Ο Γκυ Ντε Μωπασάν, μέγιστος των νατουραλιστών συγγραφέων, πρωτεργάτης του σύγχρονου διηγήματος και εξ εφηβείας φίλος του Φλωμπέρ, κυριάρχησε στα γαλλικά γράμματα του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα. Αν και πέθανε μόλις στα 42 χρόνια του, πρόλαβε να αφήσει πίσω του περί τα τριακόσια διηγήματα, έξι νουβέλες, τρεις ταξιδιωτικούς οδηγούς και ένα βιβλίο ποίησης! Κι όλα αυτά τα έγραψε στον ελεύθερο χρόνο του, καθώς πέρα από τη δουλειά του σε Υπουργείο, έδινε και κείμενα σε εφημερίδες.
Από τις εμπειρίες του στη δημοσιογραφία ξεπήδησε η ιστορία του «Φιλαράκου», του περίφημου «Bel Ami». Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 1885 (εν μέσω της πιο επιτυχημένης –οικονομικά και καλλιτεχνικά – δεκαετίας της συγγραφικής καριέρας του) και έκανε τριάντα επτά ανατυπώσεις μέσα σε μόλις τέσσερις μήνες!
Ο Φιλαράκος είναι ο Ζορζ Ντιρουά, όμορφος νέος από το χωριό Καντελέ (όπου είχε το εξοχικό του ο Φλωμπέρ) με πέραση στις γυναίκες, ο οποίος βρίσκεται στο Παρίσι μόλις λίγους μήνες, κυνηγώντας μια ευκαιρία για να ανέβει στη ζωή. Η τυχαία συνάντησή του με τον Φορεστιέ, παλιό φίλο του και νυν πολιτικό συντάκτη στην μικρή εφημερίδα «Γαλλική Ζωή», θα αποτελέσει την είσοδό του στη δημοσιογραφία. Από εκεί και πέρα, θα ακολουθήσει έναν ξέφρενο δρόμο προς την κορυφή του Παρισιού, στη διάρκεια του οποίου θα περάσει από την αγκαλιά της μιας παντρεμένης γυναίκας στην επόμενη, ενώ ταυτόχρονα θα ελίσσεται στο παρασκήνιο της πολιτικής ζωής της Γαλλιάς που βράζει με το θέμα της Αλγερίας. Το κίνητρο του θα είναι πάντα η επόμενη γυναίκα, τα περισσότερα χρήματα, το μεγαλύτερο κύρος. Κανένα εμπόδιο δεν επαρκεί για να εμποδίσει αυτόν τον αριβίστα. Αλλά σε ένα Παρίσι που κυριαρχείται από τους φαύλους και λατρεύει την γυαλιστερή επιφάνεια, ο Φιλαράκος, ο χωριάτης που ανεβαίνει ταχύτατα τα σκαλιά της ζωής δεν μπορεί να κατηγορηθεί από κανέναν, αφού όλοι αυτό κάνουν: η καπατσοσύνη και η άγρια φιλοδοξία του αναγνωρίζονται ως προτερήματα και η τελική επιτυχία του ως ο απόλυτος στόχος ζωής.
Παράλληλα με τους έρωτες και τις δολοπλοκίες του Ντιρουά, ο Μωπασάν αναπτύσσει με μαεστρία πολλά θέματα. Σκιαγραφεί έξοχα την πραγματικότητα της ζωής της εφημερίδας, την οποία γνωρίζει σε βάθος από πρώτο χέρι: ο δαιμόνιος Εβραίος ιδιοκτήτης που συντηρεί την εφημερίδα για να πετυχαίνει τους άλλους επαγγελματικούς στόχους του, οι πολιτικοί που χρησιμοποιούν την εφημερίδα για τους δικούς τους σκοπούς, η πάλη για ισχύ των δημοσιογράφων, η πορεία του Φιλαράκου από το παιδί για τα θελήματα στην θέση του πολιτικού συντάκτη, ο ανταγωνισμός των εφημερίδων και η καταξίωση της «Γαλλικής ζωής». Καθόλου τυχαία, στο πρωτότυπο υπάρχουν τα ονόματα δύο υπαρκτών δημοσιογράφων της εποχής, στους οποίους προφανώς έχει βασίσει τους ήρωές του.
Ταυτόχρονα, ο Μωπασάν αναλύει την τρέχουσα επικαιρότητα που δεν είναι άλλη από την επερχόμενη επιβολή της Γαλλίας κατά της Αλγερίας, θέμα με το οποίο ήταν παθιασμένος, καθώς είχε καλύψει τα γεγονότα ως απεσταλμένος εφημερίδας. Δεν φείδεται ειρωνείας και μπρίου στην περιγραφή της ζωής της υψηλής κοινωνίας του Παρισιού (ειδικά στην ξεκαρδιστική σκηνή του εράνου), ενώ με το καταπληκτικό βλέμμα του συλλαμβάνει την γυναικεία ψυχολογία: οι τέσσερις κεντρικές γυναικείες φιγούρες αναπνέουν πραγματικά μέσα στο κείμενο. Σε συνδυασμό με τα ορόσημα της πόλης στα οποία διαδραματίζονται οι πράξεις του έργου (εστιατόρια, λεωφόροι, κλπ), έχουμε εδώ μια ζωντανή αναπαράσταση του Παρισιού την εποχή λίγο πριν την ανέγερση του Πύργου του Άιφελ.
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καλέντη.