Μπορεί οι περισσότεροι να τη θυμούνται ως την πιο γλυκιά των κριτών που έδινε απλόχερα τα δεκάρια της στο πρώτο talent show της δημόσιας (και ιδιωτικής) τηλεόρασης, με τον εύλογο τίτλο «Να η Ευκαιρία», η αλήθεια όμως είναι πως η Σάσα Ντάριο ήταν πολλά περισσότερα από αυτό. Και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα μέσα από τις εικόνες που γεννούν οι ευφάνταστες λέξεις του Ιάσoνα Τριανταφυλλίδη, στο βιβλίο που αφιέρωσε στη ζωή της.
“Τα 36 μαθήματα χορού δεν είναι μόνο η απλή εξιστόρηση του αγώνα ενός κοριτσιού που, αψηφώντας το δύσκολο και συχνά εχθρικό περιβάλλον στο οποίο ζούσε, πάλεψε μόνη, δούλεψε σκληρά κάνοντας σωστές επιλογές και τελικά δικαιώθηκε σαν γυναίκα και σαν καλλιτέχνιδα. Ούτε είναι μόνο άλλη μία απόδειξη πώς το να ξεκινήσει κανείς με λίγα εφόδια, αν πραγματικά το θέλει, δεν μπορεί να τον εμποδίσει να πετύχει σε αυτό με το οποίο θέλει να καταπιαστεί. Τα 36 μαθήματα χορού αποτελούν τρανό παράδειγμα για το πώς μια γυναίκα είναι ικανή, ατσαλώνοντας τη θέλησή της, να αλλάξει τροχιά ζωής ώστε να αποφύγει τις ταπεινές υποχωρήσεις” διαβάζουμε στο δελτίο τύπου που συνοδεύει την έκδοση.
”Παράλληλα όμως εμπεριέχουν και την ολοζώντανη ιστορία της λειτουργίας των πρώτων χρόνων της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, η οποία μέσα από την αυτοβιογραφική αφήγηση της Σάσας Ντάριο και τα ακριβή στοιχεία του βιβλίου φωτίζει τόσο τις άγνωστες σε πολλούς συνθήκες που αντιμετώπισαν αρχικά όσοι υπηρέτησαν την τέχνη του χορού στην Ελλάδα, όπως την έλλειψη υλικών και τεχνογνωσίας, όσο και τους ίδιους τους ανθρώπους της και τον τρόπο δουλειάς τους, όπως ο Άγγελος Γριμάνης, ο Βασίλης Φωτοπουλος, η Ανθή Ζαχαράτου, ο Νίκος Ζαχαρίου, ο Γιάννης Μέτσης κ.α.”.
Λέξεις και εικόνες, απλωμένες, σε μερικά από τα αποσπάσματα του βιβλίου:
…Γέννημα- θρέμμα πειραιώτικο, κάπου ενδιάμεσα Πειραιά και Κοκκινιάς, για την ακρίβεια σ’ ένα κομμάτι γης που λέγεται Λεύκα. Ο πατέρας μου ήταν Ναξιώτης, λεγόταν Νίκος Πρωτονοτάριος, και η μητέρα μου η Πολυτίμη, το γένος Σπυριούνη, ήταν από το Γύθειο, Μανιάτισσα… Έκαναν εφτά παιδιά, δύο αγόρια και πέντε κορίτσια και εγώ ήμουν η μικρότερη και η πιο χαϊδεμένη. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ένοιωθα τον χορό να ρέει αδιάκοπα στις φλέβες μου. Χόρευα στις αγκαλιές όλης της οικογένειας, ένα μικρό μελανούρι με κατάμαυρες μπούκλες, πήγαινα χορεύοντας από αγκαλιά σε αγκαλιά… Χόρευα ασυνείδητα, χωρίς να έχω καμία προπαίδευση παρά μόνο μια αίσθηση ότι κάτι μέσα μου με έσπρωχνε να το κάνω. Καμιά φορά, για να με πειράξει, η μάνα μου, μου έλεγε: «Εσύ δεν είσαι δικό μας παιδί, κάτι Τσιγγάνοι περάσανε και σε αφήσανε εδώ» κι εγώ θύμωνα με όλους γιατί ήθελα να είμαι δική τους…
… Είχαμε μείνει τέσσερα παιδιά στο σπίτι κι εγώ η μόνη με αμιγώς καλλιτεχνική φλέβα. Έτσι λοιπόν η μητέρα μου αποφάσισε εις μνήμη του πατέρα μου που έβλεπε πως έχω ταλέντο, να μου πάρει ένα βιολάκι ενώ με έγραψε στο ωδείο του Πειραιά όπου εκείνη την εποχή ήταν δάσκαλος ο ξακουστός Μπουστιντουί. Όμως τα μαθήματα δεν κράτησαν πολύ, άντε να έκανα κανά δύο χρόνια, ίσα δηλαδή που είχα μάθει να κρατάω το δοξάρι σιγά σιγά. Την ημέρα του βομβαρδισμού του Πειραιά το 1944, όπως έφευγα από το ωδείο, βρέθηκα ξαφνικά να τρέχω για να σωθώ κρατώντας το βιολί στο χέρι. Αναγνώρισα ένα συμμαθητή της αδερφής μου ο οποίος με άρπαξε από το άλλο χέρι και τρέχαμε να κρυφτούμε…Όπως τρέχαμε μου έφυγε το βιολί, οι νότες και ό,τι άλλο κρατούσα και δεν τα ξαναβρήκα ποτέ. Μετά βίας καταφέραμε και χωθήκαμε σε ένα κτήριο που τώρα είναι εγκαταλελειμμένο και βρίσκεται στη γωνία όπως είναι η γέφυρα του Καρέλια. Εκεί κρύφτηκα κάτω από ένα τραπέζι, όπου και παράμεινα ασάλευτη, μέχρι που τελείωσε όλο αυτό το κακό…
… Ο χορός ήταν η ζωή μου κι εγώ του ήμουν απόλυτα πιστή, δεν παντρεύτηκα και δεν έκανα παιδιά όχι από σύμπτωση ή συγκυρία αλλά γιατί ήταν δική μου συνειδητή επιλογή. Βεβαίως, είχα την τύχη να έχω ένα σταθερό σύντροφο για πάρα πολλά χρόνια και εκτός από τη συναισθηματική ασφάλεια που μου πρόσφερε, ήμουν τυχερή γιατί είχε μεγάλη κατανόηση και μπορούσαμε να προσαρμόσουμε τη ζωή, τη σχέση μας ακόμη και τα ταξίδια που κάναμε μαζί, στους χρόνους της δουλειάς μου χωρίς να υπάρξει ποτέ πρόβλημα. Κι αυτό είναι κάτι που θα του το χρωστάω για πάντα. Είναι ανεκτίμητο το να ανήκεις κάπου αλλά να είσαι ταυτόχρονα ελεύθερη, αυτό ήταν που μου έδωσε την πολυτέλεια να μπορώ να τα έχω όλα, και ζωή και καριέρα. Οπότε ο λόγος που είχε σχηματιστεί για μένα αυτή η άποψη που ανέφερα παραπάνω ήταν ότι εγώ δεν χρειάστηκε ποτέ να αποφασίσω ανάμεσα στα δύο, γιατί σε αντίθεση με πολλές γυναίκες της εποχή μου που αντιμετώπισαν τέτοιο δίλημμα, εγώ τα είχα γενναιόδωρα και τα δύο …
… Και τώρα που το είπα αυτό θυμήθηκα ότι είχα μια πολύ κακή εμπειρία από σεξουαλική παρενόχληση η οποία αποτέλεσε και το γεγονός που με έσπρωξε να φύγω για την Αίγυπτο. Χόρευα ακόμη στον Βαφτιστικό και ο τότε, ας μη πούμε όνομα, καλλιτεχνικός διευθυντής της Λυρικής, με το χαρακτηριστικό του μονόκλ, ήρθε στην παράσταση και μου είπε να περνούσα όταν θα τελείωνα από το γραφείο του. Εγώ όντας αγαθή ακόμα, μικρό κοριτσάκι (γιατί τότε, εκείνη την εποχή, οι νέοι ήταν ακόμα παιδιά), φαντάστηκα ότι ήθελε να μου συζητήσει επιτέλους ένα συμβόλαιο σολίστ και να μου το αναγγείλει ο ίδιος. Πήγα λοιπόν και τον ζήτησα, με άφησε η γραμματέας του να μπω, του είπα χαμογελώντας «τι με θέλετε;» και όταν έκλεισε η πόρτα πίσω μου εκείνος άρχισε να μιλάει. Μου είπε ότι θέλει να μου προτείνει κάτι κι ότι θα είχα περιθώριο να του απαντήσω μια ολόκληρη εβδομάδα, δεν θα ήταν ανάγκη να απαντήσω αμέσως. Μετά από μια βδομάδα θα έπρεπε σε ό,τι μου έλεγε είτε να δεχτώ είτε να το έλεγα ότι το έχω ξεχάσει. Κι άρχισε να μου λέει ότι είχε μια εγγονή στην ηλικία μου και ότι είχε χάσει το μυαλό του μαζί μου, δεν μπορούσε να κοιμηθεί και ότι τον είχα τρελάνει, με ήθελε δικιά του. Εγώ πάγωσα, πρώτη φορά βρέθηκα να αντιμετωπίσω τη ζωή με ένα παππού να μου εξομολογείται τον αηδιαστικό του έρωτα, κάτι που για μένα ήταν ανείπωτο, αδύνατο να το σηκώσω…Έτσι λοιπόν πήρα μια βαθιά ανάσα και την ίδια στιγμή του απάντησα: «Τελειώσατε; Για να μη σας κάνω να περιμένετε μια βδομάδα, ό,τι μου έχετε πει τα ξέχασα» κι έκανα μεταβολή, άνοιξα την πόρτα και έφυγα τρέχοντας. Αυτό με στιγμάτισε, με έκανε και είδα τη ζωή ανάποδα, μέχρι τότε δεν φανταζόμουν ότι ένας γέρος μπορεί να κάνει τέτοια πράγματα και αυτός ήταν ο λόγος που όταν μου είπε ο Γριμάνης για την Αίγυπτο, εγώ του είπα αμέσως το ναι…
… Δεν ήταν εύκολο το εγχείρημα για μια κοπέλα εκείνα τα χρόνια να τα αφήσει όλα πίσω της και να πάει στο Παρίσι να σπουδάσει χορό. Ήταν πολυδάπανο και γινόταν ακόμα πιο δύσκολο γιατί δεν ήξερα λέξη στα γαλλικά. Παρ’ όλα αυτά το είχα αποφασίσει, ήθελα να ζήσω το όνειρο μου. Από μικρή αυτό έλεγα στον πατέρα μου, ότι θέλω να πάω στο Παρίσι να σπουδάσω, χωρίς φυσικά να ξέρω ούτε που πέφτει το Παρίσι, κάπου το είχα ακούσει και του το χτύπαγα συνέχεια. Οπότε ήταν κάτι σαν μονόδρομος…
… Από τη ζωή μου τελικά αν με ρωτούσε κανείς δεν θα άλλαζα τίποτα. Θεωρώ πως σε ό,τι κι αν έκανα στη ζωή μου, όποιον δρόμο κι αν πήρα πάντα μου βγήκε σε καλό και ίσως εκεί που έπρεπε να με βγάλει. Ναι, ήμουν μέχρι τώρα πολύ τυχερή σε πολλά πράγματα δεν είχα μόνο τη θέληση και το ταλέντο ή την αγάπη μου για το χορό. Βρέθηκα τη σωστή ώρα στο σωστό μέρος και είχα την τύχη να πέσω πάνω σε αξιόλογους ανθρώπους που μου άνοιξαν πόρτες και μου έδωσαν τα φτερά να ζήσω τη ζωή που ονειρευόμουν. Δεν θα άλλαζα τίποτα κι αν ξαναγεννιόμουν τα ίδια πάλι θα έκανα. Κι αν με ρωτούσε ποτέ κάποιος αν πήρα από το χορό ό,τι του έδωσα θα απαντούσα πως όχι μόνο πήρα αλλά πήρα και με το παραπάνω ό,τι ο χορός είχε να μου δώσει, και δεν μιλάω για λεφτά γιατί λεφτά δεν παίρνεις από το χορό …
… Δεν μου λείπει το χειροκρότημα και η αγάπη του κόσμου, τα χόρτασα στα χρόνια που έπρεπε και τώρα τα θυμάμαι και νιώθω βαθιά ευγνωμοσύνη γιατί είναι μεγάλο πράγμα να παίρνεις τους καρπούς τόσων χρόνων, το χειροκρότημα, τόσο μεγάλη αναγνώριση κι απίστευτη αγάπη μαζεμένη. Ούτε έχω μέσα μου πικρία που τελείωσε, όπως έχω δει πως έχουν μερικοί άνθρωποι όταν κλείνουν τον κύκλο τους, ούτε ζηλεύω τους καινούργιους και τα νιάτα τους. Ίσα ίσα που χαίρομαι και τους καμαρώνω όταν βλέπω ότι βάζουν το δικό τους λιθαράκι σε αυτή την τέχνη που κι εγώ με τόση αγάπη υπηρέτησα. Αυτό εξάλλου είναι το νόημα της ζωής: να κάνει αυτό που αγαπάς, τις φιλοδοξίες και τα όνειρα σου πραγματικότητα και να έχεις την τύχη αυτό που θέλεις να το πετύχεις, γιατί όταν πια θα σταματήσεις να το κάνεις, θα είσαι ήρεμος ότι το κατάφερες και το έχεις πλέον χορτάσει…