Πολλές φορές μικρά γεγονότα μπορούν να καθορίσουν ολόκληρη τη ζωή σου.
Γεννήθηκα στην Αυστραλία από Έλληνες γονείς. Ο πατέρας μου φοβόταν τα αεροπλάνα οπότε η πρώτη καταγεγραμμένη ταξιδιωτική εμπειρία στη μνήμη μου είναι το 1967. Με ιταλικό κρουαζιερόπλοιο ξεκινήσαμε από τη Μελβούρνη με τελικό προορισμό τον Πειραιά. Το ταξίδι διαρκούσε μέρες, μπορεί και εβδομάδες. Μελβούρνη-Αδελαϊδα-Περθ-Νησί των Χριστουγέννων-Σιγκαπούρη-Καλκούτα-Βομβάη-Αντεν-Σουεζ-Πειραιάς. Αυτά είναι τα πρώτα ναυτικά μίλια που έχω καταγράψει. Υπήρξαν μάλιστα φορές που μας έπιανε η απεργία των ναυτεργατών, όπου οι εβδομάδες γίνονταν μήνες και χανόμουν στα στενά του Port Said για μέρες ολόκληρες. Ήταν τότε που ο χρόνος στο ταξίδι μετρούσε διαφορετικά. Αν το καλοσκεφτείς είχα προλάβει τη Σιγκαπούρη χωρίς ουρανοξύστες. Και είχα βρεθεί έξω από το Άντεν το βράδυ εκείνο που η Υεμένη ξεκίνησε την επανάσταση κατά των Εγγλέζων. Μου πήρε χρόνια να καταλάβω για ποιο λόγο βλέπαμε “βεγγαλικά”, ενώ ήμασταν σαν τους βατσιμάνηδες αγκυροβολημένοι έξω από το λιμάνι.
22 χρονών ψάχνοντας για δουλειά, στην Αθήνα πια, βρίσκω τη θέση εκείνη που μου έδωσε την ευκαιρία να ταξιδέψω στα γεωγραφικά μήκη και πλάτη του κόσμου. Εμπορικός αντιπρόσωπος της Gold Αir, μια από τις μεγαλύτερες αντιπροσωπείες αεροπορικών εταιρειών ανά τον κόσμο. Pakistan Airlines, Philippine Airlines, Icelandair, Aeroflot, Armavia, Yemen Airways κάποιες από αυτές. Και έτσι ξεκινά η περιπέτεια.
Το 1978 προσπαθώ να πείσω τον αντιπρόσωπο της Pakistan Airlines να με στείλει ταξίδι προς εκείνα τα μέρη – από το Χαράτσι ως την Καμπούλ. Ακόμα δεν υπήρχαν τα ηλεκτρονικά εισιτήρια, οπότε το συγκεκριμένο paper ticket μέτραγε 6 κουπόνια – παρεμπιπτόντως έχω κρατήσει όλα τα κουπόνια των εισιτηρίων μου. Κατάφερα να πείσω λοιπόν τον κύριο εκείνο να με στείλει στο Πακιστάν πριν εισβάλουν οι Ρώσοι, κάτι που συνέβη λίγους μήνες μετά. Με δυσκολία τον έπεισα πως δεν ήμουν κατάσκοπος. Φυσικά ποτέ δεν έμαθε τον πως με βοήθησαν οι σπουδές μου στη Διεθνολογία να προβλέπω τα γεγονότα. Την εποχή εκείνη ξεκίνησε όλο αυτό το κακό με το Αφγανιστάν που ακόμα δεν έχει αποκρυσταλλωθεί.
Επόμενο μεγάλο ταξίδι στη Λατινική Αμερική με τη σύζυγό μου. Ξεκινήσαμε από τη Βραζιλιά, από το Sao Paolo με προορισμό το Rio De Janeiro. Αλλά εμένα μου είχε κολλήσει στο μυαλό μια βόλτα από το Manaus. Εκεί υπάρχει το «Τeatro Amazonas», μια όπερα φτιαγμένη κατ’εικόνα της Σκάλας του Μιλάνου. Ε, ήθελα να δω από κοντά τον παρηκμασμένο αυτό πλούτο φτιαγμένο από κιλά καουτσούκ. Ο αστικός μύθος λέει πως στην όπερα αυτή ήταν τόσο κακομαθημένοι που έστελναν τα πουκαμισά τους να σιδερωθούν στο Παρίσι. Δεν αντέξαμε όμως πολύ στη Βραζιλία και φύγαμε για Ουρουγουάη και Αργεντινή. Μοντεβίδεο, Γη του Πυρός, Μπουένος Άιρες, καταρράκτες Iguazu. Εκεί για πρώτη φορά στη ζωή μου είδα δίλιτρη Coca Cola και μάλιστα σε ένα κατάστημα που το είχε ένας Έλληνας τρίτης γενιάς. Το κατάστημα το έλεγαν «Athanasiades & Co» και ήταν μέσα στη ζούγκλα.
Επιστροφή στην Ευρώπη, η οποία με συγκινεί αλλά δεν είναι και η μεγάλη μου αγάπη. Μου θυμίζει μπατίρη αριστοκράτη που για να μιλήσει για το παρηκμασμένο παρόν του ανατρέχει στο ένδοξο παρελθόν. Θαυμάζω όμως την αρχιτεκτονική της. Ένα βράδυ στο Παρίσι, νέοι και μεθυσμένοι καθόμασταν σε μια από τις γωνίες που σχηματίζει η Rue Rivoli με το Λούβρο. Στο βάθος η Place de la Concorde και η Αψίδα του Θριάμβου σε γεωμετρική συμμετρία. Η δημοκρατία κάπου εκεί έβαλε την υπογραφή της. Και εμείς το καλοκαιρινό εκείνο βράδυ θαυμάζαμε τα αρχιτεκτονικά της επιτεύγματα.
Μεγάλη αδυναμία μου όμως στα τετραγωνικά χιλιόμετρα της Ευρώπης παραμένει η Καταλονία. Με εξιτάρει η επιμονή των Καταλανών να διατηρούν τη διάλεκτό τους ζωντανή. Μια από τις αγαπημένες μου ιστορίες, που θα τη λέω ως τα βαθιά μου γεράματα είναι η εξής: Στους Ολυμπιακούς αγώνες της Βαρκελώνης ζήτησαν να τραγουδήσει η Αγνή Μπάλτσα. Και ψάχνοντας πιο τραγούδι θα πει, αποφάσισαν να τραγουδήσει Μίκη Θεοδωράκη. Αυτό το τραγούδι που πάει κάπως έτσι «Αυτό το αίμα είναι δικό τους και δικό μας». Μην ξεχνάς όμως το πιο σημαντικό. Ότι μέσα στους επίσημους καλεσμένους καθόταν ο τέως Βασιλιάς.
Η μεγάλη μου αγάπη είναι η Ασία. Λατρεύω τις βόλτες στα παζάρια του Ισλαμαμπάντ, τους ψαράδες στις Φιλιππίνες, την πάχνη που σκεπάζει τα Ιμαλάια τα πρωινά στο Κασμίρ. Πέρα όμως από το αισθητικά όμορφο, αγαπάω το οργανωμένο χάος τους και την επιθυμία τους να προοδεύσουν. Κάτι που η Ιστορία δείχνει πως μια χαρά τα καταφέρνουν. Σκέψου στην Ιαπωνία πως ακόμα και μετά θάνατον, οι Ιάπωνες στη θρησκεία των Σίντο βουδιστών συνηθίζουν το εξής: επισκέπτονται τα νεκροταφεία ώστε να απολογηθούν στους πεθαμένους γονείς τους γιατί δεν κατάφεραν να γίνουν πολιτικοί μηχανικοί και έγιναν π.χ. ταπεινοί ζωγράφοι. Η Ιαπωνία είναι από μόνη της ένα μεγάλο κεφάλαιο. Ρομαντικότητα και διαστροφή την ίδια στιγμή. Θαυμάζω το πως καμαρώνουν το πιο μικρό φύλλο με έναν τρόπο όλο γλύκα.
Η αγαπημένη μου ταξιδιωτική ιστορία έχει συμβεί στην Κίνα σε εκδρομή ενός Ελληνοκινέζικου συνδέσμου στη Σανγκάη. 23 Έλληνες στρογγυλοκάθονται στη μεγάλη αίθουσα του δημαρχείου, όπου μετά τον εναρκτήριο λόγο του Δημάρχου, εκείνος θεωρεί υποχρέωση του να κεράσει στους καλεσμένους του το πιο επίσημο φαγητό της πόλης. Ένα ωμό ψάρι, κάτι σαν τη δική μας ζαργάνα, αποκεφαλίζεται μπροστά στα μάτια των έντρομων Ελλήνων και ο Δήμαρχος το καταπίνει σε χρόνο dt. Ακολουθούν δυο λιποθυμίες και τέσσερις αποχωρήσεις από την αίθουσα. Ήμασταν πολύ κοντά σε επεισόδιο διπλωματικό. Το βράδυ τελειώνει στο σπίτι που μας φιλοξενούν, όπου απαγορεύεται το κάπνισμα. Φυσικά οι Έλληνες ανάβουν τσιγάρο να χαλαρώσουν μετά την τραγωδία της ζαργάνας, ένας εκ των οποίων έβαλε φωτιά στην κουρτίνα. Νομίζω πως από τότε δεν ξανά έστειλα γκρουπ Ελλήνων στη Κίνα.
Σαν το σπίτι μου ένιωσα στην Αρμενία. Εκεί έμαθα το πόσο πολύ αγαπάνε την ελληνική μουσική και γενικά ανακάλυψα το πως η μουσική μας ταξίδεψε στις γύρω γύρω χώρες –από τη Μολδαβία μέχρι το Ισραήλ. Υπήρχε λέει το δίλημμα πολλά πολλά χρόνια πριν, προς τα που να στραφεί η μουσική των Ισραηλιτών: προς τη Δύση, κάτι που παραήταν μοντέρνο ή προς την Αραβική μουσική, κάτι το οποίο ήταν για ευνόητους λόγους απαγορευτικό. Την περίοδο εκείνη όμως μια από τις σημαντικότερες εκπομπές στο εκεί ραδιόφωνο ήταν από έναν Ελληνο-εβραίο που άσκησε μεγάλη επιρροή στο να παρθεί η απόφαση: επιρροή από ρεμπέτικα και έντεχνα Ελληνικά. Για αυτό και μέχρι σήμερα στα δισκάδικα της πόλης μπορείς να βρεις από Νταλάρα μέχρι Καζαντζίδη.
Όλα αυτά τα χρόνια στο δρόμο ένα πράγμα έμαθα. Δεν υπάρχει καλός ή κακός λαός. Υπάρχουν μονάδες. Καλές και κακές. Σε μια από τις τελευταίες μου βόλτες στο Μεταξουργείο, περνάω από το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς. Ο ψιλικατζής αποκαλεί τον Πακιστανό που μένει στο διπλανό σπίτι «βρομιάρη», ενώ αυτός είναι μπροστά και μου ζητάει να πάρω θέση. Η απάντηση που εισέπραξε ήταν πως ούτε νύχι στο μικρό του δάχτυλο δεν είμαστε εάν αναλογιστεί πως στον πολιτισμό του συναντάμε την πρώτη θρησκευτική γραφή ,τα σανσκριτικά. Εκείνη τη στιγμή μου ήρθαν τα χρώματα και τα αρώματα από τα παζάρια στη Λαχώρη και σκέφτηκα πόσα πράγματα χάνουν οι στενόμυαλοι αυτοί άνθρωποι, σαν τον ψιλικατζή της γειτονιάς.
Σε όλα αυτά τα χρόνια της περιπλάνησης, δε φοβήθηκα ποτέ. Ένα μέρος και μοναδικό με έχει αγριέψει –λίγο όμως. Η Υεμένη. Εκεί ο κόσμος κυκλοφορεί με το όπλο του, με το καλάσνικοφ του με το κοντόκανό του. Μάλλον θα υπάρχει κάποια μακρινή σχέση με τους Κρητικούς , δεν εξηγείται αλλιώς. Είναι όμως αγαπημένη χώρα. Πολλές φορές σκέφτομαι πως αν με κάποιο τρόπο ο Χριστός επέστρεφε στη Γη και πήγαινε στη Σαναά θα έμενε έκπληκτος με το γεγονός ότι δεν έχει αλλάξει τίποτα εκεί τα τελευταία 2000 χρόνια.
Άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του ταξιδιώτη και πιστεύει ότι δεν υπάρχει λόγος να επισκεφτεί τις Ηνωμένες Πολιτείες, συγγνώμη αλλά δεν είναι ταξιδιώτης. Ακούω πολλές φορές να λένε ότι πήγα στη Νέα Υόρκη οπότε δεν υπάρχει λόγος να επισκεφτώ το Nashville. Μα είναι σαν να λες πως πήγες στο Λονδίνο και είδες όλη την Αγγλία. Επίσης από όλες τις πόλεις της Αμερικής η πιο όμορφη είναι η Βοστόνη. Μα τι αριστούργημα!
Το πιο περίεργο φαγητό από όσα έχω δοκιμάσει ήταν μια μερίδα τηγανητές κατσαρίδες στην Ινδονησία. Ακούγεται πιο αηδιαστικό από ό,τι είναι αλλά δε μπορούσα να τους προσβάλω – άσε που με έτρωγε η περιέργεια να τις δοκιμάσω.
Όλα τα μέρη που έχω επισκεφτεί τα έχω αγαπήσει. Κάποια λιγότερο, κάποια περισσότερο. Αν κοιτάξεις τριγύρω στο σαλόνι μου μπορείς να διακρίνεις κομμάτια από τα ταξίδια αυτά. Η εικόνα του Αγίου Νικολάου από την Αίγυπτο, αυτό το υφασμάτινο περιδέραιο από τα υψίπεδα του Μπουτάν. Αλλά το πιο αγαπημένο μου αντικείμενο είναι μια αντένα ψυχών από την ενδοχώρα της Αυστραλίας που μοιάζει με τοτέμ. Ο μύθος λέει πως μετά το θάνατο ο άνθρωπος περιπλανιέται για έξι μήνες πάνω στη γη για να χαιρετήσει τα αγαπημένα μέρη και τους αγαπημένους του ανθρώπους. Στο δρόμο όμως της επιστροφής είναι πολύ εύκολο να χαθεί στην περιπλάνηση αυτή. Για το λόγο αυτό στήνουν την αντένα ώστε να βρει το δρόμο της επιστροφής. Ένα κομμάτι ξύλο που συμπυκνώνει τη σοφία της ζωής.
Ένα πράγμα θα σου πω που με έμαθε ο πατέρας μου. Μάθε ό,τι μπορείς και πάρε το μαζί σου.