Στην Ιρλανδία των τελών της δεκαετίας του 1960 η Νόρα Γουέμπστερ είναι παντρεμένη με τον έρωτα της ζωής της και κοσμοαγάπητο δάσκαλο Μωρίς, ο οποίος όμως πεθαίνει μετά από μεγάλο διάστημα στο νοσοκομείο. Χωρίς έσοδα πλην της μικρής σύνταξης και με τέσσερα παιδιά διαφόρων ηλικιών, η σαραντάρα χήρα Νόρα θα αναγκαστεί να ξαναστήσει τη ζωή της από την αρχή.
Η πώληση του εγκαταλελειμένου εξοχικού τους και η επιστροφή της στην εταιρεία όπου δούλευε πριν από είκοσι χρόνια ως λογίστρια είναι οι αναπόφευκτες πρώτες κινήσεις που πρέπει να κάνει για να αποκτήσει κάποιο εισόδημα. Κι έτσι όμως, τα χρήματα δεν επαρκούν και βασίζεται στη συνδρομή της οικογένειάς της για διάφορες υποχρεώσεις, όπως για την πληρωμή των σχολικών διδάκτρων.
Παράλληλα με την προσπάθειά της να τα βγάλει πέρα, η Νόρα παλεύει με την οριστική απουσία του Μωρίς και την επίδρασή της στην ψυχολογία των παιδιών της. Το κενό του είναι δυσαναπλήρωτο και, καθώς η Νόρα είχε μάθει να ζει στη σκιά του, τώρα δυσκολεύεται πολύ να χειριστεί την κατάσταση.
Η διαδικασία της επούλωσης του μεγάλου τραύματος θα είναι δύσκολη και χρονοβόρα για όλους. Για τη Νόρα, η λύτρωση θα έρθει σταδιακά και αναπάντεχα μέσα από την ενασχόλησή της με το τραγούδι και τη μουσική, μια διαδικασία που θα την ξαναβάλει στους «κανονικούς» ρυθμούς της κοινωνίας.
Το «Νόρα Γουέμπστερ» είναι το πιο πρόσφατο βιβλίο του διάσημου και βραβευμένου Ιρλανδού συγγραφέα, πανεπιστημιακού και δημοσιογράφου Colm Tóibín. Η συγγραφή του κράτησε πάνω από δέκα χρόνια, ενώ στο ενδιάμεσον κυκλοφόρησαν τα πολύ γνωστά έργα του (Brooklyn, The Master, κλπ) που τον έφεραν στο προσκήνιο.
Τα αγαπημένα μοτίβα του (καταγραφή της Ιρλανδικής ταυτότητας, μικρή κοινωνία όπου όλα είναι γνωστά, αντιμετώπιση της απώλειας, η δημιουργία ως διέξοδος) είναι η βάση και της «Νόρα Γουέμπστερ», όμως εδώ βρίσκομαστε σε ακόμα πιο «αυτοβιογραφικά» νερά: ο Μωρίς είναι το ακριβές είδωλο του πατέρα του συγγραφέα, ο οποίος ήταν δάσκαλος, μέλος του Fianna Fail και πέθανε όταν ο συγγραφέας ήταν 12 ετών. Η απώλεια του πατέρα οδήγησε σε «πολλή σιωπή στο σπίτι», ενώ το παιδί δεν μπορούσε να διαβάσει ως τα εννιά του χρόνια και είχε μόνιμο τραύλισμα. Τα στοιχεία αυτά κυριαρχούν και στο βιβλίο, με την σκιά του Μωρίς να πέφτει βαριά σε κάθε πτυχή της ζωής των μελών της οικογένειάς και τον γιο του να προσπαθεί να βρει διέξοδο στην φωτογραφία.
Για άλλη μια φορά με το Brooklyn, ο Tóibín καταφέρνει να αποδώσει έξοχα έναν γυναικείο χαρακτήρα, δίνοντας όμως εδώ διαφορετική τροπή στην ιστορία: εκεί που η πρωταγωνιστρια του Brooklyn αφήνει την Ιρλανδία για μια νέα ζωή στην Αμερική, η Νόρα παραμένει στην μικρή κοινωνία που θα την στηρίξει (προσφέροντάς της δουλειά, ανανεώνοντας της το σπίτι σε φθηνές τιμές, στηρίζοντας οικονομικά και ψυχολογικά τα παιδιά της, προσφέροντάς της χαρά με το τραγούδι).
Η λογοτεχνία του Tóibín είναι εδώ στα καλύτερά της. Η ικανότητά του να καταγράφει τη ζωή που κινείται χωρίς συγκεκριμένη κατεύθυνση είναι έξοχη: ο αναγνώστης βυθίζεται στο κείμενο, ακολουθώντας τη Νόρα που προσπαθεί να κατανοήσει την νέα κατάσταση της ζωής της και απλά περάσει τις δύσκολες ημέρες όπως μπορεί. Η περιγραφή της πάλης με την σιωπή που γεμίζει τα πάντα, της καθημερινότητας, των κοινωνικών αναταραχών και των οικογενειακών σχέσεων σε μια εποχή που η κοινωνία της Ιρλανδίας άλλαζε δραστικά (υπέροχη η σκηνή όπου η Νόρα βάφει τα μαλλιά της λίγο πιο έντονα απ’ότι «θα έπρεπε») είναι πειστική.
Μένοντας στα «γεγονότα» της καθημερινότητάς της Νόρα, ο Tóibín αποφεύγει τις εύκολες εντάσεις και καταφέρνει να διατηρήσει τον σωστό ρυθμό εξέλιξης της ιστορίας του, ρίχνοντας το βάρος στο χτίσιμο των χαρακτήρων. Το σχεδόν υπνωτικό αποτέλεσμα της «Νόρα Γουέμπστερ» τον δικαιώνει για άλλη μια φορά.