Πριν από έναν αιώνα, στον περίφημο «Αναρχικό Τραπεζίτη» του, ο μέγιστος Πεσσόα θέτει το αδιανόητο ερώτημα: πώς γίνεται να είναι ένας τραπεζίτης (δηλαδή ένας πολύ πλούσιος) αναρχικός και απαντάει με τον μαγικά λογοτεχνικό του τρόπο, ότι ο μεγάλος πλούτος είναι ο μόνος τρόπος για να είναι κανείς αναρχικός.
Ο Τζέραλντ Άλλαν Κοέν (1941-2009) δεν είναι λογοτέχνης, αλλά ο «διαπρεπέστερος εκπρόσωπος του αναλυτικού μαρξισμού και εκ των κορυφαίων αγγλοσαξόνων πολιτικών φιλοσόφων του 20ου αιώνα». Γεννημένος στον Καναδά, σε μια οικογένεια Μαρξιστών, μαθήτευσε αρχικά στο McGill και έπειτα υπό τον Isaiah Berlin και τον Gilbert Ryle στην Οξφόρδη, όπου και υπήρξε καθηγητής από το 1985. Πολλοί από τους μαθητές του έχουν γίνει πολιτικοί και (κυρίως) ηθικοί φιλόσοφοι.
Το 1996 κλήθηκε να δώσει τις δικές του διαλέξεις Gifford, στα πλαίσια αυτής της υπεραιωνόβιας, ετήσιας παράδοσης του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου. Οι δέκα διαλέξεις συγκεντρώθηκαν υπό τον τίτλο «Αν Θέλεις Την Ισότητα, Γιατί Είσαι Τόσο Πλούσιος;» που κυκλοφόρησε το 2000 από τις Εκδόσεις του Χάρβαρντ, ενώ μόλις κυκλοφόρησαν και σε ελληνική μετάφραση από τις έγκριτες Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Ο τίτλος του βιβλίου προέρχεται από την τελευταία διάλεξη (όπου ο Κοέν αντιμετωπίζει ευθέως το ερώτημα του τίτλου του βιβλίου) και σίγουρα είναι παραπλανητικός για τον αδαή ως προς τον Κοέν αναγνώστη. Διότι το βιβλίο, ακριβώς επειδή περιλαμβάνει τις συγκεκριμένες διαλέξεις του φιλοσόφου (μπροστά σε ένα κοινό άλλο από τους μαθητές του), αποτελεί μια μείξη αυτοβιογραφίας, εξιστόρησης του σοσιαλισμού και του μαρξισμού, ανάλυσης των ιδεών του Μάρξ, κριτικής των σύγχρονων οπαδών του μαρξισμού μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και κριτικής ανάγνωσης του έργου του Ρωλς.
Έχουμε, λοιπόν, εδώ την σύνοψη της ζωής και του έργου του Κοέν. Μας παρουσιάζεται ως το παιδί που μεγάλωσε (κατά τη δεκαετία του 1940 στον Καναδά) με τη βεβαιότητα της αλήθειας του Μαρξισμού αλλά και ως ο ώριμος μελετητής που είδε το όραμα αυτό να καταρρέει παταγωδώς και πλέον καταγράφει τις συνέπειές του. «Αν ήξερα, όταν ήμουν εικοσάρης, ότι θα έφτανα στο σημείο που βρίσκομαι τώρα, θα είχα σοκαριστεί, επειδή τα τρία είδη εξισωτικής αντίληψης που διέκρινα παραπάνω μπορούν να διαταχθούν έτσι ώστε η τωρινή μου θέση να βρίσκεται στον αντίποδα των αρχικών, μαρξιστικών μου αντιλήψεων. Αυτό, γιατί στον πυρήνα της τωρινής μου άποψης η έμφαση δίνεται στο ήθος, ενώ η μαρξιστική αντίληψη τού δίνει πολύ λιγότερο βάρος ως μέσου κοινωνικής αλλαγής απ’ όσο η αντίστοιχη φιλελεύθερη».
Οι διαλέξεις χωρίζονται χονδρικά σε αυτές που αφορούν τον Μαρξ και σε αυτές που αφορούν τον Ρωλς. Αναφορικά με τον Μαρξ, έχουμε εδώ μια εξαιρετική εισαγωγή στη ζωή και στο έργο του, καθώς και στις βασικές έννοιες του Μαρξισμού και του Σοσιαλισμού. Μεγάλο βάρος πέφτει στον Χέγκελ, τόσο για το μαιευτικό μοτίβο του όσο και στις απόψεις του περί θρησκείας (η 5η διάλεξη ασχολείται με το περίφημο απόσπασμα όπου ο Μαρξ μιλάει για το «Όπιο του Λαού»).
Αναφορικά με τον Ρωλς, ο Κοέν εστιάζει την κριτική του στη γνωστή «αρχή της διαφοράς» του (οι ανισότητες είναι δίκαιες αν, και μόνο αν, είναι αναγκαίες προκειμένου όσοι βρίσκονται κοινωνικά στη χειρότερη θέση να δουν μια βελτίωση, η οποία δεν θα λάμβανε χώρα αν τα πράγματα είχαν αλλιώς), την οποία δεν αμφισβητεί καθ’εαυτήν, όμως θεωρεί ότι ο Ρωλς δεν έχει κατανοήσει επαρκώς τις συνέπειές της. Ισχυρίζεται ότι για να υπάρξει η δικαιοσύνη με τον τρόπο που την ευαγγελίζεται ο Ρωλς (μέσω των ανισοτήτων που θα λειτουργήσουν υπέρ των φτωχότερων, μόνο όταν υπάρχουν κίνητρα παραγωγινότητας για τους πλούσιους), δεν αρκεί η «δομή» που υπονοεί (η οποία σε κάποια σημεία του έργου του ταυτίζεται με το Σύνταγμα και άλλους γενικούς κανόνες) αλλά απαιτείται και κάποια συγκεκριμένη, ατομική ηθική από την πλευρά των «προικισμένων» πλουσίων που έχουν τις περισσότερες και καλύτερες ευκαιρίες.
Στην τελευταία διάλεξη, ο Κοέν προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα του πως γίνεται ένας «προικισμένος» πλούσιος να πιστεύει πραγματικά στην ανάγκη ισότητας, ενώ ταυτόχρονα δεν κάνει μεγάλες θυσίες για να προκύψει αυτή η ισότητα (πχ να χαρίζει μεγάλο τμήμα του εισοδήματός του υπέρ των φτωχών). Μάλιστα, κατατάσσει και τον εαυτό του στους «προικισμένους», καθώς ως πανεπιστημιακός, είναι σαφέστατα πλουσιότερος από πολλούς.
Πέρα από τα συμπεράσματα και τις ευρύτατες γνώσεις του Κοέν, το «Αν Θέλεις Την Ισότητα, Γιατί Είσαι Τόσο Πλούσιος;» μας προσφέρει και την οπτική της «άλλης πλευράς», δηλαδή της μαρξιστικής και σοσιαλιστικής οπτικής που στις μέρες μας έχει υπερφαλαγγιστεί από τον κάθε είδους φιλελευθερισμό. Χάρη δε στην «παράξενη» μορφή του (διαλέξεις), μας δίνει τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε την νοητική πορεία που ακολούθησε ο σημαντικός φιλοσόφος.