«Είναι ενδιαφέρουσα η θέση που έχει η τζαζ στον κόσμο της μουσικής. Όταν η κόρη μου ήταν επτά χρονών μιλούσε για τη διαφορά ανάμεσα στην κλασική και τη ροκ μουσική, είπε: “Η μουσική της όπερας (εννοούσε την κλασική) είναι σοβαρή, ενώ η ροκ μουσική είναι διασκεδαστική.” Κι εγώ τη ρώτησα: Κι η μουσική που παίζω εγώ, η τζαζ μουσική, τι είναι; Το σκέφτηκε για λίγο και είπε: “Μμμ… Είναι και τα δύο!” Πράγμα που νομίζω πως είναι απολύτως σωστό!» Αν το λέει αυτό ένας από τους σπουδαιότερους μουσικούς της γενιάς του, ο Chriss Potter, μάλλον κάτι θα ξέρει παραπάνω. Αυτός μαζί με τον Dave Holland, τον Lionel Loueke and τον Eric Harland αποτελούν το supergroup της τζαζ Aziza που θα είναι εμφανιστεί ζωντανά την Πέμπτη 10 Νοεμβρίου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάσης. Με αφορμή τη συναυλία τους οι Potter και Holland μίλησαν με την Popaganda για πολλά: το γκρουπ που έφτιαξαν, οι συνεργασίες τους, η πορεία τους στη μουσική, ο Miles Davis και το αύριο της τζαζ μουσικής ήταν μερικά από τα ζητήματα που συζητήθηκαν. Αλλάς ας αρχίσουμε με το προφανές. Τι σημαίνει Aziza;
«Πέρσι το καλοκαίρι περιοδεύσαμε με άλλο όνομα για το συγκρότημα, χρησιμοποιούσαμε απλώς τα τέσσερα ονόματά μας για να διαφημίσουμε τις συναυλίες. Αυτέ ήταν κι οι πρώτες μας εμφανίσεις, το καλοκαίρι του 2015. Αρχίσαμε να κάνουμε πρόβες όταν ήδη διαφημίζονταν οι συναυλίες, και όνομα δεν υπήρχε,», θυμάται ο Dave Holland. «Όμως ένα από τα τραγούδια που παίζαμε, γραμμένο από τον κιθαρίστα μας Lionel Loueke, λεγόταν Aziza Dance. Ρώτησα τον Lionel τι σήμαινε Aziza , κι όταν μας είπε, σκεφτήκαμε πως είναι το τέλειο όνομα για το συγκρότημα. Έτσι μετά την περιοδεία αποφασίσαμε ότι για το δίσκο και για τις επόμενες εμφανίσεις μας, θα χρησιμοποιούσαμε αυτό το όνομα. Προέρχεται από τη Δυτικοαφρικανική μυθολογία. Aziza είναι το όνομα ενός πνεύματος που ζει στο δάσος και δίνει συμβουλές στους ανθρώπους για τις δημιουργικές τους δουλειές, καθώς και για τις καλλιέργειες. Υπάρχουν σχετικές πληροφορίες στην Wikipedia. Κι επίσης είναι γυναικείο όνομα στον αραβικό πολιτισμό. Στην περίπτωση όμως του ονόματος του γκρουπ, το επιλέξαμε λόγω της σημασίας του στη μυθολογία της Δυτικής Αφρικής, που είναι βέβαια κι ο τόπος όπου γεννήθηκε ο Lionel.»
Προσπαθώντας να εξηγήσει πως βρέθηκαν όλοι μαζί οι μουσικοί Chriss Potter εξηγεί πως: «Υπάρχουν πολλές συνδέσεις ανάμεσα μας που ξεκινούν από το παρελθόν. Καταρχάς, ήμουν στο συγκρότημα του Dave Holland από το 1999, οπότε έχω μεγάλο μουσικό παρελθόν μαζί του. Και με τον Eric Harland έχουμε βρεθεί σε διάφορα σχήματα του Dave, αλλά έχουμε παίξει και μαζί στο δικό μου συγκρότημα, στο δικό του συγκρότημα, ξέρετε… Άρα γνωριζόμαστε πολύ καλά μεταξύ μας. Και το περασμένο καλοκαίρι αρχίσαμε να παίζουμε μαζί ως αυτό το συγκρότημα. Δεν ξέραμε τι να περιμένουμε από αυτό, αλλά σκεφτήκαμε πως θα ήταν ωραία να κάνουμε μια καλοκαιρινή περιοδεία. Όμως η χημεία ανάμεσά μας ήταν τόσο καλή, περάσαμε τόσο καλά παίζοντας μαζί κι ήταν τόσο συναρπαστικό για μας, που αποφασίσαμε να κάνουμε κι ένα ηχογράφημα και να συνεχίσουμε το πρότζεκτ. Εκεί λοιπόν βρισκόμαστε τώρα. Ο δίσκος βγήκε πριν 1-2 εβδομάδες, και τώρα κάνουμε μια μεγάλη ευρωπαϊκή περιοδεία, κι ερχόμαστε στην Αθήνα!»
Ο Chriss Potter ξεκίνησε να σπουδάζει σαξόφωνο. «Με απορρόφησε πολύ γρήγορα, μου έγινε εμμονή. Μάθαινα ό,τι μπορούσα, μελετούσα κάθε μουσική φράση του Charlie Parker που μπορούσα να μάθω, άκουγα όλη την εκπληκτική μουσική που έχει γραφτεί σε αυτό το είδος μέσα στα χρόνια. Άρχισα να δουλεύω επαγγελματικά όταν ήμουν γύρω στα 13 μου χρόνια στο Κολούμπια, στη Νότια Καρολίνα, όπου μεγάλωσα. Κι όταν τελείωσα το γυμνάσιο αποφάσισα να μετακομίσω στη Νέα Υόρκη, που υποθέτω πως από πολλές πλευρές είναι η πρωτεύουσα του σύμπαντος της τζαζ. Κι από τότε ζω εκεί.»
Για τον μπασίστα Dave Holland οι συνεργασίες που είχε ήταν κάτι παραπάνω από σημαντικές. Έχει παίξει μαζί με τον Thelonius Monk και έχει συμμετάσχει σε ηχογραφήσεις του Miles Davis. «Ήταν ένας πολύ ξεχωριστός άνθρωπος σε ότι αφορά την ευαισθησία του, το πώς κατανοούσε τη μουσική και τη διαρκή του επανεφεύρεση του πλαισίου μέσα στο οποίο έπαιζε. Διαρκώς άλλαζε και εξέλισσε το πλαίσιο της μουσικής μέσα στο οποίο δούλευε. Και καθώς το έκανε αυτό επέλεγε μουσικούς που αισθανόταν πως θα μπορούσαν να βοηθήσουν την πραγματοποίηση αυτής της αλλαγής. Κι είχε μια πολύ εύστοχη αντίληψη ως προς το ποιους μουσικούς να επιλέξει και το πώς αυτοί θα δούλευαν μαζί. Αλλά και κάτι άλλο που ήταν ξεχωριστο ήταν πως όταν ηγείτο ενός συγκροτήματος, άφηνε ένα μεγάλο κομμάτι δημιουργικού χώρου στον καθένα για να παίξει. Δεν ήταν λοιπόν δικτάτορας. Έδινε το πλαίσιο και την κατεύθυνση της μουσικής, αλλά σου επέτρεπε να συμπληρώσεις το χώρο που καταλάμβανες με το δικό σου τρόπο. Στο Kind of Blue, ξέρετε, δεν υπήρχε πολύ γραμμένο υλικό. Κάλυπτε μόλις μερικές σελίδες μουσικής αν δεις αυτά που είχαν γραφτεί, αλλά υπήρχε ένα ολόκληρο σύμπαν από ιδέες που παρουσίασε. Το ίδιο έγινε και με το Bitches Brew. Υπήρχαν αρκετά πλήκτρα, και προσπαθούσαμε να βρούμε τι συνέβαινε. Και λόγω αυτού έχει αυτή την ποιότητα της αναζήτησης και του αυθόρμητου. Δεν υπήρχε παρά ένα μεγάλο session, ή αν θέλεις πολλά διαδοχικά sessions ηχογραφήσεων που κάναμε εκείνη την εποχή, και δεν ξέραμε ακριβώς την επίδραση που θα είχαν. Μπαίναμε στο στούντιο σχεδόν κάθε φορά που επιστρέφαμε στη Νέα Υόρκη, κι από αυτά που κάναμε κάποια κατέληγαν στο In A Silent Way, κάποια στο Filles De Kilimanjaro, κάποια στο Bitches Brew και ούτω καθ’ εξής.»
«Όλοι», αυτό απαντά ο Potter στο ερώτημα ποιοι είναι οι μουσικοί που τον έχουν επηρεάσει. «Πιστεύω πως κάθε εμπειρία που έχεις ως μουσικός, ειδικά παίζοντας με ανθρώπους που έχουν φτάσει σε υψηλό επίπεδο, μάλλον κάτι θα σου μάθει αν δώσεις προσοχή. Κι όλες οι καταστάσεις στις οποίες βρέθηκα με βοήθησαν να αναπτυχθώ με απίστευτους τρόπους. Κι πολλές από αυτές τις συναναστροφές με αντάμειψαν και με βοήθησαν να βρω τη δική μου φωνή. Δούλεψα με τον Paul Motian κι έμαθα πολλά από αυτόν. Κι από τον Jim Hall, όπως και δουλεύοντας στα συγκροτήματα του Al Foster και του Billy Hart, και βέβαια από τον Dave Holland και τον Herbie Hancock, και τον McCoy Tyner. Και ξέχασα να αναφέρω πως η πρώτη μου συναυλία όταν ήρθα στη Νέα Υόρκη ήταν με τον Red Rodney. Κι αυτό ήταν ένας απ’ ευθείας σύνδεσμος με τον κόσμο του Charlie Parker. Κι αυτός με βοήθησε πάρα πολύ. Κι εγώ ο ίδιος δυσκολεύομαι να πιστέψω, τώρα που τα θυμάμαι όλα αυτά, πως είχα την τύχη να βρεθώ σε όλα αυτά τα σχήματα και να μου δοθεί η ευκαιρία να παίξω με όλους αυτούς τους μουσικούς. Μπορεί να πάρει κανείς από αυτούς αρκετή έμπνευση για μια ολόκληρη ζωή!»
Οι Aziza που θα δούμε στην Αθήνα στις 10 Νοεμβρίου είναι μια ένωση μεγαθήριων σήμερα. Άραγε ο Dave Holland έχει άλλα όνειρα για το μέλλον; Για κάτι ανώτερο, σχεδόν ειρηνικό; «Αυτή είναι μια ερώτηση που είναι δύσκολο να απαντηθεί, γιατί αυτή τη στιγμή αυτό που κάνω είναι ένα dream project! Και στην πραγματικότητα δεν μπορώ να μιλήσω για το μέλλον, γιατί το μέλλον δεν έχει φτάσει ακόμα. Η δική μου προσέγγιση στη μουσική είναι να σχηματίζω τις ιδέες καθώς αυτές εξελίσσονται. Έχω καινούριους μουσικούς με τους οποίους συνεργάζομαι, έχω ένα τρίο με τον Kevin Eubanks κι έναν υπέροχο ντράμερ, τον Obed Calvaire από το Μαϊάμι που η οικογένειά του έχει καταγωγή από την Αϊτή. Δουλεύω επίσης σε ένα πρότζεκτ με τον Zakir Hussain, τον θαυμάσιο παίκτη tabla. Όλα αυτά είναι πράγματα που τώρα παίρνουν μορφή και εξελίσσονται. Σε ότι αφορά το μέλλον, δεν ξέρω τι θα φέρει. Πάντοτε ακούω, κι άν ακούσω ένα μουσικό ή παίξω μαζί του και νιώθω πως μαζί μπορούμε να έχουμε μια πραγματικά ενδιαφέρουσα μουσική σχέση και φιλία, τότε θα φτιάξω κάτι μαζί του. Όμως αυτή τη στιγμή δουλεύω πάνω σε πολλά καινούρια πράγματα, κι η προσοχή μου βρίσκεται σε αυτά. Μου είναι λοιπόν δύσκολο να πω τι θα φέρει το άγνωστο.» Ο Potter τα έχει πιο σίγουρα στο κεφάλι του. «Μετά το τέλος αυτής της περιοδείας, θα πάμε στην Ινδία με τον Dave Holland και τον Zakir Hussain, και το περιμένω με ενθουσιασμό. Κι ύστερα την άνοιξη θα κυκλοφορήσει το νέο μου άλμπουμ από την ECM με ένα καινούριο κουαρτέτο. Με ακουστική κατεύθυνση. Κι ύστερα θα περιοδεύσουμε στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ.»
Και εμείς ακόμα πιο τακτοποιημένα. Την Πέμπτη θα είμαστε στη Στέγη να τους παρακολουθήσουμε.