Η ώρα γύρω στις δύο και κάτι. Η πρώτη μέρα του καινούριου χρόνου μετράει μόλις δύο ώρες ζωής. Ο οκτάχρονος εαυτός μου στριφογυρίζει στο κρεβάτι μεταξύ τρίτου και τέταρτου ονείρου. Οι μεγάλοι έχουν μαζέψει το γιορτινό τραπέζι, έχουν πιει ένα ποτηράκι και μόλις έχουν ξαπλώσει. Ξαφνικά, ένας θόρυβος σαν σύρσιμο ακούγεται απ’ το σαλόνι. Το τζάκι αρχίζει να καπνίζει και μετά από λίγο μια ογκώδης μορφή ντυμένη στα κόκκινα προσγειώνεται άγαρμπα στο σαλόνι. Ο Άι Βασίλης σηκώνεται, τινάζει τις στάχτες από τη στολή του και χαμογελώντας κατευθύνεται προς το στολισμένο δέντρο. Ανοίγει το μεγάλο σάκο που κουβαλάει και αφήνει κάτω απ’ το δέντρο τρία- τέσσερα πολύχρωμα δώρα. Το μάτι του πέφτει στο πιάτο με το κομμάτι βασιλόπιτας που έχει κοπεί ειδικά γι’ αυτόν,κάθεται στον καναπέ και ξεκουράζεται για ένα δεκάλεπτο. Ύστερα ανεβαίνει στη σκεπή όπως είχε κατέβει, και απογειώνεται στον ουρανό με το έλκηθρό του. Όλο αυτό το φαντασιακό δημιούργημα συνόδευε την παιδική μου ηλικία και εμπλουτιζόταν από μαρτυρίες συμμαθητών και φίλων που εκμυστηρεύονταν συνωμοτικά- και ελαφρώς ανταγωνιστικά- «εγώ είδα την άκρη της κάπας του», «σε μας έφαγε όλη τη βασιλόπιτα»» κτλ. Η τελετουργία του γράμματος, το τέλειο εποχιακό επιχείρημα γονεϊκής επίπληξης τις ημέρες των γιορτών («αν δεν είσαι καλό παιδί δεν θα σου φέρει δώρο ο Άι Βασίλης»), τα σχετικά, χαρωπά τραγούδια, τα ξωτικά και η ιστορία του συμπαθούς ταράνδου Ρούντολφ που διάλεξε ο Άγιος Βασίλης για να οδηγήσει το έλκηθρο ήταν ένα ζωντανό παραμύθι το οποίο κάθε παιδί που σέβεται την ηλικία του είχε πιστέψει.
Στην πραγματικότητα, η ιστορία πίσω από την αγαπημένη μορφή των Χριστουγέννων είναι ένα τεράστιο μίξερ από κουλτούρες, έθιμα, θρησκείες, ιστορικά γεγονότα και λίγη φαντασία. Στην ορθόδοξη εκδοχή, ο Άγιος Βασίλειος ή Μέγας Βασίλειος από την Καισαρεία ήταν ένας σημαντικός θεολόγος του 4ου αιώνα μ.Χ. που έζησε μεταξύ Καισαρείας, Αθήνας και Κωνσταντινούπολης και έμεινε στην ιστορία για το φιλανθρωπικό και χριστιανικό έργο του. Χαρακτηριστική της δράσης του είναι η ίδρυση ενός πτωχοκομείου το οποίο αναλάμβανε την περίθαλψη και ανατροφή των οικονομικά ασθενέστερων και των ξένων. Είναι ένας εκ των τριών Ιεραρχών που γιορτάζουμε στις 30 Ιανουαρίου και ο θάνατός του καταγράφεται την 1η Ιανουαρίου του 379- έτσι εξηγείται το γεγονός ότι οι ορθόδοξοι γιορτάζουν την πρωτοχρονιά ενώ για όλους τους υπόλοιπους ο Άγιος Βασίλης εμφανίζεται την παραμονή Χριστουγέννων. Στα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα, αυτά που πάντα αναλάμβαναν οι σκληροπυρηνικοί, που δεν είχαν κουραστεί ή χορτάσει από τα κάλαντα της παραμονής Χριστουγέννων, γίνεται τιμητική αναφορά στον «Βασίλειο το Μέγα» που έρχεται από την Καισαρεία κρατώντας εικόνισμα και χαρτί. Επίσης, σε πλήρη αντίθεση με τη σημερινή εικόνα, η παράδοση ήθελε το Μέγα Βασίλειο ψηλόλιγνο με μαύρα γένια και σκούρο ράσο να επισκέπτεται με ταπεινότητα τα σπίτια των πιστών για να τα ευλογήσει.
Σε αυτό το σημείο συμβαίνει ένα ενδιαφέρον plot twist. Ο δικός μας Άγιος Βασίλης είναι ο Santa Claus των Ευρωπαϊων και των Αμερικανών που είναι ο δικός μας Άγιος Νικόλαος. Ε; Κι όμως. Ο Άγιος Νικόλαος, επίσης ιερή μορφή της χριστιανικής και της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας έζησε τον 4ο αιώνα μ.Χ. στα Μύρα της Λυκίας (σημερινή Τουρκία) και έμεινε στην ιστορία για τη φιλανθρωπική του δράση και τις θαυματουργές του ιδιότητες. Το 1087 τα οστά του μεταφέρθηκαν στην ιταλική πόλη Μπάρι και αργότερα μέρος τους στη Βενετία. Θεωρείται μέχρι σήμερα προστάτης των ναυτικών και των εμπόρων και την ημέρα της γιορτής του, στις 6 Δεκεμβρίου ήταν παραδοσιακά μέρα διανομής δώρων στα παιδιά. Μετά την Αναμόρφωση της εκκλησίας, η ημερομηνία μεταφέρθηκε την 24η και την 25η Δεκεμβρίου και ο μεταρρυθμιστής Μαρτίνος Λούθηρος ενθάρρυνε τη συνέχιση της παράδοσης των δώρων για να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον στο Χριστό και όχι σε άλλους Αγίους. Οι Ολλανδοί, των οποίων ο Άγιος Νικόλαος θεωρείται προστάτης, υιοθέτησαν την ονομασία Sinterklaas και ένα ποσοστό συνέχισε να δίνει δώρα τόσο στις 6 όσο και στις 25 Δεκεμβρίου.
Από την άλλη στην Αγγλία, μια εύσωμη μορφή με πράσινη φορεσιά είχε κάνει την εμφάνισή της ήδη στη λαϊκή αντίληψη από τον 16ο αιώνα. Ο Father Christmas, όπως ονομάστηκε θεωρήθηκε ως πνεύμα της καλής υγείας και αργότερα ταυτίστηκε με το πνεύμα των Χριστουγέννων που περιέγραψε ο Τσαρλς Ντίκενς στη διάσημη ιστορία του για τον Εμπενέζερ Σκρούτζ. Υπάρχουν ακόμα θεωρίες, που εντοπίζουν την πρώιμη μορφή του Santa Claus σε μια αρχέτυπη, παγανιστική παράδοση των βόρειων λαών πριν την εγκαθίδρυση των Χριστουγέννων, όπου ο θεός Οντίν με μακριά άσπρη γενειάδα και καβάλα σε ένα ασημένιο άλογο ηγούταν μιας σειράς από υπερφυσικά γεγονότα.
Το ταξίδι της μορφής του Santa Claus ακόμη in the making στην Αμερική έγινε με σποραδικές αναφορές σε κείμενα ποικίλης μορφής που δημοσιεύονταν για το ευρύ κοινό. Η αρχή έγινε το 1809 σε ένα mockumentary του Washington Irvin με τίτλο Ηistory of New York όπου ο Irvin μεταμόρφωσε τον Ολλανδό Sinterklaas σε Santa Claus, μόνο που αντί για την άγια, ασκητική μορφή του, τον παρουσίασε σαν χοντρό Ολλανδό ναύτη με πράσινο παλτό και πίπα. Λίγο αργότερα, η μορφή άρχισε να εμπλουτίζεται και να σταθεροποιείται με το ανώνυμο ποίημα του 1821 Old Santeclaus που δημοσιεύτηκε ως μέρος βιβλίου για την Πρωτοχρονιά, το οποίο έκανε λόγο για έναν γέρο άνδρα που με ένα ελκηθρο που το σέρνουν τάρανδοι έφερνε δώρα στα παιδιά. Μόλις δύο χρόνια μετά, ακόμα ένα ανώνυμο ποίημα με τίτλο A Visit from St.Nicholas που τελικά αποδόθηκε στον Κλέμεντ Μουρ συμπλήρωσε την εικόνα με το στοιχείο της εισόδου από την καμινάδα, της καλής διάθεσης του Santa ο οποίος «όταν γελούσε έμοιαζε σαν ένα μπολ με ζελέ» και κατονόμαζε τους ταράνδους ένα προς ένα. Η πρώτη εικονογράφηση του Santa Claus έγινε το 1863 στο Harper’s Weekly από τον Thomas Nast ο οποίος απεικόνισε τον Santa τυλιγμένο με την αμερικάνικη σημαία να επισκέπτεται τους στρατιώτες, στο concept του Αμερικάνικου εμφυλίου. Αργότερα, σκίτσα του ίδιου πυροδότησαν την αντίληψη ότι ο αγαπητός Άγιος έμενε στο Βόρειο Πόλο. Μάλιστα, σε πνεύμα ολοκλήρωσης της εικόνας, η ποιήτρια Κάθριν Λη Μπέητς έκανε λόγο για την γυναίκα του Άγιου Βασίλη σε σχετικό ποίημα. Αντιπροσωπευτικό της αντίληψης της εποχής ήταν και το editorial της Νew York Sun που δημοσιεύτηκε το 1897 με τίτλο «Is there a Santa Claus?» που περιελάμβανε την περίφημη απάντηση «Yes Virginia, there is a Santa Claus».
Η ικανότητα της αμερικανικής κουλτούρας να χτίζει διασημότητες σε χρόνο μηδέν φάνηκε ήδη από τα early 1930’s και τη διαφήμιση της Coca Cola που εγκαθίδρυσε το κόκκινο χρώμα στη συλλογική συνείδηση ως συνώνυμο του Άγιου Βασίλη και των Χριστουγέννων, υπό την πένα του Χάντον Σάνμπλομ. Η μεγάλη δημοσιότητα που έλαβε τότε η διαφήμιση πυροδότησε φήμες που ήθελαν την Coca Cola να κάνει χρήση του κόκκινου χρώματος για να ταυτιστεί η παράδοση με τα προϊόντα της. Κι όμως, η αλήθεια είναι πως ήδη ένας Santa Claus ντυμένος σε κόκκινο και άσπρο διαφήμιζε μεταλλικό νερό το 1915 για άλλη εταιρεία. Με την πάροδο των χρόνων, η μορφή του Santa χρησιμοποιήθηκε σαν σύμβολο φιλανθρωπικών δράσεων με τους πρώτους ντυμένους Αγιοβασίληδες να διενεργούν εράνους στα πεζοδρόμια της Νέας Υόρκης. Το διάσημο τραγούδι της εποχής Mrs Santa Claus και το βιβλίο How Mrs Santa Claus saved Christmas της Φίλις ΜακΓκίνλεϊ εδραίωσαν την εικόνα του Άγιου Βασίλη όπως την ξέρουμε σήμερα.
Γενικότερα, η μορφή του Άγιου Βασίλη θεωρείται ως μια από τις θετικές αντρικές μορφές της λαϊκής κουλτούρας. Χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται ευρέως από καμπάνιες πάσης φύσεως, εμφανίστηκε στην τηλεόραση, σε ταινίες και σε κάθε έκφανση των Χριστουγεννιάτικων παραδόσεων που οι «πιστοί» δεν κουράζονται ποτέ να επαναλαμβάνουν με διάφορες παραλλαγές. Για παράδειγμα, στον Καναδά, τα παιδιά αφήνουν κάτω από το δέντρο μπισκότα και ένα ποτήρι γάλα, στην Ιρλανδία ένα μπουκάλι Guinness ενώ στην Αγγλία και τη Νέα Ζηλανδία το πάνε ένα βήμα παραπέρα, αφήνοντας και καρότο για τους ταράνδους. . Όσο για την αγαπημένη παράδοση της αποστολής γραμμάτων στον Άγιο Βασίλη, οι απανταχού ταχυδρομικές υπηρεσίες ουδέποτε αποθάρρυναν την αποστολή και λήψη σχετικών επιστολών από ανυπόμονα παιδάκια, το αντίθετο μάλιστα. Από το 1940 στην Αμερική και σταδιακά στις υπόλοιπες χώρες, εγκαθιδρύθηκε το Operation Santa, η διαδικασία δηλαδή των ταχυδρομείων να αναθέσουν την απάντηση των επιστολών ως άλλοι Αγιοβασίληδες είτε σε μέλη του προσωπικού τους, είτε σε φιλανθρωπικές οργανώσεις και φιλικές επιχειρήσεις ώστε να διατηρήσουν τη μαγεία ζωντανή.Ένα άλλο ενδιαφέρον ζήτημα είναι η διαμάχη μεταξύ Αλάσκας και λοιπών βορείων χωρών για την κατοικία του Άι Βασίλη. Πάντως, οι Αμερικάνοι χρησιμοποιούν στα γράμματά τους τον ταχυδρομικό κώδικα της πόλης North Pole της Αλάσκας, αδιαφορώντας για τα εκατομμύρια τουριστών που επισκέπτονται κάθε χρόνο το ειδικά διαμορφωμένο χωριό του Άι Βασίλη στο Ροβανιέμι της Φιλανδίας. Αλλά η φαντασία των μεγάλων δεν σταμάτησε εδώ. Το 1955, μεγάλη εταιρία καταστημάτων στο Κολοράντο διαφήμιζε μια τηλεφωνική γραμμή για τον Άι Βασίλη. Στην πραγματικότητα, όσοι καλούσαν συνδέονταν με το κέντρο ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας και ο συνταγματάρχης τους ενημέρωνε ότι τα υπηρεσιακά radar έπιασαν το σήμα της άφιξης του Άι Βασίλη στην περιοχή, παράδοση που συνεχίζεται μέχρι σήμερα στον Καναδά υπό τον τίτλο NORAD Tracks Santa. Μάλιστα το Δεκέμβριο του 2000 το Weather Channel επιχείρησε το λεγόμενο SantaWatch σε συνεργασία με τη NASA και το International Space Station. Πλέον, ο ιντερνετικός κόσμος έχει ακολουθήσει τη φρενίτιδα, με εκατοντάδες σάιτ να υπόσχονται επικοινωνία με τον Άγιο Βασίλη ή τα ξωτικά του μέσω email και άλλα να προσπαθούν να καλλιεργήσουν στα παιδιά ενδιαφέρον για τη γεωγραφία και τη φυσική μέσω του Santa Tracking.
Φυσικά, υπήρξαν και αντίθετες απόψεις. Οι Καλβινιστές του 17ου αιώνα θεώρησαν ότι ο δημοφιλής, ανοιχτοχέρης Άγιος ευτέλιζε την ταπεινότητα και την εγκράτεια της πίστης, ενώ αργότερα πολλοί ήταν αυτοί που θεώρησαν τον Santa Claus ένα πανέξυπνο, καλοστημένο εμπορικό τρικ με μόνο στόχο την κατανάλωση. Κάποιοι ψυχολόγοι υποστήριξαν το λανθασμένη συμπεριφορά των γονιών να συντηρούν έστω και για λίγα χρόνια ένα ψέμα στη συνείδηση των παιδιών τους, αλλά όπως προέκυψε από έρευνα που πραγματοποιήθηκε για το σκοπό αυτό στο Πανεπιστήμιο Cornell της Νέας Υόρκης κανένα από τα παιδιά που ρωτήθηκαν δεν θύμωσε με τους γονείς του όταν του αποκάλυψαν την αλήθεια.
Σε κάθε περίπτωση, αυτή η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα προσωπικότητα, ο χαρωπός ασπρομάλλης παππούλης που συντρόφευσε τα παιδικά μας όνειρα, μοιάζει να είναι πολύ μακριά από ό,τι αρνητικό του καταλογίζουν. Καταναλωτικό τρικ ή μαγικό παραμύθι, κρίσεις και λοιπά προβλήματα τίποτα δεν είναι τόσο πειστικό ώστε να στερήσει από τα πρώτα χρόνια της ζωής του ανθρώπου αυτή την όμορφη αυταπάτη. Εξάλλου, μπορεί κι εμείς μετά το ξενύχτι της Πρωτοχρονιάς να ρίχνουμε μια κλεφτή ματιά στο τζάκι. Ή μπορεί την ώρα που ανάβαμε τη μηχανή του αυτοκινήτου, να μην ακούσαμε ένα εγκάρδιο Χο χο χο από λίγο ψηλότερα, στην κορυφή της πολυκατοικίας μας.