Σκέφτομαι πόσοι άνθρωποι δάκρυσαν χτες στο άκουσμα του θανάτου της Άλκης Ζέη.
Ήταν 97 ετών, έζησε μια γεμάτη ζωή, οι περισσότεροι δεν την είχαν γνωρίσει από κοντά. Όμως πώς αποχαιρετάς κάποιον που η ύπαρξη του, μέσα από τις λέξεις του, είναι τόσο συνυφασμένη με την παιδική σου ηλικία;
Η Άλκη Ζέη, μαζί με την επιστήθια φίλη της Ζωρζ Σαρή, άνοιξαν διάπλατα το παράθυρο που διεύρυνε την παιδική μας φαντασία και οπτική προς τον κόσμο.
Ίσως κάποιοι πουν ότι τα δάκρυα αυτά είναι ένας αποχαιρετισμός προς την παιδική μας ηλικία. Προσωπικά θα πω ότι τα δάκρυα μου ήταν έκφραση ευγνωμοσύνης προς μια γυναίκα που τόσο γενναιόδωρα στάθηκε δίπλα σε όλα τα παιδιά στηρίζοντας μέσα από τη δική της ζωή και τα βιβλία της, το ένα άρρηκτα δεμένα με το άλλο, την πίστη στον άνθρωπο.
Οι συγγραφείς Έρη Ρίτσου και Βαγγέλης Προβιάς και ο στιχουργός Γεράσιμος Ευαγγελάτος την αποχαιρετούν, ο καθένας με τον δικό του τρόπο.
Είναι ένα τεράστιο κενό. Η Άλκη Ζέη ήταν ένας άνθρωπος πάρα πολύ δραστήριος, ζωντανός και δυναμικός άνθρωπος μέχρι το τέλος. Δεν μπορούσες λοιπόν ποτέ να σκεφτείς πως ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί να πεθάνει. Έμενα κατάπληκτη με τη ζωντάνια της και την παιδικότητα της, αυτή η γυναίκα ήταν ένας αιώνιος έφηβος.
Για όλους μας είναι δύσκολο. Όλοι αισθανόμαστε το μεγάλο κενό γιατί με την Άλκη Ζέη μεγαλώσαμε γενιές ολόκληρες. Το 1963 ήταν που διάβασα το «Καπλάνι της Βιτρίνας» και θυμάμαι πόσο περήφανη ήμουν σαν παιδάκι που μιλάει για το δικό μας καπλάνι, που βρισκόταν στο Δημαρχείο της Σάμου και το θαυμάζαμε και για το δικό μας Μαλαγάρι. Νόμιζα ότι ήταν και εκείνη ένα κοριτσάκι. Έλεγα ότι θέλω κι εγώ να γράψω ένα τέτοιο βιβλίο για την Σάμο και έψαχνα να βρω για ποιο άλλο ζώο θα μπορούσα να γράψω.
Θέλω να πω ότι ήταν ένας άνθρωπος που τον νιώθαμε όλοι πολύ δικό μας είτε τον γνωρίζαμε είτε δεν τον γνωρίζαμε. Και παρ’ όλο που ήταν ένας άνθρωπος πολύ δυναμικός, ενεργητικός, που έζησε τη ζωή του πλέρια και πέθανε, όπως λέμε, πλήρης ημερών ποτέ κανείς δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με τον θάνατο ενός τέτοιου ανθρώπου. Η στεναχώρια είναι μεγάλη, το κενό είναι μεγάλο και η παρηγοριά είναι ότι έχουμε όλα αυτά τα βιβλία που έγραψε, όλα αυτά που είπε η ίδια για τη ζωή και αποτελούν πραγματικά μαθήματα για όλους μας για να πορευτούμε στη ζωή μας.
Εκείνα τα μάτια της τα λαμπερά… Πραγματικά ήταν ένας καταπληκτικός άνθρωπος η Άλκη και θα λείψει, πάρα πολύ θα λείψει. Όμως η παρηγοριά είναι ότι ήταν ένας άνθρωπος έζησε τη ζωή του γεμάτη, την έζησε πλέρια, δημιούργησε, έφυγε πλήρης ημερών. Τουλάχιστον πήγε μέχρι τέλους. Όμως το κενό είναι δυσαναπλήρωτο. Δεν βγαίνουν εύκολα τέτοιοι άνθρωποι πια. Κοινότοπο αυτό που λέω αλλά ισχύει πραγματικά.
Η Άλκη Ζέη ήταν σπουδαία συγγραφέας. Οι ιστορίες της ανέθρεψαν γενιές, από το 1963, και θα το κάνουν ως την αιωνιότητα. Μας έμαθαν τι σημαίνει δημοκρατία, αριστερά, αντιδικτατορικός αγώνας, αλλά και χαρά της ζωής, εργατικότητα, επιμονή, ευγένεια και στιβαρότητα ζωής. Μπήκαν σε όλα, μα όλα τα σπίτια. Όσοι έχουμε διαβάσει κάποιο βιβλίο της (σχεδόν όλοι δηλαδή) θυμόμαστε την πρώτη φορά που πήραμε στα χέρια μας το Καπλάνι ή τον Πέτρο. Τι υπέροχη αρχή ταξιδιού.
Η Άλκη Ζέη ήταν σπουδαίος άνθρωπος. Ανήκε σε μια γενιά Ελλήνων που γαλουχήθηκε σε συνθήκες πολύ δύσκολες, αντίξοες για την ίδια την συνέχιση της ζωής. Όμως επιβίωσε, με θάρρος, αλλά χάρη και στην τύχη – αυτό που δεν ήταν καθόλου θέμα τύχης είναι ότι την τύχη, τις δυσκολίες, την αντοχή στις αντιξοότητες τα μετουσίωνε σε χαρά ζωής, σε γλυκόπιοτο, καθόλου νευρικό, πείσμα πετυχεσιάς, σε κέφι, σε παιγνιδοδιάθεση, σε ενέργεια να ζήσει κι άλλες περιπέτειες, κι άλλα παιγνιδίσματα με το πεπρωμένο, κι άλλα κέφια και γέλια, και άλλα βιβλία – αλλά και να αντέξει τις αναπόφευκτες θλίψεις της ζωής και της διαδρομής του να υπάρχεις.
Η Άλκη Ζέη ήταν σπουδαία συγγραφέας διότι έγραφε σαν σπουδαίος άνθρωπος. Πόσο τυχεροί που υπήρξε και έγραψε στην γλώσσα μας.
Η Αλκή Ζέη για μένα δεν έφυγε. Γιατί μπήκε στη ζωή μου με το μόνο τρόπο που δεν έχει έξοδο: απ’ την πρώτη παιδική πόρτα την οριστική, αυτή που όσοι την περνάνε δεν φεύγουνε ποτέ, αλλά γίνονται κομμάτι του εαυτού σου αναπόσπαστο. Η πόρτα αυτή, άπαξ κι ανοίξει δεν επιτρέπει αναχωρήσεις – παρά μόνο κάποιες φορές, πότε τυχαία, πότε επιλεκτικά, μα πάντα φευγαλέα και παροδικά.
Με την είδηση του θανάτου της έπιασα τον εαυτό μου στιγμιαία να κλονίζεται, χωρίς να μπορώ να εντοπίσω ξεκάθαρα ποια σταθερά μου απειλούνταν: αφού τα βιβλία της είναι πάντα εδώ, σε αλλεπάλληλες εκδόσεις, χάρτινες και ηλεκτρονικές, σε περίοπτη θέση στη βιβλιοθήκη του πατρικού ή φρεσκοαγορασμένα και χαρισμένα στην εκάστοτε δίψα για αθωότητα.
Πρόσφατα είχα την τύχη να τη συναντήσω στην πρεμιέρα μιας παράστασης ενός έργου της. Έμεινα να τη χαζεύω, όπως θα χάζευε ένα πεντάχρονο τον Άγιο Βασίλη ή το Σούπερμαν! Έστεκε μπροστά μου σα ζωντανός θρύλος και λες και επικύρωνε, μέσα από το αδύναμο σώμα της όλη τη νεότερη Ιστορία της Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια της παράστασης γυρνούσα και της έριχνα κλεφτές ματιές σκεπτόμενος συνεχώς κάτι κλισέ, που αν είχα θάρρος να απευθυνθώ κατά πρόσωπο στους μύθους θα πήγαινα να της το πω από κοντά , όσο κι αν ήμουν σίγουρος ότι θα το ‘χε ακούσει αμέτρητες φορές. Το φέρνω λοιπόν τώρα στο φως με την ελπίδα πως οι αιώνιες ψυχές, όταν ενώνονται με το σύμπαν, αφουγκράζονται τα άρρητα: Κυρία Άλκη, είμαι ευτυχής που είχα την τύχη ως παιδί να με διαμορφώσουν οι λέξεις κι οι ιδέες σας, αλλά ακόμα πιο ευτυχής που οι φίλοι των παιδικών μου χρόνων, έχουν πια παιδιά, τα οποία θα αξιωθούν να μάθουν τον κόσμο μέσα από σας, την έμπειρη κι αθάνατη μάγισσα των λέξεων.