Έτσι είναι ή έτσι νομίζουμε; Πόσες φορές το έχουμε σκεφθεί, το έχουμε αναρωτηθεί, έχουμε καταλήξει ότι αν είχαμε δράσει αλλιώς, τα πράγματα μπορεί να ήταν διαφορετικά; Τα πράγματα… τα μικρά εκείνα πράγματα που τελικά πήγαν λάθος, που τάραξαν τη ζωή μας και την άλλαξαν, με τρόπο που ούτε καν είχαμε φανταστεί. Γύρω από αυτόν τον κεντρικό άξονα στροβιλίζεται η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Χάρη Βαφειάδη «Μικρά Πράγματα Που Πήγαν Λάθος» -και η πρώτη παράλληλα ελληνική ταινία της νέας σεζόν που συναντά το κοινό στις αίθουσες αυτές τις μέρες. Η περιδίνηση του άξονα, αθόρυβη αλλά δυνατή, εκτοξεύει ένα κάρο ζητήματα και καταστάσεις που τρίζουν την καθημερινότητά μας. Μια καθημερινότητα δύσκολη, απρόβλεπτη, γεμάτη ανατροπές. Είτε είσαι μόνος, είτε είσαι ζευγάρι είτε είσαι οικογένεια. Οι σχέσεις, οι καταστάσεις, τα γεγονότα, συχνά κρέμονται από μία κλωστή. Στα «Μικρά Πράγματα Που Πήγαν Λάθος» όλα κρέμονται από ένα… σκυλάκι!

Δύο οικογένειες, η κάθε μια με τα δικά της ξεχωριστά προβλήματα, σε παράλληλη κίνηση: από τη μια η διαλυμένη οικογένεια του εξωστρεφούς, απεγνωσμένου Φάνη (Θάνος Τοκάκης), που έχει πάρει την κατηφόρα μετά τις μέρες δόξας του στο εφήμερο τηλεοπτικό στερέωμα και ψάχνει κάθε δυνατό τρόπο να πιαστεί για να επιβιώσει αλλά και να λάμψει στα μάτια της έφηβης κόρης του (Αλίκη Μπακέλλα) που τον απαξιώνει. Όπως άλλωστε και η μητέρα της και πρώην γυναίκα του (Γαλήνη Χατζηπασχάλη) που δεν του έχει πλέον καμιά εμπιστοσύνη και στηρίζει μόνη το σπίτι της. Από την άλλη, ο εσωστρεφής, μεθοδικός, οργανωμένος αστός-golden boy Παύλος (Μιχάλης Συριόπουλος) που βλέπει την ευμάρειά του να κατακρημνίζεται κάτω από το βάρος της οικονομικής κρίσης. Η γυναίκα του (Χριστίνα Χειλά Φαμέλη) ξεσπάει στο αλκοόλ την ανία της στην πολυτελή μοναξιά ενός σπιτιού που καλύπτει την ραγισμένη σχέση τους και ο 7χρονος γιος τους (ο μικρός Αλέξανδρος Καραμούζης) μαθαίνει να είναι άξιος γιος ενός τέλειου πατέρα. Οι δύο αυτοί τόσο διαφορετικοί και άσχετοι μεταξύ τους άνθρωποι και πατεράδες δεν θα συναντιόντουσαν ποτέ… αν τα σκυλάκια τους δεν έμοιαζαν σαν δυο σταγόνες νερό… Η τύχη ή η σύμπτωση, «αυτά τα μικρά πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή μας συνέχεια και της αλλάζουν κατεύθυνση», όπως λέει ο σκηνοθέτης, στρώνουν εν αγνοία μας τα δικά τους μονοπάτια στις ζωές μας…

«Δραματική κωμωδία με μαύρα στοιχεία», χαρακτηρίζει την ταινία ο δημιουργός και γεγονός είναι πως η σουρεαλιστική διάθεση με το υπόγειο χιούμορ που διαπερνούν τη ραχοκοκαλιά της, χαρίζουν χαμόγελα και γέλια στο θεατή, την ώρα που η ρεαλιστική απεικόνιση της κοινωνικής πραγματικότητας στο φόντο ή της οικογενειακής καθημερινότητας στο σπίτι, φέρνει στο νου οικείες καταστάσεις. Ο Χάρης Βαφειάδης έχει καταφέρει κάτι δύσκολο: να μας μιλήσει για την απόγνωση μέσα από το χιούμορ. Οι ηθοποιοί του, ένας κι ένας (η πρωτοεμφανιζόμενη νεαρή Αλίκη Μπακέλλα έχει μέλλον) δίνουν εξαιρετικά σάρκα και οστά στην ιστορία που τρέχει και σε κρατάει μαζί της ως το τέλος. Η φωτογραφία, η μουσική, τα σκηνικά συμβάλλουν στο ωραίο αποτέλεσμα.

Η Χριστίνα Χειλά Φαμέλη σε σκηνή της ταινίας

Ο σκηνοθέτης δεν βιάστηκε να κάνει το ντεμπούτο του στη μεγάλου μήκους. Είχε ήδη αρκετές μικρού μήκους πίσω του, με αποκορύφωμα την βραβευμένη στο φεστιβάλ Δράμας ταινία «13 1/2» (2010), μια υπέροχη ματιά πάνω στην εφηβεία. Στην οποία αξίζει να σημειώσουμε την θαυμάσια φωτογραφία του Edu Grau, διευθυντή φωτογραφίας της φετινής ταινίας του Πέδρο Αλμοδόβαρ «The Room Next Door» που πρόσφατα πήρε τον Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ Βενετίας! Κάτι που έμαθα κατά λάθος πάνω στην κουβέντα μας με τον Χάρη Βαφειάδη, όταν του είπα πόσο μου άρεσε το «13 ½» και τι ξεχωριστή  φωτογραφία είχε. «Ναι, δεν είναι; Την έχει κάνει ο φίλος και συγκάτοικός μου όταν σπουδάζαμε στο National Film & TV School του Λονδίνου. Φοβερός φωτογράφος, φοβερό άτομο, κάνει μεγάλη καριέρα. Ξέρεις, είναι αυτός που έχει κάνει την νέα ταινία του Αλμοδόβαρ που διαγωνίζεται τώρα στη Βενετία», μου έλεγε με περηφάνια, λίγες μέρες πριν η ταινία πάρει το μεγάλο βραβείο. Έτσι είναι ο Χάρης Βαφειάδης, δημιουργός που, όσα χρόνια τον ξέρω, μόνο καλά λόγια έχει να πει για τους συναδέλφους του, πάντα χαμηλών τόνων, πάντα με χαμόγελο: «Μα τι ωραίες ταινίες παίχθηκαν πάλι φέτος στη Δράμα» μου έλεγε, χαρούμενος πολύ κιόλας για τα βραβεία των φίλων του Δημήτρη Μουτσιάκα («Γκέκας») και Γιώργου Φουρτούνη («MJ»), που σάρωσαν. Ενώ αξίζει να πούμε ότι μερικές από τις πιο αστείες πινελιές στην ταινία του δίνουν τα “περάσματα” διαφόρων σκηνοθετών του ελληνικού σινεμά, με τρόπο που δεν θα μπορούσατε ποτέ να φανταστείτε!

Στο έργο του ο Χάρης Βαφειάδης, εκτός των άλλων, μιλάει για τη γενιά του. Εκείνη των σημερινών σαραντάρηδων οι οποίοι μεγάλωσαν κατά κύριο λόγο στις ωραίες fake συνθήκες των δύο δεκαετιών πριν τον 21ο αιώνα, έζησαν την αίγλη των Ολυμπιακών αγώνων σε μια χαρούμενη Ελλάδα που υποσχέθηκε πολλά και δεν τήρησε τον λόγο της και, μετά, τους πήρε στην κατηφόρα μαζί της. Μιλάει για την θέση του άνδρα της γενιάς του αλλά και τη θέση του άνδρα-πατέρα και του άνδρα-συντρόφου της γενιάς του. Και μπορεί να τον κοιτάει τρυφερά και με χιούμορ αλλά τον επικρίνει αυστηρά παράλληλα. Δεν του χαρίζεται. Ο ίδιος, αφοσιωμένος πατέρας του Μηνά, έχει πλήρη επίγνωση των πραγμάτων, έζησε άλλωστε την άνοδο και την πτώση της επίπλαστης κοινωνικής ευημερίας μας. Κι όταν έγινε πατέρας χρειάστηκε να αφήσει στην άκρη για λίγο την Τέχνη για τις ανάγκες της επιβίωσης. Για αυτό είναι και τόσο αληθινά τα «Μικρά Πράγματα Που Πήγαν Λάθος»….

Ο Θάνος Τοκάκης, η Νιόβη και ο Μιχάλης Συριόπουλος στην ταινία “Μικρά Πράγματα Που Πήγαν Λάθος”

Τι έδωσε την έμπνευση, την ιδέα και την αφορμή για την ταινία; Κάποια πραγματική ιστορία ίσως;

Ήθελα το βασικό θέμα της ταινίας να είναι η ταυτότητα και ο μπερδεμένος ρόλος του σαραντάρη άνδρα στην Ελλάδα του σήμερα. Η ιδέα της αντικατάστασης του σκυλιού ήταν πράγματι ένα αληθινό περιστατικό που άκουσα και μου έδωσε το πεδίο για να μιλήσω δημιουργικά πάνω στην συγκεκριμένη θεματική. Από εκεί και πέρα, ανέπτυξα την ιστορία με πολλές προσωπικές αναφορές. 

Σου έχουν τύχει δηλαδή στη ζωή σου μικρά πράγματα που πήγαν λάθος; Τι ακριβώς εννοείς με αυτό;

Μου συμβαίνουν συνέχεια. Είναι συνήθως τα πράγματα τα οποία κάνω και τα οποία μετανιώνω. Μεγαλώνοντας, μαθαίνω να ζω με τα λάθη μου και σιγά σιγά μαθαίνω επίσης να προσπαθώ να κάνω και, κάποια λίγα, σωστά!

Ήταν δύσκολη η μετάβαση από τη μικρού μήκους στην πρώτη σου μεγάλη μήκους ταινία;

Ήταν αρκετά δύσκολη γιατί συν τοις άλλοις, συνέπεσε με μια δυσάρεστη περίοδο της ζωής μου, με πολλές ανατροπές και ανακατατάξεις.

Πόσο δύσκολο είναι να κάνεις ταινία στην Ελλάδα; Η κατάσταση είναι καλύτερη από ότι στο παρελθόν ή τα ίδια;

Οι δυνατότητες παραγωγής και διανομής στην Ελλάδα, σε σχέση με μια πιο προηγμένη κινηματογραφικά χώρα, είναι υποδεέστερες. Από την άλλη όμως, υπάρχει πολύ μικρότερη πίεση και αυτή η αιώνια καταραμένη πίστη ότι ενωμένοι στο τέλος κάπως θα τα καταφέρουμε. Ότι χάνουμε λοιπόν από τις συνθήκες παραγωγής, το κερδίζουμε σε δημιουργική ελευθερία.       

Σε σχέση με το παρελθόν, είναι αυτό που λέμε, όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν…

Ο σκηνοθέτης Γιάννης Βεσλεμές… τσολιάς-κομπάρσος στα γυρίσματα της ταινίας, συνεπής στις οδηγίες του Χ. Βαφειάδη, κάπου στην Ακρόπολη. Πίσω ο Θάνος Τοκάκης ετοιμάζεται για τη σκηνή.

Στην ταινία παίζουν ως κομπάρσοι ή σε μικρούς ρόλους, πολλοί σύγχρονοι δημιουργοί-άνθρωποι του σινεμά: Ελίνα Ψύκου, Αλέξης Αλεξίου, Γιάννης Βεσλεμές κλπ. κλπ. Δηλώνεις αυτήν την “καταραμένη πίστη” με αυτό ή απλώς χρειαζόσουν φίλους να βοηθήσουν σε μια ταινία με χαμηλό προϋπολογισμό;

Στην ταινία εμφανίζονται αυτοί που λες και άλλοι πολλοί σκηνοθέτες ή άνθρωποι του σινεμά, οι οποίοι είτε παίζουν ρόλους είτε απλώς κάνουν “πέρασμα” και νιώθω την υποχρέωση να τους αναφέρω: Ο Γρηγόρης Ρέντης, ο Daniel Bolda, η Χριστίνα Ιωακειμίδη, η Σοφία Εξάρχου, ο Σύλλας Τζουμέρκας, ο Άγγελος Φραντζής, ο Μπάμπης Μακρίδης, ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος, ο Βαρδής Μαρινάκης, ο συγγραφέας Γιάννης Παλαβός, η ιστορικός κινηματογράφου Αφροδίτη Νικολαΐδου και ο σεναριογράφος Δημήτρης Εμμανουηλίδης.

Ναι, το budget μας ήταν πολύ χαμηλό και ο χρόνος της προεργασίας ήταν ασφυκτικά λίγος, οπότε το casting για τους δεύτερους ρόλους ήταν πολυτέλεια. Το πιο σημαντικό όμως ήταν ότι σε μια περίοδο πίεσης και ανασφάλειας, είχα ανάγκη να νιώσω οικεία, προστατευμένος ανάμεσα σε φίλους. Νιώθω απέραντη ευγνωμοσύνη προς όλους τους φίλους μου, σκηνοθέτες και μη, που εμφανίζονται στην ταινία!  

Ποιες οι μεγαλύτερες δυσκολίες που αντιμετώπισες και ποιες οι πιο χαρούμενες στιγμές που ένιωσες στη διάρκεια της δημιουργίας της ταινίας;

Το οικονομικό πριν από όλα, ήταν πράγματι εξουθενωτικό γιατί είχαμε ελάχιστο budget για ταινία που οφείλει να έχει τα βασικά επαγγελματικά standards παραγωγής. Ένα άλλο εμπόδιο που είχαμε, ήταν ο χρόνος, γιατί η προθεσμία να κάνω την ταινία ήταν ασφυκτική. Στην πραγματικότητα, όλη η προεργασία κράτησε δύο περίπου μήνες, χρόνος ελάχιστος για την προετοιμασία μιας ταινίας.

Οι πιο χαρούμενες στιγμές όμως είναι όταν έρχονται φίλοι αλλά και άγνωστοι άνθρωποι και μου λένε πόσο τους άρεσε η ταινία. Νιώθω να πετάω από χαρά και περηφάνια!

Ποια η γνώμη σου για το Οσκαρικό σκάνδαλο, την αδράνεια της συγχώνευσης ΕΚΚ-ΕΚΟΜΕ και όσα άλλα, κάθε άλλο παρά ευχάριστα, συμβαίνουν τελευταία στον ελληνικό κινηματογράφο;

Όταν αλλάζει εκ των υστέρων μια επιτροπή, είναι αναμενόμενο να δημιουργούνται ερωτήματα και να προκαλείται μια γενικότερη αίσθηση καχυποψίας.

Σε κάθε περίπτωση όμως, το σημαντικό είναι να δούμε το δάσος. Οι χρηματοδοτικοί μηχανισμοί της χώρας είναι ακόμα μία φορά σε παύση, οδηγώντας σε απόγνωση τους επαγγελματίες του οπτικοακουστικού χώρου. Το σινεμά είναι μια ιδιαίτερα δύσκολη, πολύπλοκη και κοστοβόρα τέχνη που όμως μπορεί να φέρει πίσω πολλαπλά οφέλη, οικονομικά και μη. Η πολιτεία οφείλει άμεσα να σταθεί έμπρακτα στο πλάι των Ελλήνων κινηματογραφιστών και του ελληνικού κινηματογράφου. 

Η πρωτοεμφανιζόμενη έφηβη Αλίκη Μπακέλλα σε σκηνή της ταινίας

Πέρα από τα γνωστά αυτά προβλήματα -τα οικονομικά κλπ.- είχες να “διαχειριστείς” σε μικρό χρονικό διάστημα, όπως λες, ένα παιδί, μια έφηβη και ένα σκυλάκι, σε ρόλους καθοριστικούς μάλιστα. Χρειάστηκε να καταβάλεις ιδιαίτερη προσπάθεια για αυτό;

Και στις τρεις περιπτώσεις, πρέπει να πω ότι ήμουν ιδιαίτερα τυχερός!

Η Νιόβη, το σκυλάκι, είναι το ίδιο και στους δύο “ρόλους” της. Ένα σκυλάκι  εκπαιδευμένο, οπότε δεν μας παίδεψε καθόλου στο γύρισμα.

Το μικρό αγόρι, ο Αλέξανδρος, είχε ξανά εμπειρία από γυρίσματα μιας και είχε παίξει στα «Μικρά Όμορφα Άλογα» του Μιχάλη Κωνσταντάτου και ήταν τρομερά συνεργάσιμος και αποτελεσματικός. Αντίστοιχα, το κορίτσι, η Αλίκη, είναι μαθήτρια στο Καλλιτεχνικό Αθηνών με κατεύθυνση το θέατρο και μπορώ από πρώτο χέρι να σου πω, ότι η δουλειά που γίνεται σε αυτά τα σχολεία, κάτω από αντίξοες συνθήκες, είναι εξαιρετική. Τα παιδιά είναι απίστευτα ταλαντούχα και έτοιμα να σταθούν οπουδήποτε!  

Η δική σου γονική εμπειρία βοήθησε στην καταγραφή αυτής της ιδιαίτερης και δύσκολης σχέσης των, πολύ ανόμοιων σε χαρακτήρα, πατεράδων ηρώων σου με τα παιδιά τους;

Ήδη από την μυθολογία μας, γνωρίζουμε ότι η σχέση γονιών-παιδιών είναι εξ ορισμού και αμφίδρομα ακανθώδης, μια σχέση αλληλεξάρτησης και αλληλοεξόντωσης! Είναι αλήθεια πως όταν μπαίνεις στο club των γονιών είναι σαν να μπαίνεις σε μια σφαίρα συνεχούς δοκιμασίας. Αντίστοιχα συμβαίνει και από την πλευρά των παιδιών. Για να επουλωθούν τα όποια τραύματα, συνήθως χρειάζονται χρόνιες και επίπονες διεργασίες και περιοδικές επισκέψεις σε ψυχολόγους, αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα.

Πάντως η γενιά μας, η γενιά των 40+ δηλαδή, νιώθω πως την έχει πατήσει λιγάκι. Ως παιδιά, μας όριζαν οι ζωές των γονιών μας, ενώ ως γονείς, μας ορίζουν οι ζωές των παιδιών μας. Κάπου μοιάζει ότι στην πορεία χάσαμε.

Η ταινία καταγράφει τη σκληρή πραγματικότητα: το πώς από τα ψηλά βρίσκεσαι -ξαφνικά και απρόβλεπτα πολλές φορές- στα χαμηλά, στο πώς η ζωή μπορεί να σε αιφνιδιάσει εκεί που δεν το περιμένεις. Οι ιστορίες σου αντικατοπτρίζουν μια χώρα σε κρίση…

Ήθελα οι δύο ήρωες να κουβαλούν τα διαφορετικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, όπως αυτή έχει αποκαλυφθεί τουλάχιστον τα πρόσφατα χρόνια. Ο χαρακτήρας του Φάνη για παράδειγμα, έχει μια ξεκάθαρη συμβολική προέκταση: ένας πρώην διάσημος, αγκιστρωμένος στο παρελθόν του, ζει και θρέφεται από μια ψευδαίσθηση  και μέσω μιας καθημερινής φτηνής παράστασης μεταμορφώνεται σε αρχαίο Έλληνα, προβάλλοντας τη χαμένη αίγλη τής, επίσης πρώην διάσημης, χώρας του.

Ως Έλληνες, τα αντίθετα στοιχεία συνυπάρχουν σχεδόν ανταγωνιστικά μέσα μας. Από το δημοτικό σχολείο ακόμα θυμάμαι που μας έπαιρναν τα μυαλά με αυτό το περίφημο σταυροδρόμι μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Ίσως γι’ αυτό να μας αρέσει τόσο πολύ η πόλωση…      

Ο απεγνωσμένος Φάνης, καταφεύγει εμμονικά ακόμη και στη θεϊκή “παρέμβαση” για να μπορέσει να βρει λύση στα προβλήματά του, σε μία επίσης πολύ χαρακτηριστική, πυροδοτούμενη από μαύρο χιούμορ, σκηνή… Πώς ήρθε η ιδέα για κάτι τέτοιο;

Η σκηνή της  Εκκλησίας των Ευαγγελιστών, είναι ρεαλιστική. Ο χώρος είναι η Εκκλησία του Θεού Πλήρους Ευαγγελίου στην Ομόνοια, ο ιερέας είναι ο πραγματικός ποιμένας της εκκλησίας και μαζί με τους φίλους σκηνοθέτες, στην λειτουργία βρίσκονται και οι πραγματικοί πιστοί. Αρχικά η σκηνή ήταν διαφορετικά γραμμένη, μιας και εγώ δεν είχα ιδέα για το πως είναι οι λειτουργίες. Στο ρεπεράζ του χώρου έτυχε να παρακολουθήσω την λειτουργία και ενθουσιάστηκα. Ζήτησα λοιπόν από τον Ποιμένα της Εκκλησίας και τους πιστούς αν θα ήθελαν να συμμετάσχουν κι οι ίδιοι στο γύρισμα αναπαριστώντας την πραγματική λειτουργία τους. Εκείνοι δέχτηκαν και τους ευχαριστώ πολύ!

Η ταινία σου προβάλλεται ήδη στις αίθουσες. Τι περιμένεις από αυτήν τη συνάντηση με το κοινό;

Το ιδανικό μου θα ήταν, όσοι δουν την ταινία, να γελάσουν και να συγκινηθούν. Και στο τέλος να νιώσουν ότι δεν πήγαν χαμένα τα χρήματα των εισιτηρίων τους και φυσικά ο χρόνος τους. Κι οφείλω εδώ να πω ότι οι απόψεις του κοινού που ήδη κυκλοφορούν στο διαδίκτυο για την ταινία, με κάνουν πραγματικά να συγκινούμαι!


«Μικρά Πράγματα Που Πήγαν Λάθος», του Χάρη Βαφειάδη

Σενάριο-Σκηνοθεσία: Χάρης Βαφειάδης / Διεύθυνση Φωτογραφίας: Αντώνης Ζκέρης / Μοντάζ: Θανάσης Τότσικας / Ηχοληψία: Νίκος Τριανταφύλλου / Σχεδιασμός Ήχου: Στέλιος Κουπετώρης / Μουσική: Ted Regklis / Art Direction: Εύα Γουλάκου / Styling: Χριστίνα Μαθέα / Μακιγιάζ: Χριστίνα Παναγοπούλου / Διεύθυνση Παραγωγής: Κωνσταντίνα Βούλγαρη / Location manager: Πέτρος Χυτήρης / Film Locations: Topspot / Casting: Athens Casting

Παραγωγοί: Κώστας Ταγκαλάκης, Χάρης Βαφειάδης, Πάνος Παπαδόπουλος, Γιάννης Μπουγιούκας / Συμπαραγωγός: Γιάννης Δεσινιώτης / Παραγωγή: Out Of The Box Films / Συμπαραγωγή: Prosenghisi Film & Video Productions, Magik Pixel, ΕΚΚ, ΕΡΤ, ΕΚΟΜΕ / Διανομή: Danaos Films / DCP, έγχρωμο, 92’ / Ελλάδα, 2023

Παίζουν: Θάνος Τοκάκης, Μιχάλης Συριόπουλος, Χριστίνα Χειλά Φαμέλη, Γαλήνη Χατζηπασχάλη, Μάρω Παπαδοπούλου, Ζωή Ναλμπάντη, Αλέξανδρος Καραμούζης, Αλίκη Μπακέλλα.