Με μια μεγάλη χαρά ξεκινά πάντα το μουσικό καλοκαίρι, με μια μεγάλη προσμονή για τις φεστιβαλικές και συναυλιακές διοργανώσεις που περιμένουμε σαν μικρά παιδάκια. Και κάπως αυτή η χαρά και η προσμονή υπερκαλύπτουν κάθε δυσάρεστη ανάμνηση από τις προηγούμενες χρονιές. Είναι, βέβαια, και αυτή η ελπίδα πάντα, ότι κάτι θα έχει βελτιωθεί αυτή τη φορά.
Αν συγκρίνω τις σημερινές διοργανώσεις με εκείνες πριν από 30 χρόνια, κάποια πράγματα έχουν αλλάξει προς το καλύτερο, δεν αντιλέγω. Είναι όμως και πολλά που φαίνεται να έχουν κολλήσει στη χρονοκάψουλα της προχειρότητας.
Βρέθηκα σε πολλές συναυλίες φέτος στα φεστιβάλ, και σε διαφορετικά σημεία. Στα μεγάλα, τα πολυπληθή, αλλά και σε μικρότερα. Και, αν μη τι άλλο, δεν είναι λίγες οι φορές που έχω βρεθεί στο εξωτερικό για να δω μεγάλα ονόματα. Έχω μια επίγνωση της κατάστασης σε διεθνές πλαίσιο, όπως αντιστοίχως έχουν πολλοί ακόμα Έλληνες που ταξιδεύουν έξω για συναυλίες. Πράγμα που σημαίνει πως όταν γκρινιάζουμε για τις εδώ διοργανώσεις, σε κάποια θέματα ένα δίκιο το έχουμε. Υπάρχουν βέβαια και κάποια πράγματα που μπορούμε κι εμείς να κάνουμε για να μετριάσουμε την ταλαιπωρία μας.
Για κάποιους, κάθε παράπονο ή σύσταση μεταφράζεται σε γκρίνια, για κάποιους άλλους όμως πολλά από τα θέματα είναι σημαντικά για μια βιώσιμη κατάσταση. Υπάρχει βέβαια και η ενδιάμεση κατάσταση. Δεν είναι λίγες οι φορές που κάποιοι παραπονιούνται χωρίς να έχουν επίγνωση κάποιων σημαντικών παραγόντων που μπορεί να έχουν προκαλέσει προβλήματα σε ένα φεστιβάλ. Και αυτό όντως μπορεί να μεταφραστεί σε γκρίνια. Και για του λόγου το αληθές, θα μιλήσω με επιχειρήματα. Τα βασικά προβλήματα είναι τέσσερα, το καθένα με τα δικά του παρακλάδια. Από τις τιμές των εισιτηρίων – και τον τρόπο που διαμορφώνονται όλο το προηγούμενο διάστημα πριν τις συναυλίες – μέχρι την προσέλευση και τον έλεγχο, τις εγκαταστάσεις και την ομαλή(;) έξοδο από αυτές.
Προφανώς μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος γιατί ενώ, για παράδειγμα, ο The Weeknd στο Μιλάνο έχει τα εισιτήρια στην αρένα 100 ευρώ και τα golden circle 120 (αρχική τιμή), εδώ μπορεί να χρειαστεί να πληρώσει για ένα όνομα μικρότερο το ίδιο ποσό, το οποίο μάλιστα δεν κουβαλάει μαζί του μια ολόκληρη πόλη σε εξοπλισμό για το σόου. Στην κυριολεξία, όμως, στήνεται μια ολόκληρη πόλη στη φετινή περιοδεία του The Weeknd. Ένα τεράστιο ρομπότ, τόσο ψηλό σαν βούδας στην Ταϊλάνδη, οι ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης στην κεντρική σκηνή, διάδρομος εκατοντάδων μέτρων, φωτιές και πυροτεχνήματα, χορεύτριες, ηχητικός εξοπλισμός από δεκάδες κοντέινερς, άπειροι τεχνικοί. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι μια τέτοια συναυλία κοστίζει αστρονομικά ποσά στον εκάστοτε διοργανωτή.
Ο χώρος όμως που γίνεται κάθε συναυλία του, χωράει 80.000 άτομα κατά μέσο όρο, πράγμα που διευκολύνει στη χαμηλή τιμή των εισιτηρίων. Όταν ο χώρος είναι μικρότερος, αντιστοίχως ανεβαίνουν και τα εισιτήρια. Οι Arctic Monkeys, για παράδειγμα, είχαν και για τις δύο μέρες στην Πλατεία Νερού γύρω στα 40.000 άτομα (δηλαδή 20.000 ημερησίως), με εισιτήριο πάνω από 70 ευρώ. Και είναι από τα πιο ακριβοπληρωμένα συγκροτήματα παγκοσμίως. Το 2018, είχαν πάρει περίπου 1,3 εκατ. ευρώ απ’ ότι θυμάμαι για να παίξουν στη Μαλακάσα. Βάλτε τα λίγο κάτω και δείτε πώς ακριβώς διαμορφώνονται οι τιμές αναλόγως χωρητικότητας. Σίγουρα οι μισθοί μας δεν είναι οι ίδιοι με της Σουηδίας, αλλά εκεί έτσι κι αλλιώς οι τιμές είναι πιο ανεβασμένες.
Ένα παράπονο που έχει εκφραστεί πολύ έντονα φέτος, αφορά στην άνοδο των τιμών μετά από κάποια χρονική περίοδο και είναι πολλοί αυτοί που ζητούν να σταματήσει αυτή η πρακτική. Εισιτήρια, δηλαδή, που ξεκινούν από 50 ευρώ τον Φεβρουάριο, μέχρι τον Ιούνιο μπορεί να φτάσουν τα 80 ευρώ. Με αποτέλεσμα κάποιος να πρέπει, μέσα στον χειμώνα που ανακοινώνονται τα μεγάλα φεστιβάλ, να μπορεί να διαθέσει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό μαζεμένο για να τα κλείσει όλα πιο φτηνά. Διαφορετικά θα τα πάρει εν καιρώ, αλλά ίσως και σε διπλή τιμή. Με λίγα λόγια, θα ψάξει μαντήλι να κλάψει και στις δύο περιπτώσεις.
Αν το φεστιβάλ ή η συναυλία δεν γίνει σε χώρο με μετρό, ή με πολλά πάρκινγκ τριγύρω και πολλούς δρόμους για εύκολη διέλευση, τότε θα υπάρχει ταλαιπωρία. Ιδίως αν όλοι αποφασίσουν να φτάσουν λίγο πριν βγουν οι headliners. Τέτοιοι χώροι στην Αττική δεν υπάρχουν, αν εξαιρέσεις το Ολυμπιακό Στάδιο και το ΣΕΦ.
Εδώ λοιπόν το δίλημμα είναι το εξής: Πώς επιλέγω να ταλαιπωρηθώ; Στο πήγαινε, νωρίς-νωρίς στη ντάλα του ηλίου με το αυτοκίνητο μου για να βρω το σωστό το παρκάρισμα σε δρόμο από τον οποίο μετά φεύγω γρήγορα; Ή στο φεύγα, δηλαδή πάω με διάφορα ΜΜΜ, ή με ταξί που θα μου κοστίσει κάτι παραπάνω αλλά με αφήνει κοντά, ή χαλαρά με το αυτοκίνητο και παρκάρω στο πάρκινγκ, και μετά θέλω ένα δίωρο να φύγω είτε προσπαθώντας να βγω από το πάρκινγκ, είτε ψάχνοντας ταξί ή κάποιον να με μαζέψει από τον δρόμο; Ό,τι κι αν διαλέξω, θα ταλαιπωρηθώ, αυτό είναι δεδομένο.
Εγώ, πάντως, προτείνω όπου υπάρχουν πούλμαν από το εκάστοτε φεστιβάλ να τα προτιμάτε. Έχουν πάντα προτεραιότητα, κλιματισμό, οδηγεί άλλος (που σημαίνει ότι ρίχνεις άνετα έναν υπνάκο μέχρι να φτάσεις) και κοστίζουν πολύ λιγότερο και σε χρήματα και σε ψυχική ταλαιπωρία. Αν όλα τα φεστιβάλ είχαν αποκλειστικά πούλμαν από τον χώρο τους προς το κέντρο της Αθήνας, θα είχαμε γλιτώσει από πολλά μπινελίκια τα τελευταία χρόνια.
Κάποτε στην είσοδο σου κρατούσαν ακόμα και τα μπουκάλια με το νερό. Όχι μόνο για να κάνεις κατανάλωση μέσα, αλλά και με τη δικαιολογία ότι δεν πρέπει να τα πετάξεις στα κεφάλια των καλλιτεχνών στη σκηνή. Αργότερα, η τακτική άλλαξε και σε άφηναν να μπεις με το νερό, αλλά σου έπαιρναν τα καπάκια. Αυτό ξεκάθαρα φώναζε: “Δεν θα σε αφήσω να μείνεις με το μπουκαλάκι σου, θα αναγκαστείς να το πιεις γρήγορα για να αγοράσεις τα δικά μας”. Θυμάμαι ότι κρατούσα μπουκαλάκια σπίτι και γέμιζα τις τσέπες μου με καπάκια για να μπορώ να τα κλείσω μόλις έμπαινα και να μην τους κάνω τη χάρη να αφήνω το κάγκελο για να τρέχω διαρκώς για νερό στις ουρές στα μπαρ.
Πλέον αφήνουν τα μπουκάλια με το νερό (πάλι καλά, με 45 βαθμούς κελσίου), αλλά προσφάτως, και μάλιστα σε συναυλία με τεράστια προσέλευση που από πολύ νωρίς γέμισε με μικρά παιδιά τα οποία ήθελαν να πιάσουν πόστο μπροστά στη σκηνή, έπαιρναν στην είσοδο τα πακετάκια τους με τα κράκερς και τα πετούσαν στα σκουπίδια. Αρχικά, κρίμα να πετάμε φαγητό όταν κάποιοι άνθρωποι δεν έχουν να φάνε. Από εκεί και πέρα, αυτά τα παιδιά είναι πιθανό να μην είχαν άλλα χρήματα να αγοράσουν κάτι μέσα για να φάνε. Διάβασα κάπου ένα σχόλιο ότι πήραν δύο φρούτα από έναν διαβητικό και του τα πέταξαν.
Πάμε τώρα λίγο να το δούμε λογικά όλο αυτό. Συνήθως στους όρους των εισιτηρίων σε φεστιβάλ παγκοσμίως αναγράφεται ότι δεν επιτρέπεται να φέρνεις στον χώρο τα δικά σου ποτά και φαγητά. Ποια είναι όμως η διαφορά ανάμεσα σε εκείνα τα φεστιβάλ και τα δικά μας; Ότι μέσα στον τεράστιο χώρο που διεξάγονται, μπορείς να βρεις από ξηρούς καρπούς και μπισκότα, μέχρι πίτσες, κινέζικο, σούσι, σούπες, σμούθιζ, φυσικούς χυμούς, μη σου πω και ρούχα για να φτιάξεις ολόκληρη γκαρνταρόμπα (και δεν αναφέρομαι στο merch). Τι σημαίνει αυτό; Ότι με το που θα μπει κάποιος στον χώρο, ακόμα και πρωί να είναι, θα μπορέσει να βάλει την απαραίτητη ξηρά τροφή στην τσάντα του και να πάει στο κάγκελο ή μπροστά στο mosh pit χωρίς να χρειαστεί να τρέχει πίσω στις ουρές. Και μάλιστα εκεί, παρά την τεράστια έκταση, είναι πιο εύκολο να αφήσεις το πόστο σου γιατί τα περίπτερα βρίσκονται όντως περιμετρικά και δεν χρειάζεται να ποδοπατήσεις και να ποδοπατηθείς για να πας προς τα πίσω, όπως γίνεται εδώ. Υπάρχουν ακόμα και πλανόδιοι με νερά, αναψυκτικά και μπύρες που μπαίνουν μέσα στον κόσμο σε κάποια φεστιβάλ. Το διαπίστωσα ξανά πριν λίγες μέρες στο Μιλάνο στη συναυλία του The Weeknd με 80.000 άτομα κοινό, όπου ενώ υπήρχαν παντού περίπτερα, όχι μόνο υπήρχαν και πλανόδιοι αλλά επέτρεπαν στον κόσμο να φέρει τα δικά του φαγητά και ποτά. Βέβαια εκεί υπήρχαν άλλα προβλήματα, αφού ο χώρος δεν ήταν ο κατάλληλος ώστε όλος αυτός ο κόσμος να μπορεί να έχει οπτική επαφή με τον καλλιτέχνη, τα γράφω όλα ΕΔΩ.
Στα μεγάλα φεστιβάλ έξω λοιπόν, δεν χρειάζεται να φτάσεις στα όρια της λιποθυμίας, όπως συμβαίνει εδώ, σε περίπτωση που δεν έχεις λεφτά για να αγοράσεις το -πιο ακριβό- φαγητό μέσα ή είσαι vegetarian ή δεν τρως junk food ή τέλος πάντων είσαι διαβητικός. Ένα πακέτο κρακεράκια ή δύο φρούτα, ειδικά για όσους μπαίνουν στον χώρο νωρίς (που σημαίνει ότι πάνε να εγκλωβιστούν μπροστά) πρέπει να επιτρέπεται, αν θέλουμε να το δούμε ανθρώπινα το θέμα και μάλιστα όταν μιλάμε για παραμονή στον ήλιο σε συνθήκες καύσωνα. Έβλεπα κοριτσάκια να κλαίνε στην είσοδο μεγάλου φεστιβάλ και τους σεκιουριτάδες να πουλάνε μούρη. Ε, ντροπή.
Όσο για τις εγκαταστάσεις… δεν θα πω πολλά, παρά μόνο ότι όταν κλείνεις έναν χώρο με ελενίτ, πρέπει να έχεις πολλούς τρόπους διαφυγής σε περίπτωση που συμβεί κάτι. Για αυτό όμως ευθύνονται και οι υπεύθυνοι του χώρου. Όπως αντίστοιχα, αν είσαι μέσα σε δάσος, πρέπει να μπορείς να φύγεις από διάφορα σημεία (ή να έχεις πραγματικά τεράστιες εξόδους) γιατί ζούμε και σε μία χώρα που το καλοκαίρι (όπως και τώρα) πλήττεται από πυρκαγιές.
Και εδώ έρχεται το μεγάλο γλέντι. Όπως ανέφερα και πριν, το θέμα της προσέλευσης είναι προβληματικό στους χώρους που έχουμε. Που σημαίνει ότι είναι προβληματικό και όταν στο τέλος της συναυλίας προσπαθείς να φύγεις. Οπότε, όσο δεν έχουμε άλλους χώρους, θα πρέπει αυτό να το καταπιούμε. Βεβαίως, αν η τροχαία ήταν πιο συνεργάσιμη (ή όντως είχε περισσότερη γνώση επάνω σε θέματα διευκόλυνσης κυκλοφορίας, που δεν φαίνεται να έχει), τα πράγματα θα ήταν κάπως καλύτερα. Η αλήθεια είναι ότι ακόμα και σε μεγάλα φεστιβάλ στο εξωτερικό, όσοι φεύγουν με αυτοκίνητο, ένα πακέτο το τρώνε. Και δεν είναι μόνο το αυτοκίνητα, θυμάμαι να διανυκτερεύω στο πεζοδρόμιο έξω από τον σταθμό τρένων του Reading το 2010, επειδή το τελευταίο τρένο έφευγε για Λονδίνο πριν τελειώσουν οι headliners. Μάλιστα η μπόμπιδες μας μοίρασαν space blankets από αυτές που μοιράζουν στους άστεγους για να μην κρυώνουμε. Μια άλλη φορά στο Leeds, παρ’ ότι είχα πάει με το πούλμαν του φεστιβάλ, κάναμε 45 λεπτά να καταφέρουμε να ξεκινήσουμε και μετά πηγαίναμε με πολύ αργό ρυθμό πίσω στην πόλη. Από την άλλη βέβαια φέτος στο Μιλάνο, η τροχαία έκανε καταπληκτική δουλειά και 80.000 άτομα έφυγαν από τον χώρο ομαλά και δεν υπήρχε μποτιλιάρισμα από αυτοκίνητα. Ακόμα και στο μετρό έμπαινες χωρίς να χρειάζεσαι εισιτήριο για να μην υπάρξει συνωστισμός.
Το θέμα όμως δεν είναι τα αυτοκίνητα και ας είναι αυτή η μόνιμη γκρίνια όλων εδώ και χρόνια. Και εδώ έρχονται και κουμπώνουν πολλά από τα παραπάνω. Έχοντας μόνο μία έξοδο, και μάλιστα κλεισμένη από τη μία πλευρά με ελενίτ (όχι συρματόπλεγμα που μπορείς να το ρίξεις αν κάτι συμβεί), σε περίπτωση μαλακιάρας, το λιγότερο που μπορεί να συμβεί είναι κάποιοι να ποδοπατηθούν και, το χειρότερο, να πεθάνουν από ασφυξία. Έτσι κι αλλιώς κόβει τον αέρα και δεν παίρνεις ανάσα όσο προσπαθείς να βγεις. Θέλετε να θυμηθούμε τι είχε γίνει το 2000 στο Roskilde Festival όταν έπαιζαν οι Pearl Jam, που έχασαν τη ζωή τους 9 άνθρωποι από ασφυξία; Γιατί πρέπει να το ρισκάρουμε έτσι;
Δεν ξέρω αν υπάρχει κάποιο σχέδιο διαφυγής που δεν γνωρίζουμε, αλλά εκεί είναι το θέμα: ότι δεν το γνωρίζουμε. Και υπάρχουν άνθρωποι στο κοινό με κρίσεις πανικού, κλειστοφοβία, εμμηνόπαυση, πρόσφατη επέμβαση (καλή ώρα εγώ σε όλα τα παραπάνω) ή παιδιά, που αν νιώσουν φόβο θα πανικοβληθούν και όταν κάποιος πανικοβάλλεται μπορεί να προκαλέσει χάος. Φανταστείτε λοιπόν 15-25 χιλιάδες άτομα σε κατάσταση απόλυτου πανικού, στριμωγμένα. Επίσης, καλό είναι, όταν μπροστά το πλήθος έχει φρακάρει, να μη διώχνουν οι υπεύθυνοι του χώρου το κοινό που κάθεται πίσω στον χώρο να ξεκουραστεί και να περιμένει μέχρι να αραιώσει η κατάσταση μπροστά. Συνέβη και αυτό, και προκάλεσε ακόμα περισσότερο στρίμωγμα και ταραχή.
Γενικά πρέπει να υπάρχουν έξοδοι που δεν εμποδίζονται. Ούτε από αυτοκίνητα, ούτε από ταξί. Ούτε οι καντίνες με τα βρώμικα και τα περίπτερα με το μαϊμού merchandise που κλείνουν τους δρόμους από τους οποίους το πλήθος προσπαθεί να φύγει πεζό, βοηθάνε στο να μη δημιουργηθεί συμφόρηση και πανικός. Αν δεν είχα νερό και βεντάλια μαζί μου στην έξοδο και τους φίλους μου να με κρατάνε θα είχα λιποθυμήσει τουλάχιστον σε 5 περιπτώσεις και όχι μόνο σε έναν χώρο. Οι δρόμοι γύρω από την έξοδο ενός φεστιβάλ, εκεί που περπατούν τα πλήθη, πρέπει να είναι ανοιχτοί. Θα έπρεπε να είναι αυτονόητο, αλλά δεν είναι.
Εν κατακλείδι, είμαι σίγουρη πως αν λυθούν τα θέματα υγιούς διαβίωσης, τότε θα μετριαστεί και η γκρίνια για τα λειτουργικά. Γιατί είναι πραγματικά κρίμα να βλέπουμε τόσο σπουδαία ονόματα και να μας μένει μαζί μια πικρία από την ταλαιπωρία. Και του χρόνου καλύτερα, εύχομαι.