Η έκθεση αποτελεί μια απόπειρα ανίχνευσης του σύγχρονου εικαστικού γίγνεσθαι με βάση το παρελθόν, το παρόν και το ρίσκο. Η ιστορικός τέχνης και επιμελήτρια της έκθεσης Εύα Κέκου, μιλά στην Popaganda για τον διάλογο μεταξύ παρελθόντος και παρόντος μέσα από την τέχνη, αλλά και για την δύναμη που χρειάζεται για να αντιμετωπίσουμε την ευθύνη μιας μεγάλης αλλαγής.
Πώς έγινε η σύλληψη της ιδέας της έκθεσης Ex-Change Risk; Έχω σπουδάσει Ιστορία Τέχνης στην Αυστρία και έμεινα εκεί αρκετά χρόνια. Μετά από την διαμονή μου και σε άλλες χώρες επέστρεψα στην Αθήνα πριν από πέντε χρόνια, οπότε το κομμάτι που αφορά την ταυτότητα και το πώς αυτή συντίθεται από την πρόσμιξη στοιχείων άλλων χωρών, εθνοτήτων και τα λοιπά με ενδιαφέρει πολύ, ακόμα και ως προσωπική αναζήτηση. Αυτή τη στιγμή, με την κρίσιμη κατάσταση που διανύουμε στην Ελλάδα, το παρελθόν με το παρόν βρίσκεται σε διαπραγμάτευση και η οικονομική και κοινωνική κατάσταση μας ωθεί σε μια αλλαγή είτε τη θέλουμε, είτε όχι. Σκέφτηκα λοιπόν αυτή την έκθεση ως μέσο για να τονίσω την ανταλλαγή ατομικών, κοινωνικών και πολιτικών στοιχείων και την ανταλλαγή και την επικοινωνία και εν τη ενώσει τους ως ιδεατή συνθήκη, αλλά και την διάσπασή τους. Για να βρούμε τον άξονα μιας σχέσης πρέπει πολλές φορές να αναμοχλεύσουμε το παρελθόν και ταυτόχρονα να κοιτάξουμε το τώρα. Ως χρονικά ταυτόσημο του ‘τώρα’ ορίζουμε για τις ανάγκες της έκθεσης το παρόν αλλά και το μέλλον. Το ρίσκο πάλι, αποτελεί βασική προϋπόθεση για να έρθουμε αντιμέτωποι αρχικά με τον εαυτό μας, με τους φόβους μας αλλά τις επιθυμίες σαν κοινωνικά υποκείμενα, αλλά και ως κοινωνία, ως ομάδα και ως έθνος, για αυτό επέλεξα χώρες που είναι μικρές, χωρίς απαραίτητα να με ενδιαφέρει το κομμάτι της εθνικής ταυτότητας. Σύμφωνα με τον Beck και τον Giddens, o όρος ” κοινωνία του ρίσκου” αναφέρεται στον τρόπο οργάνωσης μίας κοινωνίας που λειτουργεί υπό την απειλή κινδύνου-και, πράγματι, η αναδόμηση μίας νέας ταυτότητας δεν είναι μια ομαλή και ορθολογική διαδικασία, αλλά προκύπτει μέσα από συγκρούσεις και δημουργικές ανατροπές.
Μιλάς και για την δημιουργία μιας νέας ταυτότητας. Κάθε ποτέ πιστεύεις ότι ο άνθρωπος έχει την ανάγκη ενός επαναπροσδιορισμού; Δε νομίζω ότι ορίζεται από τον χρόνο. Οι συγκυρίες μας ωθούν, ιστορικές ή πολιτικές. Το θέμα είναι να αφουγκραστούμε τον εαυτό μας και να αφεθούμε στην αλλαγή. Για αυτό και μερικά έργα έχουν να κάνουν με τον φόβο και την αποτυχία. να αποδεχτούμε την ταυτότητα μας, το ποιοι είμαστε, έχει ρίσκο και τον φόβο της αποδοχής από τους άλλους.
Για να γίνει πρώτα μια μεγάλη κοινωνική αλλαγή δηλαδή, πρέπει πρώτα επέλθει η ατομική; Ακριβώς. Πιστεύω ότι πρέπει να έχουμε μια ενσυνείδηση του ποιοι πραγματικά είμαστε και όχι τι μας επιβάλουν οι κοινωνικές επιταγές να είμαστε. Να το καταλάβουμε, να το αποδεχτούμε και να καλλιεργήσουμε κάτι που μας λείπει πολύ σε αυτή την χώρα (ειδικά σε σχέση με την Αυστρία), τον κοινωνικό ιστό. Λειτουργούμε ως μονάδες και ως άτομα, αλλά δεν λειτουργούμε καλά σαν κοινωνία.
Υπάρχει ελπίδα για να αλλάξουν νοοτροπία οι Έλληνες και αν ναι, η τέχνη είναι το μέσον μέσα από το οποίο θα τα καταφέρουν; Θα έλεγα ναι. Η τέχνη ουσιαστικά μας συνδέει με βαθύτερες ανάγκες και με οτιδήποτε δεν έχει να κάνει με το πραγματικό, με αυτό που ζούμε, αλλά με το ουτοπικό και το φαντασιακό,αναδιαπραγματεύεται “έννοιες ιδανικές”.
Ένα επικίνδυνο εγχείρημα είναι εκείνο που μπορεί να μας οδηγήσει σε μια ριζική αλλαγή. Πόση δύναμη θέλει να τα τινάξεις όλα στον αέρα; Μπορώ να σου απαντήσω μέσω της μετάφρασης του έργου του Πάνου Τσαγκάρη, «Χάος». Πολλές φορές στις ξεναγήσεις που κάνω στην έκθεση μάλιστα, εξηγώ πως όσο έμενα στην Αυστρία μου άρεσε αυτή η αυστηρή οργάνωση και το κοινωνικό κράτος, όμως, η ηρεμία αυτή, φοβόμουν ότι δεν οδηγεί τελικά κάπου γιατί το σύστημα δεν μπορεί εύκολα να μετασχηματιστεί. Αντίθετα στην Ελλάδα, ειδικά σε αυτή την μεταβατική περίοδο που διανύουμε, από το χάος μπορεί να προκύψει μια νέα συνθήκη. Εξάλλου η λέξη χάος, στην αρχαία ελληνική, παραπέμπει στην δημιουργία ενός νέου κόσμου και η αντίστιξη της λέξης με τον όρο Liberation στο έργο του Τσαγκάρη, επαναπροσδιορίζει το χάος σαν μια διαδικασία απελευθέρωσης.
Θεωρείς ότι η ΕΕ περνάει θεσμική κρίση και πως η συγκέντρωση τριών χωρών που ανήκουν σε αυτή σε μια έκθεση είναι μια προσπάθεια ενίσχυσης του καλλιτεχνικού διαλόγου ανάμεσά τους που θα μπορούσε ενδεχομένως να αποτελέσει σκαλί, για την υπερσκέληση της δυσλειτουργίας του θεσμού; Όπως και η ίδια διαπίστωσα, ο καθένας μπαίνει στην συζήτηση αυτή με μια άλλη οπτική, με διαφορετική αφετηρία και βιώματα, καθώς και διαφορετικές πολιτικές στην περίπτωσή μας. Σε μια μικροκλίμακα, ναι, ακόμη και η έκθεση μας δείχνει αυτόν τον προβληματισμό της θεσμικής κρίσης της Ε.Ε. Είναι πολύ ωραίο να έρχονται σε επαφή άνθρωποι από διαφορετικές χώρες και να αλληλεπιδρούν με βάση την τέχνη. Αυτό που με ανησυχεί ωστόσο, είναι, το αν η τέχνη είναι καταναλώσιμη εκτός των δικών της δικτύων. Αν δεν έρθουν να δουν την έκθεση άνθρωποι που δεν έχουν καμία σχέση με τον δικό μας χώρο, δεν θα επιτευχθεί σε μια μεγάλη κλίμακα ο στόχος που ανέφερες.
Ποια είναι τα σχέδιά σου μετά το πέρας της έκθεσης; Έχω κάποια άλλα project πάνω στα νέα μέσα και άλλες εκθέσεις στην Ελλάδα και το Εξωτερικό και ιδανικά θα ήθελα να δω αυτή την έκθεση να ταξιδέψει και σε άλλες χώρες.
Η έκθεση συνεχίζεται μέχρι τις 6 Μαρτίου, στο Σπίτι της Κύπρου, Ξενοφώντος 2Α, Σύνταγμα.