Συνήθως βρίσκονται πίσω από τα φώτα της σκηνής, δίπλα στα φλας των φωτογράφων και μακριά από το προσκήνιο. Η δουλειά τους είναι διακριτική, πολλές φορές εθελοντική, αλλά εξαιρετικά σημαντική αφού σχηματίζει τη συνολική εντύπωση που μένει στους θεατές, την εικόνα που παίρνουν μαζί τους οι καλεσμένοι και οι επισκέπτες αυτές τις δέκα μέρες του Νοεμβρίου. Κυρίες μου και κύριοι, αξίζουν το επόμενο χειροκρότημα σας.
Γιάννης Μπάμπαλης, runner
«Στις 12 το βράδυ έψαχνα να βρω βούτυρο Κέρκυρας»
Who is who: Ο Γιάννης έχει σπουδάσει σκηνοθεσία και μπορεί τώρα να μην κάνει ταινίες, σίγουρα όμως ζει μέσα σ’ αυτές. Το 2002 ο κολλητός του τον έπεισε να κάνουν αίτηση στην 43η διοργάνωση και το παλιό του 600αρι ΧΤ έγινε το «όχημα» για να ξεκινήσει στο Φεστιβάλ. Από τότε συγκαταλέγεται στην ομάδα των runners και με το πιστό του ΧΤ έχει σώσει πολλές καταστάσεις. Και πρεμιέρες.
«Ο runner είναι ο άνθρωπος των γενικών καθηκόντων. Βρίσκει λύσεις σε προβλήματα. Σ’ ένα φεστιβάλ όμως τα προβλήματα είναι διαφορετικά απ’ ότι π.χ. σε μια συνηθισμένη εταιρεία. Θυμάμαι μια χρονιά να παίρνω τρικάβαλο δύο στελέχη του Φεστιβάλ για να προλάβουν την τελετή έναρξης και μια άλλη φορά να σπρώχνει ο πρώην Πρόεδρος της διοργάνωσης, ο Γιώργος Χωραφάς, για να πάρει μπρος το μηχανάκι με σκαστό. Μ’ έχουν καλέσει μέσα στο βράδυ για να ψάξω βούτυρο Κέρκυρας για έναν καλεσμένο που ήθελε να δοκιμάσει, ενώ μια άλλη φορά έπρεπε να φέρω μια μπομπίνα που έφτανε με το ΚΤΕΛ στις 18:30 για να παίξει στις 19:00 και να μην ακυρωθεί η προβολή. Είναι ωραίες καταστάσεις, φεστιβαλικές. Πάντως, η προβολή έπαιξε κανονικά, αλλά βούτυρο Κέρκυρας δεν βρήκα. Μέχρι Μετσόβου έφτασα».
Έλλη Τερζενίδου,οδηγός
«Στη θέση του συνοδηγού μπήκε η Γουόρις Ντίρι»
Who is who: Η Έλλη αντικατέστησε έναν οδηγό του 49ου Φεστιβάλ λόγω ασθενείας και από τότε μεταφέρει στα δεκαήμερα γνωστούς και μη εξαιρετέους καλεσμένους της διοργάνωσης. Θυμάται το τριήμερο που πέρασε με το «Λουλούδι της Ερήμου», την εκπληκτική Γούρις Ντίρι και δεν μπορεί να ξεχάσει τη μέρα που παρέλαβε μόνο τις βαλίτσες του Ρουβά γιατί ο ίδιος έφυγε με ένα Καγιέν.
«Ήμουν έξω από το Ολύμπιον τη βραδιά που προβλήθηκε η ταινία της, στο 50ο Φεστιβάλ και περίμενα να παραλάβω έναν από τους καλεσμένους. Φυσικά και όχι την ίδια. Είχα το μικρότερο αυτοκίνητο, ένα κάμπριο θυμάμαι, και μαζί μου ήταν μια εθελόντρια που είχε έρθει για την εμπειρία. Ξαφνικά τη βλέπω να βγαίνει έξω και αντί να μπει στη λιμουζίνα, έρχεται προς το μέρος μου, στέκεται στο παράθυρο και μου συστήνεται. Γούορις λέει και μπαίνει μέσα. Ήμουν η μόνη γυναίκα οδηγός εκείνο το βράδυ. Στριμώχνεται και η μάνατζερ της μαζί και φεύγουμε. Έξω παγωνιά και μου λέει ν’ ανοίξω το κάμπριο και να βάλω δυνατά τη μουσική. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση η απλότητα της. Επέμενε να έρθουμε μαζί της στο δείπνο που είχε ετοιμάσει το Φεστιβάλ στο Μαιάμι, κάτι που δεν ήταν στο πρωτόκολλο. Κι όμως, φάγαμε μαζί, διασκεδάσαμε και τα είπαμε σχεδόν σαν φίλες. Όχι για την εμπειρία της, δεν ήταν κάτι για το οποίο ήθελε να μιλάει. Μου είπε “πήγαινε με κάπου να περάσω καλά”. Το είχε ανάγκη».
Μανώλης Ρίζος , υπεύθυνος προβολών
«Δεν προλαβαίνω να δω καμία ταινία στο Φεστιβάλ»
Who is who: Για ευνόητους λόγους λατρεύει την ταινία Σινεμά ο Παράδεισος. Ο Μανώλης είναι ο άνθρωπος που φροντίζει ώστε η εικόνα και ο ήχος της προβολής που θα δεις να είναι άρτια για να περάσεις ευχάριστα την ώρα σου στο Ολύμπιον ή το λιμάνι. Είναι ο πρώτος που θα γιουχάρεις αν δεις την εικόνα να τρέμει, αλλά αξίζει πολλά χειροκροτήματα για τα θαύματα που έχει κάνει πίσω από τη μηχανή προβολής. Ακόμη κι αν δεν θα τ’ αντιληφθείς ποτέ.
«Η δουλειά μας απαιτεί συνεχή επαγρύπνηση. Δεν υπάρχει ταινία που να μην έχω δει, αλλά ποτέ κατά τη διάρκεια της προβολής. Το φιλμ είναι γοητευτικό και αξεπέραστο κατά τη γνώμη μου, αλλά ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να σου βγάλει. Θυμάμαι μια φορά ένας από τους συναδέλφους είχε κάνει λάθος και είχε κολλήσει ένα τμήμα της ταινίας ανάποδα. Οι θεατές θα έβλεπαν τα πάνω κάτω, αλλά ευτυχώς το προλάβαμε. Δεν θα ξεχάσω σε μια προβολή που κάηκε η ασφάλεια μιας συσκευής που γυρίζει την μπομπίνα και αναγκάστηκα να τη γυρίζω με το χέρι για μιάμιση ώρα. Στο Φεστιβάλ δεν σταματούν σχεδόν ποτέ οι προβολές, θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας, ακόμη και πατέντες. Μέχρι το ’40 τα φιλμ ήταν εξαιρετικά εύφλεκτα, βελτιώθηκαν από το ’50 και μετά αλλά ήταν ευαίσθητα και κόβονταν εύκολα. Από το ’98 άλλαξαν ξανά και έγιναν νάιλον, που δεν κόβεται αλλά αν για κάποιο λόγο μαγκώσει κάπου μπορεί να σου καταστρέψει μια μηχανή. Φέτος, το φεστιβάλ προμηθεύτηκε νέα μηχανήματα, τα DCP (Digital Cinema Package), με υψηλή ανάλυση που πλησιάζει την ποιότητα του φιλμ και παίζει τις ταινίες από σκληρό δίσκο. Η μεγάλη μου αγάπη βρίσκεται στην Ταινιοθήκη του Φεστιβάλ, μια μηχανή του ’48, μια ώριμη κυρία που τρέχει σαν καινούργια».
Στελίνα Καμπουροπούλου,staffer στο γραφείο τύπου
«Ο Φατίχ Ακίν ξετρελάθηκε με τη φάβα και τις διαφημίσεις του Jumbo»
Who is who: Η Στελίνα είχε την τύχη να είναι από τους τελευταίους του ειδικού VIP τμήματος που φρόντιζε να μη λείψει τίποτα από τους υψηλούς προσκεκλημένους του. Το 2009 έζησε τέσσερις μέρες με τον σκηνοθέτη Φατίχ Ακίν και άλλες τόσες με τον καταξιωμένο δημιουργό Βέρνερ Χέρτζογκ.
«Ο Φατίχ Ακίν εντυπωσιαζόταν από το παραμικρό που έβλεπε και άκουγε, ήταν σαν ένα μικρό παιδί. Τον είχαμε παραλάβει από το αεροδρόμιο και πηγαίναμε στο ξενοδοχείο, όταν έπαιξε στο ραδιόφωνο μια διαφήμιση των Jumbo. Ξετρελάθηκε με το σποτάκι – χωρίς ποτέ να καταλάβω γιατί – και επί τρεις ημέρες κινητοποιήθηκε όλο το τμήμα για να το βρει και να το πάρει μαζί του, όπως και έγινε. Το ίδιο συνέβη και με τη φάβα που δοκίμασε στο εστιατόριο Αγιολί. Ζήτησε τη συνταγή και την πήρε μαζί του στην επιστροφή. Θυμάμαι ότι ήταν πολύ διαχυτικός. Αγκάλιαζε και φιλούσε σταυρωτά όποιον έβλεπε, δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς μας έλεγε».
«Η συνάντηση μου με τον Χέρτζογκ ήταν εμπειρία ζωής. Την πρώτη φορά κατέβηκε να με υποδεχτεί η νύφη του που είναι ελληνίδα και ήταν η επίσημη μεταφράστρια μου. Όταν άνοιξε η πόρτα του δωματίου του με περίμενε ο ίδιος μαζί με όλη την οικογένεια του. Είχα κοκαλώσει. Άρχισα να του δίνω συγχαρητήρια σαν πολυβόλο και μου ζήτησε να τ’ αφήσω αυτά και να του μιλήσω για μένα. Απομυθοποίησα τελείως τον σταρ που είχα στο μυαλό μου και γνώρισα έναν καταπληκτικό άνθρωπο, γεμάτο ενδιαφέροντα και περιέργεια για τη ζωή. Παρατηρούσε τα πάντα, ρωτούσε για την πλατεία Αριστοτέλους και την αρχιτεκτονική, πήγε στη Βεργίνα και στο τέλος άρχισε να περνάει τους δρόμους χωρίς να περιμένει το φανάρι, the Greek way, όπως έλεγε. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη στιγμή που, όταν βραβεύτηκε με τον Χρυσό Αλέξανδρο, η μικρή του εγγονή, η Αλεξάνδρα, ανέβηκε στη σκηνή και άρχισε να μπουσουλάει. Ήθελε απλά να πάει στον παππού της».
Χρήστος Πολίτης,εθελοντής
«Ζω τις δέκα μέρες σαν να είναι μία»
Who is who: Οι σπουδές του στο Τμήμα Δημοσιογραφίας του ΑΠΘ και η αγάπη του για το σινεμά τον οδήγησαν στο Φεστιβάλ το 2005 και έγινε από τους πρώτους εθελοντές της διοργάνωσης, το πολυπληθέστερο πλέον Τμήμα του. Έκανε μεταπτυχιακό στη Θεωρία του Σινεμά για να καταλάβει τις ταινίες που βλέπει και για οχτώ χρόνια, με ό,τι κι αν ασχολείται, επιστρέφει κάθε Νοέμβριο στα δεκαήμερα του ΦΚΘ.
«Νιώθω το Φεστιβάλ σαν τη δεύτερη οικογένεια μου. Ζω τη διοργάνωση σχεδόν μια δεκαετία και αυτό που σου μένει είναι οι στιγμές με τους ανθρώπους. Το να βλέπω μια ταινία δίπλα στη Σάρα Ντράιβερ, να είμαι στον ίδιο χώρο με τον Κόπολα και την κόρη του, να γνωρίζω τον Αγγελόπουλο και ν’ ανταλλάσουμε δυο μοναδικές κουβέντες, έστω και για μια στιγμή. Την πρώτη χρονιά νόμιζα πως έπαιζα σε ταινία. Οι προβολές, οι ξένοι επισκέπτες, η ζωντάνια των ανθρώπων, τα φλας, οι δημοσιογράφοι που περνούσαν από μπροστά μου, όλα αυτά ήταν για μένα ένας μύθος και ακόμη και τώρα δεν θέλω να αλλάξω το μύθο των δέκα ημερών. Το να είμαι εθελοντής και να ζω τις δέκα μέρες σαν να ήταν μία είναι για μένα κάτι παραπάνω από το να έγραφα μια κριτική ή ένα ρεπορτάζ. Μέσα στα χρόνια το Φεστιβάλ άλλαξε. Έφυγε το γκλάμουρ και έμεινε το σινεμά. Και οι δημοσιογράφοι άλλαξαν. Το βλέπω στο Γραφείο Τύπου. Έκλεισαν πολλά μέσα, η κρίση χτύπησε τις εφημερίδες και τώρα διαπιστεύουμε περισσότερους bloggers και δημοσιογράφους ηλεκτρονικών μέσων».