Από το λευκό κουνέλι του Lewis Carroll μέχρι τα αγριοκούνελα της Λήμνου, ο δρόμος είναι μακρύς. Αλλά μπορεί και όχι. O πολυπληθέστερος πληθυσμός αγριοκούνελων σε όλη την Ελλάδα βρίσκεται εκεί. Αυτοί οι αμετανόητοι καταστροφείς των καλλιεργειών και επισκέπτες της νύχτας στις αυλές των σπιτιών – αναπόσπαστο πλέον κομμάτι του λημνιακού οικοσυστήματος- εμπνέουν τον Αντώνη Βαή και το νέο έργο Cuniculus/ Aγριοκούνελα, μια μουσικοχορευτική performance, υπερρεαλιστική όπως και η προσωπικότητα τους, στην τέταρτη, φετινή εκδοχή του Kournos Music Festival.
“Ενοχλήσαμε” τον δημιουργό χορογράφο, λίγο πριν την πρώτη παρουσίαση της -δεν μου το βγάζεις από το μυαλό απολαυστικής- παράστασης και πρόθυμα έκανε το απαραίτητο break για μια απαραίτητη συνομιλία.
Αντώνη, τι σε ώθησε στον χορό; Υπάρχει κάποια εμπειρία κρυμμένη στην παιδική σου ηλικία που πιστεύεις ότι σε οδήγησε σε αυτή την κατεύθυνση; Μπήκα στο πρώτο μάθημα κλασικού χορού στην ηλικία των 17 χρόνων. Ας ονομάσουμε το τολμηρό για έναν έφηβο αυτό βήμα ως εκλογίκευση ενός πάθους. Το πάθος ήταν η μουσική και το συναίσθημα που μου προκαλούσε ήταν η συγκλονιστική σωματική αντίδραση που μετέφραζα ως χορό. Στην ηλικία εκείνη έψαχνα και τι θα σπουδάσω. Κι έτσι αποφάσισα να ακολουθήσω τον δρόμο αυτό επαγγελματικά. Το να κάνεις την τέχνη και το ταλέντο σου βιοπορισμό ενέχει τεράστιους κινδύνους. Και δεν μιλώ αποκλειστικά για τους βιοποριστικούς. Πήρα τον χορό, που για εμένα είναι η φύση μου, και τον έκανα δουλειά. Αμέτρητες οι φορές που με έχουν κοροϊδέψει σαν παιδί όταν χόρευα και το πόσος χρόνος και προσήλωση χρειάστηκε για να εδραιώσω το αδιαμφισβήτητο, αποτελούν πια κομμάτι της τέχνης μου, που τόσο απλόχερα με συνδέει με τους ανθρώπους και τη ζωή. Είμαι ευγνώμων που για μένα βρέθηκε ένας άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφομαι ακόμα.
Τι σε εμπνέει περισσότερο; Βασικότερη πηγή έμπνευσης αποτελεί η τέχνη που βρίσκεται στον δρόμο, στη φύση και στην καθημερινότητα. Ένας μικρός κήπος στο απέναντι μπαλκόνι, το τραγούδι των πουλιών, μια παιδική ζωγραφιά και ένα χειροποίητο φόρεμα έχουν τη δύναμη να κινήσουν μέσα μου βουνά, που ύστερα με συνέπεια και αυθορμητισμό είναι ικανά να φέρουν καλλιτεχνική ζύμωση που γεννά έργο.
Υπάρχει κάποια χορογραφική φιλοσοφία την οποία ενσωματώνεις στις παραστάσεις σου; Προσπαθώ να χρησιμοποιώ κάθε φορά νέα εργαλεία, αλλά αυτό που συνοδεύει συχνότερα εμένα και τα άτομα που συνεργαζόμαστε είναι μία ανάγκη για εξερεύνηση που δύναται να ενεργοποιήσει μια ευτυχής ευρηματικότητα.
Αν μπορούσες να χορέψεις οπουδήποτε στον κόσμο, ποιο μέρος θα διάλεγες; Αν αυτή τη στιγμή θα μπορούσα να επιλέξω ένα μέρος για να δημιουργήσω και να χορέψω, αυτό θα ήταν αδιαμφισβήτητα η Παλαιστίνη. Έχω βρεθεί με τον χορό ήδη αρκετές φορές στη διχοτομημένη Ιερουσαλήμ και εύχομαι σύντομα η επιθυμητή κατάπαυση του πυρός στη Γάζα να φέρει στους Παλαιστίνιους πλήρη ανεξαρτησία και η μελλοντική επανέναρξη των καλλιτεχνικών συνεργασιών έμπρακτη στήριξη από την διεθνή καλλιτεχνική κοινότητα.
Πιστεύεις ότι ο χορός έχει δύναμη; Μπορεί με τον τρόπο του να συμβάλει σε κοινωνικές αλλαγές ή να ευαισθητοποιήσει το κοινό για συγκεκριμένα θέματα; Ο χορός, θεωρώ, αποτελεί την πιο κραυγαλέα και ταυτόχρονα σιωπηλή ένδειξη ζωής. Είναι ικανός να ανυψώσει το ανθρώπινο αίσθημα, να εκκινήσει μια προσωπική η συλλογική επανάσταση, να αφυπνίσει και να υπενθυμίσει. τόσο στο άτομο που τον παρακολουθεί αλλά ακόμα περισσότερο στο άτομο που τον βιώνει, την ανάγκη για ελευθερία, σύνδεση και αγάπη.
Τι μπορούν να περιμένουν οι θεατές από τη μουσική περφόρμανς «Cuniculus/ Αγριοκούνελα» στη Λήμνο; Θα θέλαμε το κοινό που θα έρθει στην παράσταση να συναντηθεί με ό,τι αυτό καρτερεί και ίσως ακόμα περισσότερα. Ξεδιπλώνουμε μαζί όλη μας την αγάπη για τον τόπο και τους ανθρώπους του, και ευχόμαστε η μουσική και ο χορός μας, με αφετηρία την πλούσια φύση της Λήμνου, να ταξιδέψει το κοινό από τα βάθη της γης σε κόσμους μακρινούς.
Πόσο επηρέασαν τελικά τα αγριοκούνελα της Λήμνου την παράσταση; Για να κατανοήσω βαθύτερα αυτά τα ζώα της Λήμνου, τις ιστορίες που τα περιβάλουν και τον αντίκτυπο που έχουν στην φύση του νησιού και στις καλλιέργειες, χρειάστηκα την εμπειρία της αγαπημένης μου φίλης και συνεργάτιδας Άννας Αθανασίου. Με την Άννα χορογραφούμε μαζί το έργο, καθώς η ίδια λόγω καταγωγής καταφέρνει να αποτελεί τον ουσιαστικότερο συνδετικό κρίκο ανάμεσα στο βίωμα, την έμπνευση και τη δημιουργία αυτής της παράστασης. Τα αγριοκούνελα έδωσαν στο έργο έναν χαρακτήρα διττό, συνάμα παιχνιδιάρικο αλλά και ελαφρώς ενοχλητικό.
Η συνεργασία με τους Μιχάλη και Χρήστο Καλκάνη για τη μουσική επένδυση της παράστασης πώς προέκυψε; Η συνεργασία μας με το εξαιρετικό μουσικό ντουέτο “Seeds” των αδερφών Μιχάλη και Χρήστου Καλκάνη προέκυψε από την ιδέα της Αναστασίας Κότσαλη και της Λητώς Μεσσήνη να συνομιλήσουν οι προσεγγίσεις μας, ώστε τα αγριοκούνελα και ο μύθος που τα συνοδεύει να ανοίξουν ένα νέο ανεξερεύνητο λαγούμι στη φαντασία.
Ποιο ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι της δημιουργικής διαδικασίας αυτής της παράστασης; Το πιο απαιτητικό κομμάτι της δημιουργικής διαδικασίας είναι για μένα η «εκγύμναση» στον συντονισμό. Αν και συνεργαζόμαστε για πρώτη φορά με τον Χρήστο και τον Μιχάλη, νιώθουμε ότι η συνύπαρξή μας δημιούργησε κάτι υπέροχα ουσιαστικό, αρχικά για εμάς και ευχόμαστε κατ’ επέκταση και για το ίδιο το κοινό.
Έχεις κάποιον ιδιαίτερο τρόπο ή τελετουργία για να αντιμετωπίζεις το άγχος πριν από μια παράσταση; Τολμώ να πω ότι μετά από 22 χρόνια έχω αναπτύξει την ικανότητα να αποποιούμαι το κατά δύναμιν την τοξικότητα του άγχους, και να χρησιμοποιώ περισσότερο την αφυπνιστική του ιδιότητα. Αυτό που με βοηθά είναι να παίρνω χρόνο μόνος και να συνειδητοποιώ ότι με εμπιστεύομαι, με αγαπώ, και ότι είμαι εξαιρετικά τυχερός που τόσοι άνθρωποι προσφέρουν χρόνο από την ζωή τους, για να μοιραστούμε κάτι τόσο προσωπικό και ταυτόχρονα καθολικό.
Ποια είναι η πιο αξέχαστη αντίδραση του κοινού που έχεις βιώσει; Δυσκολεύομαι να ξεχάσω τις στιγμές που ένα άτομο από το κοινό θα με πλησιάσει να μου εξηγήσει πρωτίστως με τα μάτια, ότι το βίωμα μας κατά την διάρκεια της παράστασης υπήρξε κοινό, και η συγκίνηση που δημιουργήθηκε αμφίδρομη. Υπάρχουν άνθρωποι που μου εκμυστηρεύονται ότι χόρεψαν οι ίδιοι μέσα απ’ το δικό μου σώμα. Επίσης δεν ξεχνώ ποτέ τα υπέροχα γιουχαΐσματα σε υποκλίσεις, και όλα τα άτομα εκείνα που καταφέρνουν να κοιμηθούν στην πρώτη σειρά των μεγάλων θεάτρων με την ορχήστρα να παίζει μανιωδώς και εμάς να χοροπηδούμε σε έκσταση.
Πώς βλέπεις την εξέλιξη του χορού στην Ελλάδα ; Είναι εξαιρετικά υψηλού επιπέδου. Κατορθώνει κόντρα σε αντιξοότητες να παραδίδει ουσιαστικό καλλιτεχνικό έργο και ιδιαίτερη γραφή, τόσο σε τοπικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό που λείπει για να εξελιχθεί περαιτέρω η χορευτική σκηνή στην Ελλάδα, είναι η μεγαλύτερη και στοχευμένη στήριξη από την πολιτεία. Προσπαθούμε συλλογικά να φτάσουμε στο σημείο, που ιδανικά κάθε άτομο που επιλέγει να σπουδάσει και να εργαστεί στον χώρο μας, να έχει την δυνατότητα να εξελιχθεί και να βιοποριστεί από αυτόν. Στο παρελθόν λέγαμε πως δεν υπάρχει βοήθεια. Πια έχουμε ξεπεράσει αυτό το στάδιο και βιώνουμε την υποβάθμιση. Καίρια ζητήματα του Σωματείου Εργαζομένων στον Χώρο του Χορού (Σ.Ε.ΧΩ.ΧΟ) και όλων των ατόμων που απαρτίζουμε τον κλάδο, είναι η ανωτατοποίηση των σχολών χορού και η ίδρυση Πανεπιστημίου, η δημιουργία χώρων που να στεγάζεται ο χορός τόσο στην πρωτεύουσα όσο και στην περιφέρεια, η ένταξη μαθημάτων χορού στα σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, η περαιτέρω επιχορήγηση για την δημιουργία καλλιτεχνικού, ερευνητικού και εκπαιδευτικού έργου, καθώς και η επαρκής ασφάλιση και συνταξιοδότηση.
Υπάρχει ένα τοπ 3 για τις πιο καθοριστικές συνεργασίες στην καριέρα σου ή για τις πιο αγαπημένες στιγμές σε αυτό το «ταξίδι» μέχρι σήμερα; Τρεις από τις πιο καθοριστικές συνεργασίες, είναι η πρώτη μου επαγγελματική συνεργασία με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου στο έργο «Πουθενά», που εγκαινίασε με τον πιο ευρηματικό τρόπο το ανακαινισμένο κτίριο Τσίλλερ του Εθνικού Θεάτρου, η δημιουργία της παράστασης «Sacre» / Ιεροτελεστία της Άνοιξης με την Sasha Waltz, που σηματοδότησε την επταετή συνεργασία μου με την ομάδα, και το μυσταγωγικό «Larsen C» του μάγου της κίνησης Χρήστου Παπαδόπουλου. Αν πρέπει να αναφερθώ στις πιο αγαπημένες μου στιγμές στο ταξίδι αυτό, θα έλεγα πως είναι η συνάντηση μου με την συμφοιτήτρια μου Βαλασία Συμεωνίδου στην διάρκεια των σπουδών μας στην Κρατική Σχολή Χορού, όπου βουτήξαμε στο σύμπαν της «Μεταμόρφωσης» του Franz Kafka και του χαρακτήρα του μυθιστορήματος Gregor Samsa που κλήθηκα να ενσαρκώσω, το εμβληματικό performance για το έργο «Untitled / Go-go dancing platform» του Felix Gonzales Torres στο Schwules Museum του Βερολίνου και την μοναδική έμπειρα γνωριμίας με κάθε θεατή ξεχωριστά στο συμμετοχικό performance installation «Booth» που δημιούργησα για το «Performance Shop» της υπέροχης Λίας Χαράκη στο Φεστιβάλ Αθηνών.
Τι άλλο να περιμένουμε στο μέλλον; Έχεις άλλα έργα ή συνεργασίες στα σκαριά; Για το 2025 συμμετέχω ως ερμηνευτής στην νέα παραγωγή του αγαπημένου μου χορογράφου Χρήστου Παπαδόπουλου, που θα κάνει πρεμιέρα στην Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση τον Μάιο και ύστερα θα συνεχίσει σε θέατρα και φεστιβάλ του εξωτερικού. Ως δημιουργός παρουσιάζω στην Ελευσίνα το τοποειδικό (site specific) έργο μου «Lunar Seaga» τον Ιούνιο της ερχόμενης χρονιάς, στα πλαίσια του προγράμματος της Ακαδημίας Χορογραφίας, που αποτελεί όραμα και πράξη της χορογράφου και μέντορα μας Πατρίσιας Απέργη.