Το Μουντιάλ βιώνει την καλύτερη έναρξη της σύγχρονης ιστορίας του με εξαιρετικά παιχνίδια να προβάλλονται στις οθόνες μας από τις 12 Ιουνίου και το ποδοσφαιρόφιλο αντρικό (αλλά και γυναικείο) κοινό παραγγέλνει πίτσες, γεμίζει το σαλόνι με κουτάκια μπύρας και «στολίζει» τη διαιτησία και τους διεθνείς ποδοσφαιριστές (ειδικά αν το ματς έχει στραβώσει στο στοίχημα). Η Βραζιλία, πέρα από αιώνιο φαβορί για την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου, πρωταγωνιστεί φέτος ως διοργανώτρια χώρα στα αθλητικά tabloids και δέχεται οξεία κριτική εξαιτίας των διαδηλώσεων του νοτιοαμερικανικού λαού ενάντια στις υπέρογκες δαπάνες που απαιτήθηκαν για μια τέτοιου είδους διοργάνωση, την ίδια ώρα που βρετανικά πρωτοσέλιδα άφηναν υπόνοιες για στημένα παιχνίδια πριν ξεκινήσει το τουρνουά. Από την άλλη πλευρά, η πρωταθλήτρια του 2010, εθνική Ισπανίας, πέρασε τον Ατλαντικό επάνω σε ένα ένα εκκεντρικό αεροπλάνο και η δική μας έβγαζε selfies (πριν την τριάρα από την Κολομβία), ενώ ο Μουρίνιο προέβλεπε ότι θα προκριθεί μαζί με την Ακτή Ελεφαντοστού από τον Γ’ όμιλο. Ο Νάσος Κατσώχης, που παρακολουθεί στενά τη διοργάνωση από το ’82, αφήνει στην άκρη όλα τα παραπάνω για να αναλύσει στο βιβλίο του Μύθοι Παράλληλοι (εκδόσεις Δίαυλος) την πορεία 10 κορυφαίων παιχτών που έγραψαν ιστορία στα μουντιαλικά τερέν, μεταξύ των οποίων βρίσκονται ονόματα όπως Πελέ, Μαραντόνα και Ζιντάν.
Το πρώτο σου βιβλίο είχε τίτλο Οπαδοί Εν Χορώ (Μάλλιαρης – Παιδεία) και ήταν μια προσέγγιση της γηπεδικής συνθηματολογίας των Ελλήνων οπαδών. Τι έχεις να πεις για την κουλτούρα της κερκίδας, εντός και εκτός συνόρων; Τις τελευταίες δεκαετίες, με τη δημιουργία των συνδέσμων αλλά και με την επαγγελματοποίηση του ποδοσφαίρου, η οπαδική κουλτούρα είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη. Τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα, είτε εντός είτε εκτός γηπέδου: πολύ περισσότερα συνθήματα, υβριστικός λόγος στο έπακρο, χορογραφίες και θεάματα στις κερκίδες, δράσεις οπαδών εκτός γηπέδου (π.χ. συνέδρια, συνελεύσεις, ευθεία παρέμβαση στα διοικητικά των ομάδων, συλλαλητήρια προς υποστήριξη αιτημάτων του συλλόγου ή των ίδιων των οπαδών κ.α.). Ειδικά μάλιστα με την έλευση του διαδικτύου, υπάρχει πληθώρα άτυπων οπαδικών κοινοτήτων και στα social media. Στο εξωτερικό υπάρχει η κουλτούρα της συνάντησης και ένωσης οπαδών διαφορετικών συλλόγων, προς υποστήριξη του οπαδικού κινήματος ή προς αντιφασιστικές και άλλες δράσεις. Στην Ελλάδα δυστυχώς ακόμη δεν υπάρχει κάτι παρόμοιο και το επίπεδο είναι ακόμη αρκετά χαμηλό.
Το Μύθοι Παράλληλοι σε ποιους απευθύνεται; Πιστεύεις ότι οι Έλληνες φίλαθλοι δείχνουν ενδιαφέρον για την ποδοσφαιρική βιβλιογραφία; Το δεύτερο βιβλίο μου απευθύνεται σε λάτρεις της ιστορίας του κλασικού, παγκόσμιου ποδοσφαίρου, σε όσους εξακολουθούν να συγκινούνται από τις κλασικές στιγμές του ποδοσφαίρου και από τη διαχρονική μαγεία του. Και υπάρχει τέτοιο κοινό, παντού. Εξάλλου, οι μύθοι του ποδοσφαίρου υπερβαίνουν τα καθ’ αυτά αθλητικά πράγματα κι αποτελούν εξέχουσες παγκόσμιες προσωπικότητες συνολικά. Φυσικά και υπάρχουν εκείνοι που ενδιαφέρονται για την αθλητική και εν προκειμένω την ποδοσφαιρική, βιβλιογραφία. Απλώς, οι αθλητικές εκδόσεις είναι κάπως υποτιμημένες από το όλο «σύστημα» του βιβλίου, καθώς το βάρος πάντα δίνεται στη λογοτεχνία. Ίσως και λόγω των προκαταλήψεων που υπάρχουν απέναντι στο ποδόσφαιρο.
Με ποια κριτήρια επέλεξες τους 10 μύθους της μουντιαλικής ιστορίας; Επέλεξα, όχι απαραίτητα τους 10 καλύτερους της ιστορίας των Μουντιάλ αλλά, 10 πολυσυζητημένες μουντιαλικές μορφές, θετικά ή αρνητικά στιγματισμένες κατά περίπτωση. Φυσικά, ανάμεσά τους βρίσκονται και τα -κατά κοινή παραδοχή- κορυφαία ονόματα: Μαραντόνα, Ζιντάν, Πούσκας, Κρόιφ και ο βραζιλιάνος Ρονάλντο. Οι υπόλοιποι που παρουσιάζω είναι οι Πάολο Ρόσι, Ούβε Ζέελερ, Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε, Χάραλντ Σουμάχερ και Μάρκο Ματεράτσι. Ειδική μνεία γίνεται φυσικά στον κορυφαίο της ιστορίας των Μουντιάλ, τον Πελέ.
Μπορείς με μια πρόταση να μου περιγράψεις τη μουντιαλική πορεία αυτών των δέκα προσωπικοτήτων; O Μαραντόνα σε πέντε λεπτά σφράγισε την ιστορία των Μουντιάλ ενώ ο Ζιντάν είναι ο απόλυτος ηγέτης και ο Άνθρωπος των Τελικών, στην σκιά του οποίου έπαιζε ο Ματεράτσι. Ο Πάολο Ρόσι είναι ένας μουντιαλικός ήρωας και ο Ρονάλντο Ναζάριο βρέθηκε από το ναδίρ στο ζενίθ. Ο Πούσκας είχε την αλαζονεία του κορυφαίου, ενώ ο Κρόιφ υπήρξε ο μεγαλύτερος «δεύτερος» των Μουντιάλ. Ο Ζέελερ χαρακτηρίζεται ως ο πιο άτυχος, ο Ρουμενίγκε ως γνήσιος Τεύτονας και ο Σουμάχερ ως ο «σφαγέας της Σεβίλλης».
Για ποιο λόγο παραλληλίζονται σε ζευγάρια στα κεφάλαια; Δεν επιλέχθηκε ξεχωριστά ο καθένας αλλά αναζητήθηκε εξαρχής η εύρεση μουντιαλικών ομοιοτήτων, ανάμεσα σε παίκτες που έχουν σημαδέψει την ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων. Και έτσι, σχηματίστηκαν πέντε ζεύγη παικτών. Όλα όμως συνδέονται μεταξύ τους ως προς κάτι σημαντικό, το οποίο καλείται να ανακαλύψει ο αναγνώστης. Ο Πελέ παρουσιάζεται μόνος, απλώς επειδή δεν υπάρχει κάποια αντιστοιχία ανάμεσα στη μουντιαλική πορεία τη δική του και σε αυτήν κάποιου άλλου παίκτη.
Τι είναι αυτό που κάνει το Μουντιάλ να διαφέρει από τις άλλες ποδοσφαιρικές διοργανώσεις; Το Μουντιάλ κατέχει την πλέον περίοπτη θέση στον κόσμο του ποδοσφαίρου, για διάφορους λόγους. Καταρχάς, παλιά, επειδή δεν υπήρχε τηλεόραση, δεν υπήρχε σχεδόν για κανέναν πλήρης πρόσβαση ή εποπτεία σε όλα τα παγκόσμια ποδοσφαιρικά δρώμενα. Έτσι, το Μουντιάλ ήταν τότε η μοναδική ευκαιρία να δει κανείς όλα τα μεγάλα ονόματα του παγκόσμιου ποδοσφαίρου σε μια διοργάνωση, μάλιστα μερικοί παίκτες είχαν μυθοποιηθεί και μόνο από τις περιγραφές των εφημερίδων ή του ραδιοφώνου. Το Μουντιάλ έχει το ιδιάζον χαρακτηριστικό ότι διεξάγεται κάθε τέσσερα χρόνια. Έτσι, υπάρχει αρκετός χρόνος ανάμεσα σε δύο Μουντιάλ, ώστε να κατακαθίσουν οι μνήμες από μια διοργάνωση, να εντυπωθούν στον εγκέφαλο, να ταξινομηθούν με τρόπο τέτοιο ώστε να σχηματιστεί κάτι σαν παραμύθι. Με άλλα λόγια, μια όμορφη ποδοσφαιρική ιστορία, που μας συνοδεύει εφεξής. Το Μουντιάλ έχει διαπολιτισμικό χαρακτήρα, συγκεντρώνοντας ανθρώπους από όλες τις ηπείρους, φυλές κτλ, σε μια μοναδική γιορτή του ποδοσφαίρου που συγκεντρώνει όλα σχεδόν τα μεγάλα ονόματα του αθλήματος, αλλά και δίνει την ευκαιρία για μια ψηλάφηση πιο περιθωριακών ποδοσφαιρικών χαρακτηριστικών (π.χ. ομάδες από μικρές ηπείρους, παίκτες με ιδιαίτερη ή γραφική εμφάνιση, παράξενες φανέλες ομάδων, ιδιαίτερη αμφίεση οπαδών στις κερκίδες). Τα Παγκόσμια Κύπελλα, περισσότερο από οτιδήποτε, δημιουργούν τους διαχρονικούς Μύθους του Ποδοσφαίρου: αν και το να έχει κατακτήσει -ως ηγέτης- κάποιος το Μουντιάλ, δεν επαρκεί από μόνο του, ώστε να θεωρείται κορυφαίος των κορυφαίων. Ωστόσο η κατάκτηση του παγκοσμίου πρωταθλήματος δείχνει, με ελάχιστες εξαιρέσεις, να αποτελεί αναγκαία συνθήκη για να είσαι ο κορυφαίος των κορυφαίων. Παράδειγμα, μεγάλοι παίκτες που δεν το έχουν κατακτήσει θεωρούνται από τους περισσότερους κατώτεροι, κυρίως του Πελέ και του Μαραντόνα ή ακόμη και του Ζιντάν: ο Πλατινί, ο Ζίκο, ο Μπάτζιο, ο Ντι Στέφανο. Σε ψυχολογικό επίπεδο, το γεγονός ότι αναμετρώνται εθνικές ομάδες, προσφέρει στους φιλάθλους κάθε μετέχουσας χώρας τη δυνατότητα για συλλογική ταύτισή τους, προς άγραν μιας εθνικής υπεροχής, φυσικά αναίμακτης και περισσότερο συμβολικής ως προς τη φύση της.
Ποια εθνική ομάδα πιστεύεις ότι έχει την πιο ενδιαφέρουσα πορεία μέχρι σήμερα στα χρονικά της διοργάνωσης; Η ομάδα με την πιο ενδιαφέρουσα πορεία είναι η Βραζιλία. Όχι μόνο γιατί έχει κατακτήσει ως τώρα τα περισσότερα τρόπαια, αλλά και γιατί από παλιά έχει δημιουργήσει ένα μοναδικό ποδοσφαιρικό μύθο, εμφανίζοντας παίκτες εμβληματικούς για το ίδιο το ποδόσφαιρο: Πελέ, Γκαρίντσα, Ζίκο, Σόκρατες, Ρομάριο, Ρονάλντο, Ριβάλντο. Αλλά και πολλές άλλες εθνικές έχουν επίσης ενδιαφέρουσα πορεία: η Γερμανία, που είτε κατακτά είτε -πάντοτε σχεδόν- πλησιάζει το τρόπαιο και η Ιταλία για τις μεταμορφώσεις της (είναι ή του βάθους ή του απρόσμενου ύψους). Η Ολλανδία, που έχει εμφανίσει τεράστιους παίκτες, αλλά σε τρεις τελικούς ως τώρα δεν έχει καταφέρει να πιει από το νέκταρ του Κυπέλλου και η Αργεντινή με τις αδικίες σε βάρος της ή τις εύνοιες υπέρ της (αλλά και λόγω της μορφής του Μαραντόνα). Επίσης, η Γαλλία για τις τρεις μεγάλες φουρνιές παικτών που σχεδόν ανά 20 χρόνια έχει εμφανίσει και βέβαια η Αγγλία, η «μητέρα» του ποδοσφαίρου, που όμως -εκτός από μία κατάκτηση Μουντιάλ- δείχνει διαχρονικά μια αδυναμία να σηκώσει το βάρος μιας τέτοιας διοργάνωσης.
Τι θυμάσαι από το πρώτο Μουντιάλ που παρακολούθησες; Υπάρχει κάποιος αγώνας ή τελικός που θα σου μείνει αξέχαστος; Το πρώτο Μουντιάλ που παρακολούθησα ήταν της Ισπανίας, το 1982. Δύο αγώνες ξεχωρίζουν από εκείνη την υπέροχη διοργάνωση: το ματς Ιταλίας-Βραζιλίας, όπου μόνος του ο Πάολο Ρόσι απέκλεισε με τρία γκολ την πιο θεαματική, μετά την εποχή του Πελέ, “Σελεσάο”. Το ματς όμως που με καθήλωσε ήταν ο ανεπανάληπτος ημιτελικός της Σεβίλλης ανάμεσα σε Γαλλία και Δυτική Γερμανία, πρόκειται ίσως για το πιο συγκλονιστικό ποδοσφαιρικό παιχνίδι μιας και είχε τα πάντα. Ποιότητα ποδοσφαίρου, μεγάλους παίκτες, παράταση με συνεχείς εναλλαγές στο σκορ, πέναλτι όπου φτάσαμε στη δεύτερη σειρά εκτέλεσης (ήταν το πρώτο μάλιστα παιχνίδι στην ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων όπου εκτελέστηκαν πέναλτι). Ο συγκεκριμένος όμως αγώνας σημαδεύτηκε και από δράμα. Από τη βάρβαρη έξοδο του Γερμανού τερματοφύλακα Σουμάχερ στο Γάλλο αμυντικό Μπατιστόν, που τον άφησε αναίσθητο και τον έστειλε στο νοσοκομείο. Ένα χτύπημα που δεν τιμωρήθηκε ούτε καν με κίτρινη κάρτα και ο θύτης αναδείχθηκε σε νικητή του παιχνιδιού, με σωτήριες μάλιστα αποκρούσεις στα πέναλτι. Η βάρβαρη όμως ενέργειά του δεν ξεχάστηκε, αλλά τον στιγμάτισε και τον απαξίωσε μια για πάντα.
Ποια είναι η γνώμη σου για το ελληνικό ποδόσφαιρο σήμερα; Η εθνική πιστεύεις πως έχει προοπτικές να τα πάει ακόμα καλύτερα σε διεθνείς οργανώσεις; Το ελληνικό ποδόσφαιρο ως προς τους συλλόγους βρίσκεται σε άσχημη κατάσταση, καθώς η εικόνα που βγάζει προς τα έξω είναι αυτή της μετριότητας, της βίας, των στημένων παιχνιδιών και της γενικότερης έλλειψης οργάνωσης. Εν μέσω κρίσης μάλιστα, βλέπουμε πως σταδιακά αλλάζει ο κλασικός διαχρονικός χάρτης του, με παραδοσιακές δυνάμεις να ταλανίζονται οικονομικά και αγωνιστικά, και νέους συλλόγους να εμφανίζονται, σε ένα θολό όμως και αβέβαιο τοπίο. Η εθνική αποτελεί την εξαίρεση, γιατί είναι η μόνη που μας έχει χαρίσει διακρίσεις, την τελευταία φυσικά δεκαετία, ειδικά στα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα. Έχει σταθεροποιηθεί ως μια υπολογίσιμη και δυσκολοκατάβλητη δύναμη που ελπίζω κάποια στιγμή, μακάρι και φέτος, να διακριθεί και στο παγκόσμιο κύπελλο.
Το βιβλίο «Μύθοι Παράλληλοι: Ζεύγη ιστοριών με πρωταγωνιστές των Μουντιάλ» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δίαυλος. Ο Νάσος Κατσώχης ζει στη Θεσσαλονίκη.