Βρίσκονται ολοένα και πιο συχνά στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης, συνήθως όμως όχι για να επικροτηθούν ως «πράσινη» πηγή ενέργειας. Η αθρόα αδειοδότηση και λειτουργία αιολικών πάρκων σε πολύτιμα οικοσυστήματα της χώρας μας -ακόμα και σε περιοχές Natura αλλά και σε καμένες δασικές εκτάσεις- συναντά πλέον σφοδρές αντιδράσεις. Η συζήτηση αναζωπυρώθηκε με την είδηση για σχεδιασμό εγκατάστασης αιολικών σε τέσσερα εμβληματικά βουνά της Κεντρικής Πελοποννήσου, καθώς και στον Ταΰγετο στη Μεσσηνιακή Μάνη και σε δασικές περιοχές στο ακρωτήρι Μαλέα στη Λακωνία.

Για να διαλύσουμε μύθους και να διαπιστώσουμε τι πραγματικά ισχύει όσον αφορά στο θεσμικό πλαίσιο για τα αιολικά πάρκα σε συνάρτηση με το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, μιλήσαμε με μια επιστήμονα που γνωρίζει βαθιά το θέμα: τη δικηγόρο Σοφία Παυλάκη, ειδικευμένη στην Περιβαλλοντική και Δασική Πολιτική, υποψήφια διδάκτορα του Πανεπιστημίου Αιγαίου και μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος & Βιωσιμότητας. 

Καταρχάς, ρωτώ αν ισχύει η ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι «καίνε τα δάση για να βάλουν αιολικά». Ευνοεί πράγματι η νομοθεσία την εγκατάσταση αιολικών σε καμένες εκτάσεις έναντι της εγκατάστασής τους σε οποιαδήποτε άλλη έκταση;

«Η ερώτησή σας αποτυπώνει ένα καίριο ζήτημα που βρίσκεται διαρκώς, ιδιαίτερα κάθε καλοκαίρι -εξ αιτίας των καταστροφικών δασικών πυρκαγιών που ταλανίζουν τον τόπο- στην επικαιρότητα και στα χείλη πολλών Ελλήνων, ειδικών και μη. Σαφώς και δεν είναι ανάγκη να καεί ένα δάσος για να εγκατασταθούν στη συνέχεια αιολικά σε αυτό, αφού αυτό επιτρέπεται από τον νόμο (άρθρα 2 ν. 2941/2001, 53&45 ν. 998/1979, 6 παρ. 4 του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου των ΑΠΕ) να γίνει πρωτίστως στα ίδια τα δάση και τις δασικές εκτάσεις της χώρας».

– Αδειοδοτούνται βέβαια αιολικά και σε καμένες δασικές εκτάσεις. Δεν ισχύει διαφορετικό καθεστώς για τα καμένα; 

«Το πρόβλημα της εγκατάστασης αιολικών σταθμών (ΑΣΠΗΕ) σε αναδασωτέες εκτάσεις έχει να κάνει με το γεγονός ότι επιτρέπεται ενάντια στο άρθρο 117 παράγραφος 3 του Συντάγματος και επί της ουσίας, καταργεί το συνταγματικά κατοχυρωμένο μέτρο της αναδάσωσης που αποτελεί, εδώ και αιώνες, τον βασικό μηχανισμό και το κύριο μέσο που διαθέτει τόσο η δασική νομοθεσία όσο και η δασική υπηρεσία για την ανάκτηση και την αναγέννηση του καταστραφέντος ή υποβαθμισμένου από πυρκαγιά ή άλλη αιτία δασικού κεφαλαίου, με όλες τις ολέθριες συνέπειες που αυτό έχει για τον δασικό πλούτο της πατρίδας μας».

– Πώς κατοχυρώνεται η απαγόρευση της εγκατάστασης αιολικών σταθμών σε αναδασωτέες εκτάσεις στην Ελλάδα σήμερα;   

«Το Σύνταγμα του 1975, ήδη από την εποχή της ψήφισής του κατά τη Μεταπολίτευση, προέβλεψε ότι είναι άμεσα υποχρεωτική για τη διοίκηση, και μάλιστα, κατά τρόπο απόλυτο που δεν επιδέχεται αποκλίσεις, εξαιρέσεις και περιορισμούς, η αναδάσωση όλων των κατεστραμμένων δασών και δασικών εκτάσεων είτε από πυρκαγιά είτε από άλλη αιτία, όπως η αποψίλωση, η παράνομη εκχέρσωση κ.ά., και η απαγόρευση της μεταβολής του προορισμού τους ή της διάθεσής τους για σκοπό διαφορετικό από εκείνον της αναδάσωσης. Τούτο έγινε με τη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 117 του Συντάγματος που κατοχυρώνει ειδικά και αυστηρά την αναδάσωση και μάλιστα, σε κεφάλαιο ανεξάρτητο και ξεχωριστό από εκείνο του άρθρου 24, που κατοχυρώνει την προστασία των βιώσιμων δασών και δασικών εκτάσεων, που δεν έχουν δηλαδή καταστραφεί από κάποια αιτία». 

– Πώς καταλήξαμε λοιπόν να αδειοδοτούνται αιολικά πάρκα σε αναδασωτέες εκτάσεις;

«Μετά το Σύνταγμα του 1975, ακολούθησε η ψήφιση του νόμου 998/1979 που είναι εκτελεστικός του Συντάγματος για την προστασία των δασών -δηλαδή νόμος του οποίου την ψήφιση εντέλλεται το ίδιο το Συνταγματικό κείμενο στο άρθρο 24- και μερικά χρόνια αργότερα του ν. 1822/1988, που προέβλεψαν τις πρώτες αποκλίσεις από την απόλυτη απαγόρευση του Συντάγματος, καθιερώνοντας τη δυνατότητα ανέγερσης σε αναδασωτέες εκτάσεις στρατιωτικών μονάδων και εγκαταστάσεων δημοσίων έργων, στα οποία ωστόσο δεν συγκαταλέγονταν ακόμα οι εγκαταστάσεις ΑΠΕ.

Η βασική τομή στη νομοθεσία της χώρας δυνάμει της οποίας προβλέφθηκε, για πρώτη φορά, η δυνατότητα ανέγερσης αιολικών εγκαταστάσεων σε αναδασωτέες εκτάσεις, επήλθε το 2001, με το άρθρο 2 του νόμου 2941/2001, και ακολούθως γενικεύτηκε το 2008 με το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο των ΑΠΕ. Μετά δε και την ακόμα πιο πρόσφατη νομοθετική μεταρρύθμιση του ν. 4280/2014, η εγκατάσταση αιολικών σταθμών σε αναδασωτέες εκτάσεις ρυθμίζεται σήμερα από τις διατάξεις του άρθρου 53 σε συνδυασμό με το άρθρο 45 του ν. 998/1979 και με το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιοτων ΑΠΕ».

– Ποιες ήταν οι άμεσες νομικές συνέπειες της νομοθέτησης αυτής;   

«Σε επίπεδο συνταγματικής τάξης, με τις διατάξεις που επέτρεψαν την εγκατάσταση αιολικών σταθμών σε αναδασωτέες εκτάσεις ουσιαστικά εισήχθη στο δίκαιο, σε πλήρη αντίθεση προς το Σύνταγμα, η δυνατότητα εξαίρεσης από την απόλυτη απαγόρευση της διάθεσης των αναδασωτέων εκτάσεων για άλλον προορισμό πέραν της ίδιας της αναδάσωσης μέχρι και την ολοκλήρωσή της. Η νομοθετική αυτή επιλογή εξακολουθεί και σήμερα να αποτυπώνει την επίσημη πολιτική της χώρας, στο πλαίσιο της οποίας αδειοδοτούνται, σε απόλυτη αντίθεση προς τη συνταγματική τάξη, οι εγκαταστάσεις όλων των ΑΣΠΗΕ σε αναδασωτέες εκτάσεις.

Αλλά και όσον αφορά τη νομοθεσία, θεωρώ άτοπο και εντελώς αντιεπιστημονικό ότι ο νομοθέτης εισήγαγε, ήδη από το 1988, στο 6ο Κεφάλαιο του ν. 998/1979 διατάξεις που αφορούν εγκαταστάσεις σε αναδασωτέες εκτάσεις, για τον λόγο ότι το Κεφάλαιο αυτό του νόμου, σύμφωνα και με τον τίτλο του, αφορά αποκλειστικά και μόνον επιτρεπτές επεμβάσεις σε δάση και δασικές εκτάσεις, δηλαδή σε βιώσιμα, υγιή δασικά οικοσυστήματα που λειτουργούν υπό συνθήκες οικολογικής ισορροπίας και κανονικότητας, και όχι κατεστραμμένα δάση τα οποία χαίρουν διαφορετικής, αυστηρής προστασίας και άμεσης αποκατάστασης με την κήρυξή τους αναδασωτέων, σύμφωνα με όσα ορίζει το Σύνταγμα και η δασική νομοθεσία της χώρας».

Η περιβαλλοντικά ολέθρια απόφαση του ΣτΕ

Ο δικηγόρος και πρόεδρος του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητας κ. Γεώργιος Χριστοφορίδης έχει υποστηρίξει ότι με την πολυσυζητημένη απόφαση 2499/2012 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας «για πρώτη φορά έγινε δεκτό ότι το Σύνταγμα μπορεί να ερμηνεύεται και ενάντια στο ίδιο του το γράμμα» και ότι η απόφαση δεν αρκέστηκε να κρίνει νόμιμη και επιτρεπτή την εγκατάσταση αιολικών στις καμένες εκτάσεις, αλλά επεκτείνεται και σε κάθε «έργο το οποίο αποβλέπει στην εξυπηρέτηση ανάγκης με ιδιαίτερη κοινωνική, εθνική ή οικονομική σημασία».

– Εσείς θεωρείτε ότι η απόφαση 2499/2012 του ΣτΕ αντίκειται στο Σύνταγμα;

«Η απόφαση 2499/2012 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε επιτρεπτή την εγκατάσταση αιολικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής ακόμα και σε αναδασωτέες εκτάσεις και μάλιστα, πριν καν την ανάκτηση της δασικής βλάστησής τους, καταλύοντας έτσι την απόλυτη συνταγματική απαγόρευση της μεταβολής του προορισμού των εκτάσεων που κηρύσσονται αναδασωτέες και καταργώντας επί της ουσίας το μέτρο της αναδάσωσης που είναι, όπως είπαμε, το βασικό μέσο που διαθέτει η δασική επιστήμη και νομοθεσία για την ανάκτηση της βλάστησης στα κατεστραμμένα από φωτιά ή άλλη αιτία δασικά οικοσυστήματα, ώστε να μπορέσει να ξαναϋπάρξει η ζωή και η οικολογική ισορροπία σε αυτά.

Με το σκεπτικό αυτό η απόφαση αυτή τίναξε στον αέρα ολόκληρο το οικοδόμημα της εμβληματικής νομολογίας του Ε’ Τμήματος ΣτΕ για το περιβάλλον και τα δάση, που είχε διαμορφωθεί καθ’ όλα τα χρόνια που προηγήθηκαν, κυρίως υπό τον Πρόεδρό του κ. Μιχαήλ Δεκλερή, και πιστεύω πως και ο κ. Χριστοφορίδης αυτή ακριβώς τη θέση αποτυπώνει στο εύστοχο άρθρο του στο οποίο αναφέρεστε.

Σε πλήρη απόκλιση απ’ όλα αυτά, η απόφαση ΣτΕ Ολ 2499/2012 προχώρησε σε μια ισοπεδωτική, θα λέγαμε στρεβλή, ερμηνεία του άρθρου 117 παρ. 3 του Συντάγματος με τα κριτήρια όμως που ισχύουν αυστηρά και μόνο για το άρθρο 24, κάτι το οποίο απαγορεύεται ρητά από το ίδιο το Σύνταγμα, αφού το άρθρο 117 δεν αφήνει κανένα τέτοιο περιθώριο για παρεκκλίσεις και ερμηνευτικούς συσχετισμούς, αλλά είναι και νομικά απαράδεκτο για τον λόγο ότι η αναδάσωση αναγνωριζόταν ήδη ρητά στον νόμο και στην πάγια νομολογία του ΣτΕ ως σκοπός δημόσιας ωφέλειας (άρθρο 43 ν. 998/1979) και ως σοβαρός λόγος δημοσίου συμφέροντος που καθιστά, σε κάθε περίπτωση, ανακλητή κάθε πράξη που εμποδίζει την πραγμάτωσή της (ΣτΕ 2976/1998), ενώ είχε επίσης αναγνωρισθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου ότι κανένας άλλος λόγος δημοσίου συμφέροντος δεν δύναται να κατισχύσει της αναδάσωσης και ότι η διοίκηση υποχρεούται να επιτηρεί άγρυπνα την πρόοδό της, απαγορεύοντας οποιαδήποτε δραστηριότητα αντιβαίνει στην αναδάσωση και διασφαλίζοντας μάλιστα ακόμα και την εκτέλεση της απαγόρευσης αυτής! (ΣτΕ 4665/1996)».

– Δηλαδή, επιτράπηκαν οι ανεμογεννήτριες στα καμένα για «σκοπούς ιδιαίτερου δημοσίου συμφέροντος», ενώ δημόσιο συμφέρον καταρχάς είναι το δάσος;

«Κάνοντας δεκτό ότι η εγκατάσταση αιολικών σε αναδασωτέες εκτάσεις είναι επιτρεπτή για σκοπούς ιδιαίτερου δημοσίου συμφέροντος, η απόφαση 2499/2012 δείχνει να λησμονεί ότι η διαβίωση του ανθρώπου σε οικολογικά ισόρροπο και υγιές περιβάλλον -το οποίο κατ’ εξοχήν εγγυώνται τα δάση- είναι ιδιαίτερης σημασίας και ταυτόσημη του δημοσίου συμφέροντος, καθώς απορρέει από αυτή την ίδια τη συνταγματικά κατοχυρωμένη και θεμελιώδη αρχή της αξίας του ανθρώπου, της οποίας ο σεβασμός και η προστασία αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας κατά το ίδιο το Σύνταγμα.

Τελικά, η απόφαση 2499/2012 είχε το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα από εκείνο που επεδίωξε σύμφωνα με το σκεπτικό της που, και αυτό, ήταν θεσμικά ανεπίτρεπτο καθώς τα δικαστήρια δεν έχουν εξουσία να διευκολύνουν επενδυτικούς σκοπούς αλλά να κρίνουν διαφορές και να ερμηνεύουν τους νόμους σε συμφωνία με το Σύνταγμα. Βλέπουμε δηλαδή ότι η ΣτΕ 2499/2012, αντί να διασφαλίσει τις ΑΠΕ ως οικονομικές επενδύσεις με “πράσινο” πρόσημο, όπως προφανώς επεδίωξε, τελικά στήριξε ένα καθεστώς υπερανάπτυξης επενδύσεων με τεράστιο οικολογικό κόστος, το οποίο σήμερα επωμίζεται ολόκληρος ο ελληνικός λαός και μάλιστα και με τις μέλλουσες γενιές του, αφού τα αποτελέσματα της βλάβης στο περιβάλλον εκτείνονται εις το διηνεκές.

Και είναι απογοητευτικό αυτό, αν σκεφτούμε ότι τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη υιοθετούν σήμερα πολύ αυστηρότερα νομικά καθεστώτα προστασίας των αναδασωτέων εκτάσεών τους, παρόλο που δεν διαθέτουν ένα Σύνταγμα όπως το ελληνικό, που έχουμε τη σπάνια τύχη να κατοχυρώνει την απόλυτη συνταγματική προστασία τους. Για αυτό και η απόφαση 2499/2012 αποτελεί αντικείμενο έντονων αντιδράσεων τόσο από την κοινωνία όσο και από τον επιστημονικό κόσμο της χώρας και είναι σαφές ότι χρήζει άμεσης αναθεώρησης».

Τα αιολικά στα καμένα είναι ο ενταφιασμός του δάσους

Υπάρχει όμως και αντίλογος. Σε άρθρο του το 2021 σε σχέση με την προαναφερόμενη απόφαση, ο πρώην πρόεδρος του ΣτΕ Κωνσταντίνος Μενουδάκος είχε μεταξύ άλλων υποστηρίξει ότι «η απαγόρευση εγκατάστασης σταθμού αιολικής ενέργειας σε αναδασωτέες εκτάσεις θα δημιουργούσε ισχυρό κίνητρο εμπρησμού σε όσους αντιτίθενται σε τέτοιου είδους έργα».

– Θεωρείτε ότι ευσταθεί αυτό το επιχείρημα;

«Ως επιστήμονας θα σας απαντήσω αποκλειστικά για τα επιστημονικά – νομικά θέματα που θίγονται από τις δηλώσεις αυτές, Ο ισχυρισμός αυτός κινείται σε επίπεδο εικασίας που δεν συνηθίζεται στον δημόσιο επιστημονικό λόγο, θεωρώντας μάλιστα οποιονδήποτε αντιτάσσεται στην εγκατάσταση αιολικών στα καμένα εν δυνάμει εμπρηστή (!). Πρόκειται ακριβώς για τη φράση που -απλουστευμένη- πυροδότησε στην κοινή γνώμη την ευρύτατα υποστηριζόμενη άποψη ότι “τα δάση καίγονται για να μπαίνουν αιολικά σε αυτά”, κάτι που όμως, όπως είδαμε, δεν ευσταθεί και τελικά αποπροσανατολίζει από τον πραγματικό πυρήνα του προβλήματος. Είναι δε αδιανόητο και οξύμωρο να υποστηρίζεται ότι η σωτηρία των δασών μας από τις πυρκαγιές θα επιτευχθεί μέσω της κατάργησης της διαδικασίας της αναδάσωσης, δηλαδή του βασικού μέσου για τη σωτηρία τους, που επέβαλε η απόφαση 2499/2012!».

– Γιατί τελικά υπάρχει τόσο έντονη αντίδραση στην εγκατάσταση αιολικών σε αναδασωτέες εκτάσεις; Πώς επηρεάζουν τα αιολικά την αναγέννηση ενός καμένου δάσους;

«Η αντίδραση στην εγκατάσταση αιολικών σε αναδασωτέες εκτάσεις προκαλείται κυρίως από το γεγονός ότι με αυτήν πλήττεται και καταργείται στην πράξη η ίδια η συνταγματικά κατοχυρωμένη διαδικασία της αναδάσωσης, που είναι το βασικό μέσο που διαθέτει η δασική νομοθεσία και η δασική υπηρεσία για την αποκατάσταση των δασικών οικοσυστημάτων που έχουν καταστραφεί, δηλαδή για τη συνέχιση της ύπαρξης των δασών μας. Με την έγκριση επέμβασης για την τοποθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων σε καμένες εκτάσεις ξεκινάει η διάνοιξη δρόμων, πλατειών για τη στήριξη της βάσης των α/γ με σκληρά δομικά υλικά, αλλά και η τοποθέτηση και η λειτουργία των ίδιων των α/γ και των συνοδών τους έργων, που αλλοιώνουν καταλυτικά το τοπικό οικοσύστημα και το τοπίο και αναστέλλουν την αναγέννηση της φύσης με όλα τα στοιχεία της βιοποικιλότητας που τη συναποτελούν.

Η εγκατάσταση ανεμογεννητριών σε καμένες εκτάσεις και μάλιστα αμέσως μετά την πυρκαγιά, δηλαδή πριν καν δοθεί στην καμένη γη το αναγκαίο χρονικό περιθώριο για να αναγεννηθεί η βλάστησή της, όπως δέχτηκε η απόφαση ΣτΕ Ολ 2499/2012, καταργεί κάθε δυνατότητα αποκατάστασης του δάσους που καταστράφηκε στη φυσική του μορφή και επομένως οδηγεί στον αφανισμό του».

«Καμία αδειοδότηση αιολικών στα καμένα του Έβρου δεν έχει, έως και σήμερα, επίσημα ανασταλεί αυτεπαγγέλτως από τον αρμόδιο υπουργό ή τις υπηρεσίες του ΥΠΕΝ»

– Θα θέλατε να μας αναφέρετε μία περίπτωση αδειοδότησης αμέσως μετά από πυρκαγιά;

«Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η υπόθεση αδειοδότησης αιολικών σταθμών σε αναδασωτέες εκτάσεις του ΝΔ Έβρου (θέση Μύτακας), σχεδόν αμέσως μετά την καταστροφή τους από την περσινή πυρκαγιά».

– Μετά τον σάλο πάντως που είχε προκληθεί για την αδειοδότηση που αναφέρατε στον Έβρο, ο υπουργός είχε δηλώσει ότι αναστέλλεται κάθε οικονομική δραστηριότητα σε Έβρο-Ροδόπη. 

«Οι εξαγγελίες του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας ότι θα ανέστελλε κάθε οικονομική δραστηριότητα στις καμένες εκτάσεις του Έβρου μετά την καταστροφική πυρκαγιά του περσινού καλοκαιριού, συντελέστηκαν προφανώς για επικοινωνιακούς λόγους καθώς καμία αδειοδότηση αιολικών στα καμένα του Έβρου δεν έχει, έως και σήμερα, επίσημα ανασταλεί αυτεπαγγέλτως από τον αρμόδιο υπουργό ή τις υπηρεσίες του ΥΠΕΝ».

– Έχει σημασία πόσα αιολικά έχουν τοποθετηθεί στα καμένα;

Πρόσφατα, ο Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτροπαραγωγών από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΕΣΗΑΠΕ) και η Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ), αποπειρώμενες να διαψεύσουν ότι «όπου καίγεται μια έκταση, φυτρώνουν ανεμογεννήτριες», αναφέρθηκαν σε μελέτη της ΕΛΕΤΑΕΝ, σύμφωνα με την οποία το σύνολο των αιολικών πάρκων που είναι εγκατεστημένα σε αναδασωτέες εκτάσεις -είτε εγκαταστάθηκαν πριν την πυρκαγιά είτε κάποια στιγμή μετά από αυτή- καταλαμβάνει κάτω από το 0,06% των εκτάσεων αυτών. Ζητώ από την κ. Παυλάκη να το σχολιάσει.

«Τα επιχειρήματα αυτά προβάλλονται προφανώς προσχηματικά και παρελκυστικά. Σημασία εν προκειμένω δεν έχει σε πόσες αναδασωτέες εκτάσεις μπήκαν αιολικά, αλλά ότι θεωρήθηκε επιτρεπτή η εγκατάστασή τους σε αναδασωτέες εκτάσεις κατά παράβαση της αρχής της νομιμότητας και του ίδιου του Συντάγματος. Τούτο δε, δυνητικά, μπορεί να καταστήσει εφικτή την αδειοδότηση ενός απροσδιόριστου αριθμού αιολικών εγκαταστάσεων σε αναδασωτέες εκτάσεις στο μέλλον. Το κριτήριο επομένως δεν είναι ποσοτικό, όπως παραπλανητικά το έθεσαν ο ΕΣΗΑΠΕ και η ΕΛΕΤΑΕΝ, αλλά ποιοτικό, σχετιζόμενο άμεσα με την πιστή τήρηση του Συντάγματος και των νόμων που είναι σύμφωνοι με τις διατάξεις του».

«Επιστημονικά ατεκμηρίωτες οι απόψεις ΕΛΕΤΑΕΝ για συμβολή των αιολικών στη δασική προστασία και αντισταθμιστική αναδάσωση»

Στο σημείο αυτό -και δεδομένου ότι η ΕΛΕΤΑΕΝ κάνει συχνά δημόσιες παρεμβάσεις για να «διορθώσει» «παρανοήσεις» σχετικά με τα αιολικά- πρέπει να σημειώσουμε ότι, παρά το όνομά της, η ΕΛΕΤΑΕΝ δεν είναι ακριβώς «Επιστημονική Ένωση» αφού σε αυτή συμμετέχουν μεν επιστήμονες σχετικοί με τον τομέα, αλλά κυρίως «εταιρείες και φορείς που δραστηριοποιούνται σε όλο το εύρος της εφοδιαστικής αλυσίδας της αιολικής ενέργειας», σύμφωνα με την ιστοσελίδα της. Μεταξύ των εταιρικών μελών της, ο Όμιλος ΕΛΛΑΚΤΩΡ, η Terna Energy, η Intrakat, η Alpha Bank. Η ΕΛΕΤΑΕΝ είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας Wind Europe και εθνική εκπρόσωπός της στην Ελλάδα. Στη Wind Europe, μέλη είναι μεγάλες εταιρείες, όπως η BP, η Shell New Energies και η Siemens Energy, αλλά και ο όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ ο οποίος ήταν πρώτος σε επενδύσεις στα αιολικά στην Ελλάδα για το 2023 (19,7%), σύμφωνα με την ΕΛΕΤΑΕΝ.

Τούτων λεχθέντων, αναφέρω στην κ. Παυλάκη ότι η ΕΛΕΤΑΕΝ έχει ισχυριστεί πως τα αιολικά πάρκα «συμβάλλουν στην προστασία του τοπικού δασικού περιβάλλοντος» – για παράδειγμα αναφέροντας ότι η οδοποιία κάποιων από αυτά χρησιμοποιήθηκε για την κατάσβεση παρακείμενων πυρκαγιών. Επιπλέον, έχει τονίσει ότι τα αιολικά πάρκα υποχρεούνται και εκτελούν αναδάσωση ίσης έκτασης με αυτή που καταλαμβάνουν ή ισοδύναμα δασοτεχνικά έργα σε περιοχές που υποδεικνύουν οι δασικές αρχές και ότι οι αναδασώσεις αυτές είναι επιπρόσθετες των αποκαταστάσεων των εδαφών στις θέσεις εγκατάστασής τους. Πώς θα το σχολίαζε;

«Οι απόψεις αυτές είναι εσφαλμένες και επιστημονικά απολύτως ατεκμηρίωτες. Τα τοπικά δασαρχεία γνωρίζοντας τις ανάγκες αντιπυρικής θωράκισης των δασών της περιοχής τους καταρτίζουν σχετικά προγράμματα στα οποία εντάσσεται η κατασκευή δασικών οδεύσεων, εφόσον απαιτείται. Δεν χρειάζονται επομένως τα αιολικά για να το κάνουν! Οι σταθμοί ανεμογεννητριών δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν ότι συμβάλλουν στην αντιπυρική προστασία των δασών, εκτός και αν η ΕΛΕΤΑΕΝ εννοεί ότι όπως πορευόμαστε, σε λίγα χρόνια δεν θα υπάρχουν καθόλου δάση από την αθρόα εγκατάσταση αιολικών σε αυτά, οπότε αφού τα δάση θα εξαφανισθούν δεν θα διατρέχουν πια και κανέναν περαιτέρω κίνδυνο να καούν…

Είναι δε αντιεπιστημονική και απαράδεκτη, από απόψεως δασικής οικολογίας, και η θεωρία του περιβαλλοντικού ισοζυγίου, σύμφωνα με την οποία με τη διενέργεια ισοδύναμου αναδασωτικού έργου σε άσχετη, ακόμα και απομακρυσμένη περιοχή που υποδεικνύεται, επέρχεται η αναγκαία ισορροπία που διαταράχθηκε λόγω της χωροθέτησης ορισμένου έργου ή εγκατάστασης σε έκταση δασικού χαρακτήρα. Και τούτο, διότι η θεωρία του περιβαλλοντικού ισοζυγίου δεν αντιμετωπίζει το δάσος ως σύνθετο, πολύτιμο και μοναδικό οικοσύστημα με σπουδαία οικολογική και αισθητική αξία και στοιχεία που αλληλεξαρτώνται και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, αλλά αποσπασματικά και αποκομμένα, δηλαδή καταστροφικά για το οικοσύστημα του δάσους, υπηρετώντας μόνο την ίδια την επένδυση».

«Το κριτήριο δεν είναι οικολογικό αλλά οικονομικό. Γυρνάμε μισό αιώνα πίσω»

– Τα δημοσιεύματα για την παραγωγή αιολικής ενέργειας στην Ελλάδα είναι ολοένα και πιο θριαμβευτικά. Μάλιστα, τον Μάιο του 2024, ήρθαμε πρώτοι σε όλη την ΕΕ. Γιατί λοιπόν συνεχίζουν και αδειοδοτούνται με τέτοιο ρυθμό αιολικά πάρκα στη χώρα μας ακόμα και σε εκτάσεις αναδασωτέες, Natura κλπ, ενώ η αδειοδότηση μπορεί να γίνει με πιο αυστηρά περιβαλλοντικά κριτήρια;

«Το ερώτημα που θέτετε είναι πολύ σημαντικό και σχετίζεται με την εν γένει ακολουθούμενη δασική και περιβαλλοντική πολιτική και τις επιλογές και αποφάσεις που τη συνοδεύουν. Το Σύνταγμά μας εισήγαγε στο άρθρο 24 το οικολογικό κριτήριο της διαχείρισης και προστασίας του δάσους και του περιβάλλοντος, που οφείλει να διαπνέει ολόκληρο το οικοδόμημα της δασικής και περιβαλλοντικής μας νομοθεσίας. Και όμως σήμερα, με το σύνολο σχεδόν του περιβάλλοντος και του δασικού πλούτου της χώρας υποβαθμισμένο ή και κατεστραμμένο από πολιτικές που ακολουθήθηκαν συστηματικά ενάντια στη συνταγματική τάξη, ζητάμε να ξαναγυρίσουμε στο οικονομικό κριτήριο της εκμετάλλευσης της φύσης που έχει εγκαταλειφθεί, εδώ και πάνω από μισό αιώνα, ως ανεπαρκές ή και επικίνδυνο, ήδη από τα πρώτα χρόνια της εποχής της Μεταπολίτευσης χάρη στο Σύνταγμά μας.

Αυτή τη στιγμή, η χώρα εφαρμόζει ένα τεράστιας κλίμακας πρόγραμμα εγκατάστασης ΑΠΕ στα πιο πολύτιμα δασικά, ορεινά και παράκτια οικοσυστήματά της, οι οποίες είτε έχουν ήδη αδειοδοτηθεί είτε αναμένεται να αδειοδοτηθούν ακόμα και σε καμένες εκτάσεις. Τούτο αναμένεται επίσης να έχει ως συνέπεια, μεταξύ άλλων, τη γενίκευση της καταστροφής των δασών, των ορεινών οικοσυστημάτων και του τοπίου, λαμβανομένης υπόψη και της συνολικής αντιδασικής πολιτικής που ακολουθείται συστηματικά στη χώρα μας καθ’ όλα τα τελευταία κυρίως χρόνια. Ενδεικτικά γι’ αυτό αναφέρονται: η χρόνια ανοχή των δασικών αυθαιρέτων, η δόμηση εκτός σχεδίου, η ολέθρια μίξη χρήσεων εντός ή περιμετρικά δασών και εθνικών δρυμών, οι ολοένα αυξανόμενες επιτρεπτές επεμβάσεις σε δάση και αναδασωτέες εκτάσεις, η δυνατότητα απόδοσης παρανόμως εκχερσωθέντων δασών σε αγροτική χρήση (ν. 5037/2023) και εξαγοράς καταπατημένων δημοσίων δασών και οικοτόπων (ν. 5024/2023), η εντατικοποίηση της εφαρμογής των προγραμμάτων Antinero που εξαφανίζουν τον πολύτιμο υπόροφο των δασών, η καθολική ανυπαρξία ενός σύγχρονου και ολοκληρωμένου νομοθετικού κειμένου για το αστικό και περιαστικό πράσινο και πολλά άλλα. Σε όλα αυτά θα πρέπει να συνυπολογιστεί και η συστηματική απαξίωση του θεσμικού ρόλου της Δασικής Υπηρεσίας, όσον αφορά τη δασική προστασία και διαχείριση, με την τραγική υποστελέχωσή της, τη συνεχιζόμενη αφαίρεση βασικών αρμοδιοτήτων της -όπως η δασοπυρόσβεση- και την ανάθεσή τους σε εξωθεσμικούς φορείς ή ακόμα και την πλήρη κατάργησή τους».

Η Ελλάδα πλέει κόντρα στην ευρωπαϊκή νομοθεσία

«Και όλα αυτά συμβαίνουν στη χώρα μας παρά την ευρωπαϊκή νομοθεσία για την προστασία των οικοτόπων, της βιοποικιλότητας και των πτηνών που είναι εξαιρετικά σημαντική», τονίζει η κ. Παυλάκη. «Και, όσον αφορά στα δάση, παρά την ύπαρξη του Κανονισμού 841/2018 της ΕΕ ο οποίος έθεσε τη δασοπονία ως κύριο μοχλό ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγής μέσω της βιώσιμης διαχείρισης των υφισταμένων δασών και της δημιουργίας νέων και αντίθετα με την πρόσφατη Αιτιολογημένη Γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που το 2023 ήρθε να επισφραγίσει όσα έκρινε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, θεωρώντας ότι σε κάθε περίπτωση αδειοδότησης αιολικών εγκαταστάσεων σε προστατευόμενες περιοχές Natura, υφίστανται σοβαρές παραβιάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, αφού δεν έχει προηγουμένως συντελεστεί από την ελληνική πολιτεία η δέουσα εκτίμηση των στόχων για την προστασία των οικοτόπων της και τη διατήρησή τους».

Ευχαριστώντας την Σοφία Παυλάκη, σκέφτομαι ότι εδώ, αντί να δημιουργούμε δάση, αφανίζουμε και τα ήδη υπάρχοντα. Όπως έλεγε και η διάσημη ανθρωπολόγος Τζέιν Γκούνταλ: «Μόνο αν καταλάβουμε, θα ενδιαφερθούμε…». Και μόνο τότε ίσως σωθούμε.