Έχει μια από τις πιο χαρακτηριστικές φωνές και φυσιογνωμίες της ελληνικής θεατρικής, τηλεοπτικής αλλά και κινηματογραφικής πραγματικότητας.
Εκείνη είδε ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης στο Safe Sex και της ζήτησε να είναι στον Δεκαπενταύγουστο αποκαλύπτοντας μια εξαιρετική δραματική πλευρά.
Άλλωστε η Ελένη Καστάνη έχει περάσει δύσκολα από μικρή, αλλά αυτό την έχει κάνει να αναγνωρίζει την ομορφιά της ζωής στον αγώνα. Πρωταγωνιστεί για δεύτερη χρονιά, μαζί με την Ευγενία Σαμαρά, στο Μαμά, ένα σύγχρονο ισπανικό θεατρικό έργο της Marta Barcelo και πάντα έχει στο μυαλό της να επιστρέψει στη Σητεία, που λατρεύει.
Τρέχοντας θα πάω να μείνω στη Σητεία. Πλησιάζει αυτή η στιγμή. Το παιδί μου τώρα είναι έξω, σπουδάζει. Όταν όμως τελειώσει, επιστρέψει, κάνει και το φανταρικό του, μετά, ώρα μου να την κάνω με ελαφριά πηδηματάκια. Τρελαίνονται στο θέατρο, όταν τους το λέω. Νομίζουν ότι τα λέω ψέματα. Όσο μεγαλώνεις και περνούν τα χρόνια τόσο σε τραβάει ο τόπος που γεννήθηκες.
Εννοείται ότι μαγειρεύω κρητικά φαγητά. Νομίζω νούμερα ένα, αχτύπητα είναι τα ντολμαδάκια μου. Εμείς στη Σητεία έχουμε κουζίνα παρόμοια με τα Δωδεκάνησα, στα Χανιά ας πούμε έχουν άλλα. Βέβαια, έχουμε και καταπληκτικά γλυκά, τα καλτσούνια για παράδειγμα που τα φτιάχνουμε το Πάσχα.
Έχω μια φοβερή μαμά, που έφτιαχνε συγκλονιστικά καλτσούνια όταν ήταν πιο νέα. Τώρα είναι 90 χρονών. Παλιά της έλεγα «Μαμά, έλα να ανοίξουμε ένα μαγαζί». Θα είχαμε γίνει πλούσιες τώρα. Αλλά δεν ήθελε η μάνα μου, ήταν πάντα διστακτική.
Δεν είναι σπουδαγμένη η μάνα μου αλλά είναι πολύ έξυπνη. Και φαντάσου είναι 90 χρονών και υποστηρίζει ότι οι γυναίκες δεν πρέπει να παντρεύονται. Λέει να βρίσκουν έναν σύντροφο, να κάνουν παιδιά αλλά γιατί να παντρεύονται; Μοδίστρα ήταν, τελειομανής. Κι εγώ το ‘χω πάρει αυτό στη δουλειά. Αν κάνω κάτι, πρέπει να το κάνω τέλειο. Αλλιώς προτιμώ να μην το κάνω. Μου αρέσει αυτός ο αγώνας, το να βασανίζομαι να φτάσω στο τέλειο, ακόμη κι αν δεν είναι εφικτό.
Νομίζω ότι η ομορφιά της ζωής είναι να αγωνίζεσαι, να παλεύεις για κάτι. Κατ’αρχάς εγώ είμαι πια ένα βήμα πριν τη σύνταξη αλλά σε όλες μου τις δουλειές ξεκινάω από το μηδέν, σαν μαθήτρια. Υπάρχει η εμπειρία. Αν θέλω να κλέψω μπορώ αλλά δεν είμαι αυτής της λογικής. Είμαι υπέρ του βασάνου. Μ’ αρέσει κάθε φορά να καταπιάνομαι σαν να μην ξέρω τίποτα.
Το βάσανο ξεκινάει αμέσως στις πρόβες, με την αγωνία που έχεις να δημιουργήσεις έναν καινούριο άνθρωπο, έναν καινούριο χαρακτήρα που έχεις να υποδυθείς και πρέπει να σκεφτείς πώς κινείται, πώς περπατάει, πώς μιλάει, πώς σκέφτεται αυτός. Είναι σαν μια μικρή γέννα. Είναι σαν να περιμένεις ένα παιδί και το κυοφορείς μέχρι να γίνει η γέννα, δηλαδή η πρεμιέρα.
Κάθε ρόλος που παίζω είναι την περίοδο που τον παίζω ο πιο αγαπημένος από όλους μου τους ρόλους. Αυτό που κάνω τώρα στο Μαμά, δεν το αλλάζω με τίποτα.
Ο Γιώργος Σουλεϊμάν με επέλεξε για τον ρόλο, εγώ ομολογώ ότι δεν τον ήξερα. Θεωρεί ότι είμαι σαν άνθρωπος πολύ μητρική και είναι αλήθεια αυτό, μου το λέγανε από παλιά στις δουλειές. Λέει ότι είμαι «μαμά με τα όλα μου».
Στο έργο κάποια στιγμή η Ευγενία Σαμαρά, που υποδύεται την κόρη μου, λέει ότι είμαι πολύ καλή μαμά κι εγώ της απαντάω ότι έμαθα, δεν ήξερα από την αρχή πώς να είμαι. Αυτό είναι αλήθεια. Την μητρότητα την μαθαίνεις μαζί με το παιδί.
Η μητρότητα είναι αγάπη, αγάπη, αγάπη. Η μητρότητα είναι μια αγάπη που δεν τελειώνει ποτέ.
Έπρεπε να είχα κάνει πολλά παιδιά. Βλέπω μωρά στον δρόμο και τρελαίνομαι. Να φανταστείς λέω στον γιο μου που είναι μικρούλης, μόνο 20 χρονών, να κάνει κι αυτός ένα. Απαντάει: «Σιγά ρε μαμά, από τώρα θα σου κάνω μωρό;». Έχω σκεφτεί να πάω στο κέντρο βρεφών Μητέρα, αλλά όλο το λέω και δεν το έχω κάνει. Θα μπορούσα όμως να το κάνω. Να πηγαίνω στα μωρά, να τους παρέχω μια αγκαλιά που τους λείπει.
Ήμουν πολύ τυχερή γιατί έπεσα πάνω στην έναρξη της ιδιωτικής τηλεόρασης. Εγώ τελείωσα το ’85 τη σχολή και η ιδιωτική ξεκίνησε μετά από πέντε χρόνια. Τότε δεν είχαμε την έννοια του φασόν. Όλοι οι συνεργάτες, όλοι όμως, ήθελαν να κάνουν δουλειές για να κάνουν καριέρα και όχι απλώς για να βγει το μεροκάματο. Είχαμε όντως καλλιτεχνικό όραμα.
Πάντα βέβαια υπήρχε και υπάρχει η καχυποψία από τους παλαιότερους, από αυτούς που παίζουν μόνο θέατρο προς αυτούς που κάνουν και τηλεόραση ή προς αυτούς που παίζουν επιθεωρήσεις. Για μένα αυτό είναι βλακεία. Θεωρώ ότι η Τέχνη τα περιλαμβάνει όλα. Όλα χρειάζονται. Και η επιθεώρηση για να διασκεδάσει ο θεατής, και ένα σπουδαίο θεατρικό του Ίψεν κι ένα σύγχρονο έργο όπως το Μαμά. Πολλές φορές αναγκάστηκα να υπερασπιστώ τις δουλειές μου, νιώθω όμως ότι δικαιώθηκα.
Όταν τo Safe Sex έκανε τρομακτική επιτυχία εμείς απολογούμασταν γιατί το θεωρούσαν τηλεοπτική ταινία. Ας πάνε να δουν τώρα τι ταινίες παίζονται στο σινεμά. Η μόνη καταξίωση, για μένα, έρχεται από τον χρόνο.
Ο Γιάνναρης με είδε στο Safe Sex και με επέλεξε για τον Δεκαπενταύγουστο. Τόσο ψυχρά. Από την εκεί ερμηνεία μου διέβλεψε ότι μπορώ να κάνω και κάτι άλλο. Οι τολμηροί σκηνοθέτες με έχουν δικαιώσει.
Πιο δύσκολο είναι να κάνεις τον άλλον να γελάσει παρά να συγκινηθεί. Έχω διαβάσει μια συνέντευξη του Τζακ Λέμον και έλεγε το ίδιο που έχω καταλάβει κι εγώ και συγκινήθηκα, είπα «πω, πω ο Τζακ Λέμον έχει σκεφτεί το ίδιο με εμένα, τι ωραία!». Θεωρώ ότι για να παίξεις καλά το αστείο προηγείται μέσα σου το δραματικό. Για να κάνεις κάτι αστείο τραβάς την πραγματικότητα και το δραματικό λίγο παραπέρα. Με άλλα λόγια το κωμικό συμπεριλαμβάνει το δραματικό.
Τις προάλλες είχα πάει σε ένα νοσοκομείο με την μαμά μου. Και σκέφτηκα ότι δε θα μπορούσα ποτέ να ήμουν γιατρός. Δεν μπορώ να βλέπω τον άνθρωπο να υποφέρει, θέλω να βλέπω τον άνθρωπο να χαίρεται και γι’ αυτό κάνω αυτή τη δουλειά. Όχι ότι δεν μπορώ να καταλάβω το λειτούργημα που κάνουν οι γιατροί. Αλλά δεν μπορώ να βλέπω τον άνθρωπο ανυπεράσπιστο, δυστυχισμένο. Θέλω να έρχονται στο καμαρίνι και να μου λένε «Αχ κ. Καστάνη δεν ήθελα να έρθω στο θέατρο, ήμουν χάλια αλλά ήρθα και πέρασα πάρα πολύ ωραία». Ζω γι’ αυτό. Γι’ αυτό κάνω αυτή τη δουλειά, για να δίνω χαρά.
Κάθε οικογένεια έχει τα μικρά ή μεγάλα δράματά της. Έχασα τον μπαμπά μου μικρή κι ο τρόπος που τον έχασα, αυτοκτόνησε το έχω πει ξανά αυτό, με οδήγησε να είμαι έτσι σε όλη μου τη ζωή. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι πολύ κανονικό, τίποτα το παράξενο κι όταν στα 12 έχασα τον μπαμπά μου αναρωτήθηκα «γιατί; πώς μπορεί να γίνει αυτό;». Έπρεπε να το απαντήσω αυτό στο παιδικό μου μυαλό. Η αδερφή μου, που με περνούσε 4 χρόνια, δεν επηρεάστηκε τόσο πολύ, ο κάθε άνθρωπος και ο ψυχισμός του. Εγώ έζησα μια πιο τολμηρή ζωή. Πήγα στο Πανεπιστήμιο στη Βιομηχανική Σχολή, την εγκατέλειψα στο 4ο έτος και είπα «εγώ θέλω να γίνω ηθοποιός, θα τολμήσω να κάνω αυτό που θέλω γιατί δεν μπορώ να ξυπνήσω στα 52 μου, την ηλικία που έφυγε ο μπαμπάς μου, και να πω ότι στη ζωή μου έκανα κάτι που δεν θέλω». Κι έτσι έγινα ηθοποιός. Και στην τράπεζα αν δούλευα καλή θα ήμουν αλλά δεν θα ήμουν εγώ καλά.
Έγινα ηθοποιός για να γιατρεύω την ψυχή μου και τους καημούς μου παίζοντας τα δράματα, τη ζωή, την χαρά και τον πόνο κάποιου άλλου ανθρώπου, αυτού που πρέπει να αναπαραστήσω κάθε φορά, του ρόλου δηλαδή που πρέπει να υποδυθώ.
Είμαι 35 χρόνια σε αυτή τη δουλειά. Είναι πολλά. Έχω κουραστεί γιατί το 90% αυτών που έχω παίξει είναι κωμωδία, που είναι πολύ κουραστικό είδος. Βέβαια μας λατρεύει ο κόσμος, μας αγαπά πιο πολύ γιατί του χαρίζουμε το γέλιο· είμαστε και οι πιο καλοπληρωμένοι από τους ηθοποιούς. Περισσότερο μου λείπουν οι δουλειές που γουστάρω όπως αυτό που κάνω τώρα το Μαμά, που κι από το τηλέφωνο ακόμη μου έκανε κλικ.
Θέλω να κάνω έργα που να έχουν και τις δυο πλευρές της ζωής, και την κωμική και τη δραματική. Αλλά δεν ξέρω αν θα γίνει, βαριέμαι και όλο το διαδικαστικό και δεν είμαι άνθρωπος των δημοσίων σχέσεων.
Ακόμη κάπως ξαφνιάζομαι όταν μου μιλάνε στον δρόμο ή οπουδήποτε αλλού και κατευθείαν σκέφτομαι «από πού τον ξέρω;». Ακόμη είμαι στη λογική ότι για να μου μιλάνε κάπου τους έχω γνωρίσει και δεν το θυμάμαι. Περίεργο συναίσθημα. Είναι ο χαρακτήρας μου.
Η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής μου ήταν ασυζητητί όταν γέννησα το παιδί μου. Και μπορώ να διαλέξω 2-3 στιγμές από την επαγγελματική μου ζωή. Η συγκλονιστική εμπειρία του να βρίσκομαι στο Φεστιβάλ του Βερολίνου με τον Δεκαπενταύγουστο· ευχαριστώ τον Θεό και τον Κωνσταντίνο Γιάνναρη που το έζησα αυτό. Επίσης συγκλονιστική στιγμή ήταν όταν έπαιξα στην Επίδαυρο τη Κλεονίκη στην Λυσιστράτη με τη Λυδία Κονιόρδου σε σκηνοθεσία Κώστα Τσιάνου με τον Εθνικό Θέατρο. Θυμάμαι ακόμη τα βήματά μου στην Επίδαυρο, όταν μπήκα στον χώρο. Ήμασταν μια εβδομάδα στην Επίδαυρο για πρόβες και δεν κοιμόμουν καθόλου, από την υπερένταση. Ξεχωρίζω ακόμη το Safe Sex, που έχασα την πρεμιέρα γιατί μόλις είχα γεννήσει, αλλά το είδα σε αίθουσα με κόσμο.
Και στην πιο κακή, άσχημη στιγμή θα βρω κάτι να πω να γελάσουμε. Τώρα που μεγαλώνω συνειδητοποιώ ότι μεγάλωσα σε ένα τέτοιο σπίτι. Έφυγε ο μπαμπάς μου όταν ήμουν μικρή, μείναμε η μαμά μου, η αδερφή μου κι εγώ, μόνο γυναίκες. Μεγάλες πια, μαζευόμασταν όταν μπορούσαμε στη Σητεία και γελούσαμε τόσο πολύ. Μου έχει λείψει πολύ αυτό, μετά που την έχασα την αδερφή μου το 2015. Όλοι βιώνουμε απώλειες αλλά κάποιοι άνθρωποι είναι πιο τυχεροί και τις βιώνουν όταν πρέπει. Η αδερφή μου πέθανε νέα, μόλις 58 χρονών.
Νιώθω παράπονο ότι έχουν φύγει νωρίς οι άνθρωποι μου. Έχω απαγορεύσει στην μαμά μου να πεθάνει. Η μάνα μου όπως κάθε μάνα που πεθαίνει το παιδί της ήθελε κι αυτή να φύγει την ίδια στιγμή. Αλλά της είπα «Μαμά, δεν μπορώ να θάψω κι εσένα αμέσως. Γι’ αυτό δεν ξέρω τι θα κάνεις. Δεν θα πεθάνεις». Και νομίζω την έχω ντοπάρει με αυτό.
Γι’ αυτό λέω ότι με τη δουλειά μου έχω γλιτώσει τον ψυχίατρο.