
Ο Θάνος Σαρρής το λέει ξεκάθαρα. «Επιλέξαμε αυτό το format ως πιο φιλικό για τις νεαρές ηλικίες». Κάτι που είναι λογικό, πώς αλλιώς να κάνουν κλικ σε κάποιον που έχει γεννηθεί τον 21ο αιώνα ονόματα, μυθικά μεν πολύ μακρινά δε, όπως εκείνα του Κώστα Νεστορίδη, του Μίμη Παπαϊωάννου ή του Γιώργου Σιδέρη;
Μόνο που αυτή η αίσθηση, κάπου μεταξύ «Κλασικών Εικονογραφημένων», ποδοσφαιρικού αλμανάκ και ίσως λίγο άλμπουμ Panini, όταν πιάνεις στα χέρια σου το 30 Θεοί του Ελληνικού Ποδοσφαίρου (εκδ. Brainfood), «φοβάμαι» ότι αυτούς που τελικά θα συγκινήσει ανεπανόρθωτα είναι κάτι μεγάλα, σαν και μένα, παιδιά. Βοηθάει ασφαλώς η εικονογράφηση της Ελένης Κυριακίδου που δίνει την αίσθηση των κόμικ ποδοσφαιρικών σελίδων που διαβάζαμε μικρότεροι, αλλά κι ο τρόπος που οργανώνει το υλικό του ο Θάνος Σαρρής (δουλειά μυρμηγκιού με αναδρομή στις πηγές -παρατίθεται και η σχετική βιβλιογραφία- και δεκάδες συνεντεύξεις). Κάπως σαν τα αυτοσχέδια άλμπουμ ή «εφημεριδάκια» που φτιάχναμε πολύ πριν καταλάβουμε ότι τελικά όντως μια μέρα μπορεί να βιοποριζόμαστε γράφοντας (και) για τους ήρωες των σπορ.

Γιώργος Δεληκάρης: «Αν μου έλεγες να επιλέξω έναν αθλητή για να γράψω την βιογραφία του, μάλλον θα ήταν αυτός. Δεν τον έχω γνωρίσει ποτέ προσωπικά αλλά από διηγήσεις, ιστορίες και μαρτυρίες είναι ξεκάθαρο πως είναι μια κινηματογραφική προσωπικότητα που έχει πάρα πολλά να σου πει».

Θωμάς Μαύρος: «Νομίζω πως το δέσιμο του οπαδού της ΑΕΚ με τον Θωμά Μαύρο, σε μια εποχή εντελώς διαφορετική, δεν μπορεί καν να γίνει αντιληπτό σήμερα. Τεράστιος γκολτζής και πραγματικός “θεός” για την κερκίδα».
Ο Θάνος Σαρρής πέρασε από τη βαριά βιομηχανία των αθλητικών sites αφήνοντας ένα σαφώς διαφορετικό στίγμα από τον άχαρο ρόλο του αθλητικογράφου σήμερα. Με μεγάλες συνεντεύξεις διεθνών προσωπικοτήτων, πρωτότυπα θέματα/ρεπορτάζ που ανέδειξαν τον πολυδιάστατο κοινωνικό ρόλο του ποδοσφαίρου κι ένα «αληθινό μυθιστόρημα» (Μπάλα στην Κερκίδα, εκδ. ΟΞΥ, 2018) που φαινόταν ότι θα ήταν μόνο η αρχή της συγγραφικής του δραστηριότητας.
Δύο χρόνια μετά, επιστρέφει με κάτι που στα χαρτιά – γύρω από μπίρες ή καφέδες – έχουμε κάνει όλοι. Μια λίστα με τους καλύτερους που έπαιξαν ποτέ. Είναι διαφορετική όμως η βαρύτητα του συμπεράσματος όταν καλείσαι να το εκδόσεις, στην ουσία φτιάχνοντας το hall of fame του ελληνικού ποδοσφαίρου από τα μεταπολεμικά χρόνια μέχρι το έπος του Euro 2004. «Νομίζω πως αν ρωτήσεις 30 ανθρώπους να σου πουν τους κορυφαίους 30 Έλληνες ποδοσφαιριστές, δεν θα βρεις ούτε μια κοινή απάντηση. Έτσι είναι το ποδόσφαιρο. Τη δική μου λίστα την κουβέντιασα με αρκετό κόσμο με μεγάλη εμπειρία, με χρόνια μελέτης κι ανάλυσης. Ο καταρτισμός της ήταν το πιο δύσκολο εγχείρημα. Πέραν του προσωπικού γούστου, κριτήρια ήταν οι τίτλοι και οι διακρίσεις, προσωπικές και ομαδικές, η ατομική ικανότητα, τα ρεκόρ, το ήθος, η αποδοχή, η διάρκεια κι αυτό που προσωπικά θεωρώ πολύ σημαντικό είναι το “Legacy”, η κληρονομιά δηλαδή στο ίδιο το παιχνίδι και στην εκάστοτε ομάδα».

Γιώργος Κούδας: «Θυμάμαι, την πρώτη φορά που του μίλησα πριν από δέκα χρόνια για μια συνέντευξη, είχα εντυπωσιαστεί από την ευγένεια και τη ζεστασιά της φωνής του. Σύμβολο άλλων καιρών, για μια ολόκληρη πόλη».
Σερφαροντας στις σελίδες του βιβλίου, έξι δεκαετίες ελληνικού ποδοσφαίρου ξεδιπλώνονται μπροστά σου. Καθένας από τους «30 Θεούς» έχει το κείμενό του, το σκίτσο του, το παλμαρέ του με γραφήματα τίτλων και συμμετοχών, αλλά και δύο «μποξακια»: το «Είπαν για εκείνον…» με βαριές ατάκες βαριών ονομάτων και το, αγαπημένο μου, «Ήξερες ότι…». Αν ανηκετε την αίρεση εκείνων που πιστεύουν ότι δεν υπάρχουν άχρηστες πληροφορίες, το βιβλίο του Θάνου Σαρρή είναι ένα θησαυρός ποδοσφαιρικών trivia…«Η αλήθεια είναι πως όλο αυτό το εγχείρημα μού έμαθε πάρα πολλά πράγματα που δεν γνώριζα, τόσο για τους παίκτες του βιβλίου, όσο και για την ιστορία του ποδοσφαίρου. Μου το λένε κι άλλοι δημοσιογράφοι αυτό, ότι δηλαδή βρίσκουν άγνωστα στοιχεία και αυτό τους προκαλεί έκπληξη. Είναι πάρα πολλά αυτά που με εντυπωσίασαν, σίγουρα πολλά παραπάνω από πέντε. Ας πούμε, εντυπωσιάστηκα από το ότι ο Τάκης Οικονομόπουλος είχε κάνει το ρεκόρ των 1086 λεπτών χωρίς να δεχθεί γκολ έχοντας υποστεί δύο τραυματισμούς, από τον φροντιστή του ΠΑΟΚ που κράτησε άθικτο του ντουλαπάκι του Κούδα τον καιρό που ήταν στον Πειραιά (σ.σ. στη μεταγραφή που δεν ολοκληρώθηκε τελικά ποτέ), από τον τρόπο που ο τότε πρόεδρος του Ηρακλή πείστηκε να αποκτήσει τον Χατζηπαναγή, από το πώς ο Θωμάς Μαύρος μπήκε στα τσικό του Πανιωνίου παίζοντας κεφαλιές με τον αρχηγό του, από τα παιδικά χρόνια του Τάκη Λουκανίδη στο ορφανοτροφείο. Υπάρχουν στιγμές της ιστορίας των παικτών που σε βοηθούν να ερμηνεύσεις την καριέρα τους».

Δημήτρης Σαραβάκος: «Από τα πρώτα χρόνια που άρχισα να καταλαβαίνω το ποδόσφαιρο μου είχε δημιουργηθεί ένας πολύ σπάνιος σεβασμός για τον Σαραβάκο. Η σφραγίδα του στην ευρωπαϊκή ταυτότητα του Παναθηναϊκού είναι μοναδική. Ακόμα με εντυπωσιάζει η σεμνότητα και απλότητά του».

Βασίλης Χατζηπαναγής: «Πολύ ιδιαίτερη πάστα ανθρώπου, δεν τον ενδιαφέρει η προβολή και τα πλούτη γιατί ξέρει πολύ καλά τι κληρονομιά έχει αφήσει. Θεωρώ πως οι νεότεροι δεν αντιλαμβάνονται πλήρως την κλάση του κι αυτό που είχε δημιουργήσει σε ολόκληρη την Ελλάδα».
Ανάλογα με την ηλικία, τις συλλογικές προτιμήσεις, τα ιδιαίτερα ποδοσφαιρικά γούστα, κάθε αναγνώστης φυσικά θα έχει ενστάσεις. Αυτό είναι άλλωστε και το fun της όλη διαδικασίας. Και ίσως η πιο συνήθης ερώτηση που καλείται να απαντήσει ο Θάνος Σαρρής «γιατί αυτόν και όχι τον άλλον;». Ας τον βάλουμε λοιπόν σε ακόμα πιο δύσκολη θέση: ποια είναι η all-star ενδεκάδα που κατεβάζει από τους 30; Και τι σύστημα παίζει; Δεν πετάει (pun ασφαλώς και intended) την «μπάλα στην κερκίδα» κι απάντά πρόθυμα. Fun είπαμε, έχουμε κοντέψει να το ξεχάσουμε εντελώς με την πολεμική διάσταση που έχει πάρει το σπορ στη χώρα μας…«Θα “παίξω” σύγχρονα, με κάποια στοιχεία από Πεπ Γκουαρδιόλα, αλλά κι από τη φετινή Ντόρτμουντ του Φαβρ. 3-4-3 με Νικοπολίδη κάτω από τα δοκάρια, Κυράστα στο κέντρο της άμυνας, Μανωλά και Καμάρα στόπερ μπροστά του. Λουκανίδη-Κούδα στον άξονα, Δεληκάρη-Δομάζο ελεύθερους να κάνουν τα δικά τους, κορυφή τον Μαύρο και εξτρέμ Σαραβάκο-Χατζηπαναγή. Καλύτερα στο γήπεδο να υπάρχουν μόνο εξέδρες ορθίων, αφού ούτως ή άλλως κανείς δεν θα κάθεται. Προπονητικό δίδυμο Μπόμπεκ-Μπούκοβι».