Το ζήτημα της υποστελέχωσης του Εθνικού Συστήματος Υγείας μας έχει απασχολήσει διόλου λίγες φορές φέτος. Τις τελευταίες εβδομάδες, οι κραυγές αγωνίας πολλαπλασιάζονται μαζικά από τα δημόσια νοσοκομεία της χώρας.
Βενιζέλειο, Νοσοκομείο Βόλου και Αττικόν, είναι μόνο ορισμένα από εκείνα που φυτοζωούν, ερχόμενα αντιμέτωπα με τις τεράστιες ελλείψεις σε υγειονομικό προσωπικό, τις απλήρωτες υπερωρίες, τις συνεχείς μετακινήσεις γιατρών και τις κλειστές χειρουργικές αίθουσες και κλινικές.
Οι πρώτες καταγγελίες έφτασαν από το Βενιζέλειο Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου, όπου γνωστοποιήθηκε η μετακίνηση παθολόγων λόγω έλλειψης προσωπικού, με αποτέλεσμα οι δύο παθολογικές κλινικές του νοσοκομείου να βρίσκονται υπό κατάρρευση.
Ο μόλις δύο εβδομάδων διορισμένος ως υπηρεσιακός διοικητής του Νοσοκομείου, Χαράλαμπος Λυδάκης, εκφράζοντας τη διαφωνία του για τις μετακινήσεις γιατρών παραιτήθηκε από τη θέση του καθώς και από εκείνη του Διευθυντή της Ιατρικής Υπηρεσίας του Βενιζέλειου, στέλνοντας επιστολή προς τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη στην οποία ανέφερε μεταξύ άλλων: «Οι συνεχιζόμενες μετακινήσεις ιατρών Παθολόγων από το Νοσοκομείο μας σε άλλα νοσοκομεία δημιουργούν επιπλέον αποσταθεροποιητικές εστίες στην ήδη επιβαρυμένη συγκυριακή κρισιμότητα που βρίσκεται το Νοσοκομείο μας. Κατόπιν των ανωτέρω, σας καταθέτω την παραίτηση μου από την θέση του Διευθυντού Ιατρικής Υπηρεσίας και του εκτελούντος χρέη Διοικητή του Νοσοκομείου».
Την περασμένη Τετάρτη, στην εκπομπή Κοινωνία Ώρα Press του TPP, αναδείχθηκαν η υπερεφημέρευση, η εξάντληση, η διετής στέρηση αδειών και ρεπό, η έλλειψη ιατρικών χεριών και το πάγωμα όλων των τακτικών χειρουργείων που ταλανίζουν το Βενιζέλειο. Όπως ανέφερε ο γ.γ. της Ένωσης Εργαζομένων, Τάσος Θελερίτης, «αν ο χειρουργικός τομέας δεν βρει αναισθησιολόγο δεν θα μπορέσει να λειτουργήσει. Είναι σαν να έχουμε το όχημα και να μην έχουμε τα καύσιμα», ενώ θυμάται ότι υπουργοί όλων των κυβερνήσεων πέρασαν απ’ το νοσοκομείο, αλλά λύση δε βρήκαν.
Παράλληλα, οι ειδικευόμενοι χειρουργοί στο νοσοκομείο αναδεικνύουν το ζήτημα των κλειστών χειρουργείων πραγματοποιώντας μαζικές κινητοποιήσεις: «Κάποια στιγμή στο άμεσο μέλλον δεν θα υπάρχουν εκπαιδευμένοι διότι πώς θα εκπαιδευτούν αν δεν υπάρχουν χειρουργεία; Όχι στην υποβάθμιση του Βενιζελείου. Όχι στις ιδιωτικοποιήσεις με την παρουσία free lancers γιατρών. Όχι στις προσωρινές λύσεις».
Σχολιάζοντας στην Popaganda τις τελευταίες εξελίξεις που αφορούν στο Βενιζέλειο, ο κ. Θελερίτης επισημαίνει πως «τα προβλήματα του Βενιζελείου Νοσοκομείου αναδεικνύονται εδώ και αρκετό καιρό, ωστόσο δεν δίνεται στους αρμόδιους η δυνατότητα να ακουστούν. Θα ακουστούμε μόνο όταν τους φανούμε χρήσιμοι ή αν προκύψει κάποιο σοβαρό πρόβλημα». Και συνεχίζει, σχετικά με το πώς έφτασε το νοσοκομείο στην κρίσιμη αυτή κατάσταση: «Από το 2010 άρχισαν να υπάρχουν ελλείψεις σε πολλές ειδικότητες. Το νοσοκομείο είχε 640 κλίνες και για να φανεί ότι γίνεται περιστολή δαπανών και θέσεων, έφτασε να διαθέτει 440. Αυτό εξαφάνισε ό,τι κενή οργανική θέση είχε τότε, αλλά μαζί με αυτό δινόταν η δυνατότητα επί της ουσίας να μη γίνουν οι απαραίτητες προσλήψεις. Στα επόμενα χρόνια σημειώθηκαν κι άλλες αποχωρήσεις με αποτέλεσμα να φτάσουμε στα χρόνια του κορωνοϊού, όπου έτσι κι αλλιώς η υγεία υπολειτουργούσε. Εμείς τότε λέγαμε ότι εκτός από τον covid υπάρχουν και τα καθημερινά νοσήματα τα οποία θα τα δούμε μπροστά μας».
Νοσοκομείο Βόλου: «Ο πολίτης δεν έχει αλλού διέξοδο άμεσα να απευθυνθεί παρά στο τμήμα επειγόντων για ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς»
Στο Νοσοκομείο Βόλου, στο τμήμα Επειγόντων Περιστατικών, υπάρχει μόνο ένας γιατρός και πέντε ειδικευόμενοι οι οποίοι εξετάζουν κάθε μήνα περίπου 6.000 άτομα. Με μία ανάρτηση στο Facebook, ο Διευθυντής του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών του Νοσοκομείου Βόλου, Ηλίας Καραμέτος, περιέγραψε την κρίσιμη κατάσταση στην οποία βρίσκεται και αυτό το νοσοκομείο, επισημαίνοντας πως οι γιατροί είναι εξουθενωμένοι και προαναγγέλλοντας ομαδική έξοδο από το ΕΣΥ.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, το τμήμα Επειγόντων Περιστατικών έχει φτάσει στα όριά του. «Δεν υπάρχει τμήμα επειγόντων το οποίο μέχρι τις 12 να έχουμε εξετάσει πάνω από 50 ανθρώπους Κυριακή αργία που αμιγώς επείγοντα είναι περίπου 8-10. Άρα κάτι δεν γίνεται σωστά και ο πολίτης δεν έχει αλλού διέξοδο άμεσα να απευθυνθεί παρά στο τμήμα επειγόντων για ότι μπορεί να φαντασθεί κανείς (ενδεικτικά πιστοποιητικό αθλητή, ενημέρωση συγγενούς για ασθενή που δεν γνωρίζει το ιστορικό του, για θέμα που έχει παρουσιαστεί μήνες πριν)».
Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι «ένας γιατρός με 25 χρόνια υπηρεσίας και 5 περίπου ειδικευόμενοι γιατροί θα εξετάζουν ασταμάτητα για 24 ώρες τα μη επείγοντα, αλλά θα είναι σε ετοιμότητα μετά από 20 ώρες και για το βαρύ περιστατικό…. που θα έρθει τη νύχτα και δικαιολογημένα θα πρέπει να αντιμετωπισθεί ως υπερεπείγον αλλά με τι κουράγιο».
Παράλληλα, επικρίνει τη διοίκηση του νοσοκομείου γιατί οι γιατροί εκτελούν και χρέη φύλακα, με αποτέλεσμα να έρχονται αντιμέτωποι «με την οργή και την απαράδεκτη συμπεριφορά κάποιων συνοδών που δεν σέβονται την προσπάθεια μας, που το σύστημα επιβιώνει χάρη στο φιλότιμο μας και όχι στα ψιλά που αμειβόμαστε».
Ο Διευθυντής κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την αποχώρηση των γιατρών από το ΕΣΥ. «Ένας εξουθενωμένος γιατρός του ΕΣΥ που θα μπορούσε να είναι κάπου που τον σέβονται και τον ακούνε!!!! Όσο για τις συνθήκες εργασίας αρκεί μια επιτόπου αυτοψία που εργαζόμαστε !!!!!».
Υπενθυμίζουμε πως δεν έχει περάσει ένας μήνας απ’ όταν πλημμύρισε η πτέρυγα που πραγματοποιούνται οι χημειοθεραπείες, λόγω της σφοδρής βροχόπτωσης από την κακοκαιρία Daniel. Καθώς το δωμάτιο όπου γίνεται η διύλιση των φαρμάκων καλύφθηκε από το νερό, καταστράφηκαν μηχανήματα και δεν πραγματοποιήθηκαν 18 προγραμματισμένες θεραπείες, οι οποίες τελικά έγιναν την επομένη με το εφεδρικό μηχάνημα που διαθέτει το νοσοκομείο από δωρεά του ΔΟΜ – Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης.
Αττικόν: Υπάρχουν ασθενείς που περιμένουν περισσότερα από 3 χρόνια για τακτικό χειρουργείο και ασθενείς με καρκίνο που περιμένουν 6 μήνες να χειρουργηθούν
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του ΕΣΥ, που αναδείχθηκαν τις τελευταίες μέρες, είναι οι κλειστές χειρουργικές αίθουσες και κλινικές λόγω ελλείψεων. Τα σοβαρά κενά στην ομαλή λειτουργία των χειρουργείων στα περισσότερα νοσοκομεία της χώρας διαπιστώνουν οι εργαζόμενοι εξαιτίας της έλλειψης αναισθησιολόγων και νοσηλευτικού προσωπικού. Ως απόρροια αυτής της κατάστασης, τα χειρουργεία έχουν μειωθεί κατά 40% ενώ από τις διοικήσεις των νοσοκομείων και από το υπουργείο Υγείας, γίνεται προσπάθεια κάλυψης των μεγάλων κενών με μετακινήσεις γιατρών από το ένα νοσηλευτικό ίδρυμα στο άλλο – όπως συμβαίνει και στην περίπτωση του Βενιζέλειου.
Σύμφωνα με τα όσα κατήγγειλε στο Kontra ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημοσίων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ), Μιχάλης Γιαννάκος, τα χειρουργεία στα νοσηλευτικά ιδρύματα κυρίως της Αττικής και της Θεσσαλονίκης γίνονται μετ’ εμποδίων. Λειτουργεί μόνο το 60% των χειρουργικών αιθουσών στο ΕΣΥ, ενώ χειρουργικές κλινικές αναστέλλουν τη λειτουργία τους ή λειτουργούν με μεγάλη επισφάλεια.
Αναφερόμενος στον θεσμό του προσωπικού γιατρού, τόνισε ότι «Απέτυχε. Έχουν εγγραφεί μέχρι τώρα λιγότεροι από 3.500, εκ των οποίων μόνο 1.200 από τον ιδιωτικό τομέα, παρότι είναι περισσότερες οι ειδικότητες (αρχικά ήταν παθολόγοι και γενικοί γιατροί, μετά προστέθηκαν καρδιολόγοι, γαστρεντερολόγοι, πνευμονολόγοι). Οι 2.300 από την ΠΦΥ, είναι επιφορτισμένοι να κάνουν τον προσωπικό γιατρό, να εφημερεύουν στα κοντινά νοσοκομεία, να εφημερεύουν στα Κέντρα Υγείας σε 24ωρη βάση και ταυτόχρονα να κάνουν και επισκέψεις κατ’ οίκον. Δεν μπορούν να τα κάνουν όλα αυτά. Το αποτέλεσμα είναι να μεγαλώνει η έλλειψη στην ΠΦΥ και όλοι οι ασθενείς να καταλήγουν στα νοσοκομεία. Γι’ αυτό και στα εφημερεύοντα μεγάλα νοσοκομεία έχουμε πάνω από 1.000 ασθενείς. Πολλοί θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν στην ΠΦΥ, αλλά επισκέπτονται τα Επείγοντα, με αποτέλεσμα ώρες αναμονής που πολλές φορές ξεπερνούν και τις 10-15 ώρες.
Και συνέχισε: «Υπάρχει μαζική φυγή υγειονομικών από το σύστημα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιλέγει να υπάρχουν μισθολογικές ανισότητες στις ειδικότητες των γιατρών. Ένας επί πάρα πολλά χρόνια παθολόγος γιατρός του ΕΣΥ παίρνει 1.800-2.000 ευρώ, ένας που θα πηγαίνει στο εξωτερικό και θα έρχεται μετά θα παίρνει πολύ υψηλότερους μισθούς. Πρέπει να είμαστε σοβαροί, να αντιμετωπίσουμε σοβαρά το κύμα φυγής από τα νοσοκομεία, φέτος τον χειμώνα θα είμαστε 3.000 λιγότεροι».
Σε ό,τι αφορά το νοσοκομείο Παπανικολάου όπου πρόσφατα έγιναν και τα εγκαίνια 18 κλινών ΜΕΘ από δωρεά, «στην καινούργια κατασκευή, κατέρρευσε το πάτωμα με αποτέλεσμα να κλείσει η πτέρυγα στην οποία στεγάζονταν 9 κλίνες».
Παράλληλα, ο κ. Γιαννάκος έκανε λόγο για τις μη επικαιροποιημένες μακροσκελείς λίστες αναμονής στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Αττικόν όπου εμφανίζονται ασθενείς να περιμένουν να χειρουργηθούν εδώ και πέντε χρόνια. Την ίδια στιγμή, στο Πανεπιστημιακό νοσοκομείο Αττικόν υπάρχουν ασθενείς που περιμένουν περισσότερα από 3 χρόνια για τακτικό χειρουργείο και ασθενείς με καρκίνο που περιμένουν 6 μήνες να χειρουργηθούν. «Έπρεπε ένας καρκινοπαθής να βγει στη τηλεόραση (στην εκπομπή του Χατζηνικολάου) για να χειρουργηθεί μετά τρεις μήνες», καταγγέλλει ο κ. Γιαννάκος.
Όπως αναφέρουν μέλη της ΠΟΕΔΗΝ στην Popaganda, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις γιατρών και νοσηλευτών που οδηγούνται στην παραίτηση εξαιτίας των δύσκολων συνθηκών εργασίας αλλά και λόγω χαμηλών μισθών. «Οι προκηρύξεις για προσωπικό που γίνονται στα νοσοκομεία βγαίνουν άγονες, ενώ οι προσπάθειες για να καλυφθούν τα τεράστια κενά σε προσωπικό με συνεχείς μετακινήσεις είναι μπαλώματα που δεν λύνουν τα προβλήματα. Χαρακτηριστικό αποτέλεσμα των ελλείψεων αποτελεί το κλείσιμο της εξαιρετικής και τόσο σημαντικής Καρδιοχειρουργικής Κλινικής του πρωτοπόρου των μεταμοσχεύσεων, καθηγητή Παναγιώτη Σπύρου στο Νοσοκομείο Παπανικολάου».
«Μέχρι πριν κάποιο διάστημα, στα νοσοκομεία της Βορείου Ελλάδος λειτουργούσαν τρεις καρδιοχειρουργικές κλινικές οι οποίες πραγματοποιούσαν εκατοντάδες χειρουργεία κάθε χρόνο. Ειδικότερα στο Παπανικολάου, η Καρδιοχειρουργική Κλινική Σπύρου πραγματοποιούσε χίλια χειρουργεία το χρόνο. Στο ΑΧΕΠΑ η αντίστοιχη Κλινική έκανε 500 χειρουργεία το χρόνο, ενώ στο Παπαγεωργίου γίνονταν περίπου 250 χειρουργεία τον χρόνο. Σήμερα στην Κλινική του Παπανικολάου υπηρετεί μόνο μία καρδιοαναισθησιολόγος η οποία αρρώστησε και πήρε αναρρωτική άδεια. Έτσι, έκλεισε η κλινική, ευελπιστώντας αυτό το λουκέτο να μην είναι μόνιμο».