“Είμαι καλός οδηγός. Εννοώ ότι εντάξει, κανείς δεν είναι τέλειος, σωστά; Κάπου το έχασα, με πήρε ο ύπνος. Έπεσα σε λήθαργο. Και βγήκαμε από την πορεία μας. Άκουσα μόνο τον Φρέντι Σέσλερ στο πίσω κάθισμα να λέει: “Jesus fucking Christ!” Κατάφερα όμως να το βγάλω από το δρόμο και να το ρίξω σε ένα χωράφι, το πιο λογικό πράγμα που θα μπορούσα να κάνω εκείνη τη στιγμή. Τουλάχιστον δε χτυπήσαμε κανέναν, δε σκοτώσαμε κανέναν, δε χτυπήσαμε ούτε εμείς οι ίδιοι. Και μετά οι μπάτσοι βρήκαν άσιντ στην τσέπη του σακακιού μου. Πώς είχε ξεμείνει αυτό; Μόλις είχαμε τελειώσει από συναυλία. Τα σακάκια που φορούσαμε ήταν κάτι σαν η «στολή» της μπάντας, ίδιο σχέδιο αλλά διαφορετικά χρώματα. Θα μπορούσε να είναι του Μικ αυτό που φορούσα και όχι δικό μου· ή θα μπορούσα να είχα φορέσει κατά λάθος του Τσάρλι. Θα μπορούσε να είναι το σακάκι οποιουδήποτε. Αυτή ήταν η υπερασπιστική μου γραμμή.
Κατά την απολογία μου έβγαλα και ένα μικρό λόγο του τύπου «αυτή είναι η ζωή μου, αυτός είναι ο τρόπος που ζούμε και μερικές φορές συμβαίνουν και ατυχήματα». «Εσείς δε ζείτε όπως εγώ. Εγώ κάνω αυτό που πρέπει. Αν τα κάνω σκατά μερικές φορές, λυπάμαι πολύ. Αλλά ζω μια ήρεμη ζωή. Αφήστε με να πάω στην επόμενη συναυλία μου, έτσι είναι το ροκ εν ρολ. Αυτό είναι. It’s only rock and roll.» Άντε όμως να τα πεις αυτά σε ένα τσούρμο υδραυλικούς από το Έιλσμπερι της Αγγλίας. Μπορεί να «γοήτευσα τους ενόρκους», όπως έγραψε μια εφημερίδα. Δύσκολο να το πιστέψω όμως, γιατί η όλη μου στάση απέναντί τους ήταν: «Χρειάζομαι ένα σώμα ενόρκων που τουλάχιστον οι μισοί να είναι κιθαρίστες ροκ εν ρολ για να καταλάβουν για τι διάολο μιλάω. Ένα δικαστήριο κατάλληλο για μένα θα ήταν ο Τζίμι Πέιτζ, ένα σώμα μουσικών, άνθρωποι που έχουν βρεθεί σε περιοδεία και ξέρουν τι σημαίνει αυτό. Οι ένορκοί μου δεν πρέπει να είναι μια γιατρίνα και δύο υδραυλικοί. Εφόσον αυτός είναι ο νόμος στην Αγγλία, τον σέβομαι πάρα πολύ. Αλλά κάντε μου τη χάρη.» Βασικά πρέπει να κατάλαβαν τι ήθελα να πω. Εκείνη τη φορά, όπως φαίνεται, κανείς δεν προσπαθούσε να μου διδάξει κανένα μάθημα και με άφησαν ελεύθερο με ένα πρόστιμο και μια ελαφριά ξυλιά στο χεράκι.
Ήμουν στο Παρίσι με τον Μάρλον, πάλι σε περιοδεία, όταν έμαθα ότι ο μικρός μου γιος, ο Τάρα, μόλις δύο-μηνών-και-κάτι, είχε βρεθεί νεκρός στην κούνια του. Με πήραν τηλέφωνο ακριβώς την ώρα που ετοιμαζόμουν να βγω στη σκηνή για το σόου. Και ακούω ένα: «Έχω κάποια άσχημα νέα για εσάς…» – φράση που σε χτυπάει στο κεφάλι σαν πυροβολισμός όταν την ακούς. Και μετά: «Καταλαβαίνω ότι θα θέλατε να ακυρώσουμε το σόου…» Το σκέφτηκα για μερικά δευτερόλεπτα και μετά είπα: «Όχι φυσικά, δεν το ακυρώνουμε.» Θα ήταν το χειρότερο πράγμα που θα μπορούσα να κάνω, γιατί δεν είχα πουθενά να πάω. Τι θα έκανα δηλαδή; Θα έπαιρνα το αυτοκίνητο και θα γύριζα στην Ελβετία να μάθω τι είχε συμβεί; Ό,τι ήταν να γίνει είχε γίνει. Τελείωσε. Ή θα καθόμουνα να κλαίω και θα άρχιζε να μου στρίβει; Κι έπειτα να έκανα τι; Γιατί; Φυσικά τηλεφώνησα στην Ανίτα, η οποία έκλαιγε με λυγμούς και όσες πληροφορίες μού έδωσε ήταν μπερδεμένες. Έπρεπε όμως να μείνει εκεί και να φροντίσει όλες τις λεπτομέρειες για την αποτέφρωση και όλα τα σου ‘πα-μου ‘πες με τους Ελβετούς ιατροδικαστές και μετά να έρθει στο Παρίσι. Όσο για μένα, το μόνο που μπορούσα να κάνω εκείνη τη στιγμή ήταν να προστατεύσω τον Μάρλον από αυτό το γεγονός, να προσπαθήσω να μην ξεσπάσω πάνω του. Το μόνο πράγμα που είχα και με κράτησε σε εκείνη την ιστορία ήταν ο Μάρλον και η καθημερινή απασχόληση, το να πρέπει να προσέχω ένα επτάχρονο παιδί που ήταν μαζί μου σε τουρνέ. Δεν είχα χρόνο για να κλάψω, έπρεπε να κοιτάξω πρώτα αν αυτό το παιδάκι μαζί μου ήταν καλά. Ευχαριστώ το Θεό που ήταν εκεί ο Μάρλον. Ήταν πολύ μικρός για να καταλάβει τι πραγματικά συνέβη. Το μόνο ας-το-πούμε-καλό σε αυτή την υπόθεση ήταν ότι τουλάχιστον ο Μάρλον κι εγώ ήμασταν μακριά από το άμεσο πένθος. Εκείνο το βράδυ έπρεπε οπωσδήποτε να ανέβω στη σκηνή. Και μετά από αυτό έπρεπε να αντέξω στη διάρκεια της περιοδείας με τον Μάρλον κρατώντας τη λύπη μέσα μου. Ήταν κάτι που μας έκανε πιο δυνατούς τον Μάρλον κι εμένα για ό,τι κι αν συνέβαινε πια. Έχασα το μικρό μου γιο, δε θα επέτρεπα με τίποτα να χάσω και το μεγάλο.
Τι ακριβώς είχε συμβεί όμως; Ξέρω ελάχιστα από τις συνθήκες του θανάτου. Το μόνο που είχα από τον Τάρα ήταν εκείνη η εικόνα, ένα πανέμορφο μωράκι μέσα στην κούνια του. «Έι, ψιτ, μπαγασάκο, θα σε δω όταν γυρίσω από την περιοδεία, εντάξει;» Έδειχνε υγιέστατο το μωρό. Έμοιαζε με τον Μάρλον σε μινιατούρα. Δεν το είχα ζήσει το μικράκι, ελάχιστα μόνο. Του άλλαξα πάνες δυο φορές νομίζω. Αναπνευστική ανεπάρκεια είπανε, θάνατος ανεπιτήρητου βρέφους. Η Ανίτα το βρήκε το πρωί. Δεν ήθελα να κάνω ερωτήσεις εκείνη τη στιγμή. Μόνο η Ανίτα γνωρίζει την αλήθεια. Όσο για μένα, δεν έπρεπε ποτέ να τον είχα αφήσει. Δε νομίζω ότι ήταν δικό της λάθος· ήταν αιφνίδιος βρεφικός θάνατος. Αλλά το να αφήσω ένα νεογέννητο και να φύγω είναι κάτι για το οποίο δεν μπορώ να συγχωρήσω τον εαυτό μου. Ήταν σαν να άφησα το πόστο μου.
Με την Ανίτα μέχρι και σήμερα δεν το έχουμε συζητήσει ποτέ. Το άφησα, δεν ήθελα να ανοίξω παλιές πληγές. Αν η Ανίτα ήθελε να καθίσει δίπλα μου και να μιλήσουμε γι’ αυτό, μπορεί να το έκανα, αλλά εγώ δεν μπορούσα να το θέσω το θέμα. Πονούσε πολύ. Κανείς απ’ τους δυο μας –είμαι σίγουρος και για εκείνη– δεν το έχει ξεπεράσει. Δεν τα ξεπερνάς αυτά τα πράγματα. Εκείνη την εποχή όμως, αυτό που συνέβη σίγουρα διέβρωσε τη σχέση μας με την Ανίτα και την έκανε να βυθιστεί ακόμα πιο βαθιά στο φόβο και στην παράνοια.
Ο χαμός ενός παιδιού είναι αναμφίβολα το χειρότερο πράγμα που μπορεί να σου συμβεί και αυτός είναι ο λόγος που έγραψα στον Έρικ Κλάπτον όταν πέθανε ο γιος του, γνωρίζοντας κάτι από αυτό που περνούσε. Όταν συμβεί κάτι τέτοιο, για λίγη ώρα μένεις εντελώς μουδιασμένος. Τα συναισθήματα αγάπης που είχα για το μικρούλη άρχισαν να βγαίνουν στην επιφάνεια πολύ αργά μετά από ώρα. Διαφορετικά, δεν μπορείς να το αντιμετωπίσεις ξαφνικά όλο μαζί. Και δεν μπορείς να χάσεις ένα παιδί χωρίς αυτό να έρχεται μετά και να σε στοιχειώνει. Υποτίθεται ότι κάποια στιγμή όλα σε αυτή τη ζωή φεύγουν. Η μητέρα μου κι ο πατέρας μου έχουν φύγει, έτσι είναι ο νόμος της φύσης. Αλλά το να χάνεται ένα μωρό είναι διαφορετικό. Ποτέ δε σε αφήνει να ησυχάσεις αυτή η σκέψη. Τώρα μέσα μου υπάρχει μόνιμα ένα άδειο παγωμένο σημείο. Απλώς με έναν εγωιστικό τρόπο σκέφτομαι ότι, αφού ήταν να συμβεί, χαίρομαι που συνέβη τότε. Που ήταν ακόμα πολύ μικρούλης για να μπορέσει να δεθεί συναισθηματικά μαζί μας. Τώρα έρχεται η εικόνα του και με κυριεύει απότομα, περίπου μια φορά την εβδομάδα, κάτι τέτοιο. Έχασα ένα αγοράκι. Θα μπορούσε να είχε γίνει ένας παλίκαρος, κάποιος σπουδαίος. Όταν κρατούσα σημειώσεις γι’ αυτό το βιβλίο έγραψα στο σημειωματάριό μου: «Κάθε τόσο ο Τάρα έρχεται και με κυριεύει. Ο γιος μου. Θα ήταν τριάντα-και-κάτι τώρα.» Ο Τάρα ζει στην καρδιά μου. Αλλά δεν ξέρω καν πού είναι θαμμένος ο κακόμοιρος, εάν θάφτηκε ποτέ.”
Το Life σε μετάφραση Γιάννη Νένε είναι το πρώτο βιβλίο της σειράς Laternative.