24hoursDay2-17

Δεδομένου ότι η χώρα μας είναι ηγετική δύναμη στο να κάνει τα πράγματα την τελευταία στιγμή, είναι ιδιαιτέρως περίεργο το ότι χρειάστηκε μιάμιση δεκαετία να φτάσει στην Ελλάδα το concept του 24 Hour Plays. Απ’ το 2010 που πρωτοεμφανίστηκε, όμως, καθιερώθηκε εύκολα ως το πλέον πολυαναμενόμενο θεατρικό event της Αθήνας, κάθε διετία που παρουσιάζεται. Οπότε, δεν είναι καθόλου περίεργο το ότι χθες βράδυ, στην τρίτη του διοργάνωση, το θέατρο Κάππα που το φιλοξένησε ξεπούλησε όλα τα εισιτήρια, τίγκαρε τις θέσεις του και γέμισε όλες τις έξτρα καρέκλες που έχει για τέτοιες, μοναδικές βραδιές.

Μια τέτοια βραδιά, βέβαια, δεν ξεκινά ούτε απ’ την ουρά που κοντεύει να αγκαλιάσει το τετράγωνο, ούτε απ’ τα σπρωξίματα σ’ εκείνο το τελικό κομμάτι της ευθείας που έχεις αρχίσει να βλέπεις το ταμείο, ούτε απ’ όταν έχεις καταφέρει να πατήσεις τρεις κάλους, δυο μπότες και τέσσερα επιμελώς πεντικιουρισμένα πιπ-τόουζ για να φτάσεις στη θέση σου, να κάτσεις, να σβήσουν τα φώτα και ν’ αρχίσει από μπροστά η Διβάνη να γκρινιάζει για το χρατσαχρούτσα απ’ τα πατατάκια σου, πριν βγάλει κιάλι για να βλέπει τη σκηνή χωρίς γυαλί. Όλα ξεκινούν 24 ώρες πριν.

Την ώρα που στο θέατρο της οδού Κυψέλης οι παραγωγοί της εταιρείας Λυκόφως μαζεύουν ηθοποιούς, σκηνοθέτες και γραφιάδες στην αίθουσα, κι αρχίζει πάνω απ’ τις βελούδινες πολυθρόνες να απλώνεται μια αμήχανη προσμονή για το διαφορετικό και το αλλόκοτο, κάνοντας έναν γεννημένο κωμικό σαν τον Δημήτρη Πιατά, σχεδόν αντανακλαστικά, να προσπαθεί να αποηλεκτρίσει την ατμόσφαιρα, ρωτώντας αν «οι 24 ώρες αρχίζουν από τώρα». Ναι αρχίζουν από τώρα.

24hoursDay2-18

Διάφορες μικροπαρεΐτσες, μοιρασμένες στα καθίσματα του θεάτρου, έχουν πιάσει τα ψουψού, σκορπώντας μια αίσθηση πενταήμερης, κομπλέ με τις επικείμενες σκανταλιές κι αφού ο Έλληνας ιθύνων Γιώργος Λυκιαρδόπουλος κι ο επιβλέπων του brand Φίλιπ Νοντέ ολοκληρώσουν το λογύδριο προετοιμασίας και γρήγορης επεξήγησης των κανόνων (οι ηθοποιοί θα αυτοσυστηθούν, θα παρουσιάσουν δυο κοστούμια και δυο αντικείμενα, οι συγγραφείς με τους σκηνοθέτες τους θα διαλέξουν ηθοποιούς, οι συγγραφείς θα περάσουν όλη νύχτα γράφοντας, για να έρθουν σκηνοθέτες και ηθοποιοί να τα προβάρουν πρωί-πρωί και να τα έχουν έτοιμα μέχρι το άλλο βράδυ, που θα ‘ρθει ο κόσμος να τα δει), οι ίδιοι οι συμμετέχοντες δίνουν τη δική τους εκδοχή. «Κι αφού παραδώσω το έργο, τι γίνεται;», ρωτάει η Δήμητρα Παπαδοπούλου και η μόνη ταιριαστή απάντηση έρχεται απ’ τον Χρήστο Χωμενίδη, που λέει ότι «προσεύχεσαι να μην σ’ το καταστρέψουν» για να συμπληρώσει ο Πιατάς ότι «έρχεσαι το άλλο βράδυ να το δεις και μπορεί να μην το αναγνωρίσεις».

Εύκολα το πιο διασκεδαστικό κομμάτι της προεργασίας, η ιδιότυπη οντισιόν των ηθοποιών είναι το σημείο όπου μπορείς να ακούσεις απ’ τον Γιώργο Νανούρη να λέει ότι τραγουδάει, χορεύει και μπορεί να κάνει ό,τι θέλουν οι δημιουργοί μέχρι τον Γιώργο Χρανιώτη να παραδέχεται με πόνο ότι δεν ξέρει να κάνει καθόλου τσιχλόφουσκες κι είναι ο χειρότερος σφυριχτής του κόσμου. Ή την Μαργαρίτα Πανουσοπούλου που αυτοσυστήνεται ως εξαιρετικά παράφωνη και ως ο ιδανικός άνθρωπος για να πει ένα τραγούδι εντελώς λάθος μέχρι την Αντιγόνη Κουλκάκου που δηλώνει ότι της αρέσει πολύ να κάνει σεξ ντυμένη γκέισα. Τέτοιου είδους πληροφορίες, όπως καταλαβαίνεις, είναι ζωτικής σημασίας για την επιλογή των ηθοποιών απ’ τους δημιουργούς, ενώ μύχιες επιθυμίες των ερμηνευτών, όπως αυτή του Δημήτρη Πιατά να παίξει «επιτέλους τους εραστές ή τον Ρωμαίο», μιας και του έχουν ζητήσει να παίξει «μέχρι και Ιουλιέτα αλλά ποτέ τον Ρωμαίο», μπορούν ακόμη και να καθορίσουν τα σενάρια που θα γραφτούν ειδικά όταν ακολουθούνται από αυθόρμητες αποκρίσεις σαν κι εκείνη του Ιωάννη Παπαζήση που δήλωσε ως ρόλο των ονείρων του «την Ιουλιέτα του Πιατά».

http://youtu.be/fHjrX7Q13O8

Η οντισιόν τελειώνει, οι ηθοποιοί βγαίνουν απ’ την αίθουσα, τρία τραπεζάκια μπαίνουν στη σειρά σα να στήνεται καρέ για πόκερ, οι φωτογραφίες απλώνονται κι αρχίζει το παζάρι. Το κάθε ζευγάρι δημιουργών διαλέγει από έναν κυκλικά, μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων. «Θα μας τους πάρουν όλους!», ακούς να φωνάζουν οι τελευταίοι της μοιρασιάς και η φάση γίνεται σαν τα αυτοκόλλητα Panini. «Θέλω έναν άντρα πιτσιρίκο» ακούγεται κάποιος απ’ τη μια μεριά κι ύστερα το μαζεύει: «χέσ’ το, θα το κάνω με πιτσιρίκα». «Α, εσύ έχεις αυτόν; Τον ανταλλάζεις με τον δικό μου; Ξέρω, μοιάζει περίεργο αλλά…» λέει ο ένας ελπιδοφόρα κι ο άλλος τον κόβει: «Όχι μωρέ, έχω δουλέψει μαζί του, τον έχω εξαντλήσει».  «Έχω τρία κορίτσια σαν τα κρύα τα νερά, δίνω όποια θέλετε για έναν για ένα νέο παλικάρι», λέει άλλος. «Δεν έχω παλικάρι ακριβώς, αλλά μοιάζει», του απαντάει συνάδελφος γραφιάς και η σκηνοθέτις του τού τραβάει το χέρι πίσω. «Όχι καλέ, το δικό μου θα το γράψω πάνω της, δεν την δίνω», σημειώνει τρίτος, η μοιρασιά τελειώνει, κι οι σκηνοθέτες σκορπούν αφήνοντας τους γραφιάδες να κάνουν όλη νύχτα τα δικά τους.

Τρίτη πρωί φτάνεις στο Κάππα και ίσα που μπορείς ν’ ανοίξεις την πόρτα. Στο χολ, η Βασιλική Τρουφάκου κινείται σαν αιλουροειδές και «τρίβεται» στους συμπρωταγωνιστές της στους ρυθμούς ενός χαβανέζικου “Άβε Μαρία”. Κάπου στο βάθος, η Σίσσυ Τουμάση ακούγεται να τραγουδάει Ντόρις Ντέη, στην αίθουσα ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος μετράει με το βλέμμα τη σκηνή κι ο Γιάννης Χουβαρδάς ψάχνει να κατεβάσει τα φώτα απ’ την οροφή για να τα κάνει μονόζυγα. Στο γραφείο, στο φουαγέ, στα καμαρίνια, στη σκηνή, στο διάδρομο, μπορεί και στις τουαλέτες ακόμα αν χρειαστεί, παντού γίνονται πρόβες. Η Αντιγόνη Κουλουκάκου δοκιμάζει το νυφικό του Ιωάννη Παπαζήση, ο Δημήτρης Πιατάς μοιράζει selfies στα παιδιά της παραγωγής μέχρι να γίνει ο γαλλικός του και η Τρουφάκου με την Μαρίνα Κανελλοπούλου σεληνιάζονται ψέλνοντας ευχές πάνω από ένα ξύλινο μικρό τυφλό γουρούνι.

24hoursDay2-5

Ήδη απ’ την πρόβα είναι εμφανές το πόσο οι αυτοπαρουσιάσεις των ηθοποιών έχουν επηρεάσει τα θέματα και τις φόρμες των έργων που παρουσιάζονται το βράδυ. Για την ακρίβεια, ο πόθος της Σοφίας -«γενικά παίζω αυτοκτονικούς και καταθλιπτικούς»- Γεωργοβασίλη να αποδείξει ότι είναι «βαθιά κωμικός ηθοποιός» ή εκείνος του Ορφέα Αυγουστίδη «να παίξω έναν αθάνατο που περιφέρεται κι απορεί γιατί είναι αθάνατος και τι σημαίνει αυτό» έχουν σχεδόν καθορίσει τα έργα τους έστω κι αν ούτε της πρώτης ο ρόλος ήταν ιδιαίτερα χαρούμενος ούτε ο δεύτερος κατάφερε να παίξει τον Χαϊλάντερ, ας πούμε.

Στο team της Δήμητρας Παπαδοπούλου και του Γιάννη Καλαβριανού, η Γεωργοβασίλη παίζει μια τρελαμένη πιτσιρίκα που έχει απευθείας σύνδεση με τον Μπραντ Πιτ μέσω του ξεχαρβαλωμένου τηλεφώνου της και βρίσκεται στο ίδιο κρατητήριο αεροδρομίου με τον Ντίνο Καρύδη και τον Ιωάννη Παπαζήση -αποκλεισμένοι όλοι τους απ’ την Πτήση 747. Το θεατρικό της Παπαδοπούλου ανοίγει ιδανικά τη βραδιά με εύστοχο κωμικό timing, άνεση στην ενσωμάτωση όλων των props των ηθοποιών της (αυτά ήταν οι λόγοι που μπλόκαραν τους ήρωές της απ’ την πτήση τους) και επιβεβαίωση της χαρακτηριστικής ευκολίας που έχει η ίδια στην αυθόρμητη κωμική έμπνευση.

Χουβαρδάς και Αργυρώ Χιώτη δεν πετυχαίνουν την ίδια ευλυγισία, περιορισμένος στον μινιμαλισμό του ο πρώτος και στις αφινίριστες απόπειρες παραλογισμού των συγγραφέων τους κι οι δύο (τον Στρατή Πασχάλη ο πρώτος, τον Χρήστο Χωμενίδη η δεύτερη), ρίχνοντας κάπως τους τόνους της παράστασης. Όλα καλά όμως μιας και μετά το διάλειμμα η Στεφανία Γουλιώτη ξανανεβάζει ρυθμούς απογειώνοντας το μονόπρακτο του Άκη Δήμου, που σκηνοθέτησε ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος ακριβώς όπως το είχε στήσει ο συγγραφέας του: όλο πάνω στην ηθοποιό που ήθελε να παίξει τη “Νύφη απ’ το Kill Bill” και με σπαρταριστό αυτοσαρκασμό εξάρει την αποτελεσματικότητα της εκτελέστριας της Ούμα Θέρμαν κατακεραυνώνοντας την φαφλατάδικη εγκεφαλικότητα οποιασδήποτε Ηλέκτρας.

http://youtu.be/EHdzdPdse5A

Το κοινωνιολογικό πείραμα του θεατρικού του Θανάση Τριαρίδη, σκηνοθετημένο απ’ τον Κώστα Φιλίππογλου, αν και κομματάκι δασκαλίστικο ανά διαστήματα, είναι μια ιδιοφυής στιγμή λαμπρής φορμαλιστικής αποδόμησης, που βοηθά την Τουμάση να λάμψει ως το πιο υποσχόμενο ερμηνευτικό μούτρο της διοργάνωσης ενώ η βραδιά κλείνει με χαχανητά, όπως ξεκίνησε. Ένας κωμικός κανιβαλισμός της παρακαταθήκης του Πάολο Κοέλιο, σκηνοθετημένος απ’ την Ιόλη Ανδρεάδη, που, εντάξει, θα μπορούσε παραδώσει κάτι με περισσότερο νεύρο, αν δεν προσπαθούσε και το σενάριο του Γιώργου Αγγελόπουλου να τα κάνει τόσο νιανιά. Αλλά, στο κάτω-κάτω, δεν είναι λίγα κι όλα αυτά, για μόλις ένα 24ωρο, έτσι; Και τι 24ωρο: απ’ αυτά που θα ‘θελες να τα ‘χεις δυο φορές το χρόνο, αντί για μια φορά τη διετία.

Στην επόμενη σελίδα οι συντελεστές του 24 Hour Plays και πολλές φωτογραφίες.