Ο Λεωνίδας Παπαδόπουλος , ο Αλέξης Καράτης και ο Αποστόλης Γκαϊφύλλιας ασχολούνται ερασιτεχνικά με τον ποδόσφαιρο 5×5 όπως χιλιάδες άλλοι Έλληνες. Η διαφορά είναι ότι οι δύο πρώτοι είναι παίκτες της Επίλεκτης Ελληνικής Ομάδας Minifootball και ο Αποστόλης είναι ο προπονητής της. Η ομάδα εκπροσωπεί την Ελλάδα στον Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Minifootball που φέτος θα πραγματοποιηθεί στο Ισραήλ τον Νοέμβριο, ενώ πέρσι είχε διοργανωθεί με μεγάλη επιτυχία στο Ρέθυμνο˙ τα παιδιά ήταν εκεί και έχουν να θυμούνται τα καλύτερα. Χάρη στην αγάπη τους για το ποδόσφαιρο και την καλή τους απόδοση στο πρόσφατο τουρνουά που διοργάνωσε εταιρία κινητής τηλεφωνίας οι τρεις τους κέρδισαν ως έπαθλο έξι ημέρες στη Βραζιλία και είχαν την ευκαιρία να δουν από κοντά τον αγώνα της Εθνικής μας εναντίον της Κολομβίας. Και μπορεί να μην είχαν τη χαρά να πανηγυρίσουν έστω ένα γκολ αλλά το μουντιαλικό αυτό το ταξίδι θα τους μείνει αξέχαστο. Τις εντυπώσεις για όσα έζησαν στη Βραζιλία αλλά και τις προσδοκίες τους για το αποψινό ματς με την Κόστα Ρίκα μοιράστηκαν με την Popaganda.
Η αρχική μου απορία είναι καθώς καθόμαστε στο καφέ του γηπέδου το πώς έφτασαν να παίζουν για την Επίλεκτη Ελληνική Ομάδα Minifootball; Αναλαμβάνουν να μου εξηγήσουν τη διαδικασία: «Γίνεται από ένα τουρνουά, που κρατάει σχεδόν όλο τον χειμώνα, σε διάφορες μεγάλες πόλεις της Ελλάδας κι από αυτά τα τουρνουά διακρίνονται οι 16 ομάδες, που αγωνίζονται επί τέσσερις ημέρες για την πρώτη θέση στην Ελλάδα. Στη φάση των 16 ο προπονητής της Επίλεκτης παρακολουθεί τα ματς, κάνει μια πρώτη επιλογή και σταδιακά καταλήγει στην τελική δωδεκάδα που θα λάβει μέρος στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα. Το πρωτάθλημα διεξάγεται σε ανοιχτό γήπεδο και φέτος γίνεται για πέμπτη χρονιά. Πέρα από το γνωστό 5×5 που παίζεται σε χλωροτάπητα, και παίζει ο περισσότερος κόσμος, υπάρχει και το Minifootball σάλας που παίζεται σε κλειστούς χώρους και σε παρκέ.»
Τους ζητάω να μου περιγράψουν την περσινή τους εμπειρία από το Ρέθυμνο και στο άκουσμα της κρητικής πόλης χαμογελούν αντανακλαστικά. «Πραγματικά δεν μπορεί να περιγραφεί αυτό που ζούσαμε. Πέντε χιλιάδες κόσμου να μας αγκαλιάζει, να μας φιλάει, να μας χειροκροτεί όπου μας έβλεπε. Μόνο θετικά συναισθήματα μας έχουν μείνει παρότι αποκλειστήκαμε στη φάση των 16, στα πέναλτι από τη Γερμανία. Αν δεν το ζήσει κάποιος αυτό δεν μπορεί να το καταλάβει. Στην ουσία μιλάμε για μια γιορτή. Υπήρχε βέβαια ανταγωνισμός με την έννοια ότι όλοι ήθελαν να κερδίσουν αλλά μόλις τελείωνε ο αγώνας υπήρχε αλληλοϋποστήριξη μεταξύ των ομάδων. Φέτος τα πράγματα είναι πιο απλά. Μας έχουν μάθει, φοβούνται ήδη, μάλλον δε θα κατέβει άλλη ομάδα οπότε θα βγούμε πρώτοι» (γέλια). Ο Λεωνίδας είναι αυτός που έχασε το κρίσιμο πέναλτι και παραδέχεται «Έκλαιγα μια ώρα αλλά με αγκάλιασε όλη η ομάδα. Δεν ένιωσα μόνος ούτε στιγμή».
Κι από το Ρέθυμνο στη Βραζιλία. Πώς κατέληξαν να παρακολουθούν από κοντά το Μουντιάλ; «Έγινε ένα πανελλήνιο τουρνουά, στο οποίο συμμετείχαν 176 ομάδες και βγήκαμε πρώτοι. Το έπαθλο ήταν ένα ταξίδι έξι ημερών στη Βραζιλία κατά τη διάρκεια του Μουντιάλ. Μείναμε στο Ρίο Ντε Τζανέιρο, πήγαμε για μπάνιο στη Κόπα Καμπάνα και στην Ιπανέμα. Βέβαια εκεί τώρα είναι φθινόπωρο προς χειμώνα και δεν είχε τόσο πολύ κόσμο στις παραλίες. Η πιο ωραία εμπειρία είναι να βλέπεις φιλάθλους από όλη την υφήλιο, από όλες τις ομάδες να είναι μαζί. Γεμάτοι οι δρόμοι από κόσμο που έχει έρθει για το Μουντιάλ, φίλαθλοι που φωνάζουν υπέρ της ομάδας τους χωρίς να υπάρχει αντιπαλότητα, τσακωμοί ή επεισόδια. Δεν είδαμε εκδηλώσεις κατά του Μουντιάλ ακούσαμε όμως ότι γινόντουσαν πορείες στις φαβέλες που φυσικά έχουν το μεγάλο πρόβλημα. Βέβαια δεν είδαμε ούτε εντυπωσιακές κινήσεις υποστήριξης από τους Βραζιλιάνους υπέρ του Μουντιάλ. Είχαν στήσει μια γιγαντοοθόνη στη Κόπα Καμπάνα αλλά γενικά μέσα στην πόλη δεν είδαμε και πολλά πράγματα. Τον τόνο έδιναν κυρίως οι φίλαθλοι από τις άλλες χώρες και φυσικά οι σημαίες της Βραζιλίας που υπήρχαν παντού. Την αγαπάνε πολύ τη χώρα τους και την μπάλα»
Αυτό που πραγματικά θέλω να μάθω είναι πώς ήταν η φάση μέσα στο γήπεδο στον αγώνα με την Κολομβία. «60.000 Κολομβιάνοι και 700 Έλληνες. Τρομερή αναλογία. Πήγαμε μια φορά να φωνάξουμε κι άρχισαν να σφυρίζουν. Δεν πρόλαβε να ακουστεί κιχ και να φανταστείς αρκούσαν να μας καλύψουν αυτοί που ήταν στη θύρα μας. Είχε και πολλούς Βραζιλιάνους μέσα στο γήπεδο, σε κάθε ματς έχει ντόπιους που πάνε και διαλέγουν ποια ομάδα θέλουν να υποστηρίξουν.» Ο Λεωνίδας μου λέει πως του δόθηκε η εντύπωση ότι δίνουν δωρεάν εισιτήρια στους ντόπιους για να είναι γεμάτα τα γήπεδα. «Υπήρχε αυτή η φήμη και έχει κάποια λογική βάση αφού οι τιμές είναι ακριβές για το κόσμο εκεί. Υπάρχει φτώχεια την οποία εμείς όμως δεν είδαμε ιδιαίτερα γιατί ζήσαμε πιο πολύ το πάρτυ. Μάθαμε βέβαια ότι για να επισκεφτούμε τις φαβέλες θέλει ξεναγούς που αναλαμβάνουν να σε πάνε εκεί, δεν μπορείς να πας μόνος σου ούτε πας με οποιονδήποτε ξεναγό. Εμείς τελικά δεν πήγαμε. Γενικά όμως γυρίσαμε αρκετά μόνοι μας. Κάναμε βέβαια πλούσιους τους ταξιτζήδες. Οι τιμές για να βγεις το βράδυ ήταν πάνω κάτω παρόμοιες με της Ελλάδας. Για παράδειγμα μια καϊπιρίνια είχε πέντε ευρώ, το φαγητό όμως ήταν και λίγο πιο ακριβό από εδώ. Μέσα στο γήπεδο βέβαια ήταν όλα πανάκριβα. Σου κόστιζε πέντε ευρώ το σακουλάκι με τα πατατάκια. Στο γήπεδο είχε τρομερή ασφάλεια. Έξι με εφτά ελέγχους πριν βρεθείς στις κερκίδες, είχε μέχρι και x-ray για τα πράγματα που είχες μαζί σου. Η ατμόσφαιρα όμως ήταν απίστευτη. Καθόμασταν μαζί με τους Κολομβιανούς, μας πείραζαν, τους πειράζαμε, βγάζαμε φωτογραφίες με τους Κολομβιανούς -και με τις Κολομβιανές, πετάγεται ο Λεωνίδας- ευχαριστιόσουν το παιχνίδι. Αυτό που λέμε γιορτή του ποδοσφαίρου; Ε, αυτό είναι. Φάγαμε νωρίς το γκολ και μας κόπηκαν τα φτερά εκτός από τον Λεωνίδα που είχε πιει τσίπουρο». «Πώς το πέρασες καλέ; Εδώ μου λέγατε πριν από λίγο για x-rays και εφτά ελέγχους» του λέω. «Βασικά το είχα τυλίξει με την ελληνική σημαία. Στον έλεγχο σήκωνα τα χέρια ψηλά κρατώντας διπλωμένη τη σημαία, με έψαχναν στο σώμα, δεν πείραξαν τη σημαία και έτσι μπήκε και το τσίπουρο. Έδωσα και σε έναν Ολλανδό να πιεί και κατακάηκε ο άνθρωπος, έδωσα και σε μια Κολομβιανή να πιεί κι έβλεπε το 3-0 ως 6-0. »
Μου περιγράφουν όλα αυτά τα φοβερά και μετά πετάνε τη μπόμπα «Στο Ρέθυμνο όμως ήταν καλύτερα». Προσπαθώ να καταλάβω γιατί το λένε αυτό. «Ήταν εμπειρία ζωής. Αν με ανάγκαζαν να διαλέξω τι από τα δύο θα προτιμούσα να ζήσω ξανά θα έλεγα εύκολα το Ρέθυμνο. Το ξέρω ότι δεν είναι εύκολο να σε πείσω. Απλά μερικές φορές γίνεται ένα πάντρεμα στιγμών που οδηγεί σε μια μοναδική συναισθηματική κορύφωση. Είχε τόσους πολλούς Έλληνες και τουρίστες που απλά δεν χωρούσαν άλλοι στο γήπεδο. Λίγο πριν τον αγώνα αναγκάστηκα να βγω έξω για να φέρω μέσα τον ξάδερφο μου που είχε ταξιδέψει για να με δει γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσε να μπει με τίποτα. Είναι σπουδαίο να δέχεσαι τόση αγάπη χωρίς να σε ξέρουν. Άλλωστε εμείς δεν είμαστε ονόματα, ερασιτέχνες άνθρωποι είμαστε». Ο Αποστόλης διακόπτει «Νιώθαμε όλοι λίγο Κατσουράνης. Χμ, Κατσουράνης όχι γιατί τώρα όλοι τον βρίζουν. Νιώθαμε λίγο Σαμαράς».
Η συζήτηση ξαναγυρνάει στο Μουντιάλ και τους ρωτάω πώς ένιωσαν όταν είδαν τα επόμενα ματς της Εθνικής στην τηλεόραση. «Ε, απλά το πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι και λες είναι: Ήμουν κι εγώ εκεί. Κατάφερα και το έζησα, έστω και για λίγο. Αξίζει πραγματικά να βρίσκεται κανείς σε τέτοιες διοργανώσεις, ακόμη κι αν δεν έχει περάσει η Ελλάδα». Ο Αλέξης χάρηκε πολύ με την απόδοσή μας στο τελευταίο ματς. «Επιτέλους παίξαμε όπως έπρεπε για να πάρουμε τη νίκη». «Τι γίνεται ρε παιδιά και πάντα παίρνουμε μπρος τη τελευταία στιγμή; Για το σασπένς το κάνουμε;» αναρωτιέμαι και ο Λεωνίδας, που ευτυχώς δεν έχει βάλει γλώσσα μέσα, λέει με παιχνιδιάρικη διάθεση «Βρε τα κανόνισε όλα ο Θεός. Τραυματίστηκε ο Κονέ για να μπει μέσα ο Σάμαρης να κάνει το παιχνίδι της ζωής του και να βάλει γκολ, ο Κατσουράνης ήταν εκτός με κόκκινη κάρτα, τραυματίστηκε ο Καρνέζης, δεν είχε αλλαγές ο Σάντος για να κάνει άλλα λάθη, και πάλι δηλαδή μία είχε κι έβαλε τον Γκέκα αντί να βάλει τον Φετφατζίδη αλλά τι να λέμε τώρα. Άσε που ο Θεός κανόνισε να περάσει η Κόστα Ρίκα από τον όμιλο Αγγλίας, Ιταλίας και Ουρουγουάη για να έχουμε τον πιο εύκολο αντίπαλο στους 16.» Τα δικά μου εγώ: «Ναι, αλλά κάτι σημαίνει που κατάφερε να περάσει πρώτη σε αυτόν τον όμιλο». Ο Λεωνίδας ακάθεκτος μου απαντά «Ναι, σημαίνει ότι θα περάσουμε στους οκτώ». Ο Αποστόλης πιο λογικός λέει «Απλά τώρα δεν υπάρχει φαβορί σε αυτό το ματς. Όλα είναι δυνατά». Ο Λεωνίδας συνεχίζει το σόλο του: «Μετά παίζουμε με Ολλανδία, οι Ολλανδοί είναι losers, λογικά θα περάσουμε, μετά Αργεντινή που τι να σου κάνει ο Μέσι, θα τον σβήσει ο Παπασταθόπουλος οπότε κατά 90% θα περάσουμε τελικό κι εκεί βλέπουμε» καταλήγει το υπεραισιόδοξο ντελίριο που μας κάνει όλους να γελάσουμε δυνατά. Του λέω να το παίξει στοίχημα και καταλήγουμε να μιλάμε για κουλά στοιχήματα που παίζονται κατά τη διάρκεια του Μουντιάλ, όπως τα 150 άτομα που πόνταραν ότι ο Σουάρεζ θα δαγκώσει ξανά και τους έκατσε. «Εδώ υπάρχει στοίχημα για τον αν θα τους πιάσει η κάμερα την ώρα που κατουράνε στο ζέσταμα» μου λένε και μένω λίγο κάγκελο. Ζητάω εξηγήσεις. Υπάρχει μια διάταση του προσαγωγού όπου μπορεί να συμβεί, μου απαντάνε.
Αφού το έμαθα κι αυτό ξαναγυρνάω στη καθαρά αθλητική συζήτηση και τους ρωτάω ποιον ξεχωρίζουν από την ελληνική ομάδα «Τον Κατσουράνη ως τον χειρότερο” λένε και γελάνε αλλά ο Αποστόλης δε θέλει να το αφήσει έτσι «Εντάξει, μην τρελαθούμε. Μια χαρά παίκτης έχει υπάρξει απλά τώρα πια είναι αργός. Και κάποτε έρχεται η στιγμή που πρέπει να καταλάβεις ότι καλό είναι να σταματήσεις». Ο Λεωνίδας ξεχωρίζει τον Μανιάτη και τον Κονέ, ο Αποστόλης τον Παπασταθόπουλο και τον Μανωλά ως πιο σταθερούς και τον Σάμαρη ως έκπληξη και ο Αλέξης τον Σάμαρη και τον Κονέ.
Τους ζητώ και μια σοβαρή πρόβλεψη, -«τι αλήθεια; δε θα το πάρει η Ελλάδα;»- για το ποιος θα σηκώσει το τρόπαιο. Ο Αλέξης ποντάρει στη Βραζιλία και οι άλλοι δύο στη Γερμανία. Για να επιδείξω λίγο ακόμη τις ποδοσφαιρικές μου γνώσεις, πριν λίγο είχα απαριθμήσει όλα τα ζευγάρια των τελικών από το 1990, τους λέω ότι ποτέ δεν το έχει σηκώσει Ευρωπαϊκή ομάδα στην αμερικάνικη ήπειρο και αντιστρόφως. Ο Λεωνίδας πετάγεται «Οι παραδόσεις είναι για να σπάνε. Γι’ αυτό κι εμείς θα το σηκώσουμε στο minifootball του Ισραήλ». «Υπάρχει κάποια παράδοση εκεί;» τον ρωτάω για να λάβω την αποστομωτική απάντηση «Α, δεν ξέρω. Έτσι το είπα».