pop_loukanikos

Στο γραφείο κάποιος πετάχτηκε «ρε, πέθανε ο Λουκάνικος». Με δεδομένο το υψηλό φιλοζωικό φρόνημα των περισσότερων, ακολούθησε ένα συνολικό «κρίμα» συνοδεία sad face, οι δύο πιο μικροί ρώτησαν «ποιος είναι αυτός;» και ο πρακτικά κυνικός της υπόθεσης άρχισε να γράφει το post της είδησης. Κανείς δεν πήρε πολύ στα σοβαρά τον επιφυλακτικό που ψέλλισε «μισό λεπτό, δεν είχε πεθάνει πριν κάποιους μήνες;», μάλλον ούτε κι ο ίδιος πήρε πολύ στα σοβαρά τον εαυτό του έτσι όπως είδε τα διάφορα timelines του να μετατρέπονται για άλλη μια φορά σε μια καταιγιστική ακολουθία από RIP. Κι έτσι, κι εμείς όπως και το σύνολο του ελληνικού ίντερνετ την πάτησε, παρασυρμένο από μια αόριστα τοποθετημένη νεκρολογία. Τυπικό σύμπτωμα μιας εποχής που ίσως βγάζει καλύτερους δημοσιογράφους από παλιά, αλλά παράγει δραματικά χειρότερη δημοσιογραφία κάτω από την πίεση των clicks.

Δεν πέρασαν 24 ώρες και το RIP αντικαταστάθηκε. Ήταν η σειρά του περίφημου «Μητσάρα». Κι εδώ βιασύνη ή, μάλλον καλύτερα, βιαστική συμμετοχή στο event του δημόσιου πένθους, κάτι απόλυτα δικαιολογημένο για μια τόσο συμπαθή και οικεία φιγούρα. Η ειρωνεία είναι πώς το ίδιο μέσο, η «Αυγή», που «ξεγέλασε» τη δημόσια σφαίρα με το θάνατο του Λουκάνικου (ο οποίος είχε πεθάνει 5 μήνες πριν στην πραγματικότητα) ήταν και το πρώτο που έκανε το στοχειώδες ρεπορτάζ μη επιβεβαιώνοντας το θάνατο (ο οποίος αν δεν απατώμαι ακόμα δεν έχει επιβεβαιωθεί). Αν βγήκε ένα συμπέρασμα από αυτές τις δύο ιστορίες είναι ότι στην Ελλάδα (και στον κόσμο, εδώ που τα λέμε) της διαδικτυακής πανσπερμίας του 2014, δεν μπορείς να πεθάνεις ήσυχος. Είτε είσαι άνθρωπος, είτε σκύλος.

fos0100441

Ο Λουκάνικος το 2011, φωτό: Σπύρος Στάβερης

 Η Ελλάδα του 2014 χρειάζεται όμως σύμβολα. Και μύθους. Ίσως λίγο περισσότερο από τις εποχές της μακάριας «ευδαιμονίας». Πάντα είναι γοητευτικό, βολικό, σε τελική ανάλυση αποδεκτό να υπερνοηματοδοτείς τον σκύλο που γαβγίζει στα ΜΑΤ, προηγείται της πρώτης γραμμής στην πορεία, ψεκάζεται μαζί με σένα από χημικά στις διαδηλώσεις. Και είναι πάντα επίφοβο να θεωρήσεις πρότυπο πολιτικού αντικομφορμιστή έναν άνθρωπο που, κακά τα ψέματα, η βασικότερη ανάμνησή του θα είναι να συμπληρώνει το τηλεοπτικό κάδρο στις δηλώσεις ενός πολιτικού ή κάποιου ποδοσφαιριστή.

Αν βγήκε ένα συμπέρασμα από αυτές τις δύο ιστορίες είναι ότι στην Ελλάδα (και στον κόσμο, εδώ που τα λέμε) της διαδικτυακής πανσπερμίας του 2014, δεν μπορείς να πεθάνεις ήσυχος. Είτε είσαι άνθρωπος, είτε σκύλος.

Κάπου εκεί χαλάνε τα φρένα και η κατηφόρα μας οδηγεί ακόμα και στον ανθρωπομορφισμό. Δεν ήξερα τις ιδέες του «Μητσάρα» πέραν από εκείνα τα χαριτωμένα αυτοσχέδια πλακάτ, νομίζω όμως ότι τιμάμε καλύτερα τη μνήμη του αν τον θυμόμαστε ως αστικό λαϊκό ήρωα παρά ως Τσε Γκεβάρα. Και δεν είχα ποτέ μου φανταστεί ότι το (πόσο ειρωνικό!) ετεροχρονισμένο πένθος για τον Λουκάνικο θα γινόταν πανό στα γήπεδα ή θα εκδηλωνόταν με φράσεις όπως: «Αν είχε το δικαίωμα επιλογής ο Λουκάνικος, σίγουρα θα είχε γεννηθεί στο Κουρδιστάν»/ «Εδειξε στα διποδα που σαπιζουν στους καναπεδες, οτι ακομη κι ενα τετραποδο οταν θελει, μπορει να κανει τη διαφορα…»/ «Ο Λουκάνικος‬ ήταν εκεί όλο τον καιρό. Αντιστάθηκε»/ «Ο Λουκάνικος ήταν απο τους πιο μάχιμους συντρόφους»… δανείζομαι πρόχειρα μερικές από τις εκατοντάδες ανάλογες ατάκες που έπαιξαν σωρηδόν, διαμορφώνοντας μια πτυχή της σύγχρονης επανάστατικής συνταγής «λίγος Λουκάνικος, λίγος Μπαλάφας και το τελευταίο στάτους μου».

mitsaras

Ο Μητσάρας το 2013, φωτό: Παναγιώτης Τζάμαρος

Όσο το ντελίριο κορυφωνόταν και ξεσπούσαν οι διαδυκτιακοί καβγάδες που κάνουν το reach του Zunckerberg να θεριεύει και τα διδακτορικά στις ανθρωπιστικές σπουδές με subject «κοινωνική δικτύωση» να πληθαίνουν, η διανόηση της αποδόμησης έκανε υπομονή. Εδώ δεν κώλωσε στον Γρηγορόπουλο και στον Φύσσα, θα επέτρεπε τη συμβολοποίηση ενός τετράποδου; Μετά τον Στάθη Καλύβα που διεκδίκησε πριν λίγες εβδομάδες το δίκαιωμα του ισόποσου θρήνου, ήρθε το άρθρο του Τάκη Θεοδωρόπουλου στην Καθημερινή της Κυριακής να εκφράσει τον αντίλογο. Ένα απόσπασμα: «Το πιθανότερο είναι ότι θα είχε φάει καμιά κλωτσιά από κάναν ένστολο και έκτοτε, όποτε έβλεπε στολή γινόταν έξαλλος, κοινώς είχε πολιτική κρίση εφάμιλλη των δίποδων συντρόφων του που φωνάζουν “Μπάτσοι, Γουρούνια, Δολοφόνοι” περίπου με τα αντανακλαστικά του σκύλου του Παβλόφ. Και μέχρι εδώ καλά. Ηξερα ένα σκύλο στο νησί που γάβγιζε έξαλλος μόλις έβλεπε παπά, γιατί κάποτε ένας παπάς τον είχε κλωτσήσει και έκτοτε θεωρούσε κυνικό του καθήκον να εχθρεύεται τα ράσα».

Ζούμε σε μια χώρα που –υποτίθεται- προσπαθεί να απεμπλακεί από τα Μνημόνια στις κρίσιμες συνομιλίες της Ουάσιγκτον και που έχει έναν πρωθυπουργό που αντιμετωπίζει τη Βουλή ως μια λέσχη στην οποία παρίσταται μόνο αν είναι ικανοποιημένος από την συμπεριφορά των μελών. Ζούμε σε μια χώρα που περιμένει με αδημονία -όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις που τη θέλουν 6.5 μονάδες πάνω- μια αξιωματική αντιπολίτευση που αντιλαλεί τον Γιώργο Κουρή και δυναμικό στέλεχός της προσπαθεί να στηρίξει τις αιχμές περί «χρηματισμού βουλευτών» εν όψει της προεδρικής εκλογής με δημοσιεύματα του «Πρώτου Θέματος» από το 2012. Και που φυσικά έχει υποδεχθεί με όλες τις τιμές την όμορφη Αμάλ για να λύσει τα μείζονα εθνικά της θέματα.

Σε ένα τέτοιο σκηνικό προφανώς έχουμε όλη την πολυτέλεια να μεταμφιέζουμε τη θεωρία των δύο άκρων σε θεωρία των δύο Λουκάνικων, εκείνου που πέθανε στ’ αλήθεια τον Μάιο κι εκείνου που πεθάναμε πριν λίγες μέρες για να ξεδώσουμε. Και ίσως, τελικά, ο «Μητσάρας» όντως να μοιάζει πολιτικός φιλόσοφος.