Νύχτες Πρεμιέρας 2013.
Το Κάλεσμα δεν είναι ακριβώς η συνηθισμένη φεστιβαλική ταινία, ταιριάζει περισσότερο σε σαββατιάτικη έξοδο στο Village, όμως στην πρεμιέρα του στον Δαναό δεν πέφτει καρφίτσα. Όσοι βρίσκονται μέσα εκείνο το βράδυ σίγουρα δεν θα μπορέσουν για καιρό να πλησιάσουν μια ντουλάπα ή να ακούσουν τον ήχο ενός χειροκροτήματος χωρίς να πάθουν καρδιακή προσβολή, ενώ γνωστός συνάδελφος, ογκώδης και φαινομενικά τρομακτικός, γαντζώνεται πάνω μας τρέμοντας χωρίς να ξέρουμε αν θα αντέξει να ξανακοιτάξει την οθόνη. Και κάπου εκεί, κάποιος τολμά να χτυπήσει τα χέρια του και ολόκληρη η αίθουσα εκτινάζεται από τον τρόμο. Αυτό το τέρας το ψάχνουμε ακόμα.
Από όλες τις συνέπειες της ακύρωσης ή της ψηφιακής μετάλλαξης των φυσικών κινηματογραφικών φεστιβάλ που προκάλεσε η φετινή χρονιά (την αίσθηση μιας κοινής εμπειρίας, τον ενθουσιασμό -ή την απογοήτευση- της ανακάλυψης, τις πρώτες εντυπώσεις που ανταλλάσσεις στο όρθιο με άτομα που μιλάς μια φορά το χρόνο μόνο στη συγκεκριμένη περίσταση), οι περισσότερες θα πλήξουν τις ταινίες τρόμου. Το καναδικό Fantasia Film Festival, από τα μεγαλύτερα genre φεστιβάλ στον κόσμο, «μετακόμισε» στο Ίντερνετ, στερώντας μεν την ευκαιρία ομαδικής ανατριχίλας, αλλά δίνοντας πρόσβαση για πρώτη φορά σε διευρυμένο διεθνές κοινό, ανάμεσά τους και σε εμάς. To φετινό φεστιβάλ άνοιξε με τη νέα ταινία του Νιλ Μάρσαλ (Game Of Thrones, Η Κάθοδος), The Reckoning, για το κυνήγι μαγισσών κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Πανούκλας στην -επίσης Μεγάλη- Βρετανία το 17ο αιώνα, ενώ έβγαλε και τον πιο buzzy τίτλο τρόμου της χρονιάς, το The Dark and the Wicked του Μπράιαν Μπερτίνο, που 12 χρόνια μετά το επιδραστικό The Strangers επέστρεψε με άλλη μια ιστορία κατ’οίκον εισβολής. Δεν είδαμε καμία από αυτές τις δύο ταινίες (έρχεστε κι εσείς εδώ για το μοναδικό #reporting μας;) γιατί δεν ήταν διαθέσιμες για online δημοσιογραφική προβολή.
Η έννοια της κόλασης έχει αποκτήσει κυριολεκτική σημασία τα τελευταία χρόνια με την καθημερινή παρουσία των social media στη ζωή μας, γεγονός που το σινεμά τρόμου δεν έχει αφήσει ανεκμετάλλευτο. Στο The Columnist, μια γνωστή αρθρογράφος σε ολλανδική εφημερίδα (Κάτια Χέρμπερς, που ανάμεσα σε αυτή την ταινία και τη σειρά Evil δεν πρέπει να κοιμάται πολύ ήσυχη) γίνεται στόχος διαδικτυακών τρολ για τις απόψεις που εκφράζει στην στήλη της κι αποφασίζει να λάβει δραστικά μέτρα για να τους ξεφορτωθεί, μέτρα που δεν περιλαμβάνουν ένα απλό report. Αναγνωρίζοντας στην profile pic ενός ιδιαίτερα δηλητηριώδους hater τον κατά τα άλλα ευγενικό γείτονά της, τον κάνει block από τη ζωή, κλωτσώντας τον από τη σκεπή του σπιτιού του. Δεν σταματά εκεί, η οργή της την ωθεί στον εντοπισμό κι άλλων χρηστών που χωρίς δεύτερη σκέψη της έστειλαν προσβλητικά μηνύματα μίσους και τους βγάζει από τη μέση, σαν vigilante Κάρι Μπράντσο. Αυτές οι εκρήξεις βίας μάλλον εκτροχιάζουν την ατμόσφαιρα του The Columnist, που είναι πολύ καλύτερο όταν επιβεβαιώνει τον πολύ συγκεκριμένο τύπο άντρα που θα αφήσει σιχαμερό σχόλιο στην ανάρτηση μιας (συνήθως επώνυμης) γυναίκας κι όταν επιχειρεί να κρίνει την εμμονή των δύο πλευρών με αυτή την ατυχή κατάσταση. Τελικά, όμως, αποδεικνύεται κάπως πιο διστακτικό και «πολιτισμένο», χάνοντας την ευκαιρία να κάνει ένα πραγματικά σπουδαίο σχόλιο σε μια δυσμενή πραγματικότητα.
Κορυφαίος τίτλος σε κανονικές φεστιβαλικές συνθήκες θα ήταν το Special Actors, το πολυαναμενόμενο επόμενο βήμα του Σινιτσιρό Ουέντα μετά την σπαρταριστή ζόμπι σάτιρα One Cut Of The Dead, που γυρίστηκε με 25.000 δολάρια κι έγραψε ιστορία συγκεντρώνοντας 30 εκατομμύρια στο παγκόσμιο box-office. Η νέα του ταινία βρίσκεται έτη φωτός μακριά, βέβαια, καθώς πρόκειται για μια πιο προσγειωμένη περίπου-κωμωδία για ένα νεαρό που ονειρεύεται να γίνει ηθοποιός, αλλά συχνά παραλύει τόσο από το άγχος του που λιποθυμά, γεγονός που τον εμποδίζει από το να κλείνει δουλειές. Ο μικρότερος αδερφός του του συστήνει το πρακτορείο Special Actors που αναθέτει στους συνεργάτες του ειδικές αποστολές, όπως το να κλαίνε σε κηδείες σημαντικών προσώπων, να βοηθούν κάποιον να το παίξει σκληρός σε μια κοπέλα που έχει βγει ραντεβού αφήνοντάς τον να τους δείρουν ή να γελάνε σε πρεμιέρες ταινιών. Η μεγαλύτερη πρόκληση έρχεται με τη μορφή μιας κοπέλας που πρέπει να την εμποδίσουν να χαρίσει την οικογενειακή της περιουσία σε μια αίρεση. Φυσικά όταν όλα πάνε στραβά, ο Ουέντα είναι εκεί όχι μόνο για να τα ενορχηστρώσει με έμπνευση και μαεστρία, αλλά και για να τραβήξει το χαλί κάτω από τα πόδια του κοινού, ανατρέποντας κάθε προσδοκία.
Όχι θρίλερ με την παραδοσιακή έννοια, αλλά σίγουρα μια ιστορία τρόμου ξετυλίχθηκε στην ειδική παρουσίαση που επιφύλαξε το φεστιβάλ για το ντοκιμαντέρ του HBO Max, Class Action Park, με αντικείμενο το πιο θανατηφόρο λούνα παρκ του πλανήτη, που λειτούργησε (ενάντια σε κάθε λογική, όπως φαίνεται) τη δεκαετία του ‘80 στο Νιου Τζέρσεϊ. Αν σας πάει η καρδιά, θα γελάσετε με τις απίστευτες αποκαλύψεις για ένα μέρος στο οποίο αρνήθηκε να επενδύσει ακόμα και ο Ντόναλντ Τραμπ επειδή το βρήκε «θεότρελο»: μεταξύ άλλων, μαθαίνουμε ότι ο ιδιοκτήτης, που χρησιμοποίησε λεφτά της Γουόλ Στριτ για να το χρηματοδοτήσει, ήταν ο αποκλειστικός εμπνευστής των παιχνιδιών και σχεδίασε την πιο επικίνδυνη και παράλογη νεροτσουλήθρα πάνω σε μια χαρτοπετσέτα, ότι οι υπάλληλοι ήταν έφηβοι με μηδενική εμπειρία, οι οποίοι δοκίμαζαν πρώτοι κάθε νέο παιχνίδι με αντάλλαγμα 100δόλαρα από τον ιδιοκτήτη, ότι το μέρος είχε ψεύτικη ασφαλιστική εταιρεία, ότι σημειώνονταν 50-100 τραυματισμοί κάθε μέρα και ότι την πρώτη εβδομάδα λειτουργίας του το skate park μέσα στο πάρκο προκάλεσε τόσους τραυματισμούς που έκλεισε και δεν ξανακούστηκε ποτέ. Το ντοκιμαντέρ είναι από μόνο του ένα rollercoaster ύφους, αλλά παίρνει έναν πιο νηφάλιο και σοβαρό τόνο όταν φτάνει στους θανάτους και τους πνιγμούς που σημειώθηκαν στο πάρκο. Όπως πάντα, ακόμα και στο θρυλικό για τους εφιάλτες του, Fantasia Film Festival, ο μεγαλύτερος τρόμος βρίσκεται πάντα στην αληθινή ζωή.