Η φωνή στην αρχή του βίντεο ανήκει στον Χάουαρντ Κόσσελ, εκφωνητή στο ESPN, ο οποίος εκείνη τη Δευτέρα της 8ης Δεκεμβρίου 1980 πήρε στους ώμους του ένα δημοσιογραφικό φορτίο που σίγουρα δεν θα ήθελε: Ήταν εκείνος που ανακοίνωσε στο Αμερικανικό κοινό τη δολοφονία του Τζον Λένον. Η δολοφονία έγινε στις 22:50 το βράδυ έξω από τη Ντακότα, το μεγάλο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη, από τον Μάρκ Ντέιβιντ Τσάπμαν. Ο Λένον, εκείνη την περίοδο έβγαινε ξανά στο προσκήνιο με το Double Fantasy που είχε μόλις κυκλοφορήσει και ήταν γεμάτος όρεξη για μουσική, έπειτα την πενταετή του γονεϊκή “άδεια” που είχε πάρει για να μεγαλώσει το γιο του με την Όνο. Εκείνη η ημέρα ήταν αρκετά γεμάτη όπως και οι προηγούμενες μιας και ετοίμαζαν δίσκο με τη Γιόκο, το πρωί τράβηξαν τη διάσημη φωτογραφία -πλέον- στο διαμέρισμά τους με την Άνι Λίμποβιτς πίσω από το φακό για λογαριασμό του Rolling Stone, έπειτα για μια ραδιοφωνική συνέντευξη και τέλος, στα Record Plant Studios για ηχογράφηση μέχρι το βράδυ, όπου θα επέστρεφαν σπίτι. Εκεί περίμεναν λιγοστοί φαν για να τους υπογράψει κάποιο αυτόγραφο. Ανάμεσά τους κι ένας νεαρός που περίμενε όλη μέρα έξω από τη Ντακότα, ζήτησε και πήρε αυτόγραφο από το ίνδαλμά του. Και μετά, του φώναξε “Κύριε Λένον” για να του ρίξει πέντε σφαίρες πισώπλατα με το 38άρι περίστροφό του. Τέσσερις από αυτές βρήκαν το στόχο.
*To δυστυχώς πολύ προφητικό Walking on Thin Ice είναι το τελευταίο κομμάτι που δούλεψε ο Λένον.
Ο Μάρκ Ντέιβιντ Τσάπμαν είναι σίγουρα μια ιδιαίτερη περίπτωση. Άλλοι λένε ότι είχε υποστεί πλύση εγκεφάλου από την CIA για να σκοτώσει τον “ανεπιθήμητο” Λένον, άλλοι ότι ήταν τρελός, άλλοι ότι ήταν ένας (πολύ) απογοητευμένος φαν, άλλοι ότι ήταν όλα μαζί. Το σίγουρο είναι ότι ο Τσάπμαν, που βρίσκεται ακόμα έγκλειστος στις φυλακές, είχε πρόβλημα με τις διασημότητες που κήρυτταν, είχαν φωνή και προσωπικότητα να επηρεάσουν όλους όσους τους ακούνε. Ο Λένον ήταν ένας από αυτούς, το ίδιο και ο Μπράντο, ο Τζόρτζ Σ. Σκότ ή η Τζάκι Ωνάση. Όλα αυτά τα ονόματα, μαζί με μερικούς ακόμα, ήταν στη λίστα του Τσάπμαν, όπως έχει πει ο ίδιος, ως υποψήφιοι στόχοι. Αλλά ο Λένον ήταν ο πιο εύκολος. Είχε απογοητευτεί από το Λένον, για τα λεγόμενά του περί Μπιτλς και Χριστού, για το κομμάτι “God”, όπου λέει ότι δεν πιστεύει στο Θεό και για τα κηρύγματα περί ειρήνης και ιδιοκτησίας, όταν το πρώην Σκαθάρι ήταν πάμπλουτο και διάσημο. Επίσης, κομβικό σημείο έπαιξε το γνωστό βιβλίο του Τζ.Ντ. Σάλιντζερ, Ο Φύλακας στη Σίκαλη, με το οποίο ο δολοφόνος είχε ταυτιστεί παθολογικά. (Παρέπεμψε τους αστυνομικούς στο βιβλίο για να αναζητήσουν τα κίνητρα για την πράξη του, ενώ τις τελευταίες ημέρες υπέγραφε με το όνομα “Χώλντεν Κόλφιλντ”, που είναι το όνομα του πρωταγωνιστή του βιβλίου). Χωρίς να θέλουμε να γίνουμε ψυχολόγοι, νομίζω ότι ένας απογοητευμένος μουσικός, με φανατική προσήλωση στη θρησκεία και εμμονή με συγκεκριμένα πρόσωπα, αποτελεί εκρηκτικό μείγμα προσωπικότητας. Διεγνώσθη ως ψυχωτικό άτομο μετά τη σύλληψή του και έχει απορριφθεί πολλάκις η αίτηση αποφυλάκισης που έχει κάνει, με πιο πρόσφατη τον Αύγουστο του 2012.
O Λένον είχε πρόσφατα επιστρέψει σε φόρμα με το Double Fantasy, όπως προείπαμε, αλλά είχε γενικά μια άνιση σόλο καριέρα μετά τους Beatles. Οι δυο πρώτοι του δίσκοι, Plastic Ono Band(1970) και Imagine(1971) είναι οι πιο κλασικοί του, ακολούθησε ο πιο πολιτικοποιημένος Sometime in New York το 1972 και μετά ήρθε το “χαμένο Σαββατοκύριακο”. Έτσι έχει γίνει γνωστός ο δεκαοχτάμηνος προσωρινός χωρισμός του από τη Γιόκο και η μετακόμισή του στο Λος Άντζελες με τη γραμματέα του Μέι Πάνγκ. Εκεί, ανάμεσα σε ξέφρενα πάρτι με τα κολλητάρια του Ρίνγκο, Χάρι Νίλσον, Κιθ Μουν και άλλους, ήταν ιδιαίτερα παραγωγικός με τους δίσκους Mind Games(1973), Walls and Bridges(1974) και Rock ‘n Roll (1975). Ο τελευταίος ήταν ο δίσκος με τις διασκευές πριν από την πενταετή αποχή του. Έδειχνε έτοιμος για την επιστροφή την περίοδο που δολοφονήθηκε, θέλοντας μια καλύτερη δεκαετία από εκείνη των 70ς, αλλά δεν πρόλαβε να ζήσει παρά μόνο σχεδόν το πρώτο της έτος. Οι υπόλοιποι τρεις Beatles ήταν σοκαρισμένοι, ο Ρίνγκο ήταν ο μόνος που πήγε την επόμενη της δολοφονίας στο διαμέρισμα των Λένον στο Μανχάταν, ο ΜακΚάρτνεϊ στηλιτεύτηκε από τα Μέσα για την απάντηση που έδωσε, η οποία θεωρήθηκε αδιάφορη (το περίφημο “it’s a drag”), ενώ ο Χάρισον ήταν ιδιαίτερα προβληματισμένος και εκνευρισμένος, αφενός για τον τρόπο με τον οποίο έφυγε ο φίλος τους, αλλά και γιατί δεν είχαν προλάβει να λύσουν τις μεταξύ τους διαφορές. Αφορμή είχε σταθεί η κυκλοφορία της αυτοβιογραφίας του Χάρισον με τίτλο “I Me Mine” το 1980, στην οποία δεν ανέφερε σχεδόν καθόλου το Λένον, γεγονός που τον είχε πληγώσει αφάνταστα. Έγραψε όμως ένα κομμάτι για να εξιλεωθεί το 1982 με τίτλο “All Those Years Ago”, στο οποίο συμμετέχουν και οι έτεροι δυο Beatles. Και ο ΜακΚάρτνεϊ βέβαια τίμησε τον “κολλητό” του, με το “Here Today” την ίδια χρονιά.
Η απώλεια του Σκαθαριού συγκλόνισε όλον τον κόσμο, όπως με τους Κένεντι, το Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και το Μάλκολμ Χ, με αυτά τα παραδείγματα να είναι αμιγώς πολιτικές δολοφονίες. Με το Λένον ήταν ακόμα χειρότερα, γιατί ήταν η πρώτη φορά που δολοφονήθηκε κάποιος που πρωτίστως ήταν καλλιτέχνης, κι ας είχε έντονη πολιτική δραστηριότητα. Όμως, η χρονική περίοδος είναι εκείνη που αναιρεί την πολιτική χροιά στην υπόθεση, μιας και το πρώην Σκαθάρι ήταν ένας τυπικός χαζομπαμπάς που έμενε στο σπίτι και φρόντιζε το γιο του και όχι το αντιπολεμικό σύμβολο των αρχών των 70ς. Αποτέλεσε επίσης το καμπανάκι για όλους τους καλλιτέχνες και τους έκανε να συνειδητοποιήσουν ότι μπορεί να γίνουν κι αυτοί ένας εν δυνάμει στόχος. Όπως και έγιναν. Και ο Χάρισον δέχθηκε επίθεση με μαχαίρι, ο Dimebag Darell δολοφονήθηκε το 2004 επί σκηνής (συμπτωματικά 8 Δεκεμβρίου κι αυτός) και άλλοι. Κι αν ρωτάτε το γιατί, ή αναζητάτε κίνητρα για τέτοιες πράξεις, μάλλον η μόνη απάντηση που ταιριάζει είναι το “γιατί έτσι”. Κανένας δεν γνωρίζει τα κίνητρα του Τσάπμαν και των άλλων που έπραξαν ομοίως με βεβαιότητα, πιθανότατα ούτε οι ίδιοι, έχοντας χάσει τη γραμμή που χωρίζει τη λογική από την παράνοια.