παράσταση το QED ή «Τι απέδειξε ο κ. Φάυνμαν». Από την πρώτη στιγμή πήγε εξαιρετικά και δώσαμε παράταση. Το προσωπικό μου στοίχημα το κέρδισα όταν περιόδευσα με το συγκεκριμένο δύσκολο έργο -που διαπραγματεύεται το πώς κινούνται τα νετρόνια και τα φωτόνια αλλά και πώς έζησε τη ζωή του ο νομπελίστας- σε 35 πόλεις και ο κόσμος ήρθε και είδε την παράσταση. Ήταν μια πολύτιμη εμπειρία.
Ο ρόλος αυτός είναι πια στον σκληρό μου δίσκο. Είχα γίνει Φάινμαν πριν ακόμη το πρώτο ανέβασμα, στις πρόβες. Παρ’ όλα αυτά τώρα είχα μεγάλη αγωνία για το αν θα αντέξω, έχουν περάσει και 11 χρόνια από την πρώτη φορά και μιλάμε για ένα μαραθώνιο, ένα -σχεδόν- one man show. Τώρα πια το έχω εξελίξει και διαφορετικά. Θα γίνει ένα drama documentary που θα περιλαμβάνει και τις εισηγήσεις των σπουδαίων φυσικών που προλογίζουν τις παραστάσεις στο Ίδρυμα Κακογιάννη. Ο Νανόπουλος είπε ότι ήταν από τις 2-3 φορές που έκλαψε στη ζωή του όταν έμαθε ότι πέθανε ο Φάινμαν. Η σκέψη του ήταν «Αυτό το μυαλό δεν θα ξανασκεφτεί». Θεωρείται ο δεύτερος καλύτερος φυσικός που έχει υπάρξει ποτέ μετά τον Αϊνστάιν αλλά ήταν ο καλύτερος δάσκαλος που έχει υπάρξει ποτέ. Επίσης έπαιζε σε παραστάσεις, ζωγράφιζε, έπαιζε καταπληκτικά ντραμς, τον αποκαλούσαν «μάγο». Μετά τον Φάινμαν θα αφοσιωθώ στον Νίκο Ζαχαριάδη. Γράφω ένα έργο που εστιάζει στην τελευταία νύχτα της ζωής του πριν αυτοκτονήσει, πριν περάσει τη θηλιά στο λαιμό του. Είχα πάει πέρσι με τον γιο του στη Σιβηρία, εκεί που έζησε εξόριστος επί 17 χρόνια, εκεί που τον άφησε να πεθάνει η βάρβαρη σοβιετική εξουσία γιατί ήταν πνεύμα αντιλογίας. Με γοητεύει αυτή η πλευρά του και πιστεύω ότι ήταν ένας Έλληνας, που αν μη τι άλλο, άξιζε να πεθάνει στην Ελλάδα. Αλλά άλλοι δεν το ήθελαν, γιατί ήξερε πολλά. Ο Ζαχαριάδης ήταν ο άνθρωπος που αν του έλεγαν «Πες ψέματα για να πάρουμε ψήφους» θα τους εκτελούσε. Έτσι είναι η πραγματική αριστερά: ποτέ δεν ψεύδεται.